Ο Κυριλλάτσος, το Κυριλλούδι και η ταραχώδης ιστορία των Αρχιεπισκοπικών Εκλογών

Αν και σχολιάζουμε πως φέτος είχαμε μια έντονη προεκλογική εκστρατεία για τις Αρχιεπισκοπικές Εκλογές, η οποία κατάφερε να επισκιάσει αυτήν των Προεδρικών Εκλογών, στην πραγματικότητα οι αντιπαλότητες που προηγήθηκαν των σημερινών εκλογών δεν είναι τίποτα μπροστά στο τι συνέβαινε κατά τον εικοστό αιώνα στην Κύπρο.

Σε μία περίοδο που η Κύπρος τελούσε υπό αποικιοκρατικό καθεστώς, στην πραγματικότητα οι Αρχιεπισκοπικές Εκλογές ήταν μία από τις ελάχιστες ευκαιρίες που είχαν οι πολίτες να λειτουργήσουν πολιτικά, ενώ ο ρόλος και Αρχιεπισκόπου ήταν πολύ πιο πολιτικός από ό,τι σήμερα. Το γεγονός, δε, πως υπήρχαν πολύ λίγες Μητροπόλεις και λιγότεροι υποψήφιοι, ευνοούσε τη δημιουργία συνθηκών πόλωσης.

Η πλέον χαρακτηριστική διαμάχη ήταν αυτή στις αρχές του εικοστού αιώνα, μεταξύ των Μητροπολιτών Κιτίου και Κυρηνείας, που είχαν και οι δύο το όνομα Κύριλλος, με αποτέλεσμα ο λαός να αποκαλεί τον Κιτίου, που ήταν πιο μεγαλόσωμος και είχε πιο ισχυρή στάση υπέρ της Ένωσης «Κυριλλάτσο» και τον Κυρηνείας που ήταν πιο μικρόσωμος και πιο μετριοπαθής πολιτικά «Κυριλλούδι».

Όπως γράφει στο βιβλίο του «Αρχιεπισκοπικές Εκλογές στην Κύπρο-Μια ιστορική ανάδρομή στον 20ο αιώνα» ο δικηγόρος Μαρίνος Κλεάνθους, μετά τον θάνατο του Αρχιεπισκόπου Σωφρονίου Γ’ τον Μάιο του 1900 έπρεπε να αναλάβει ως Τοποτηρητής του θρόνου ο Μητροπολίτης Πάφου, όπως συμβαίνει και σήμερα με τον Πάφου Γεώργιο, όμως αυτή η θέση ήταν κενή από την προηγούμενη χρονιά, που είχε πεθάνει ο Επιφάνιος. Έτσι, χωρίς Μητροπολίτη Πάφου, η Ιερά Σύνοδος αποτελείτο μόνο από τους Μητροπολίτες Κυρηνείας και Κιτίου, που ήθελαν αμφότεροι να γίνουν Αρχιεπίσκοπος, καθώς και από τους ηγουμένους του Κύκκου και του Μαχαιρά και δύο κληρικούς της Αρχιεπισκοπής. Αποφασίστηκε πως τη διοίκηση θα αναλάμβανε το σώμα.

Ο Κιτίου Κύριλλος, ωστόσο, αποχώρησε από την Ιερά Σύνοδο λίγο καιρό μετά, διαμαρτυρόμενος για την ανοχή που επιδεικνυόταν σε ένα Ιεροδιάκονο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, που κήρυσσε υπέρ του αγγλικού έθνους και κατά του μασονισμού. Σημειώνεται ότι ο Μητροπολίτης Κιτίου κατηγορείτο από τους αντιπάλους του ότι ήταν μέλος μασονικής στοάς, κάτι για το οποίο απαλλάχθηκε από το Δικαστήριο Αμμοχώστου.

Τον Ιούλιο η Ιερά Σύνοδος κάλεσε τον κλήρο και τον τους άντρες άνω των 20 να ψηφίσουν 60 αντιπροσώπους, ώστε να εκλεγεί νέος Αρχιεπίσκοπος. Στο διάστημα που ακολούθησε, «άρχισε ένας έντονος διαχωρισμός μεταξύ Κιτιακών και Κυρηνειακών. Ο φανατισμός που αναπτύχθηκε ήταν πολύ μεγάλος και οι κατηγορίες εναντίον αλλήλων ήταν δριμείες και σκληρές», όπως επισημαίνεται στο βιβλίο.

Ενώ ο Κυριλλάτσος κατηγορείτο από τους αντιπάλους ότι ήταν μασόνος, το Κυριλλούδι κατηγορείτο ότι ήταν αιρετικός και οπαδός του Απόστολου Μαρκάκη, που έκανε κηρύγματα εναντίον της εκκλησιαστικής κατάστασης στην πλατεία Ομονοίας στην Αθήνα. Όταν έγιναν οι εκλογές για τους γενικούς και ειδικούς αντιπροσώπους, υποβλήθηκαν τόσες πολλές ενστάσεις, που δεν ήταν κατορθωτό να γίνουν οι εκλογές για Αρχιεπίσκοπο, με τους οπαδούς του Κιτίου να καταγγέλλουν «εσκεμμένες ενστάσεις» μέχρι και στον Βρετανό Ύποτο Αρμοστή, αφού πίστευαν ότι οι 46 από τους 60 εκλέκτορες ήταν υπέρ του Μητροπολίτη Κιτίου.

Τα πνεύματα συνέχισαν να οξύνονται, καθώς πραγματοποιούνταν συλλαλητήρια, με αποτέλεσμα να παρέμβει μέχρι και ο Βρετανός Υπουργός Αποικιών. Η κατάσταση ήταν έκρυθμη, με τον Αρχιμανδρίτη Φιλόθεο να ζητά από τους Άγγλους φρούρηση της Αρχιεπισκοπής, γιατί φοβόταν για επίθεση. Οι οπαδοί του Κυρηνείας έλεγαν ότι θα παραιτούνταν από κάθε απαίτηση, αν δεχόταν ο Κιτίου να μην είναι υποψήφιος και του Κιτίου ότι η στάση των οπαδών του Κυρηνείας σχετιζόταν με την απώλεια της διαχείρισης των πόρων της Αρχιεπισκοπής από τον Φιλόθεο.

Στρατεύματα, συλλαλητήρια και Τ/κ δήμαρχος

Καθώς δεν μπορούσε να βρεθεί λύση στο πρόβλημα και καμία από τις δύο πλευρές δεν εμφανιζόταν πρόθυμη να υποχωρήσει, η κατάσταση περιήλθε σε αδιέξοδο. Τον Απρίλιο του 1907, σχεδόν επτά χρόνια από τον θάνατο του Αρχιεπισκόπου και αφού η Εκκλησία της Κύπρου συνέχιζε να παραμένει χωρίς ηγέτη, οι δύο Μητροπολίτες αποφάσισαν να ζητήσουν από κοινού από τους Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας και Ιεροσολύμων να αποστείλουν ένα επίσκοπο ως αντιπρόσωπο, για να βρεθεί κάποια συμβιβαστική λύση. Ωστόσο ούτε οι αντιπρόσωποι κατάφεραν να διατηρήσουν ουδετερότητα και ναυάγησε και αυτή η προσπάθεια. Το 1908 ανέλαβε νέα πρωτοβουλία το Οικουμενικό Πατριαρχείο, προτείνοντας εκλογές με άλλους υποψηφίους, αλλά δεν έγινε αποδεχτή.

Υπήρξε προσπάθεια από τον βουλευτή Ιωάννη Κυριακίδη (ο οποίος ήταν του Κιτίου) να ρυθμιστεί το ζήτημα με πολιτικό νόμο, αλλά αντιδρούσαν οι οπαδοί του Κυρηνείας. Την ιδέα αυτή ευνοούσε και ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας, που προσέγγισε τον Βρετανό Αρμοστή, όμως ούτε σε αυτή την περίπτωση υπήρξε κάποιο αποτέλεσμα.

Το 1908 ο Οικουμενικός Πατριάρχης Ιωακείμ προχώρησε στην εκλογή του Κυρηνείας, με τη δικαιολογία ότι οι ιεροί κανόνες δεν επέτρεπαν την περαιτέρω παράταση της χηρείας του θρόνου και η Μητέρα Εκκλησία είχε το δικαίωμα να επέμβει και να εκλέξει αυτεπαγγέλτως Αρχιεπίσκοπο. Οι οπαδοί του Κυριλλάτσου αντέδρασαν με ένα ογκωδέστατο συλλαλητήριο  στη Λευκωσία και ακολούθως μαζεύτηκαν έξω από την Αρχιεπισκοπή για να αποτρέψουν την ενθρόνιση του Κυρηνείας. Τόσο έκρυθμη ήταν η κατάσταση, που οι αποικιοκράτες αναγκάστηκαν να μεταφέρουν στη Λευκωσία στρατεύματα από τα Πολεμίδια, τα οποία εκκένωσαν και σφράγισαν την Αρχιεπισκοπή και διέλυσαν το πλήθος. Σημειώνεται ότι ούτε οι Βρετανοί αναγνώριζαν το Κυριλλούδι ως Αρχιεπίσκοπο, παρόλο που τον προτιμούσαν, καθώς δεν ήθελαν να προκληθεί επιπλέον αναστάτωση.

Μάλιστα, λόγω του έντονου διχασμού που υπήρχε μεταξύ των δύο πλευρών, στις δημοτικές εκλογές του 1908 εξελέγη για πρώτη και μοναδική φορά Τουρκοκύπριος δήμαρχος στη Λευκωσία, ο Σεφκέτ Μπέη, παρόλο που οι Τ/κ δεν είχαν πλειοψηφία, καθώς οι οπαδοί του Κιτίου και του Κυρηνείας αρνούνταν να ψηφίσουν ο ένας τον άλλον.

Ο Κυρηνείας, αν και θεωρούσε τον εαυτό του εκλελεγμένο Αρχιεπίσκοπο λόγω της απόφασης από το Φανάρι, αντιλαμβανόταν ότι ο λαός υποστήριζε τον Κυριλλάτσο και φοβόταν και έτσι έφυγε από την Λευκωσία και επέστρεψε στη Μητρόπολη Κερύνειας. Στον Τύπο μεταδόθηκε ότι δεν ενδιαφερόταν πια για τον Αρχιεπισκοπικό θρόνο και ήθελε να φύγει από την Κύπρο.

Τελικά πέρασε από το Νομοθετικό Συμβούλιο νόμος, σύμφωνα με τον οποίο ο Κιτίου είχε υποχρέωση να καλέσει το συντομότερο τουλάχιστον τρεις επισκόπους από οποιαδήποτε Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία, για να συγκροτηθεί νέα Ιερά Σύνοδος. Παρά τις νέες αντιπαραθέσεις και καθυστερήσεις, τον Φεβρουάριο του 1909 διεξάχθηκαν τελικά οι εκλογές.

Ο Κυρηνείας αποφάσισε να μην λάβει μέρος και έτσι ο Κιτίου αναδείχθηκε Αρχιεπίσκοπος Κύριλλος Β’. Ωστόσο ο φανατισμός και η πόλωση διατηρήθηκαν, με αποτέλεσμα να καθυβρίζεται ο Αρχιεπίσκοπος κατά τη διάρκεια της θείας λειτουργίας και να πραγματοποιούνται επιθέσεις σε ιερείς.

Το θέμα έληξε τελικά το 1910, όταν και οι δύο Αρχιεπίσκοποι της Κύπρου αποφάσισαν να συναντηθούν στο Μετόχιο Κύκκου και να ξεκινήσουν τις διαδικασίες για ανάδειξη Μητροπολίτη Πάφου. Ο Κυρηνείας έθεσε ως όρο να μην εκλεγεί ο Αρχιμανδρίτης (και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος) Μακάριος, επειδή ήταν συγγενής του Κυριλλάτσου. Αυτό έγινε αποδεκτό και ο Κυρηνείας αποφασίστηκε ότι αντί «Αρχιεπίσκοπος» θα ονομάζεται «Μακαριώτατος Πρόεδρος Κυρηνείας». Κατά τη διάρκεια της θητείας του Κυριλλάτσου έγινε η σύνταξη του πρώτου Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Κύπρου, που ήταν σε ισχύ μέχρι το 1980.  

Κύριλλος Β’ (Κυριλλάτσος)

 Οι βενιζελικοί και οι βασιλόφρονες

Ο Κυριλλάτσος απεβίωσε το 1916 και επόμενος Αρχιεπίσκοπος εξελέγη το Κυριλλούδι. Όμως και αυτές οι εκλογές ήταν έντονα πολιτικοποιημένες, καθώς εκείνη την περίοδο μαινόταν η αντιπαράθεση μεταξύ βενιζελικών και βασιλοφρονων. Ο υποψήφιος Αρχιμανδρίτης Μακάριος Μυριανθέας ήταν βασιλόφρονας και ο Μητροπολίτης Κιτίου Μελέτιος Μεταξάκης ήταν βενιζελικός. Ο τέταρτος υποψήφιος ήταν ο ηγούμενος Κύκκου Κλεόπας.

Με τις πληγές νωπές από την προηγούμενη κατάσταση, η αντιπαράθεση δεν ήταν τόσο έντονη, αν και υπήρχαν ξεκάθαρα στρατόπεδα και προτιμήσεις. Ο Κυρηνείας έλαβε 59 ψήφους, ο Κύκκου 23, ο Κιτίου και ο Μακαριος από μία και δύο ψηφοδέλτια ήταν λευκά και ένα έγραφε «αρνούμαι ψήφον». Σύμφωνα με το βιβλίο, φαίνεται ότι, εν αγνοία του ιδίου του Κυρίλλου, οι γενικοί αντιπρόσωποι που στήριζαν τον Μακάριο και τον ίδιο συναντήθηκαν στο σπίτι του βουλευτή Θεοφάνη Θεοδότου και συμφώνησαν να υποστηριχθεί η υποψηφιότητα του Κυρηνείας, με αντάλλαγμα ακολούθως να προωθηθεί ο Αρχιμανδρίτης Μακάριος για Μητροπολίτης Κυρηνείας. Με αυτόν τον τρόπο απέτρεψαν ην εκλογή του Κλεόπα. Η συμφωνία τηρήθηκε και το Κυριλλούδι έγινε Αρχιεπίσκοπος και ο Μακάριος Μητροπολίτης.

Ο Κύριλλος Γ’ διατέλεσε Αρχιεπίσκοπος από το 1916 μέχρι το 1933. Στις αρχές της θητείας του, το 1918, ηγήθηκε πρωτοβουλίας στην πρεσβεία στο Λονδίνο, με στόχο την προώθηση του λαϊκού αιτήματος για Ένωση με την Ελλάδα.  

Ο Κύριλλος Γ’ (Κυριλλούδι)

 Με την Ένωση στο επίκεντρο

Ο Αρχιμανδρίτης και μετέπειτα Μητροπολίτης αναδείχθηκε Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Β’ το 1947, ουσιαστικά χωρίς ανθυποψήφιο, καθώς το Οικουμενικό Πατριαρχείο είχε διατάξει τον Μητρπολίτη Δερκών Ιωακείμ, που βρισκόταν στην Κύπρο για να βοηθήσει στην εκλογή Αρχιεπισκόπου και Μητροπολίτη Πάφου μετά την εξορία των ιεραρχών, να φύγει από την Κύπρο. Ο Μακάριος ήταν μία από τις ηγετικές μορφές που εξορίστηκαν από τους αποικιοκράτες μετά τα Οκτωβριανά και μέχρι το 1946 βρισκόταν στην Αθήνα.

Αν και η θητεία του ως Αρχιεπίσκοπος ήταν σύντομη, χαρακτηρίζεται από ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα στη σύγχρονη κυπριακή ιστορία. Μερικούς μήνες πριν από τον θάνατό του πραγματοποιήθηκε το Ενωτικό Δημοψήφισμα. Ο Μακάριος Β’ ήταν μεγάλος υποστηρικτής του ενωτικού κινήματος και δημοσίως δήλωνε πως προσεύχεται στον Θεό να τον αξιώσει να ευλογήσει την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα.  

Ο Μακάριος Β'. 

 ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Δειτε Επισης

«Για πρώτη φορά ολοκληρωμένη η στεγαστική πολιτική, δίνει λύσεις σε βασικά κεφάλαια»
Προκλητικός ξανά ο Χακάν Φιντάν-«Ιστορικό λάθος της ΕΕ να εντάξει την Κύπρο»
ΠτΔ στην ΕΡΤ: Η βελτίωση των σχέσεων Ελλάδας-Τουρκίας ενισχυτική της δικής μας προσπάθειας
Κόμπος και Μπορέλ συζήτησαν για τη μέση Ανατολή στη Λευκωσί
Επανέλαβε τη προσήλωση του Ην. Βασιλείου σε μία βιώσιμη λύση του Κυπριακού ο νέος Ύπατος Αρμοστής
Στ. Στεφάνου: Υπάρχουν προβλήματα και χρειάζεται αρκετή δουλειά για τη μεταρρύθμιση ΤΑ
Ικανοποίηση για την αναβάθμιση της Κύπρου από Moody's-«Μεγαλύτερη αξία λόγω γεωπολιτικών κινδύνων»
Καλύτερο το νέο μοντέλο που προωθείται για τους ΕΟΑ-«Χρειάζεται να γίνουν πολλά»
Έθεσε τις κυριότερες στρεβλώσεις στη μεταρρύθμιση της ΤΑ ο Ιωάννου-«Δρομολογούμε διόρθωσή τους»
Διπλή αναβάθμιση από Moody's και σε επενδυτική βαθμίδα Α μετά από 13 χρόνια η Κύπρος