Χάνεται ένα παιδί κάθε δύο μέρες-Εξαφανίστηκε δέκα φορές σε έξι μήνες 13χρονη
06:35 - 09 Ιουλίου 2022
Πριν από κάποια χρόνια, η εξαφάνιση ενός ανήλικου αποτελούσε είδηση, με τα μέσα ενημέρωσης και τις αρμόδιες Αρχές να ασχολούνται ίσως και για ημέρες με την υπόθεση, έως ότου υπάρξει κατάληξη. Πλέον, το φαινόμενο των εξαφανίσεων ανηλίκων, ειδικότερα τα τελευταία χρόνια, με την έξαρση που επικρατεί και στο μεταναστευτικό, έχουν μετατραπεί σε καθημερινό και κοινωνικό φαινόμενο.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Σοβαρές καταγγελίες στη Βουλή-Χάθηκαν και αγνοούνται ένδεκα ασυνόδευτα παιδιά
Η Αστυνομία, στα δελτία Τύπου της, δημοσιεύει σχεδόν επί καθημερινής βάσεως στοιχεία για εξαφανίσεις ανηλίκων από τους χώρους διαμονής τους, πολλοί εκ των οποίων επιστρέφουν, για να αναχωρήσουν ξανά μετά την πάροδο κάποιων ημερών.
Το ζήτημα των εξαφανίσεων, είχε προσφάτως απασχολήσει τη Βουλή και πιο συγκεκριμένα την Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η οποία ωστόσο εστιάστηκε στις εξαφανίσεις ασυνόδευτων ανήλικων από τρίτες χώρες, με δεκατέσσερα πρόσωπα να παραμένουν αγνοούμενα για μακροχρόνιο διάστημα και πιο συγκεκριμένα από το 2019 μέχρι σήμερα.
Παράλληλα, ο Αρχηγός Αστυνομίας, στην συγκεκριμένη συνεδρία, αναφέρθηκε σε 108 εξαφανίσεις, από το 2018 μέχρι τις 16 Μαΐου 2022, εκ των οποίων στις 95 εντοπίστηκαν τα πρόσωπα που είχαν εξαφανιστεί. Παρόλα αυτά, σημασία δεν έχει μόνο ο εντοπισμός, αλλά και πού πηγαίνουν, αλλά και με ποιους συναναστρέφονται αυτά τα παιδιά όταν φεύγουν από τους χώρους διαμονής τους. Σημασία έχει επίσης γιατί φεύγουν κι αν οι συνθήκες διαβίωσής τους, είναι αυτές που αρμόζουν σε κάθε παιδί, ανεξαρτήτως αν έχει την ευκαιρία να ζει με την οικογένειά του, σε μια στέγη ανηλίκων ή ακόμα σε ένα κέντρο φιλοξενίας.
Ενενήντα εξαφανίσεις σε έξι μήνες
Με μια μικρή έρευνα στα δελτία Τύπου της Αστυνομίας από την αρχή του έτους μέχρι το τέλος Ιουνίου, δηλαδή το πρώτο εξάμηνο του έτους, εντοπίζονται ενενήντα εξαφανίσεις ανηλίκων από όλες τις πόλεις, όπου υπάρχουν στέγες και κέντρο φιλοξενίας.
Αυτό σημαίνει ότι δεκαπέντε παιδιά κατά μέσο όρο, φεύγουν κάθε μήνα από τους χώρους διαμονής τους. Στοιχείο, που αν αναλυθεί περαιτέρω, σημαίνει μια εξαφάνιση κάθε δύο ημέρες.
Απ’ αυτούς τους ενενήντα, σύμφωνα πάντα με όσα αναφέρουν τα δελτία της Αστυνομίας, οι 50 αναχώρησαν από το χώρο διαμονής τους στη Λευκωσία, οι 13 από χώρους στη Λάρνακα, επτά από τη Λεμεσό και ένα από την Πάφο.
Επίσης, 16 ανήλικοι εξαφανίστηκαν από το κέντρο φιλοξενίας Πουρνάρα, στην Κοκκινοτριμιθιά, όπου φιλοξενούνται μετανάστες που φθάνουν στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές, ενώ ένας έφυγε από το Hope for Children και ένας από το χώρο διαμονής του στην Πάφο.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Καταγγελίες στη Βουλή για κυκλώματα μεταναστών με προεκτάσεις στην Αστυνομία
Oι δέκα εξαφανίσεις 13χρονης και η θέση της Αστυνομίας
Ανάμεσα σε αυτές τις ενενήντα περιπτώσεις, οι δέκα, αφορούσαν 13χρονη, η οποία έφυγε από το χώρο που διαμένει, στη Λευκωσία, ωστόσο επέστρεφε με την πάροδο μερικών ημερών. Αναμφίβολα, πρόκειται για ένα πολύ μεγάλο αριθμό και ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι επέστρεψε, αυτό που σίγουρα πρέπει να θορυβήσει τις Αρχές, είναι οι λόγοι που την ωθούν σε τόσες περιπτώσεις φυγής.
Είναι δεδομένο ότι ένας ανήλικος έχει το δικαίωμα να εξέρχεται από το χώρο διαμονής του, αφού δεν πρόκειται για κέντρο κράτησης, όμως το να εξαφανίζεται χωρίς να γνωρίζει οποιοσδήποτε που βρίσκεται και με ποιους συναναστρέφεται, δείχνει την αναλγησία με την οποία λειτουργούν κάποιες φορές οι αρμόδιοι.
Η μικρότερη ηλικία από τους εξαφανισμένους ανήλικους, αφορούσε δύο 12χρονους, ένας εκ των οποίων αναχώρησε από το χώρο διαμονής του στην Πάφο και επέστρεψε με την πάροδο κάποιων ημερών κι ένας που αναχώρησε από το χώρο διαμονής του στη Λευκωσία. Οι περισσότεροι από τους εξαφανισθέντες, κατά το χρόνο αναχώρησής τους, ήταν 16 ετών, συνολικά 37 στον αριθμό, ενώ άλλοι 30 ήταν ηλικίας 17 ετών. Εξαφανίστηκαν επίσης άλλοι δέκα, ηλικίας 15 ετών.
«Είναι κοινωνικό φαινόμενο και έτσι πρέπει να το αντιμετωπίζουμε»
Οι αριθμοί φυγής ανηλίκων από τους χώρους που διαμένουν, προκαλεί ανησυχία στην Επίτροπο του Παιδιού, Δέσπω Μιχαηλίδου, το γραφείο της οποίας μελετά και αξιολογεί όλες αυτές τις περιπτώσεις.
Μιλώντας στον REPORTER, η κ. Μιχαηλίδου χαρακτήρισε το φαινόμενο κοινωνικό, σημειώνοντας ότι έτσι πρέπει να το αντιμετωπίζουμε. Διαχώρισε τις περιπτώσεις ανηλίκων που φεύγουν από το κέντρο φιλοξενίας Πουρνάρα, από αυτές που φεύγουν από τις στέγες, αφού τα κίνητρα είναι διαφορετικά.
Όπως ανέφερε η κ. Μιχαηλίδου, «ανησυχούμε, παρατηρούμε και συνεχίζουμε να παρακολουθούμε όλες τις περιπτώσεις των παιδιών που φεύγουν από τους χώρους διαμονής τους, είτε ασυνόδευτων, είτε σε στέγες ή και άλλες δομές. Η ανησυχία είναι μεγάλη γιατί μιλάμε για ανήλικα πρόσωπα, εκτεθειμένα σε πολλαπλούς κινδύνους, είτε πρόκειται για παιδιά με μεταναστευτικό ιστορικό, είτε όχι».
Σε ότι αφορά στις φυγές από το Πουρνάρα, ξεκαθάρισε ότι είναι ένα φαινόμενο που δεν είναι ασύνηθες σε καμιά χώρα όπου υπάρχουν μεταναστευτικές ροές ασυνόδευτων. «Τα παιδιά διακινδυνεύουν να φύγουν από τις χώρες τους, για να βρουν ένα καλύτερο μέλλον και ένα καλύτερο τρόπο ζωής. Ίσως στο παρελθόν λόγω της καθυστέρησης που παρατηρείτο στην εξέταση των αιτήσεών τους, είτε μετά από απορριπτική απόφαση στο αίτημά τους, επιλέγουν να φύγουν, αναζητώντας μια λύση για να διατηρήσουν την παραμονή τους, είτε αναζητώντας εργασία, στις πλείστες των περιπτώσεων αδήλωτη, είτε προσπαθώντας να διαφύγουν με διάφορους τρόπους στο εξωτερικό».
Οι περιπτώσεις των ασυνόδευτων στο Πουρνάρα, υπογράμμισε η Επίτροπος, είναι οι πιο δύσκολες γιατί δεν έχουν προηγούμενο ιστορικό, ώστε να αναζητηθούν πρόσωπα από το οικογενειακό ή το φιλικό τους περιβάλλον, για να αντληθούν κάποιες πληροφορίες. «Υπάρχουν πρωτόκολλα, συνήθως ο κηδεμόνας είναι το Γραφείο Ευημερίας ή το Ηοpe forChildren. Ο κηδεμόνας στην εκάστοτε περίπτωση είναι αναγκασμένος να δώσει πληροφορίες για το που είδε τελευταία φορά το παιδί, που ήταν και λοιπά».
Υπήρξαν όπως εξήγησε κάποιες ομαδικές φυγές, που κατασκήνωσαν έξω από τα γραφεία της Υπάτης Αρμοστείας. Αυτά τα παιδιά κάποια στιγμή επέστρεψαν, κάποια έφυγαν και επέστρεψαν, ενώ άλλα συνεχίζουν να ελλείπουν.
«Πρόσφατα υπήρξε μια περίπτωση που αντιπροσωπεύαμε ένα ανήλικο ενώπιον των Αρχών, ο οποίος είχε κάνει έφεση στην απορριπτική απόφαση για άσυλο. Αυτό το παιδί έφυγε πριν τελεσιδικίσει η έφεση. Αντιλαμβάνεστε ότι ήταν η απογοήτευσή του, ήταν η ανησυχία του ότι δεν θα τον αποδεχτούν να μείνει στην Κύπρο. Είναι η απελπισία τους και η νεαρή ηλικία τους που τους οδηγεί σε επικίνδυνες και αυθόρμητες σκέψεις. Εμείς παρόλα αυτά, συνεχίζουμε να παρακολουθούμε την συγκεκριμένη περίπτωση», σημείωσε η κ. Μιχαηλίδου.
Διαφορετικά τα κίνητρα για φυγές από στέγες
Σε ό,τι αφορά στις φυγές από τις στέγες, τα κίνητρα είναι διαφορετικά αφού εκεί παρατηρείται αδυναμία σχέσης εμπιστοσύνης μεταξύ λειτουργών και παιδιών, κάτι που χρειάζεται να αλλάξει για να βελτιωθεί η κατάσταση. Θέση της Επιτρόπου είναι ότι πρέπει να ρυθμιστεί όλο το πλαίσιο για τις στέγες και για άλλες δομές.
Σημείωσε πως, «έχουμε πολλαπλές εισηγήσεις σε σχέση με τη διερεύνηση των αιτιών που κάνει αυτά τα παιδιά να φεύγουν. Έχουμε παρατηρήσει ότι η δυσκολία είναι να χτιστεί σχέση εμπιστοσύνης με τους λειτουργούς της στέγης, είτε αυτοί είναι ψυχολόγοι, είτε είναι λειτουργοί, είτε ιδρυματικοί νοσοκόμοι. Τα παιδιά θα πρέπει να αναπτύξουν δεσμούς με τα μέλη, αλλά και με τα άλλα παιδιά, ώστε να αναπτυχθεί ένα οικογενειακό περιβάλλον. Τα παιδιά αυτά νιώθουν ότι βρίσκονται σε οικογενειακό περιβάλλον κι αναπτύσσουν δεσμούς με κάποιους λειτουργούς, ωστόσο η εναλλαξιμότητα των λειτουργών, σπάζει τη συνέχεια. Υπάρχει αδυναμία συνέχισης της σχέσης».
Πριν ένα χρόνο, ίσως και περισσότερο, όταν υπήρξαν, όπως είπε, φυγές παιδιών συριακής καταγωγής κυρίως, πολύ μικρών σε ηλικία, τα οποία είχαν πάει στη Λάρνακα, αναζητώντας συγγενικά τους πρόσωπα. Αυτά τα παιδιά, είχαν την ανάγκη να συναντήσουν μέλη της οικογένειάς τους, ανέφερε.
«Όλα αυτά τα ζητήματα πρέπει να επανεξεταστούν από τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, αλλά και γενικότερα, πρέπει να εξεταστεί όλο το πλαίσιο», είπε η κ. Μιχαηλίδου και συνέχισε λέγοντας πως, «το ζήτημα είναι να εντοπιστούν οι λόγοι που ένα παιδί αποφασίζει να φύγει από το σπίτι, από τις δομές και αναζητηθεί η ανάγκη τους».
Συμπλήρωσε ότι «αφού αναζητηθεί να δοθεί υποστήριξη από παιδοψυχιάτρους ή να ενδυναμωθεί η οικογένεια. Επίσης οι κοινωνικοί λειτουργοί χρειάζονται και ενίσχυση και ενδυνάμωση, γιατί είναι ένα πολύ δύσκολο έργο που επιτελούν. Είναι όλο το πακέτο που χρειάζεται να το δούμε ξανά, αλλά και να αξιολογήσουμε την ολιστική διαχείριση από όλες τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες».
Έφερε μάλιστα ως παράδειγμα περιπτώσεις όπου παιδιά χρήζουν ψυχολογικής υποστήριξης και το ραντεβού που τους παραχωρούσαν, ήταν σε πολύ μακρινή ημερομηνία. «Αυτά τα πράγματα θέλουν συνεχή παρακολούθηση και επαναξιολόγηση».
Υπάρχουν πρωτόκολλα διαμηνύει η Αστυνομία
Θέση της Αστυνομίας είναι πάντως ότι για τις εξαφανίσεις υπάρχει συγκεκριμένο πρωτόκολλο, το οποίο καταρτίστηκε το 2019, μετά τα γνωστά γεγονότα με τις εξαφανίσεις γυναικών και κοριτσιών, στην υπόθεση του κατά συρροή δολοφόνου.
Όπως ανέφερε η εκπρόσωπος Τύπου της Αστυνομίας, Μαρίνα Χριστοδουλίδου, «πέραν από τη δημοσίευση των στοιχείων των παιδιών, γίνονται κι άλλες ενέργειες, οι οποίες αφορούν τα ελλείποντα. Για την Αστυνομία δεν έχει σημασία αν είναι από την οικία ή από το χώρο διαμονής που εξαφανίζονται αυτά τα παιδιά. Αξιολογείται η κάθε περίπτωση και προχωρούμε».
Όπως εξήγησε, γίνονται έλεγχοι στο χώρο διαμονής, στους χώρους που συχνάζει το κάθε παιδί, αλλά και με την οικογένεια τους, ενώ έρευνες γίνονται και μετά τον εντοπισμό των προσώπων ή που βρίσκονταν, αν έπεσαν θύμα εγκληματικής ενεργείας και λοιπά. Γίνονται και έπειτα ενέργειες με τις υπηρεσίες κοινωνικής ευημερίας».
Το ζήτημα είναι εάν αυτές οι έρευνες που γίνονται, οδηγούν σε αποτελέσματα και ποια είναι αυτά, αφού είναι ξεκάθαρο ότι πρέπει να εξευρεθούν τρόποι να μειωθούν τέτοιας φύσεως φαινόμενα. Θέση του Αρχηγού Αστυνομίας πάντως, είναι πως σε καμία από τις περιπτώσεις που εξετάστηκαν, δεν υπήρξε εμπλοκή τους σε εγκληματικές ενέργειες.
Αυτό επιβεβαίωσε και η Δέσπω Μιχαηλίδου, τονίζοντας ωστόσο πως, «δεν υπάρχουν καταγγελίες για εμπλοκή παιδιών σε εγκληματικές πράξεις. Μίλησα για κινδύνους, γιατί ένα παιδί μπορεί αύριο να χρησιμοποιηθεί για εμπόριο ναρκωτικών. Είναι ένας εύκολος τρόπος να βγάλει χρήματα, αλλά ευτυχώς μέχρι στιγμής δεν είχαμε τέτοιες περιπτώσεις.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Αυτοί είναι οι έντεκα ασυνόδευτοι που αγνοούνται-Μετά τον ντόρο, νέες έρευνες