Γιατί όλα τώρα; Ερωτήσεις μόνες ψάχνουν απαντήσεις…
13:55 - 04 Αυγούστου 2022
Οι εξελίξεις μετά τις καταγγελίες της Διεύθυνσης των Φυλακών, έλαβαν μορφή χιονοστιβάδας. Η Άννα Αριστοτέλους αποκάλυψε ένα σκάνδαλο διαφθοράς στο οποίο φέρεται να εμπλέκεται ο Διοικητής της ΥΚΑΝ, Μιχάλης Κατσουνωτός, ωστόσο εξαρχής είχε διαμηνυθεί προς κάθε κατεύθυνση, πως στο Γενικό Εισαγγελέα παραδόθηκαν τα απολύτως απαραίτητα, ώστε να διοριστεί ανεξάρτητος ποινικός ανακριτής, στον οποίο και θα παραδιδόταν όλο το μαρτυρικό υλικό, οι συνομιλίες, οι μαρτυρίες και διάφορα άλλα, τα οποία ενδεχομένως να έφθασαν στα χέρια της Διεύθυνσης των Σωφρονιστικού Ιδρύματος.
Ακολούθησε μια απίστευτη διαρροή περί ύπαρξης ανύπαρκτου βίντεο, για το οποίο τοποθετήθηκε επίσημα η Αριστοτέλους, χαρακτηρίζοντας το «γελοιότητες». Μάλιστα προσεγγίστηκαν και άτομα της νύχτας ώστε να συνδράμουν στον εντοπισμό του, χωρίς όμως αποτέλεσμα. (σ.σ άτομα που έδωσαν κατάθεση). Κάποιοι έστρεψαν τον χρόνο πίσω, στην επιχείρηση φιάσκο της Αστυνομίας στις Φυλακές, ένα χρόνο πριν, με αφορμή υπόθεση φόνου. Η Αστυνομία τότε, στον όρκο της ενώπιον του Δικαστηρίου, όπου οδηγήθηκαν τέσσερα πρόσωπα, εμφανίστηκε να βρίσκεται κοντά στην εξιχνίαση του εγκλήματος. Η δολοφονία παραμένει όμως ανεξιχνίαστη και κάποια άτομα δεν ανακρίθηκαν καν. Γινόταν λόγος για δεσμοφύλακα που μάζευε τα κινητά, ωστόσο ουδείς κλήθηκε για ανάκριση. Κάτι που επιβεβαιώνεται από τα γεγονότα, με την Αστυνομία να παραμένει στην δημιουργία εντυπώσεων. Δεδομένου όμως των αναφορών της ενώπιον Δικαστηρίου, έστω τυπικά, δεν θα έπρεπε να κληθεί ο δεσμοφύλακας για κατάθεση; Σημειώνεται πως το όνομα του δεσμοφύλακα είχε διαρρεύσει και μάλιστα αρκετοί ήταν αυτοί που προσέτρεξαν να μιλήσουν για «στενό συνεργάτη της Άννας». Οι τίτλοι ειδήσεων μιλούσαν για τον συγκεκριμένο δεσμοφύλακα, με βάση τον όρκο που είχε διαρρεύσει, αφού η διαδικασία ήταν κεκλεισμένων των θυρών. Ωστόσο, ο εν λόγω δεσμοφύλακας ποτέ δεν κλήθηκε για κατάθεση, εδώ και έξι μήνες. Όλα έγιναν στην βάση ενός «πληροφοριοδότη» που ενώ γνώριζε πολλά, τελικά δεν αποδείχθηκε τίποτα, οι εντυπώσεις όμως είχαν δημιουργηθεί.
Κάποιοι μετά έστρεψαν τα βλέμματα στα κινητά στις Φυλακές. Η Άννα Αριστοτέλους ήταν η πρώτη που το παραδέχθηκε, αφού προέβη σε καταγγελία για παράνομη συνομιλία βαρυποινίτη με τον ίδιο τον Διοικητή της ΥΚΑΝ. Και έχει τη σημασία του πως ο κρατούμενος καταδικάστηκε σε πολυετή ποινή φυλάκισης για εμπορία ναρκωτικών. Τότε άρχισε η συζήτηση για τα κινητά, ωστόσο σχεδόν κανείς δεν ασχολήθηκε με το γιατί δεν ανταποκρίνονταν οι υπηρεσίες στις απανωτές επιστολές της Διεύθυνσης για αναβάθμιση του συστήματος. Επίσης, σχεδόν κανείς δεν ασχολήθηκε με το γεγονός πως στελέχη της Αστυνομίας επικοινωνούν με εγκληματικά στοιχεία και την εξάρτηση της Αστυνομίας με αυτά, ώστε να εξιχνιάζουν υποθέσεις, διαχωρίζοντας με αυτό τον τρόπο τους παρανομούντες. Εξάλλου, ο Νόμος δεν λέει κάτι τέτοιο, αν και σε κάποιες περιπτώσεις επιβάλλεται και είναι μια πρακτική που ακολουθείται σε όλες τις χώρες, φτάνει να μην υπάρχουν αλλότρια κίνητρα και προσωπικές ατζέντες.
Κάποιοι μετά έστρεψαν τα βλέμματα για ναρκωτικά στις Φυλακές. Κάποιοι άφησαν τις καταγγελίες της Διευθύντριας σε δεύτερη μοίρα, ψάχνοντας για άλλοθι, μπερδεύοντας τα ζητήματα και προσπαθώντας να κάνουν το μαύρο άσπρο. Εντελώς... συγκυριακά, προέκυψαν στοιχεία που ανάγκασαν την Νομική Υπηρεσία να διορίσει δεύτερη ερευνητική επιτροπή. Μετά ακολούθησαν καταγγελίες για διαρροή email. Και στις δύο περιπτώσεις οι Αρχές έδρασαν αστραπιαία, υπερβάλλοντας ζήλο και κάνοντας ανακρίσεις μέχρι και Σάββατο. Και για χάρη της ιστορίας θα πρέπει να σημειωθεί πως το σκάνδαλο με τις καταγγελίες Αριστοτέλους είδε το φως της δημοσιότητας την Παρασκευή, αλλά ουδείς κάλεσε τους δικηγόρους της Αριστοτέλους ή και την ίδια να προβούν άμεσα σε κατάθεση την ίδια ημέρα ή το Σάββατο, δεδομένου της σοβαρότητας τους.
Όπως ανακοινώθηκε, προέκυψαν σοβαρά στοιχεία, τα οποία όμως θα πρέπει να περιμένουν τρεις μήνες να διερευνηθούν από τους τέσσερις ανακριτές, οι δύο εκ των οποίων προέρχονται από τις τάξεις της Αστυνομίας. Δηλαδή, αν διακινούν κάποιοι ναρκωτικά, ας τους δοθεί χρόνος να διευθετήσουν το ζήτημα... Αν έχει κάποιος κινητό και θέλει να οργανώνει ένα έγκλημα, ας μην το κάνει τώρα... Αν κάποιος έχει παράνομο κινητό, ας το εξαφανίσει... Οι Αρχές πάντα έλεγαν πως ο αιφνιδιασμός έχει τη σημασία του. Και με αυτό τον χειρισμό, σίγουρα δεν αιφνιδιάζουν τους παρανομούντες. Από την άλλη, αν υπάρχουν τέτοια στοιχεία, δεν θα έπρεπε να διερευνηθούν άμεσα για την πάταξη και την πρόληψη του εγκλήματος; Δεδομένου πως αυτός είναι ο στόχος. Δηλαδή, θα περιμένουν τρείς μήνες τους ανακριτές, οι οποίοι μπορεί να λάβουν και παράταση, θα περιμένουν να πάει το πόρισμα στην Νομική Υπηρεσία και μετά ενδεχομένως να διαταχθεί και νέα έρευνα, ενώ οι παρανομίες με βάση τα στοιχεία τους είναι εκεί; Οξύμωρο...
Έγινε λόγος και για την καταδίκη του ισοβίτη Μαμαλικόπουλου. Πως η απόφαση λήφθηκε μετά και από αυτή την απόφαση. Ωστόσο και εδώ προκύπτουν κάποια παράλογα γεγονότα. Ο χρόνος γυρίζει πίσω τον Ιούλιο του 2020, όταν ο συγκατηγορούμενος του ισοβίτη καταδικάζεται σε 35 χρόνια φυλακή και μετατρέπεται σε υπό προστασία μάρτυρα και μεταφέρεται εκτός Φυλακών. Από το 2020, όπου επισφραγίστηκε η μαρτυρία του από το Δικαστήριο, οι Αρχές γνώριζαν. Δηλαδή, είχαν την μαρτυρία του πως ένας ισοβίτης οργάνωσε τις δύο απόπειρες φόνου με την κατοχή παράνομου κινητού, το οποίο σύμφωνα με την απόφαση δεν εντοπίστηκε. Γιατί δεν διατάχθηκε από το 2020 έρευνα; Γιατί δεν δόθηκαν τότε οδηγίες και δίνονται δύο χρόνια μετά; Κάποιος θα έλεγε πως περίμεναν την απόφαση του Κακουργιοδικείου για τον ισοβίτη. Ναι, αλλά από την άλλη η Αστυνομία η ίδια έκρινε τον μάρτυρα της αξιόπιστο, εξού τον ενέταξε στο πρόγραμμα μαρτύρων της ΥΚΑΝ. Συνεπώς, τα αντανακλαστικά των Αρχών γιατί ήρθαν με καθυστέρηση δύο χρόνων;
Και την ώρα που υπάρχει αυτή η περιρρέουσα ατμόσφαιρα, με τα πολλά ερωτήματα να ψάχνουν απαντήσεις, υπάρχει ακόμη ένα που ίσως δίνει απαντήσεις σε όλα τα άλλα. Τι τελικά εντόπισε η Αριστοτέλους; Τι προηγήθηκε των καταγγελιών της; Και προς αποφυγή παρεξηγήσεων, θα ήταν ορθό να αναφέρουμε πως το ζήτημα των κινητών και των ναρκωτικών θα πρέπει να απασχολεί όλους και όλοι να συνδράμουν. Και αν υπάρχουν στοιχεία, ορθώς θα πρέπει να διερευνηθούν. Το ερώτημα όμως είναι γιατί όλα αυτά τώρα; Και γιατί πριν από δύο χρόνια δεν ασχολήθηκε με αυτό το θέμα κανείς;