Στα... αζήτητα τα 132 κιλά ναρκωτικά-Προς ακύρωση διάταγμα για τηλεπικοινωνιακά
06:30 - 05 Μαΐου 2022
Ο θάνατος του πρώην ισοβίτη, που ήταν ο πληροφοριοδότης πίσω από τα 132 κιλά ναρκωτικά που εντοπίστηκαν τον περασμένο Μάιο σε σακούλες ζωοτροφών, σε εμπορευματοκιβώτιο στη Λεμεσό, τίναξε στον αέρα την μαρτυρία εναντίον του 38χρονου που είχε εμπλέξει στην υπόθεση, ενώ την ίδια ώρα το Ανώτατο Δικαστήριο βάζει νέο μπλόκο στις Αρχές, αφού έκρινε εκ πρώτης όψεως πως δεν υπήρχε εύλογη υπόνοια εναντίον του υπόπτου για την έκδοση διατάγματος άρσης τηλεπικοινωνιακών δεδομένων.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Εξελίξεις για τα 132 κιλά ναρκωτικά-Πληροφοριοδότης και παραλήπτης του φορτίου 61χρονος
Ο πρώην ισοβίτης, ήταν ο πληροφοριοδότης της Αστυνομίας, που την οδήγησε στον εντοπισμό του φορτίου των ναρκωτικών, ωστόσο στη συνέχεια παραδέχθηκε και ο ίδιος εμπλοκή, ενώ έδειξε ως εγκέφαλο τον 38χρονο, ο οποίος αρνείτο τα όσα του καταλόγιζε.
Μετά το θάνατο του, ο 38χρονος αφέθηκε ελεύθερος χωρίς να κατηγορηθεί γραπτώς, ωστόσο πληροφορίες έκαναν λόγο πως η Αστυνομία είχε στα χέρια της στοιχεία, που μεταξύ άλλων προέκυπταν και μέσα από τα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα, εναντίον του υπόπτου, ο οποίος ωστόσο μέχρι σήμερα δεν έχει κατηγορηθεί, όπως ούτε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, με την υπόθεση να παραμένει ανεξιχνίαστη.
Μάλιστα, οι δικηγόροι του 38χρονου, Βίκτωρας Ακάμας και Γιάννης Πολυχρόνης, προσέφυγαν στο Ανώτατο ζητώντας άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση εντάλματος Certiorari, το οποίο θα ακυρώνει το διάταγμα που εξέδωσε η Αστυνομία για τα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα του υπόπτου και θα απαγορεύει την επεξεργασία ή να χρησιμοποιήσει τα δεδομένα αυτά. Σημειώνεται πως τον Οκτώβριο του 2021, το Ανώτατο Δικαστήριο, κατά πλειοψηφία έκρινε πως η κατακράτηση των δεδομένων από τους παροχείς αντιβαίνει των κανονισμών της Ευρωπαϊκής Σύμβασης και ως εκ τούτου ο Νόμος είναι αντισυνταγματικός.
Στα πλαίσια της υπόθεσης, η Αστυνομία εξασφάλισε διάταγμα για το κινητό τηλέφωνο του 38χρονου και δύο κάρτες SIM, αντικείμενα τα οποία ανευρέθηκαν στην κατοχή του, όπως επίσης και ένας πύργος ηλεκτρονικού υπολογιστή που εντοπίστηκε στο γραφείο του.
Σύμφωνα με το περιεχόμενο του όρκου που χρησιμοποιήθηκε για την έκδοση του διατάγματος από την ΥΚΑΝ, η εξασφάλιση του περιεχομένου της ιδιωτικής επικοινωνίας του υπόπτου, μέσω των συσκευών που εντοπίστηκαν, ήταν ουσιαστικής σημασίας στις έρευνες, καθώς η συσκευή τηλεφώνου, οι κάρτες κινητής τηλεφωνίας και ο πύργος ηλεκτρονικού υπολογιστή που εντοπίστηκαν, «δημιουργούν εύλογες υποψίες, ότι χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη των αδικημάτων».
Ο ανακριτής ανέφερε πως στο καταγεγραμμένο περιεχόμενο που αναμένεται να εντοπιστεί στη συσκευή τηλεφώνου και τον πύργο ηλεκτρονικού υπολογιστή, πιθανόν να καταδείξουν επικοινωνία μεταξύ του υπόπτου με τα πρόσωπο/α που προμήθευσε/αν τα ανευρεθέντα ναρκωτικά, ενώ ανέφερε πως περαιτέρω «πιστεύεται ότι στο καταγεγραμμένο περιεχόμενο θα ανευρεθεί μαρτυρία που να συνδέει τον ύποπτο με την διάπραξη των αδικημάτων».
Ήταν η θέση των δικηγόρων του 38χρονου ενώπιον του Ανωτάτου, πως το σχετικό διάταγμα για άρσης των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων που εξέδωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο, πάσχει από έκδηλη πλάνη νόμου ή/και προφανή υπέρβαση δικαιοδοσίας, λαμβανομένου υπόψη ότι δεν καταγράφεται στο σώμα του διατάγματος καμία εύλογη υποψία ή πιθανότητα ότι ο ύποπτος και συγκεκριμένη ιδιωτική επικοινωνία συνδέεται ή είναι συναφής με το υπό διερεύνηση αδίκημα και εξυπηρετείται το συμφέρον της δικαιοσύνης».
Όπως αναφέρθηκε, το Δικαστήριο δεν φαίνεται να προέβη το ίδιο σε εκτίμηση του υλικού που τέθηκε ενώπιον του προκειμένου να προβεί το ίδιο στα δικά του συμπεράσματα για το κατά πόσο προέκυπτε η εύλογη υποψία, εκφράζοντας ταυτόχρονα τη θέση πως το Δικαστήριο στερείται της δέουσας αιτιολογίας και/ή ότι αυτό επαναλαμβάνει απλώς τη θέση της Αστυνομίας.
Εξετάζοντας τα δεδομένα που τέθηκαν ενώπιον του, το Ανώτατο Δικαστήριο απεφάνθη πως «εκ πρώτης όψεως, πάντα, δεν φαίνεται να είχε τεθεί ενώπιον του Κατώτερου Δικαστηρίου τέτοια μαρτυρία από την οποία να προέκυπτε εύλογη υποψία ή πιθανότητα ότι η συγκεκριμένη ιδιωτική επικοινωνία συνδέεται ή είναι συναφής με τα συγκεκριμένα αδικήματα που η Αστυνομία διερευνά».
Ενδεικτικά και μόνο, το Ανώτατο θέλησε να αναφέρει πως «η πεποίθηση της Αστυνομίας πως η συσκευή του τηλεφώνου, οι κάρτες κινητής τηλεφωνίας και ο πύργος ηλεκτρονικού υπολογιστή, δημιουργούν εύλογες υποψίες ότι χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη των υπό διερεύνηση αδικημάτων, δεν φαίνεται να υποστηρίζεται από συγκεκριμένα γεγονότα και/ή μαρτυρία».
Το Ανώτατο έκρινε πως υπάρχει συζητήσιμο θέμα, κατά πόσο το ίδιο το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε ενώπιον του τέτοια μαρτυρία που θα του επέτρεπε να αποφασίσει κατά πόσο συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του Νόμου για την έκδοση του προσβαλλόμενου διατάγματος και ως εκ τούτου, άναψε το πράσινο φως για καταχώριση αίτησης για έκδοση ακυρωτικού εντάλματος.
Στο μεταξύ, μέχρι την έκδοση της απόφαση του, το Ανώτατο έδωσε οδηγίες για αναστολή του σχετικού διατάγματος που αφορά τα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Ελεύθερος ο 37χρονος μετά το θάνατο του ισοβίτη-Στο αέρα η υπόθεση των 132 kg ναρκωτικών