Κακοποιούσε από πέντε ετών και για εννέα χρόνια ανήλικη-Δράστης από 14 χρόνων
08:07 - 12 Μαρτίου 2021
Μείωση της ποινής του ζήτησε καταδικασθείς σε επτά χρόνια φυλάκιση για υπόθεση σεξουαλικής κακοποίησης ανήλικης, ασκώντας έφεση στο Ανώτατο, το οποίο ωστόσο επικύρωσε την ποινή του, απορρίπτοντας το αίτημα του.
Ο 28χρονος, παραδέχτηκε 53 κατηγορίες σεξουαλικής εκμετάλλευσης και σεξουαλικής κακοποίησης της ανήλικης, αδικήματα τα οποία διαπράχτηκαν από το 2006 μέχρι το 2015, όταν το θύμα ήταν κατά τους ουσιώδεις χρόνους πέντε μέχρι 14 χρόνων και ο καταδικασθείς 14 μέχρι 23 χρόνων. Οι κατηγορίες αφορούν 46 διαφορετικά περιστατικά.
Η υπεράσπιση του νεαρού, προέβαλε τον ισχυρισμό ότι δεν λήφθηκε υπόψη από το πρωτόδικο Δικαστήριο πως κατά την διάπραξη μερικών αδικημάτων ήταν και ο ίδιος ανήλικος, ενώ χαρακτήρισε την ποινή του ως έκδηλα υπερβολική.
Όπως ανέφερε στην απόφαση του το Ανώτατο, «η ηλικία του εφεσείοντα είχε και αυτή τη σημασία της, στις ορθές της παραμέτρους, όπως διασαφηνίστηκαν από το Κακουργιοδικείο», ωστόσο τονίζει πως εύστοχα παρατηρήθηκε, ότι ενώ τα αδικήματα άρχισαν να διαπράττονται όταν ο νεαρός ήταν ηλικίας 14 χρόνων και συνέχιζαν να διαπράττονται για πέντε χρόνια και όταν αυτός εξακολουθούσε να ήταν ανήλικος, εντούτοις συνέχισε τις αποτρόπαιες πράξεις του για ακόμη τέσσερα χρόνια, μετά την ενηλικίωση του.
«Εννέα σχεδόν χρόνια διήρκεσε το μαρτύριο της παραπονούμενης στα χέρια του Εφεσείοντα, που τερματίστηκε λόγω της αντίδρασης της ιδίας, αντιλαμβανόμενη πλέον από την ηλικία των 12 χρόνων τη φύση των ενεργειών του, οπόταν τον απέφευγε και δεν απαντούσε στα μηνύματα που αυτός συνέχιζε να της αποστέλλει. Είναι σε αυτή την ηλικία που, έχοντας συνειδητοποιήσει το τι συνέβαινε, άρχισε να αυτοτραυματίζεται αρνούμενη να επισκεφτεί ψυχολόγο. Μετά την καταγγελία, η παραπονούμενη παραπέμφθηκε σε κλινική ψυχολόγο. Διαπιστώθηκε ότι είχε επηρεαστεί η αναπτυξιακή της πορεία και παρουσίαζε συναισθηματικά προβλήματα και προβλήματα συμπεριφοράς. Διαγνώστηκε με διαταραχή μετατραυματικού στρές, ενώ παράλληλα παρουσίαζε καταθλιπτικά συμπτώματα όπως συχνό κλάμα, θλίψη και αίσθημα απαισιοδοξίας. Σύμφωνα με την κλινική ψυχολόγο χρειαζόταν ατομική θεραπεία από ψυχολόγο».
Το Ανώτατο αναφέρει πως κάτω από αυτές, τις επιβαρυντικές περιστάσεις καθίσταται πρόδηλο ότι το Κακουργιοδικείο κάθε άλλο παρά παραγνώρισε τα στοιχεία μετριασμού της ποινής που κατάγραψε στην απόφαση του, για να καταλήξει στην ποινή της επταετούς φυλάκισης.
«Το Κακουργιοδικείο απέδωσε τη δέουσα σημασία και στην παραδοχή του Εφεσείοντα, επισημαίνοντας ότι παραδέχτηκε νωρίς στη διαδικασία της ακρόασης και αφού είχε ακουστεί ένας μάρτυρας αστυνομικός και προτού χρειαστεί να κληθεί να μαρτυρήσει η παραπονούμενη. Στον καθορισμό της ποινής το Κακουργιοδικείο ορθά καθοδηγήθηκε ότι αυτή θα έπρεπε να έχει αποτρεπτικό χαρακτήρα, χωρίς ωστόσο να παραγνωρίσει το λευκό ποινικό μητρώο του Εφεσείοντα και τις προσωπικές του περιστάσεις. Για να καταλήξει στη φυλάκιση των επτά χρόνων είναι βέβαιο ότι το Κακουργιοδικείο έλαβε κατά τρόπο ουσιαστικό υπόψη όλους του μετριαστικούς παράγοντες που αναφέρθηκαν. Είναι η κατάληξη μας ότι η επιβληθείσα ποινή δεν μπορεί με κανένα τρόπο να θεωρηθεί ως υπερβολική. Βρισκόταν εντός του μέτρου και στα πλαίσια τα οποία καθορίζονται από τη νομολογία και αντικατοπτρίζει την αποστροφή της κοινωνίας έναντι τέτοιων εγκλημάτων».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Αφήνουν ελεύθερους παιδεραστές, φυλακίζουν άτομα για €10-Αποκαλυπτικά στοιχεία