«Όταν δεν υπάρχει ένα σύστημα που θα φοβάται ο πολίτης να διαπράξει ένα έγκλημα, γιατί να μην το κάνει;»

Τα χαμηλά ποσοστά εξιχνίασης εγκληματικών ενεργειών όπως εμπρησμοί, βομβιστικές επιθέσεις μέχρι και δολοφονίας με φόντο τον υπόκοσμο, αναμφίβολα ενθαρρύνουν τους δράστες για να συνεχίζουν ακάθεκτοι να πραγματοποιούν εγκλήματα μέρα-μεσημέρι και χωρίς να υπολογίζουν κανέναν, ειδικότερα την Αστυνομία, η οποία φαίνεται να είναι ο αδύνατος κρίκος ανάμεσα στο παιχνίδι με τον υπόκοσμο, ο οποίος δείχνει με κάθε ευκαιρία πως βρίσκεται ένα βήμα μπροστά.

Η απόπειρα δολοφονίας εναντίον του 34χρονου σε κεντρικό δρόμο της Ανθούπολης, έφερε ξανά στο προσκήνιο το αίσθημα ανασφάλειας των πολιτών, οι οποίοι παρακολουθούν τα όσα εκτυλίσσονται, καθώς και την αδυναμία που παρουσιάζεται από πλευράς Αρχών, να διαχειριστούν την κατάσταση, η οποία φαίνεται να έχει εκτροχιαστεί.

Σχολιάζοντας τα τεκταινόμενα, η εγκληματολόγος, Δήμητρα Τσίτση, ανέφερε πως ήταν κάτι αναμενόμενο, λαμβάνοντας υπόψη τον τρόπο και τις συνθήκες που σημειώθηκαν οι προηγούμενες δολοφονίες, μπροστά στα μάτια έντρομων πολιτών. «Αγνοώντας παντελώς το σύστημα, αγνοώντας την οποιαδήποτε διαδικασία, οι δράστες δεν σκέφτονται ούτε αν τους δει κάποιος, ούτε το οτιδήποτε. Από εδώ, φαίνεται ξεκάθαρα πόσο αγνοούν και δεν σέβονται γενικά ολόκληρο το σύστημα».

Συγκρίνοντας τα εγκλήματα που έγιναν στη Λεμεσό και στη Λευκωσία, η κα. Τσίτση ανέφερε ότι, «τότε, είχαμε πει ότι σε κάποιους μήνες θα υπήρχε ένας καινούργιος κύκλος αιματοχυσίας, κάτι το οποίο έγινε και είναι οι λεγόμενες βεντέτες. Από εκεί και πέρα, τα μέτρα τα οποία ανέφερε ότι θα λάμβανε η Αστυνομία, ως εγκληματολόγος αλλά και ως πολίτης, βλέπουμε ότι οι συμπολίτες μας δεν φοβούνται πλέον, αλλά τα συνήθισαν. Συνηθίσαμε να διαβάζουμε ειδήσεις με θανατηφόρα, δολοφονίες και απόπειρες ανθρωποκτονίας».

Κάθε απόπειρα δολοφονίας που γίνεται, ωστόσο, υπογράμμισε η εγκληματολόγος, επιβάλλεται να μας προβληματίζει. «Σίγουρα όμως, το να προβληματίζεται ένας απλός πολίτης, στο τέλος της ημέρας μπορεί και να μην σημαίνει κάτι. Το θέμα είναι ότι πρέπει να προβληματιστούν πρόσωπα τα οποία έχουν υψηλές θέσεις, γιατί είναι από αυτούς που θα αλλάξουν συγκεκριμένες καταστάσεις. Από την άλλη όμως, δεν μπορούμε να ζούμε σε ένα γυάλινο κλουβί και να λέμε βρισκόμαστε σε μια ειρηνική χώρα και έχουμε εσωτερική ασφάλεια».

Αυτό που διερωτήθηκε εξάλλου η κα. Τσίτση, είναι το, «πώς μπορούμε να πιστέψουμε ότι οι Αρχές δεν γνωρίζουν ποια είναι τα άτομα τα οποία μπορούν να προκαλέσουν το οποιοδήποτε οργανωμένο ή προμελετημένο έγκλημα; Φυσικά και γνωρίζουν, καθώς πρόκειται για πολύ γνωστά άτομα που εμπλέκονται σε τέτοιου είδους υποθέσεις. Όταν δεν υπάρχει ένα σύστημα στο οποίο θα φοβάται ο πολίτης να διαπράξει το οποιοδήποτε σε μορφή εγκλήματος, γιατί να μην το διαπράξει; Όταν αναφέρεται μέχρι και στο εξωτερικό ότι η Κύπρος είναι μια χώρα πρόσφορη για εγκλήματα, τότε είμαστε άξιοι της μοίρας μας».

Πάντως, έντονη άποψη της εγκληματολόγου, είναι ότι σε καμία κοινωνία δεν μπορεί να παταχθεί το οργανωμένο έγκλημα και γενικότερα τα εγκλήματα, καθώς είναι αδύνατο, ωστόσο, μπορούν να μειωθούν στον ελάχιστο βαθμό. Η κα. Τσιτσή, θεωρεί ότι πρέπει να γίνει αύξηση των ποινών, όπως και άμεση εκδίκαση των υπόπτων και να μην χρειάζεται μια περίοδος τριών με τέσσερα χρόνια για ένα περιστατικό, καθώς μέσα σε αυτό το διάστημα μπορεί να διαπραχθεί κι άλλο παρόμοιο έγκλημα. «Από τη στιγμή που διακρίνεται ότι υπολειτουργεί η Αστυνομία, πρέπει να υπάρχει αύξηση των μελών της Δύναμης, όπως και τα περιπολικά μέσα στους δρόμους. Επιπρόσθετα, επιβάλλεται η εξειδίκευση των αστυνομικών και δεν γίνεται να παίρνουν ένα αστυνομικό της τροχαίας και να του βάζουν άλλες αρμοδιότητες, για να πατάξει το οργανωμένο έγκλημα».

Μάλιστα, για τα όσα συμβαίνουν, υπογράμμισε η κα. Τσίτση, «δεν φέρει ευθύνη ο κάθε απλός αστυνομικός, καθώς αυτός λαμβάνει συγκεκριμένες οδηγίες. Όταν θέλουμε όμως να μειώσουμε την εγκληματικότητα στην Κύπρο όμως, παρά να βλέπουμε να ξοδεύονται κονδύλια για επιχειρηματικούς σκοπούς, καλύτερα να γίνει πρόσληψη περισσότερων αστυνομικών, αύξηση των περιπολικών και εγκατάσταση καμερών στους δρόμους. Και επεξηγώ ότι δεν πρόκειται για κάμερες ταχύτητας, που εκδίδουν πρόστιμα σε πολίτες. Υπάρχουν πάρα πολλές λύσεις, αλλά όταν παραμένουμε με σταυρωμένα τα χέρια και παρακολουθούμε το οργανωμένο έγκλημα να παίρνει διαστάσεις, τότε δεν θα αλλάξει τίποτα».

Καταλήγοντας, η κα. Τσίτση, εξέφρασε ανησυχία για το μέλλον, καθώς ανέφερε πως, «εάν συνεχίσουμε με αυτή τη ροή, θα έχουμε χειρότερα αποτελέσματα και αλίμονο στις επόμενες γενιές. Ο κόσμος θα αρχίσει να φοβάται να κυκλοφορεί και θα αντικρύζει οτιδήποτε συμβαίνει γύρω του με καχυποψία, θεωρώντας ότι περιτριγυρίζεται από εγκληματίες. Επιβάλλεται να υπάρξει λήψη επιπρόσθετων μέτρων, προτού είναι αργά, για να προστατέψουμε την ίδια την κοινωνία μας».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Δειτε Επισης

Δύσκολο το βράδυ στη Λεμεσό λόγω της βροχόπτωσης-Πλημμύρησαν δρόμοι και σημειώθηκαν κατολισθήσεις
Πέρασε τη νύχτα στη ΓΑΔΑ η Μουρτζούκου-«Δεν είμαι καλά, αλλά είμαι ήρεμη»
Η Πάμ Μπόντι η εκλεκτή του Τραμπ για υπουργός Δικαιοσύνης–Ήταν μέλος της υπερασπιστικής του ομάδας
Στα άκρα οι σχέσεις δημάρχου και συμβούλων του δήμου Δρομολαξιάς και Μενεού-Μαίνεται για μήνες ο πόλεμος
Προκαλεί έντονη ανησυχία ο Κιμ Γιονγκ Ουν-Πιο κοντά από ποτέ ο κίνδυνος πυρηνικού πολέμου
Γυναίκα επιτέθηκε και έσπρωξε αστυνομικό-Επιχείρησε να ταξιδέψει από το αεροδρόμιο Πάφου με πλαστά στοιχεία
Πορεία προς Υπ. Εργασίας από εργαζόμενους στον κλάδο έτοιμου σκυροδέματος
Από ποιες χώρες μπορεί να συλληφθεί ο Νετανιάχου μετά το ένταλμα από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο
Στους 82 οι νεκροί από βομβαρδισμούς του Ισραήλ στην Παλμύρα
Καταιγίδες και χαλάζι στο καιρικό μενού-Στους 24 βαθμούς η θερμοκρασία