Κίνδυνος για ντόμινο ακυρωτικών ενταλμάτων για φόνο Ευαγγέλου-Άνοιξε τρίτη πόρτα
12:54 - 09 Απριλίου 2022
Σαν... χάρτινος πύργος κινδυνεύουν να πέσουν το ένα μετά το άλλο τα διατάγματα που εξασφάλισε η Αστυνομία για τα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα των υπόπτων που είχαν συλληφθεί για την δολοφονία του Ανδρέα Ευαγγέλου, 53 ετών, που διαπράχθηκε τον περασμένο Δεκέμβριο στη Λάρνακα, οι οποίοι, παρά το θόρυβο και τις υψηλές προσδοκίες που δημιούργησε η Αστυνομία για εξιχνίαση του φόνου, αφέθηκαν ελεύθεροι χωρίς να κατηγορηθούν γραπτώς, αφού δεν εντοπίστηκαν σε βάρος τους στοιχεία που να τους συνδέουν με τα υπό διερεύνηση αδικήματα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Η επικοινωνιακή σκακιέρα, η ρεβάνς του υποκόσμου και ποιος… γέλασε τελευταίος
Παρά την απόφαση του Ανωτάτου που κατά πλειοψηφία έκρινε πως η κατακράτηση των δεδομένων από τους παροχείς αντιβαίνει των κανονισμών της Ευρωπαϊκής Σύμβασης και ως εκ τούτου ο Νόμος είναι αντισυνταγματικός, στα πλαίσια διερεύνησης της υπόθεσης του φόνου, εξασφαλίστηκαν διατάγματα άρσης των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων των υπόπτων, στην βάση των οποίων συνελήφθησαν και τέθηκαν υπό κράτηση, για να αφεθούν ελεύθεροι στις 18 Φεβρουαρίου, αφού δεν υπήρχε εναντίον τους μαρτυρικό υλικό που να τους συνδέει με την υπόθεση.
Περνώντας στην αντεπίθεση, η υπεράσπιση των υπόπτων προσέφυγε στο Ανώτατο για έκδοση εντάλματος Certiorari, με το Δικαστήριο να ανάβει το πράσινο φως για άδεια καταχώρησης αίτησης για ακύρωση των διαταγμάτων που εξασφάλισαν οι ανακριτές για τα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα των υπόπτων και για πρόσβαση στο περιεχόμενο των συνομιλιών τους στα τηλέφωνα τους που είχαν κατασχεθεί κατά την σύλληψη τους.
Μέχρι τα μέσα Μαρτίου είχαν εξασφαλιστεί δύο άδειες για καταχώρηση αίτησης, ενώ πριν από μερικά εικοσιτετράωρα οι δικηγόροι Γιάννης Πολυχρόνης και Βίκτωρας Ακάμας, εξασφάλισαν και τρίτη άδεια, αφού το Ανώτατο έκρινε, όπως και στις προηγούμενες προσφυγές, πως υπάρχει έδαφος για έκδοση ακυρωτικών ενταλμάτων. Σημειώνεται, πως λόγω του ότι τα δεδομένα της υπόθεσης είναι τα ίδια, σε περίπτωση ακύρωσης των διαταγμάτων, τότε θα είναι ντόμινο.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Νέες φωτιές από Ανώτατο για τηλεπικοινωνιακά-Μπλόκο και στο περιεχόμενο συσκευών
Θέση της υπεράσπισης, όπως αυτή κατατέθηκε ενώπιον Ανωτάτου, είναι πως:
-Το προσβαλλόμενο διάταγμα πάσχει από έκδηλη πλάνη νόμου ή/και προφανής υπέρβαση δικαιοδοσίας λαμβανομένου υπόψη ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας δεν φαίνεται να προέβη το ίδιο σε εκτίμηση του υλικού που τέθηκε ενώπιον του, προκειμένου να εξάγει τα δικά του συμπεράσματα για το αν δημιουργείτο η απαιτούμενη από το Νόμο, «εύλογος υποψία» ή/και το διάταγμα του Δικαστηρίου στερείται πάσης και/ή της δέουσας αιτιολογίας ως τα ίδια τα άρθρα 15 και 17 του Συντάγματος απαιτεί ή/και δέχτηκε ως «Rubber Stamp» τη θέση της Αστυνομίας. Ούτε το σώμα του προσβαλλόμενου διατάγματος αλλά ούτε και το Πρακτικό της Απόφασης του Δικαστηρίου δεν φέρει καμία βεβαίωση από το Δικαστήριο ότι έχει ικανοποιηθεί για την ύπαρξη εύλογης υπόνοιας ότι οι Αιτητές διαπράττουν, διέπραξαν ή αναμένεται να διαπράξουν σοβαρό ποινικό αδίκημα.
-Το προσβαλλόμενο διάταγμα πάσχει από έκδηλη πλάνη νόμου ή/και προφανής υπέρβαση δικαιοδοσίας λαμβανομένου υπόψη ότι δεν καταγράφεται καμία εύλογη υποψία ή πιθανότητα ότι συγκεκριμένη ιδιωτική επικοινωνία συνδέεται ή είναι συναφής με τα υπό διερεύνηση αδικήματα ή/και με τον κίνδυνο για την ασφάλεια της Δημοκρατίας. Ούτε το σώμα του προσβαλλόμενου διατάγματος αλλά ούτε και το Πρακτικό της Απόφασης του Δικαστηρίου δεν φέρει καμία βεβαίωση από το Δικαστήριο ότι έχει ικανοποιηθεί για την ύπαρξη εύλογης υπόνοιας.
-Το Δικαστήριο στερείτο δικαιοδοσίας και/ή εξουσίας να εκδώσει το επίδικο ή/και προσβαλλόμενο διάταγμα δεδομένου ότι η αίτηση στηρίχθηκε ρητά ή/και εξυπακουόμενα στα άρθρα 6, 7, 8, 9, 10 και 11 του Ν. 183(Ι)/2007, και ειδικά όσον αφορά την νομική έννοια του όρου «Δεδομένα», ως καθορίζεται στον εν λόγω Νόμο, ο οποίος συγκρούεται με το εφαρμοστέο Ευρωπαϊκό Δίκαιο ή/και το άρθρο ΙΑ του Συντάγματος ή/και τα άρθρα 15, 17 και 35 του Συντάγματος ή/και άρθρο 8 της ΕΣΔΑ ή/και το Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης άρθρα 7, 8, 11 και 52 ή/και την Οδηγία 2002/58/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε με την Οδηγία 2009/136/ΕΚ αναφορικά με τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες, την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία του απορρήτου των ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Περαιτέρω με την Απόφαση της Ολομέλειας του Ανώτατου Δικαστηρίου, στις Πολιτικές Αιτήσεις που αφορούν στα Τηλεπικοινωνιακά Δεδομένα αρ. 97/18, 127/18,140/19-143/19, 154/19, 169/19, 36/20 και 46/20, Απόφαση ημερ.27/10/21, και που κρίθηκε ότι ο Ν.183(Ι)/2007 ή/και τα άρθρα 3, 6, 7, 8, 9, 10, 11 και 13 αυτού αντιβαίνουν την Οδηγία 2002/58/ΕΚ αλλά και την ενωσιακή νομολογία, με αποτέλεσμα να είναι αντισυνταγματικός, ανίσχυρος, αντίθετος και υπερβαίνον τα όρια που επιβάλλει η τήρηση της Αρχής της Αναλογικότητας.
Δεδομένου πως δόθηκαν ήδη δύο άδειες, ο δρόμος ήταν μονόδρομος και για τρίτη, με το Ανώτατο να αναφέρει στην απόφαση του πως «επειδή όπως φαίνεται από την έκθεση γεγονότων της παρούσας καθώς και τις ένορκες δηλώσεις των αιτητών με τα επισυνημμένα τεκμήρια τα γεγονότα της είναι συναφή, θεωρώ ότι και εν προκειμένω έχουν ομοίως καταδειχθεί τέτοια γεγονότα, ώστε, εκ πρώτης όψεως να προβάλλεται συζητήσιμη υπόθεση, ειδικά ως προς την εφαρμογή και την εμβέλεια εφαρμογής του περί Διατήρησης Τηλεπικοινωνιακών Δεδομένων Νόμου, Ν.183(Ι)/2007 αλλά και ευρύτερα της νομικής βάσης που είχε ή θα έπρεπε να είχε το επίδικο διάταγμα».
Νομικοί κύκλοι θεωρούν πως για να δοθεί άδεια για αίτηση certiorari, σημαίνει πως το Ανώτατο έκρινε πως υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση και δύσκολα μπορούν να ανατραπούν τα δεδομένα, ενώ λαμβάνεται υπόψη πως το Ανώτατο ήταν αυτό που κατά πλειοψηφία έκρινε παράνομη την κατακράτηση και την αποκάλυψη των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων όλων των πολιτών, χωρίς καμία διάκριση, για περίοδο έξι μηνών σε περίπτωση που ζητηθούν από τις Αρχές για διερεύνηση μιας ποινικής υπόθεσης, αφού όπως τονίστηκε ο Νόμος του 2007 αντιβαίνει των κανονισμών της Ευρωπαϊκής Σύμβασης.
Παρά την απόφαση, η Νομική Υπηρεσία και η Αστυνομία, είχαν αναφέρει πως βρέθηκε παράθυρο στη νομοθεσία ώστε να εκδίδονται διατάγματα για άρση τηλεπικοινωνιακών δεδομένων, ωστόσο σε περίπτωση που το Ανώτατο, το οποίο έδωσε την άδεια για certiorari, ακυρώσει τελικά τα σχετικά διατάγματα, τότε τόσο οι Αρχές όσο και οι πρωτόδικοι δικαστές, παραμένουν άκρως εκτεθειμένοι.
Επίσης, σε περίπτωση που το Ανώτατο εκδώσει τα σχετικά διατάγματα, σημαίνει πως όποια μαρτυρία συλλέχθηκε θα είναι παράνομη και δεν θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε μελλοντικές δικαστικές διαδικασίες.
Υπενθυμίζεται πως με την παραχώρηση της άδειας, το Ανώτατο εξέδωσε προσωρινό διάταγμα που απαγορεύει την χρήση ή επεξεργασία όποιας μαρτυρίας έχει εξασφαλιστεί στην βάση των τηλεπικοινωνιακών διαταγμάτων που εξασφάλισαν οι ανακριτές μονομερώς από πρωτόδικους δικαστές.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: H απόφαση βόμβα που απενεργοποιεί τηλεπικοινωνιακά υπόπτων-Στον αέρα υποθέσεις