Από ισόβια, καταδίκη δέκα ετών για τον φόνο του «Αμερικάνου»-Ανατροπή Ανωτάτου
11:33 - 15 Απριλίου 2021
Ανετράπη στο Ανώτατο η κατηγορία του φόνου εκ προμελέτης και τα ισόβια που επέβαλε το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λεμεσού στην υπόθεση θανάτου του Ανδρέα Στυλιανού άλλως «Αμερικάνος» ηλικίας 39 χρόνων, ο οποίος στις 7 Δεκεμβρίου 2016, ενώ επέβαινε μοτοσικλέτας, στην περιοχή Αγίας Σοφίας στη Λεμεσό, παρασύρθηκε και σκοτώθηκε από το όχημα 33χρονου, άλλοτε φίλου του. Το Ανώτατο επέβαλε τελικά ποινή φυλάκισης δέκα ετών στον κατηγορούμενο.
Σύμφωνα με τα όσα καταγράφονται στην απόφαση του Ανωτάτου, με την οποία έπεσε ο φόνος εκ προμελέτης, την προηγούμενη ημέρα είχε δημιουργηθεί μεγάλη ένταση μεταξύ των δύο, μετά που το θύμα θύμωσε με τον 33χρονο, γιατί θεώρησε πως ο τελευταίος συνεργάστηκε με την ΥΚΑΝ και τον κατέδωσε σε σχέση με υπόθεση ναρκωτικών, στα πλαίσια της οποίας έγινε έρευνα στο αυτοκίνητο του, όπου εντοπίστηκαν ναρκωτικά.
Όταν ο 33χρονος πληροφορήθηκε για την αντίδραση αυτή του θύματος, προσπάθησε να επικοινωνήσει μαζί του και ακολούθησαν επανειλημμένα μεταξύ τους τηλεφωνήματα, ενώ σύμφωνα με την μαρτυρία, τσακώνονταν, βρίζονταν και απειλούσε ο ένας τον άλλο.
Αργά το βράδυ της επόμενης μέρας, ο 33χρονος, γνωρίζοντας ότι το θύμα κατευθυνόταν προς την οικία του με την μοτοσικλέτα του, ώστε να υλοποιήσει τις απειλές του, περιφερόταν στην περιοχή αναζητώντας το θύμα.
Στις 23:34 σταμάτησε, σύμφωνα με τα ευρήματα του Κακουργιοδικείου, το αυτοκίνητο του στην αριστερή πλευρά του δρόμου όπου βρίσκεται το σπίτι του 33χρονου. Ακολούθως, αντελήφθη μια αγωνιστική μοτοσικλέτα με οδηγό το θύμα, να κατευθύνεται εξ αντιθέτου και να ρίχνει αριθμό πυροβολισμών προς την οικία του.
Τότε, ο 33χρονος ξεκίνησε το αυτοκίνητο του, με αποτέλεσμα τα δύο οχήματα να συγκρουστούν και το «Αμερικάνος» να τραυματιστεί θανάσιμα.
Στο επίκεντρο η προμελέτη
Θέση της Κατηγορούσας Αρχής, ήταν ότι η σύγκρουση προκλήθηκε από τον 33χρονο, ο οποίος εισήλθε στο ρεύμα κυκλοφορίας του θύματος και πως ο κατηγορούμενος ενήργησε με προμελέτη.
Αντίθετα, ήταν η θέση της υπεράσπισής πρωτοδίκως, η οποία ανέφερε ότι επρόκειτο για τροχαίο δυστύχημα που προκλήθηκε όταν το θύμα ανέπτυξε ιλιγγιώδη ταχύτητα προς το αυτοκίνητο του 33χρονου, το οποίο εκινείτο με χαμηλή ταχύτητα, με αποτέλεσμα να συγκρουστεί με αυτό και να επέλθει το μοιραίο.
Το Κακουργιοδικείο απέρριψε την εκδοχή του 33χρονου, κρίνοντας πως επί της μαρτυρίας της Κατηγορούσας Αρχής υπήρχε συντριπτική περιστατική μαρτυρία που δεν άφηνε λογική αμφιβολία ότι ο κατηγορούμενος, όχι μόνο απέκοψε την πορεία της μοτοσικλέτας προκαλώντας με πρόθεση τη βίαιη και θανατηφόρα σύγκρουση, αλλά και ότι το έπραξε με προμελέτη.
Στο στάδιο της έφεσης, οι δικηγόροι του 33χρονου, Α. Πελεκάνος και Ν. Δαμιανού, οι οποίοι δεν εκπροσώπησαν πρωτοδίκως τον κατηγορούμενο, δήλωσαν ότι δεν αμφισβητείται πλέον το παράνομο της πράξης ή το σημείο σύγκρουσης, αμφισβητήθηκε ωστόσο η κρίση του Κακουργιοδικείου αναφορικά με την απόρριψη της μαρτυρίας του 33χρονου ως αναξιόπιστη.
Το στοιχείο της προμελέτης αμφισβητήθηκε κατ’ έφεση, είτε άμεσα, είτε έμμεσα με διάφορους επιμέρους λόγους, οι οποίοι καταλήγουν ουσιαστικά στην αμφισβήτηση της προμελέτης.
Μεταξύ άλλων αναφέρθηκε πως το Κακουργιοδικείο δεν έλαβε υπόψη τις σωρευτικές προκλήσεις από το θύμα προς τον 33χρονο και το σύνολο των περιστάσεων, ώστε να μπορούσε να εξετάσει την ενέργεια του 33χρονου υπό το πρίσμα της πρόκλησης που δέχθηκε με τους πυροβολισμούς προς το σπίτι του και την ψυχική και νοητική κατάσταση του κατά τον ουσιώδη χρόνο.
Επιπρόσθετα τέθηκε ακόμα και ζήτημα μη καταλογισμού με επίκληση των προνοιών του άρθρου 17 του Ποινικού Κώδικα περί αυτοάμυνας, ενώ τέθηκε και το θέμα ότι το Κακουργιοδικείο δεν ασχολήθηκε με την οδική συμπεριφορά του θύματος.
Ανέτρεψε τα ισόβια το Ανώτατο
Το Ανώτατο Δικαστήριο, εξετάζοντας την έφεση, σημείωσε πως η πρόθεση πρόκλησης θανάτου δεν επιμαρτυρεί αφ΄ εαυτής προμελέτη, υποδεικνύοντας πως η προμελέτη διακρίνεται από την πρόθεση πρόκλησης θανάτου και πρέπει να αποδεικνύεται ανεξάρτητα, ως το επιπρόσθετο συστατικό στοιχείο, το οποίο διακρίνει το έγκλημα φόνου εκ προμελέτης από εκείνο της ανθρωποκτονίας.
«Σταθερή γραμμή της νομολογίας μας υποδηλώνει ότι η προμελέτη προϋποθέτει απόδειξη πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας από την Κατηγορούσα Αρχή, προγενέστερου σχεδιασμού υπό τα περιστάσεις που να επιτρέπουν ψύχραιμο αναλογισμό του δράστη για τις πράξεις του. Είναι για αυτό το λόγο που αποδίδεται βαρύτητα στην κατάσταση του δράστη κατά τον ουσιώδη χρόνο, στην ηρεμία του μυαλού του και το κατά πόσο είχε επαρκή ευκαιρία, μετά που σχημάτισε την πρόθεση του, να την αναλογιστεί να υπαναχωρήσει. Η χρονική αυτή ανάπαυλα για τον αναλογισμό των πράξεων του από τον δράστη και η ευκαιρία απεμπόλησης της φονικής πρόθεσης κάτω από την επίδραση της συνείδησης του ανθρώπου, αποτελεί αναγκαίο στοιχείο της έννοιας του φόνου εκ προμελέτης».
Παράλληλα, υποδείχθηκε ότι δεν λήφθηκε υπόψη το γεγονός που μεσολάβησε, ότι δηλαδή το θύμα είχε πυροβολήσει προς το σπίτι του 33χρονου, μια ενέργεια που συνάδει με υλοποίηση εγκλήματος εν ψυχρώ, θέση την οποία προέβαλε η υπεράσπιση, η οποία υπέδειξε πως επρόκειτο για ανρθωποκτονία και όχι για φόνο εκ προμελέτης.
Όπως ανέφερε το Ανώτατο, «το ξαφνικό και η σοβαρότητα της επίθεσης που προηγήθηκε και η μαρτυρία που περιγράφει τον 33χρονο κατά τον ουσιώδη χρόνο, είναι παράγοντες τέτοιοι που ικανοποιούν τα απαιτούμενα κριτήρια, ή εν πάση περιπτώσει δημιουργούν εύλογες αμφιβολίες προς την κατεύθυνση της πρόκλησης. Συνεπώς, υπό τις περιστάσεις που ο 33χρονος διέπραξε την εγκληματική πράξη, κρίνουμε ότι δεν θα μπορούσε το Κακουργιοδικείο να καταλήξει σε άνευ αμφιβολίας διαπίστωσης, όπως έπραξε, ότι αυτός είχε ενεργήσει με την απαιτούμενη, ως συστατικό στοιχεί του εγκλήματος, ψύχραιμη υλοποίηση προμελετημένης απόφασης».
Ως εκ τούτου, το Ανώτατο παραμέρισε την καταδίκη για φόνο εκ προμελέτης και αντικατέστησε την κατηγορία με το έγκλημα της ανθρωποκτονίας.
«Δεν μπορεί να παραγνωριστεί η διαπίστωση ότι ο εφεσείων είχε ενεργήσει υπό τις προαναφερθείσες ιδιαίτερες περιστάσεις, δηλαδή υπό το κράτος φόβου, συναισθηματικής φόρτισης και πρόκλησης, χωρίς προσχεδιασμό, χωρίς ψυχραιμία αλλά αισθανόμενος απειλή για τον ίδιο και την οικογένεια του. Μάλιστα, σύμφωνα με τη μαρτυρία, προσπάθησε να μιλήσει με το θύμα ώστε να κατευνάσει τα πνεύματα», ανέφερε μεταξύ άλλων το Ανώτατο στην απόφαση του, με την οποία επέβαλε ποινή δέκα ετών στον κατηγορούμενο.