Το ανακάτεμα της τράπουλας, οι κραδασμοί της συμπολίτευσης και η αξιολόγηση της αντιπολίτευσης
06:00 - 28 Σεπτεμβρίου 2023
Οι ανακατατάξεις που παρουσιάζονται στο πολιτικό βαρόμετρο του REPORTER και της IMH δεν υπάρχουν στο κενό. Αντιθέτως, αυτή η περίοδος, που δεν είναι ακριβώς εκλογικά νεκρή αλλά δεν είναι προεκλογική, αφού βρισκόμαστε στο στάδιο των διεργασιών ενόψει των διπλών εκλογών, επιτρέπει την αποτύπωση τάσεων που σχετίζονται περισσότερο με ζητήματα πολιτικής και ευρύτερης αξιολόγησης του συστήματος, παρά με την πρόθεση ψήφου. Κι αυτό γιατί η εκλογική διαδικασία απέχει ακόμη αρκετούς μήνες και δεν έχουν οι ψηφοφόροι ενώπιον τους απτά δεδομένα, όπως τα ονόματα των υποψηφίων και τα πολιτικά προγράμματα. Συνεπώς, αντιδρούν περισσότερο με βάση τις προσωπικές τους ανησυχίες και εκφράζονται για ζητήματα επικαιρότητας, χωρίς να έχουν μπει πραγματικά στη διαδικασία να αποφασίσουν πώς θα κινηθούν στην κάλπη.
Αυτή η αποτύπωση, η ακτινογραφία όπως συνηθίζεται να λέγεται, της δεδομένης στιγμής, με τα ιδιαίτερα της χαρακτηριστικά, οδηγεί σε συμπεράσματα για την κατάσταση πραγμάτων στο κομματικό σύστημα. Μια κατάσταση η οποία είναι ευμετάβλητη και επηρεάζεται από μία σειρά από παράγοντες, οι οποίοι αναμένεται να ιεραρχούνται διαφορετικά όσο πλησιάζουμε στις διπλές εκλογές, οι οποίες απέχουν αυτή τη στιγμή περίπου επτά μήνες.
Το πρώτο συμπέρασμα που προκύπτει από την πρόθεση ψήφου είναι πως το ΑΚΕΛ διάγει μία σαφώς καλύτερη περίοδο από τον ΔΗΣΥ. Αν και από τις δύο μονάδες που προηγείται στη δημοσκόπηση μένουν κυρίως οι εντυπώσεις, είναι ξεκάθαρο πως το κόμμα της Αριστεράς, μετά από περισσότερο από μια δεκαετία καθίζησης, βρίσκεται από τις Προεδρικές σε μια καλύτερη πορεία, η οποία μεταφράζεται και σε μια ψηλή συσπείρωση για μη προεκλογική περίοδο, της τάξης του 77%. Τα ανοίγματα προς την κεντροδεξιά που έγιναν τον τελευταίο ένα χρόνο συμβάλλουν στις προσπάθειες του ΑΚΕΛ να γυρίσει σελίδα, οι οποίες αναμένεται να κορυφωθούν με τις καταστατικές αλλαγές που προωθεί. Κυρίως, όμως, το κόμμα δείχνει να πατά γερά στα πόδια του και να έχει ξεκάθαρες θέσεις, γι’ αυτό και θεωρείται από τους πολίτες πως τηρεί την καλύτερη στάση σε δύο από τις τέσσερις θεματικές κατηγορίες που εξετάστηκαν στο πλαίσιο της έρευνας, το Κυπριακό και την κοινωνική πολιτική. Ακόμη και η λιγότερο ισοπεδωτική προσέγγιση που υιοθετεί στην ενάσκηση αντιπολίτευσης, σε σχέση με τον τρόπο που λειτουργούσε επί διακυβέρνησης Αναστασιάδη, φαίνεται να αποδίδει, καθώς οι πολίτες του δίνουν αυτή τη στιγμή τα σκήπτρα της υπευθυνότητας.
Ο ΔΗΣΥ από την άλλη είναι ξεκάθαρο πως συνεχίζει να παλεύει με τους δαίμονές του και να μην έχει βρει ακόμη τα πατήματά του. Πιο ανησυχητικό από τη δεύτερη θέση είναι ενδεχομένως το γεγονός πως, ένα κόμμα που αισθάνεται συνεχώς την ανάγκη να επαναλαμβάνει ότι ανήκει στην αντιπολίτευση και που μπήκε στη διαδικασία να λάβει ακόμη και συνεδριακή απόφαση σχετική με το θέμα, δεν έχει πείσει το 53% των πολιτών ότι ασκεί αντιπολίτευση. Αν και η συσπείρωση του 58% που καταγράφει είναι αρκετά πιο ψηλή από εκείνη που κατέγραφε ο Αβέρωφ Νεοφύτου περίπου επτά μήνες πριν από τις Προεδρικές Εκλογές, σίγουρα δεν είναι ενδεικτική της αποκατάστασης της ηρεμίας στο κόμμα. Και, παρόλο που ο ΔΗΣΥ θεωρείται η παράταξη που μπορεί να κυβερνήσει καλύτερα τη χώρα, διαθέτει την πιο δημοφιλή κομματική αρχηγό και θεωρείται πως έχει τα πιο ικανά στελέχη, φαίνεται αυτή τη στιγμή να δυσκολεύεται να πείσει, ακόμη και με όλα αυτά τα χαρακτηριστικά υπέρ του. Οι πολλαπλές τάσεις που αναπτύσσονται στο εσωτερικό του δημιουργούν την εντύπωση απουσίας σταθερότητας, ενώ δεν φαίνεται να κατάφερε ακόμη να φέρει κοντά τους ψηφοφόρους του που απομακρύνονταν τα τελευταία χρόνια.
Ίσως το πιο ενδιαφέρον εύρημα ολόκληρης της έρευνας του REPORTER και της IMR είναι η εντυπωσιακή άνοδος του ΕΛΑΜ. Υπενθυμίζεται ότι το εθνικιστικό κόμμα ξεπέρασε το ΔΗΚΟ, καταγράφοντας ποσοστό 12%, διπλασίασε δηλαδή τα ποσοστά του σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογικές διαδικασίες, χωρίς αναγωγή. Στις Βουλευτικές Εκλογές του 2021 το ΕΛΑΜ κατέγραψε ποσοστό 6,78%, το οποίο συγκράτησε σε μεγάλο βαθμό και στον πρώτο γύρο των Προεδρικών Εκλογών. Είναι ξεκάθαρο από την εξαιρετικά υψηλή συσπείρωση του 84%, ότι το εθνικιστικό κόμμα έχει αποκτήσει μια συμπαγή εκλογική βάση και δεν εξαρτάται πλέον αποκλειστικά από μετακινούμενες ψήφους ή ψήφους διαμαρτυρίας, ενώ ταυτόχρονα δέχεται εισροή ψηφοφόρων από άλλες πολιτικές δυνάμεις, αν και θα φανεί αν είναι σε θέση να τους κρατήσει μέχρι τις εκλογές.
Αυτό που φαίνεται να «βάζει μέσα» το ΕΛΑΜ είναι οι θέσεις του στο Μεταναστευτικό, καθώς το 33% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι είναι οι πιο σωστές, ποσοστό σχεδόν τριπλάσιο από αυτό που καταγράφει στην πρόθεση ψήφου. Ωστόσο, αυτή η πορεία του ΕΛΑΜ δεν είναι πλήρως εξαρτημένη από το Μεταναστευτικό, ένα ζήτημα για το οποίο δέχεται κατηγορίες και επικρίσεις, δεδομένου ότι το 17% των πολιτών θεωρούν ότι είναι κόμμα με μέλλον και προοπτική, το δεύτερο πιο υψηλό ποσοστό μετά τον ΔΗΣΥ. Η απομόνωσή του από το υπόλοιπο κομματικό σύστημα, φαίνεται να του επιτρέπει να συνεχίζει να παρουσιάζεται ως αντισυστημική δύναμη, παρά την εμπέδωσή του με την κοινοβουλευτική του παρουσία, με αποτέλεσμα να είναι σε θέση να κεφαλαιοποιεί, αυτή τουλάχιστον την στιγμή, την δυσαρέσκεια των πολιτών με την Κυβέρνηση ή τα κόμματά τους.
Η άνοδος του ΕΛΑΜ άφησε πίσω το ΔΗΚΟ, το οποίο λαμβάνει μόλις 7%, ενώ στις Βουλευτικές κινείτο πάνω από το 11%, μετά από πτώση τριών μονάδων. Ένα τέτοιο ποσοστό θα ήταν καταστροφικό εάν καταγραφόταν στην κάλπη, καθώς το μεγάλο κόμμα του Κέντρου θα έχανε τον ρυθμιστικό του ρόλο και δεν θα είχε καν τον μίνιμουμ αριθμό βουλευτών για να συγκροτήσει Κοινοβουλευτική Ομάδα. Μάλιστα αυτή η πτώση καταγράφεται σε μία περίοδο ιδιαίτερα ειρηνική για τα δεδομένα του κόμματος, όπου κυριαρχεί η ηρεμία και όχι η εσωστρέφεια και μετά από εκλογική νίκη στις Προεδρικές Εκλογές. Δεδομένης της πολύ κακής επίδοσης και των υπόλοιπων κομμάτων της συμπολίτευσης, το ΔΗΚΟ ίσως να δέχεται κραδασμούς εκ μέρους της Κυβέρνησης, ενώ και οι ίδιοι οι ψηφοφόροι του ενδεχομένως να είναι δυσαρεστημένοι με την αξιοποίηση του ΔΗΚΟ από τον Νίκο Χριστοδουλίδη. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι το ΔΗΚΟ είναι ένα πολύ ανθεκτικό κόμμα στο σύστημα και, παρά τις όποιες διακυμάνσεις, είναι αρκετά δύσκολο για το ΕΛΑΜ να διατηρήσει προβάδισμα έναντι του.
Σε μεγάλο βαθμό αυτές οι παρατηρήσεις που έγιναν για το ΔΗΚΟ αφορούν και τη ΔΗΠΑ, άλλο ένα κόμμα που δεν αντιμετωπίζει σοβαρά εσωτερικά προβλήματα και που βρισκόταν σε ανοδική πορεία. Ωστόσο φαίνεται πως αυτή τη στιγμή, εισπράττει κραδασμούς εκ μέρους της Κυβέρνησης, ενώ αρκετά χαμηλή είναι και η δημοφιλία του προέδρου του, Μάριου Καρογιάν, ο οποίος έχει τις λιγότερες θετικές απόψεις μετά τον πρόεδρο της ΕΔΕΚ. Ενδεχομένως, και σε αυτή την περίπτωση, η παράταξη να εισπράττει κάποια δυσαρέσκεια από τους ίδιους τους ψηφοφόρους της για τον τρόπο που συμμετέχει στην Κυβέρνηση. Θα φανεί στην πορεία αν αυτό το συναίσθημα θα διατηρηθεί ανάμεσα στους ψηφοφόρους της.
Σε ό,τι αφορά την ΕΔΕΚ, η φθορά της εξουσίας και η μη αξιοποίησή της στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό δεν θεωρείται ο μοναδικός λόγος που μπορεί να εξηγεί το 2%, καθώς το σοσιαλιστικό κόμμα διέρχεται μία από τις μεγαλύτερες κρίσεις της ιστορίας του τα τελευταία χρόνια. Παρόλο που οι τόνοι έχουν πέσει, φαίνεται πως συνεχίζει να υπάρχει ευρεία εσωτερική αμφισβήτηση, η οποία αντανακλάται στο γεγονός πως για τον Μαρίνο Σιζόπουλο έχουν θετική άποψη μόλις το 27% των ψηφοφόρων του κόμματος. Ο πρόεδρος της ΕΔΕΚ είναι και λιγότερο δημοφιλής πολιτικός αρχηγός, ενώ το κόμμα, μαζί με τη ΔΗΠΑ, θεωρείται ότι έχει το λιγότερο μέλλον και προοπτική.
Τέλος, οι Οικολόγοι, παρά τα δικά τους εσωτερικά προβλήματα, φαίνεται να συγκρατούν τα ποσοστά τους αλλά και να εισπράττουν και θετικές απόψεις σε ορισμένους τομείς. Ο Χαράλαμπος Θεοπέμπτου είναι ένας από τους πιο δημοφιλείς πολιτικούς αρχηγούς και χαίρει μεγάλης αποδοχής ανάμεσα στους ψηφοφόρους του κινήματος, ενώ οι Οικολόγοι θεωρείται ότι έχουν μεγαλύτερο μέλλον και προοπτική και από την ΕΔΕΚ και από τη ΔΗΠΑ. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, οι θέσεις τους δεν ξεχωρίζουν ιδιαίτερα.