Η δεκαετία των κρίσεων, η απουσία γνώσης στη λήψη αποφάσεων και το αύριο
06:52 - 24 Οκτωβρίου 2021
Πρέπει να ξέρουμε ότι η Κύπρος ανέκαθεν είχε δυσκολίες, αλλά πάντοτε είχε τη δυνατότητα να ανταπεξέρχεται, σημειώνει ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Λευκωσίας Ανδρέας Θεοφάνους, την ώρα που τονίζει την ανάγκη, να υπάρξει γνώση κατά τη διάρκεια της διαδικασίας λήψης αποφάσεων, επισημαίνοντας πως η απουσία της μέχρι σήμερα, προκάλεσε τεράστιο κόστος στην Κυπριακή Δημοκρατία.
Με αφορμή το νέο του βιβλίο «Η δεκαετία των κρίσεων και το αύριο-Οι προκλήσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας και η αναζήτηση προοπτικής», ο Ανδρέας Θεοφάνους, μίλησε στον REPORTER, για τις μεγάλες κρίσεις που σημάδεψαν την Κύπρο την τελευταία δεκαετία, από το Μαρί, μέχρι την οικονομική κρίση του 2013, τη διαφθορά και την πανδημία, εν μέσω πάντα ταυτόχρονα των εξελίξεων στο Κυπριακό, που όπως σημειώνει ήταν αρνητικές.
Σε σχέση με το Κυπριακό, ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Λευκωσίας εκφράζει τη θέση πως ήρθε η ώρα να αναζητήσουμε αλλαγή μοντέλου στο Κυπριακό, βασισμένοι ωστόσο στην ομοσπονδία, υποδεικνύοντας παράλληλα πως υπό τις παρούσες συνθήκες, δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για λύση του Κυπριακού. Σε σχέση με την οικονομία, αφού προβαίνει σε ένα απολογισμό, της λανθασμένης διαχείρισης της κρίσης του 2013, επαναλαμβάνει την ανάγκη αλλαγής οικονομικού υποδείγματος, τονίζοντας πως θα απαιτηθούν εργαλεία οικονομικής πολιτικής πολύ περισσότερα και επιπρόσθετα από εκείνα που χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα, ενώ υπογραμμίζει, ότι είναι σημαντικό το τι οικονομικό μοντέλο θα έχουμε για το μέλλον, πως θα το οικοδομήσουμε και τι προοπτικές θα κτίσουμε γύρω του.
Τι σας οδήγησε στην έκδοση αυτού του βιβλίου;
Υπήρχε ένας προβληματισμός για το τι βιώσαμε τα τελευταία δέκα χρόνια το Μαρί, η κατάρρευση του 2013, η πανδημία που ακολούθησε και ταυτόχρονα οι εξελίξεις στο Κυπριακό που ήταν αρνητικές, καθώς και οι αναταραχές που υπήρξαν στο ευρύτερο περιβάλλον.
Ο προβληματισμός αυτός, συνοδεύτηκε από παραινέσεις φίλων και συνεργατών για τη δημοσίευση μιας τέτοιας έκδοσης ένεκα της κριτικής ανάλυσης που εμπεριείχαν αυτά τα άρθρα καθώς και των εισηγήσεων για το μέλλον. Ευελπιστώ ότι η έκδοση αυτή αποτελεί μια προσφορά στον δημόσιο διάλογο.
Παίρνοντας έτσι τα ζητήματα που βιώσαμε τα τελευταία χρόνια, ποιο νομίζετε ότι ήταν το μεγαλύτερο σοκ, που άλλαξε την κυπριακή κοινωνία ριζικά;
Για εμένα το μεγάλο σοκ, ήταν η οικονομική κατάρρευση του 2013 που επέφεραν ενδογενείς και εξωγενείς παράγοντες. Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι η κρίση αυτή θα μπορούσε να αποφευχθεί. Υπήρξε έλλειψη γνώσης, τόλμης και πολιτικής βούλησης. Σε ένα περιβάλλον λαϊκισμού, αφεθήκαν τα πράγματα να φτάσουν εκεί που έφτασαν. Αυτά τα γεγονότα επηρέασαν τον ψυχισμό των Κυπρίων.
Στην πορεία υπήρξε μια ιδιόμορφη ανάκαμψη. Δυστυχώς, προτού η Κύπρος μπορέσει να ανασάνει και να επουλώσει τις πληγές ήρθε η πανδημία η οποία δημιούργησε πρωτόγνωρες συνθήκες. Έχει αναφερθεί ότι κατά την περίοδο της πανδημίας, υπήρξε η χειρότερη ύφεση σε διεθνές επίπεδο από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Εκτός από το τι έλαβε χώρα στην Κύπρο, υπογραμμίζεται ότι έγινε και μια μεγάλη συζήτηση διεθνώς για τα κοινωνικοοικονομικά ζητήματα. Σε επίπεδο ΕΕ το Eurogroup ανέστειλε τους σκληρούς κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας προχωρώντας επίσης στις 9 Απριλίου 2020 στην παραδοχή ότι ο χειρισμός της προηγούμενης οικονομικής κρίσης ήταν λανθασμένος. Μάλιστα συζητήθηκε και η προοπτική ενός Marshall Plan κάτι που θεωρείτο ανάθεμα τα προηγούμενα χρόνια. Σε επίπεδο φιλοσοφικών ρευμάτων επήλθε στο προσκήνιο ξανά ο αδιαμφισβήτητος ρόλος του κράτους.
Μιλώντας για το κράτος και ερχόμενος πίσω στην Κύπρο, μας περιγράψατε πως οι πρωταγωνιστές της κρίσης του 2013 έκαναν λάθος. Εμείς ως λαός θεωρείτε ότι πήραμε μαθήματα;
Αυτό το ερώτημα με προβληματίζει αλλά και με πονά, καθώς θεωρώ ότι δεν έχουμε μάθει όσα μπορούσαμε. Είναι πολύ σημαντικό να δούμε πως προχωρούμε σε μια ολοκληρωμένη και ανανεωμένη δημοσιονομική πολιτική. Μεταξύ άλλων κάποια στιγμή θα πρέπει να δούμε το θέμα των συντάξεων και πως θα υπάρξει μια πιο ορθολογιστική προσέγγιση στα ζητήματα των δημοσίων δαπανών και των φορολογιών.
Όταν αντιμετωπίζουμε ένα πρόβλημα, χρησιμοποιούμε και το Partial Equilibrium Analysis αλλά και το General Equilibrium Analysis. Εν ολίγοις, βλέπουμε και το δέντρο και το δάσος. Στην Κύπρο αυτό δεν ακολουθείται. Αυτό είναι ιδιαίτερα προβληματικό καθώς η Κύπρος είναι μια ιδιότυπη περίπτωση που αντιμετωπίζει προβλήματα και του 19ου και του 21ου αιώνα. Τι εννοώ; Η Κύπρος αντιμετωπίζει προβλήματα που υπάρχουν σήμερα στον σύγχρονο κόσμο, όπως η ανεργία, η ανισότητα, το θέμα της παράτυπης μετανάστευσης, το θέμα της αποξένωσης μεταξύ των ανθρώπων το δημογραφικό ζήτημα και κοινωνικές εντάσεις. Ταυτόχρονα, έχουμε και το θέμα της κατοχής του 37% του νησιού, η κύρια διάσταση της οποίας είναι υπαρξιακή, με την Τουρκία να επιζητεί τον έλεγχο ολόκληρης της Κύπρου. Για αυτό το ζήτημα στο βιβλίο υπάρχει ιδιαίτερη αναφορά, καθώς προσεγγίζουμε σε μια κορύφωση των απαιτήσεων και της αλαζονείας της Τουρκίας.
Παράλληλα, υπάρχει η άποψη, σε κάποιους κύκλους, πως το Κυπριακό δεν έχει επιλυθεί ένεκα δικών μας λαθών. Κατά την άποψή μου, μετά το 1974 δεν υπήρξαν χαμένες ευκαιρίες. Τα σχέδια που βρέθηκαν ενώπιον μας μετά το 1974 δεν θα βελτίωναν τα πράγματα, αλλά αντιθέτως, θα οδηγούσαν στην επιδείνωση της κατάστασης.
Πηγαίνοντας στο Κυπριακό, θα ήθελα να σας ρωτήσω, για κάτι που αναφέρετε στο βιβλίο, ότι σήμερα δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για μια βιώσιμη ομοσπονδιακή λύση. Αυτό το στηρίζετε στη στάση που διατηρεί σήμερα το κατοχικό καθεστώς και η Τουρκία ή στο γεγονός ότι δεν είμαστε έτοιμοι γενικότερα.
Με την άνοδο του Τατάρ στην εξουσία αυτό που λέω επιβεβαιώνεται. Έγραφα αυτά τα πράγματα και πριν από τον Τατάρ. Ξέρετε στη θεωρία περί ομοσπονδιακών μοντέλων, υπάρχουν κάποιες βασικές προϋποθέσεις. Ένα βασικό ζήτημα είναι να υπάρξει ένα ελάχιστο πλαίσιο κοινών στόχων. Δεν είμαι σίγουρος ότι υπάρχει αυτό το κοινό πλαίσιο. Δεύτερο, διαφωνούμε για το ποιο θα είναι το κοινό κράτος. Εμείς ως Έλληνες της Κύπρου λέμε πως θα είναι η Κυπριακή Δημοκρατία που θα μετεξελιχθεί. Οι Τούρκοι λένε πως πρέπει να υπάρξει νέο κράτος από την αλληλοαναγνώριση «της ΤΔΒΚ και της ε/κ διοίκησης». Αυτό είναι απαράδεκτο. Τα Ηνωμένα Έθνη προσπαθούν να καλύψουν τη σημαντική αυτή διαφορά με μια εποικοδομητική ασάφεια.
Εάν πάμε στα διάφορα κεφάλαια του Κυπριακού, θα αντιληφθούμε ότι δεν είναι μόνο οι εγγυήσεις και ο κατοχικός στρατός τα μεγάλα αγκάθια. Υπάρχουν ακανθώδη ζητήματα στο θέμα της διακυβέρνησης, στο εδαφικό, στο προσφυγικό, στο περιουσιακό, τα οποία δεν μπορούμε να αγνοήσουμε. Μεταξύ άλλων υπογραμμίζω και επαναλαμβάνω πως ενώ το πολιτικό σύστημα εστιάζεται πάνω στο θέμα των εγγυήσεων και των στρατευμάτων, το οποίο ασφαλώς και είναι σημαντικό ζήτημα, υπάρχει το θέμα της διακυβέρνησης και της οικονομίας που θα πρέπει να προσέξουμε ιδιαίτερα.
Θα ήθελα να μιλήσουμε και για τον ρόλο της Ευρώπης και πώς αυτή ανταποκρίνεται στα «θέλω» μιας χώρας όπως της Κύπρου. Βλέπουμε τη στάση των Ευρωπαίων σε ότι αφορά τις προκλήσεις των Τούρκων στην ΑΟΖ, είδαμε τη στάση τους στην οικονομική κρίση του 2013. Η Ευρώπη ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες μας;
Αυτά αποτελούν ζητήματα για τα οποία έχω γράψει αρκετά. Όταν η Κύπρος υπέβαλε αίτηση για ένταξη το 1990, υπήρχαν υπέρμετρες προσδοκίες. Εκείνη τη δεκαετία η Κύπρος εργάστηκε πολύ σκληρά για την ενταξιακή της πορεία και υπήρξε η πεποίθηση ότι θα υπήρχε αλληλεγγύη και πως το αξιακό σύστημα της Ευρώπης θα επηρέαζε όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας. Οι Κύπριοι γεύτηκαν απογοήτευση όταν μετά το δημοψήφισμα υπήρξαν προσπάθειες από διάφορους κύκλους, να επιρρίψουν ευθύνες στη δική μας πλευρά για τη μη λύση του Κυπριακού, αγνοώντας τους πραγματικούς λόγους για τους οποίους αυτός ο λαός δικαίως είχε πει όχι.
Λέγοντας αυτό, πρέπει να σημειώσουμε και τις δικές μας παραλείψεις. Για παράδειγμα είναι σημαντικό να αξιολογήσουμε τη σημασία του αφηγήματος. Εδώ είναι και η κριτική που ασκώ στη δική μας πλευράς, καθώς είναι πολύ σημαντικό να είμαστε ξεκάθαροι, όχι μόνο για το τι δεν θέλουμε, αλλά και για το τι επιζητούμε. Και αυτό δεν έγινε ποτέ θα έλεγα.
Ως εκ τούτου, μέρος της δουλειάς μου είναι να αναδείξω τη σημασία του αφηγήματος και επίσης να εξηγήσουμε τι δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό αλλά και τι εισηγούμαστε. Και οι εισηγήσεις οι οποίες καταθέτω, παραπέμπουν σε ένα ιδιότυπο ομοσπονδιακό πολίτευμα, το οποίο ασφαλώς θα έχει και τη γεωγραφική του διάσταση. Πάνω στα θέματα διακυβέρνησης κτλ., επιστρατεύω και στοιχεία ομοσπονδίας, και από άλλα ομοσπονδιακά πρότυπα και μοντέλα. Κι αυτό διότι στην Κύπρο, το Σύνταγμα του 1960 αλλά και στα άλλα σχέδια που ακολούθησαν μετά την Εισβολή, επικεντρώνονται πάνω σε αυτό που αποκαλείται «συναινετική δημοκρατία», η οποία στηρίζεται σε εθνοκοινοτικούς πυλώνες. Στη δική μου εργασία, προσπαθώ να τονίσω την αναγκαιότητα αξιοποίησης στοιχείων κι από το «integretionalist federal model». Αυτό παραπέμπει στην ανάγκη ύπαρξης ενός ελαχίστου πλαισίου κοινών επιδιώξεων μεταξύ των εμπλεκομένων μερών. Επιπρόσθετα, όπως είναι σημαντικά τα δικαιώματα των κοινοτήτων, εξίσου σημαντικά να είναι τα δικαιώματα και των πολιτών.
Στα υπόλοιπα ζητήματα ποια ήταν όμως η στάση της Ε.Ε.;
Ερχόμενος στο θέμα της Τουρκίας και των Ευρωτουρκικών σχέσεων, βλέπουμε ότι αυτές είναι εξαιρετικά σημαντικές για μια σειρά από λόγους. Μεταξύ άλλων είναι η τεράστια αγορά της Τουρκίας, η γεωπολιτική αξία της χώρας καθώς και το μεταναστευτικό, το οποίο καίει τους Ευρωπαίους. Ως εκ τούτου τα ζητήματα αυτά θεωρούνται πιο σημαντικά από την αρχή της αλληλεγγύης.
Διαβάζοντας τη θεωρία γύρω από το θέμα των κυρώσεων, δεν μπορούμε να αναμένουμε σύντομα κυρώσεις που να δημιουργήσουν πραγματικό κόστος στην Τουρκία. Σε σπάνιες περιπτώσεις τόσο η Ε.Ε. όσο και η διεθνής κοινότητα προχωρούν σε τέτοιου είδους κυρώσεις. Κατανοώ ότι η Κυβέρνηση καταβάλλει προσπάθειες προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά μέχρι σήμερα δεν έχουν υπάρξει κυρώσεις με ουσιαστικό κόστος για την Τουρκία.
Υπάρχει από την ΕΕ μια κατάσταση ανοχής έναντι της Τουρκίας, γεγονός που δεν πρέπει να μας καταβάλλει παρά την απογοήτευση που δημιουργεί. Θα πρέπει να είμαστε πραγματιστές. Εκείνο το οποίο θα έλεγα πως θεωρώ σημαντικό είναι πως η συστηματική προώθηση ενός αφηγήματος, μέρος του οποίου θα είναι ότι η δράση της Τουρκίας είναι επεκτατική και αποσταθεροποιητική στην ανατολική Μεσόγειο. Στο τέλος της ημέρας αυτό θα έχει τη δική του σημασία. Επίσης κάτι άλλο που αναδεικνύω μέσα από την εργασία μου και το έχω γράψει, είναι ότι πολλές φορές ο τρόπος που έχει λειτουργήσει η Τουρκία στην Κύπρο, θυμίζει τον τρόπο με τον οποίο λειτούργησε η Ναζιστική Γερμανία στην Τσεχοσλοβακία. Αυτός ο παραλληλισμός είναι πολύ σημαντικό να εμπεδωθεί σε διάφορα κέντρα λήψεως αποφάσεων. Δηλαδή, πρέπει να είμαστε και εμείς τολμηροί στη ρητορική μας.
Σε ένα άλλο επίπεδο, στο θέμα της οικονομικής κρίσης, υπήρξε μια πολύ σκληρή συμπεριφορά και άδικη έναντι της Κύπρου. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα της Ισπανίας στην οποία παρά την τεράστια τραπεζική κρίση, δεν επιβλήθηκε μνημόνιο ούτε κούρεμα καταθέσεων. Αυτό έχει καταγραφεί. Επίσης σημειώνω, ότι τραυμάτισε τον ψυχισμό των Κυπρίων. Όμως κακώς δώσαμε την ευκαιρία εμείς να μας συμπεριφερθούν με αυτό τον τρόπο.
Επίσης, μέσα από αυτή την ολική εργασία, φαίνεται ξεκάθαρα πως το κόστος της απουσίας της γνώσης στη διαδικασία λήψης αποφάσεων ήταν τεράστιο.
Αυτό αντανακλάται και μέσα από πρόσφατη συνέντευξη του Καθηγητή Κιτρομηλίδη, ο οποίος είπε μεταξύ άλλων, πως δεν αντέχουμε άλλο το κόστος της απουσίας γνώσης στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Και έχει δίκαιο.
Αυτό θα μπορούσαμε να το πούμε για την πανδημία;
Βεβαίως. Αυτό όμως αφορά και την οικονομία και το Κυπριακό. Παραδείγματος χάρη δεν μπορείς να συζητάς το Κυπριακό και να μην έχεις πλήρη αντίληψη της θεωρίας ομοσπονδιακών μοντέλων.
Αυτό όμως δεν είναι ευθύνη του πολιτικού συστήματος;
Μα για αυτό το λέω. Το πρόβλημα είναι συστημικό. Είναι πρόβλημα του πολιτικού μας συστήματος το οποίο πρέπει να αναβαθμιστεί και σε επίπεδο ιδεών και σε επίπεδο προσωπικού. Μεταξύ άλλων δεν μπορείς να συζητάς ένα ζήτημα και να αγνοείς βασικές πτυχές και έννοιες του. Δεν είναι δυνατό αυτό το πράγμα. Δεν μπορεί για αυτά τα ζητήματα να υπάρχει μεγαλύτερη ιδεολογία και ευσεβοποθισμός παρά πραγματισμός. Και επίσης στο επίπεδο της οικονομίας. Μπορώ να πω ότι σε σχέση με την οικονομική πολιτική , δεν αντιλήφθηκε η Κύπρος πως εντάχθηκε σε μια αυτοκρατορική νομισματική ένωση, που λειτουργούσε με συγκεκριμένους κανόνες. Και είχε αυτή η νομισματική ένωση, τα ελλείματά της όπως τα υποδείκνυαν από πριν Αμερικανοί και άλλοι διανοούμενοι.
Στην πορεία του χρόνου αντιλήφθηκα, ότι αυτά τα ελλείμματα κατανόησης στην Κύπρο ήταν πολύ μεγαλύτερα από ότι νόμιζα. Δεν μπορεί για παράδειγμα να υπήρχε αυτή η τεράστια κρίση από το 2010-2011 και στην Κύπρο κατά το δημόσιο διάλογο, να κυριαρχεί η αίσθηση ότι η Κύπρος θα παραμείνει αλώβητη και να γίνονται συζητήσεις για την ΑΤΑ. Θα μπορούσαν να υπάρξουν μέτρα πολύ νωρίτερα. Προς αυτή την κατεύθυνση είχα καταθέσει επανειλημμένα εισηγήσεις αλλά δεν εισακούσθηκαν. Με την ευκαιρία αυτή υπογραμμίζω ότι ο δημόσιος διάλογος πρέπει να αναβαθμισθεί.
Τι μπορούμε να πούμε για το παρόν;
Μεταξύ άλλων, υπάρχει η πανδημία που έχει αλλάξει τη ζωή μας, έχουν δημιουργηθεί στρεβλώσεις και ταυτόχρονα είμαστε σε μια νέα κατάσταση πραγμάτων που πρέπει να αντιμετωπιστούν. Υπάρχουν ζητήματα μη επαρκούς ζήτησης, αλλά υπάρχουν και προβλήματα προσφοράς που συνδέονται με την πανδημία και έχουν δημιουργήσει ένα supply shock. Ως εκ τούτου υπάρχει άνοδος τιμών σε διάφορα επίπεδα.
Μιας και αναφέρατε την πανδημία και τις στρεβλώσεις, όπως για παράδειγμα ο περιορισμός κάποιων ελευθεριών που έφερε, θεωρείτε ότι θα επανέλθουν;
Αυτό το ερώτημα είναι πολύ σημαντικό. Όταν ήλθε η πανδημία επικεντρώθηκαν όλοι στο θέμα της δημόσιας υγείας. Υπήρξε πρόβλημα με τη δημόσια υγεία, γιατί όλα αυτά τα χρόνια η πολιτική της σκληρής λιτότητας, υπέσκαψε τις υποδομές των δημοσίων νοσηλευτηρίων και βρέθηκε η κοινωνία απροετοίμαστη. Αυτό συνέτεινε στο να υπάρξουν αποφάσεις που περιόρισαν τις ατομικές ελευθερίες.
Στο βιβλίο αναφέρω ότι ναι η δημόσια υγεία και η οικονομική δραστηριότητα, είναι προτεραιότητες, όμως ταυτόχρονα θα πρέπει να επιζητούμε το καλύτερο δυνατό με σεβασμό ταυτόχρονα, στη δημοκρατία και τις ατομικές ελευθερίες. Είναι πολύ σημαντικό και αυτό, διότι πολλές φορές, μπορεί από υπερβολικό ζήλο και αγνές προθέσεις να οδηγηθούμε σε κάτι που είναι ανεπιθύμητο. Άρα χρειάζεται και πάλι, ο τρόπος λήψης αποφάσεων να στηρίζεται και στη γνώση, τη συλλογικότητα και τη συναίνεση. Μιλώντας για το τι αντιμετώπισε η κοινωνία όλα αυτά τα χρόνια και στο θέμα της οικονομικής κρίσης του 2013 και της πανδημίας, μεταξύ άλλων, έχουμε οδηγηθεί σε μια διεύρυνση της ανισότητας. Επίσης ένα μεγάλο κόστος αυτών των κρίσεων επωμίσθηκε από τη νεότερη γενιά, η οποία αντιμετώπισε αρκετά ζητήματα, όπως χαμηλότεροι μισθοί, λιγότερες ευκαιρίες και το κόστος της στέγασης, το οποίο είναι πολύ σοβαρό.
Είναι ζητήματα τα οποία πρέπει να τα δούμε για το αύριο με σοβαρότητα και υπευθυνότητα και επίσης πρέπει να αντιληφθούμε πως ως κοινωνία, ως κράτος και ως άτομα ότι είναι μεγάλη υπόθεση η κοινωνική συνοχή και η αλληλεγγύη. Και μιλώ για αυτά τα θέματα γιατί ταυτόχρονα κατανοώ πως το νεοφιλελεύθερο μοντέλο που βιώσαμε επί Μέρκελ, θα αποτελέσει παρελθόν και το ερώτημα είναι τι θα έρθει στη θέση του. Γίνονται συζητήσεις επί του παρόντος επειδή η ΕΕ είναι ως έχει, με τις δυνατότητες, αλλά και τις αδυναμίες της, είναι υπόθεση και του κάθε κράτους να αναλάβει τον δικό του ρόλο. Και αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό να το κατανοήσουμε.
Μιλήσαμε για τα μεγαλύτερα ζητήματα που αντιμετωπίσαμε τα τελευταία δέκα χρόνια. Εσείς, πώς βλέπετε την Κύπρο τα επόμενα δέκα χρόνια; Οι κρίσεις ανήκουν στο παρελθόν, ή έρχονται ακόμα μεγαλύτερες προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπίσουμε;
Ομολογουμένως, είμαστε μπροστά από δύσκολες μέρες, οι πληγές από την πανδημία και την οικονομική κρίση δεν έχουν επουλωθεί. Υπάρχουν ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε και είτε το θέλουμε είτε όχι πολλά από αυτά θα έχουν να κάνουν με τις πολιτικές αποφάσεις που θα ληφθούν ή δεν θα ληφθούν. Για αυτό κατά την δική μου άποψη, απαιτείται ουσιαστική αναβάθμιση του πολιτικού συστήματος, σε επίπεδο ιδεών και επίπεδο προσώπων για να ανταπεξέλθει η χώρα σε αυτά που έχουμε ενώπιον μας.
Πιστεύω ότι η πολιτική μπορεί να συμβάλει στη λύση προβλημάτων. Πρέπει να ξέρουμε ότι η Κύπρος ανέκαθεν είχε δυσκολίες, δεν είναι η πρώτη φορά. Αλλά πάντοτε είχε τη δυνατότητα να ανταπεξέρχεται. Και σε αυτή την περίπτωση, θέλω να είμαι συγκρατημένα αισιόδοξος, ότι παρά το γεγονός ότι υπάρχουν δυσκολίες, μπορούμε να τα καταφέρουμε. Αλλά αυτή η προοπτική δεν θα είναι αποτέλεσμα του αυτόματου πιλότου. Χρειάζεται σκληρή δουλειά από μέρους μας, με σχεδιασμό, προγραμματισμό και στο πολιτικό πεδίο, συγκεκριμένες προτάσεις για το τι θα κάνουμε τα επόμενα χρόνια.
Οι Προεδρικές του 2023, θα είναι το σημείο καμπής σε αυτή την προσπάθεια;
Θεωρώ ότι θα είναι καθοριστικές. Υπό την έννοια αυτή αντιλαμβάνομαι ότι θα αναπτυχθούν συζητήσεις και προγράμματα εφ΄ όλης της ύλης. Θα πρέπει βεβαίως να εκφραστούν και νέες ιδέες. Με αυτή την ευκαιρία θα ήθελα επίσης να προσθέσω ότι στο κοινωνικοοικονομικό πεδίο, θα απαιτηθούν εργαλεία οικονομικής πολιτικής πολύ περισσότερα και επιπρόσθετα από εκείνα που χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα. Θα απαιτηθεί «αλλαγή υποδείγματος». Είναι πολύ σημαντικό το τι οικονομικό μοντέλο θα έχουμε για το μέλλον, πως θα το οικοδομήσουμε και τι προοπτικές θα κτίσουμε γύρω του.
Πάνω στο Κυπριακό θα πρέπει να κατανοηθεί επιτέλους τι συμβαίνει. Η λύση που προσπαθούσαμε να οικοδομήσουμε τόσα χρόνια με το συγκεκριμένο μοντέλο, δεν απέδωσε. Άρα πρέπει να έχουμε μια νέα προσέγγιση. Ναι, παραμένουμε στην ομοσπονδία, αλλά τι είδους ομοσπονδία; Και πρέπει να δούμε πολύ σοβαρά το θέμα της εξελικτικής διαδικασίας. Επιπρόσθετα, δεν μπορούμε να είμαστε παθητικοί δέκτες προτάσεων που έρχονται από τα Ηνωμένα Έθνη ή άλλες χώρες και εμείς να λέμε «ναι» ή «όχι». Πρέπει να πάρουμε την πρωτοβουλία ως Κυπριακή Δημοκρατία.
Και επίσης είναι πολύ σημαντικό, η Κύπρος να αναδειχθεί ως πολύτιμος εταίρος της ΕΕ και με την παρουσία της να δημιουργεί προστιθέμενη αξία. Πρέπει η Κύπρος να πολιτευθεί με τέτοιο τρόπο, ώστε να μπορεί να εξυπηρετήσει ευρύτερα συμφέροντα και με αυτό τον τρόπο να εξυπηρετήσει και τους δικούς της στόχους. Και ναι, το ζητούμενο είναι η Κύπρος να καταστεί ένα κράτος πρότυπο σε διάφορα επίπεδα.