Η διαχείριση του μεταναστευτικού θωράκισε την Κύπρο από ανεξέλεγκτες ροές και έδωσε προβάδισμα στην σκακιέρα
06:00 - 08 Οκτωβρίου 2024
H επέκταση της κρίσης στον Λίβανο τις τελευταίες ημέρες έχει χτυπήσει καμπανάκι και στις κυπριακές Αρχές. Όχι επειδή η Κύπρος κινδυνεύει λόγω γεωγραφικής εγγύτητας ή επειδή θα πρέπει να αναλάβει ανθρωπιστικό βάρος μέσω του σχεδίου ΕΣΤΙΑ, αλλά επειδή είναι πλέον ορατός ο κίνδυνος η χώρα να βρεθεί αντιμέτωπη με νέες, μαζικές μεταναστευτικές ροές, τώρα που η κατάσταση είχε τεθεί, μετά από πολύ κόπο και προσπάθεια, υπό έλεγχο.
Η εξαιρετική διαχείριση του μεταναστευτικού που έγινε από τον Υπουργό Εσωτερικών, Κωνσταντίνο Ιωάννου, και η ομαλή μετάβαση στον Υφυπουργό Μετανάστευσης, Νικόλα Ιωάννιδη, που συνεχίζει το έργο στην ίδια γραμμή, θεωρούνται μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της διακυβέρνησης Χριστοδουλίδη. Μάλιστα, η μεθοδικότητα που επιδείχθηκε αναγνωρίστηκε όχι μόνο στο εσωτερικό αλλά και στο εξωτερικό, με την Επίτροπο Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ, Ίλβα Γιόχανσον, να δηλώνει πως η πρόοδος της Κύπρου είναι «εντυπωσιακή» και «μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα για τους άλλους». Η κατάσταση στη γειτονική μας χώρα, ωστόσο, δημιουργεί ανησυχίες για το ενδεχόμενο μαζικών μεταναστευτικών ροών, οι οποίες ενδεχομένως να φέρουν την Κύπρο αντιμέτωπη με μια νέα κρίση.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Ψηλός ο κίνδυνος για κατάρρευση του Λιβάνου-Οι φόβοι για ογκώδεις μεταναστευτικές ροές για την Κύπρο
Υπενθυμίζεται ότι οι ενέργειες που έγιναν ως προς την κατεύθυνση του Λιβάνου, τόσο από την κυπριακή Κυβέρνηση όσο και από την ΕΕ, αποδείχθηκαν καταλυτικές για να σταματήσει το τεράστιο μεταναστευτικό κύμα προς την Κύπρο των προηγούμενων μηνών. Το κύμα αποτελούσε έργο διακινητών, οι οποίοι επιβίβαζαν ως επί το πλείστον Σύρους πρόσφυγες που διέμεναν στον Λίβανο σε βάρκες, και τους έστελναν στις κυπριακές ακτές, όπου μπορούσαν να καταφθάσουν με σχετικά χαμηλό κόστος σε λίγες μόνο ώρες, σε αντίθεση με άλλους μεσογειακούς προορισμούς. Ένεκα του γεγονότος πως η Συρία δεν θεωρείται ασφαλής χώρα, αφού βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση περισσότερο από μία δεκαετία, ήταν αδύνατον για την Κυπριακή Δημοκρατία να προβεί σε επαναπατρισμούς αυτών των ανθρώπων και, ως εκ τούτου, η μόνη λύση ήταν η διασφάλιση πως δεν θα έρχονταν στο νησί μας.
Η διαδικασία των επιστροφών και η επιτάχυνση του ελέγχου των αιτήσεων, που είχαν επιτευχθεί από το Υπουργείο Εσωτερικών τους προηγούμενους μήνες, είχαν βελτιώσει πάρα πολύ την εικόνα που υπήρχε, καθώς είχαμε φτάσει στο σημείο οι επιστροφές να είναι περισσότερες από τις αφίξεις. Τα κύματα των Σύρων, ωστόσο, την περασμένη άνοιξη, επιδείνωσαν ξανά την κατάσταση, δημιουργώντας μία ακόμη μεγαλύτερη πρόκληση, ακριβώς επειδή επρόκειτο για πρόσωπα που δικαιούνταν συμπληρωματική προστασία λόγω του καθεστώτος της χώρας τους.
Η Λευκωσία άσκησε πιέσεις προς τη Βηρυτό, ώστε να ελέγχει καλύτερα την ακτογραμμή της, κάτι που τελικά έγινε και σταμάτησε η ροή μεταναστών προς τις κυπριακές ακτές. Για να το επιτύχει αυτό, πέραν της διμερούς διαδικασίας, η οποία κορυφώθηκε με την επίσκεψη του Προέδρου της Δημοκρατίας και των Υπουργών Εσωτερικών και Εξωτερικών στον Λίβανο στις 2 Μαΐου, η Κύπρος φρόντισε να κινητοποιήσει και την ΕΕ.
Επί της ουσίας τότε, η Κύπρος κινήθηκε διπλωματικά τόσο προς την πλευρά της ΕΕ όσο και προς την πλευρά του Λιβάνου, ώστε η ΕΕ να ενισχύσει την οικονομική βοήθεια που λαμβάνει ο Λίβανος, υπό την προϋπόθεση ότι αυτή θα διασυνδεθεί με την αύξηση της επιχειρησιακής ικανότητας της γειτονικής χώρας να ασκεί αποτελεσματικότερη επιτήρηση στην ακτογραμμή του. Μέσα από αυτή τη διεργασία ήταν που προέκυψε το νέο πακέτο στήριξης και που άρχισε να υλοποιείται το μέρος της συμφωνίας που αφορούσε την αποκοπή των μεταναστευτικών ροών. Μάλιστα, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν μετέβη στη Βηρυτό μαζί με την κυπριακή αποστολή, γεγονός που καταδεικνύει τον πρωταγωνιστικό ρόλο που διαδραμάτισε η Κύπρος.
Τα νέα δεδομένα εκ των πραγμάτων προκαλούν ανησυχία, επειδή ο Λίβανος από πριν δεν είχε πολύ μεγάλη δυνατότητα να ελέγχει τις ακτές του, λόγω της αστάθειας, της εξουσίας που ασκούσε η Χεζμπολάχ και της κάκιστης οικονομικής κατάστασης που βρίσκεται. Για αυτό τον λόγο, άλλωστε, θεωρείτο σημαντικό από την Κυπριακή Δημοκρατία η ΕΕ να αυξήσει τουλάχιστον τις οικονομικές δυνατότητες της Βηρυτού, με αντάλλαγμα να περιορίζει τις ροές προς την Ευρώπη. Και όντως, στην πορεία φάνηκε ότι η ιδέα αυτή λειτούργησε ως ένα win-win situation.
Η χώρα, όμως, έχει βυθιστεί στο χάος, καθώς ένα γειτονικό κράτος πολεμά μία τρομοκρατική οργάνωση στο έδαφός της. Γίνεται, ως εκ τούτου, σαφές ότι όσο χειροτερεύουν τα πράγματα, θα είναι ακόμη πιο δύσκολο για τις λιβανικές Αρχές να επιβάλλουν την τάξη και δημιουργείται ένα κενό εξουσίας, που διευκολύνει τους διακινητές να ξαναξεκινήσουν την παράνομη δράση τους. Η Κυπριακή Δημοκρατία έχει, βεβαίως και άλλη γραμμή άμυνας, καθώς λόγω των αυξανόμενων ροών ανέστειλε την εξέταση αιτήσεων ασύλου σε όλες τις περιπτώσεις προσώπων συριακής καταγωγής, αφαιρώντας τους κατ’ αυτόν τον τρόπο το κίνητρο για να έρχονται στην Κύπρο και περιόρισε και άλλα κίνητρα που ενδεχομένως να είχαν στο παρελθόν, που σχετίζονται με τα επιδόματα και το δικαίωμα στην εργασία.
Η Κυβέρνηση προετοιμάζεται, πάντως, για όλα τα ενδεχόμενα. Ήδη, όπως διαβεβαίωσε ο Υφυπουργός Μετανάστευσης, Νικόλας Ιωάννίδης, βρισκόμαστε σε πλήρη ετοιμότητα. Προς την κατεύθυνση αυτή έχει επικαιροποιηθεί και το σχέδιο Ναυκράτης, ώστε να μπορούμε, εάν παραστεί ανάγκη, να διαχειριστούμε νέες αφίξεις διά θαλάσσης.
Το σχέδιο αυτό ενεργοποιείται σε περίπτωση μαζικής άφιξης ατόμων που χρίζουν προστασίας, όπως σε περιπτώσεις πολεμικής σύρραξης ή γενικευμένης βίας στη χώρα τους. Σε αντίθεση με το σχέδιο ΕΣΤΙΑ, που είναι ήδη ενεργοποιημένο και αφορά τη χρήση της Κύπρου ως διαμετακομιστικού σταθμού για σκοπούς απομάκρυνσης πολιτών τρίτων χωρών που βρίσκονται στην εμπόλεμη ζώνη, το σχέδιο Ναυκράτης αφορά πολίτες της επηρεαζόμενης χώρας, που δεν αναζητούν ένα ασφαλές αεροδρόμιο για να χρησιμοποιήσουν για να επιστρέψουν στην πατρίδα τους, αλλά μια ασφαλή χώρα να διαμείνουν για το διάστημα που θα χρειαστεί, μέχρι να τελειώσουν οι εχθροπραξίες. Ενεργοποιείται όταν εντοπιστούν βάρκες στη θάλασσα και ακολουθείται συγκεκριμένη διαδικασία διαχείρισης, που ξεκινά από το Πουρνάρα.