Αντί να ενοχλούν δημοσιογράφους που κάνουν τη δουλειά τους, ας κάνει η Αστυνομία (σωστά) τη δική της δουλειά
10:14 - 11 Ιουνίου 2025

Σοβαρά ερωτήματα, τα οποία εξακολουθούν να παραμένουν αναπάντητα, προκαλεί η προσπάθεια Αστυνομίας και Νομικής Υπηρεσίας να χτίσουν υπόθεση εναντίον του τέως Γενικού Ελεγκτή και πλέον κομματάρχη, Οδυσσέα Μιχαηλίδη, με μάρτυρες δημοσιογράφους που του πήραν συνέντευξη.
Από όλες τις γραμμές έρευνας που ενδεχομένως να είχαν στη διάθεσή τους, δεδομένου ότι θεωρούν πως όντως υπάρχει υπόθεση εναντίον του κ. Μιχαηλίδη, επέλεξαν την λιγότερο δημοκρατική, αυτήν που θέτει εν αμφιβόλω την Ελευθεροτυπία στον τόπο μας. Διότι Τύπος που σέρνεται στα ΤΑΕ, δεν είναι ελεύθερος Τύπος. Και ένας ελεύθερος Τύπος αποτελεί πυλώνα μίας δημοκρατικής πολιτείας.
Η Αστυνομία κάλεσε στο ΤΑΕ Αρχηγείου δέκα δημοσιογράφους, οι οποίοι έλαβαν τηλεοπτικές συνεντεύξεις από τον Οδυσσέα Μιχαηλίδη και τους ζήτησαν να υπογράψουν ότι είναι αληθείς οι απομαγνητοφωνήσεις των συνεντεύξεών τους. Πρόκειται για μία διαδικασία παντελώς αχρείαστη, αφού το υλικό βρίσκεται στη διάθεση των Αρχών και φυσικά είναι διαθέσιμο στη δημόσια σφαίρα, χωρίς να χρειάζεται η οποιαδήποτε περαιτέρω εμπλοκή των δημοσιογράφων. Όπως, όμως, η ίδια η Αστυνομία παραδέχθηκε, «με σκοπό την εξασφάλιση μαρτυρίας για διερεύνηση της υπόθεσης αυτής, η λήψη κατάθεσης από δημοσιογράφους είναι απαραίτητη». Δηλαδή προσπαθούν να μετατρέψουν τους δημοσιογράφους -είτε το θέλουν είτε όχι- σε μάρτυρες εναντίον πολιτικού προσώπου!
Εάν υπάρχει κάποιος στην Αστυνομία ή στη Νομική Υπηρεσία που δεν αντιλαμβάνεται πόσο προβληματικό είναι να στέλνουν στους δημοσιογράφους το μήνυμα πως αν κάνετε ερωτήσεις σε πολιτικά πρόσωπα μπορεί το κράτος να σας σέρνει στα ΤΑΕ, τότε μάλλον δεν θα έπρεπε να κατέχει μία τόσο σημαντική θέση. Διότι αυτό είναι μέρος της αποστολής ενός δημοσιογράφου. Άρα το πραγματικό ερώτημα είναι, αφού το γνωρίζουν, προς τι η σπουδή να ακολουθήσουν αυτόν τον δρόμο, στοχοποιώντας στην πορεία μία ολόκληρη επαγγελματική ομάδα και κυρίως το λειτούργημα που υπηρετούν;
Οι δημοσιογράφοι πρέπει να αφήνονται ελεύθεροι να κάνουν τη δουλειά τους και να διαχειρίζονται την επικαιρότητα και την πληροφόρηση. Ελέγχονται, προφανώς, για την τήρηση της νομοθεσίας και της δεοντολογίας, αλλά όχι επειδή πήραν συνεντεύξεις. Εξού και δεν πρέπει να δέχονται πιέσεις ή ενόχληση από κανέναν και δη από θεσμούς του κράτους για το γεγονός ότι έκαναν το καθήκον τους και υποβοήθησαν τον δημόσιο διάλογο.
Η λήψη κατάθεσης από τους δημοσιογράφους για συνεντεύξεις που ήδη έχουν μεταδοθεί ούτε είναι, ούτε έπρεπε να είναι απαραίτητη, όπως ισχυρίζεται η Αστυνομία. Πρόκειται για τοποθετήσεις που έγιναν on the record και, συνεπώς, οι δημοσιογράφοι δεν έχουν κάτι να προσθέσουν στις Αρχές. Το γεγονός ότι θεωρείται «απαραίτητη» από την Αστυνομία μάλλον δίνει την εντύπωση πλήρους αδυναμίας της να στοιχειοθετήσει την υπόθεση καταφρόνησης Δικαστηρίου και ότι προβαίνει σε κινήσεις απελπισίας.
Δεν είναι βέβαια ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία υπόθεση που δείχνει να αδυνατεί να διερευνήσει ή να στοιχειοθετήσει η Αστυνομία. Έχουν στοιβαχτεί τόσες και τόσες. Κοτζάμ φόνοι έχουν κρυώσει στα συρτάρια, ενώ καθημερινά περιστατικά καταστροφής περιουσιών παραμένουν χωρίς ενόχους για παράδειγμα. Είναι, όμως, πρωτοφανής η σπουδή της να προσπαθήσει να την στήσει παρενοχλώντας δημοσιογράφους. Όπως τόνισε και η Ένωση Συντακτών, κάθε δημοσιογραφική εργασία βρίσκεται σε δημόσια θέα παντού, δημοσιευμένη, αναρτημένη ή άλλως πως και δεν μπορεί να είναι ποινικά κολάσιμη, ούτε και είναι αποδεκτό να ασκούνται οι οποιεσδήποτε πιέσεις για το περιεχόμενό της.
Αντί να απειλούν τους δημοσιογράφους ότι αν κάνουν σωστά τη δουλειά τους μπορεί να βρεθούν στο ΤΑΕ για να υπογράψουν αχρείαστα έγγραφα, ίσως θα έπρεπε η Αστυνομία να κάνει καλύτερα και πιο αποτελεσματικά τη δική της δουλειά. Και μέρος αυτής της σωστής δουλειάς είναι και η ικανότητα ιεράρχησης των υποθέσεων που έχει ενώπιον της, που εκτείνονται από δολοφονίες μέχρι τεράστια σκάνδαλα.
Όπως αυτονόητα υπέδειξε η ΕΣΚ, οι δημοσιογράφοι και το προϊόν της εργασίας τους δεν μπορεί να γίνονται μέρος της όποιας διωκτικής διαδικασίας. Σε τέτοια περίπτωση, η πολιτεία κινδυνεύει να οδεύσει σε επικίνδυνες ατραπούς σε βάρος της διαφάνειας, του πλουραλισμού των απόψεων και της ελευθερίας έκφρασης.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: