Δικαίωση Παπαδάκη με βούλα Δικαστηρίου-Παράνομο το deal που επέβαλε ο Σιζόπουλος
06:35 - 11 Ιανουαρίου 2021
Κόλαφος η απόφαση του Δικαστηρίου σε σχέση με την διαμάχη του ευρωβουλευτή Δημήτρη Παπαδάκη και του προέδρου της ΕΔΕΚ, Μαρίνου Σιζόπουλου, ο οποίος επεδίωξε την διαγραφή του μετά την διαφωνία τους για την οικονομική συνεισφορά του ευρωβουλευτή στο ταμεία του κόμματος.
Μετά τη διαγραφή του από το κόμμα, με απόφαση Πειθαρχικού Συμβούλιο τον Φεβρουάριο του 2020, ο Δημήτρης Παπαδάκης προσέφυγε στη Δικαιοσύνη, με τον δικηγόρο του Φάνο Ανδρέου, να καλεί το Δικαστήριο να ερμηνεύσει, κατά πόσο η συμφωνία που κλήθηκε να υπογράψει ο Δημήτρης Παπαδάκης με τον Μαρίνο Σιζόπουλο, με την οποία ήταν υποχρεωμένος να καταβάλει στο κόμμα μέρος του μισθού του, είναι συμβατή με τους όρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που αφορούν όλους τους ευρωβουλευτές.
Με τον πιο επίσημο τρόπο, πέφτει η αυλαία στην διαμάχη, με τον Δημήτρη Παπαδάκη να δικαιώνεται, αφού το Δικαστήριο έκρινε πως η συμφωνία που του επέβαλε ο Μαρίνος Σιζόπουλος πριν την εκλογή του, είναι παράνομη και παραβιάζει τους κανονισμούς του Ευρωκοινοβουλίου. Μια απόφαση που κρίνεται καθοριστικής σημασίας, αφού ο κ. Παπαδάκης οδηγήθηκε στο Πειθαρχικό Συμβούλιο, το οποίο αποφάσισε την διαγραφή του, με αιτία την αναίρεση της εν λόγω συμφωνίας που υπέγραψε, παρά την χειρόγραφη υποσημείωση του, με την οποία επιφυλασσόταν, καθώς προκύπτουν νομικά κωλύματα και ερχόταν σε αντίθεση με τον Κανονισμό του Ευρωκοινοβουλίου.
Το Δικαστήριο, αφού άκουσε τόσο τον δικηγόρο του κ. Παπαδάκη, Φάνο Ανδρέου, όσο και το δικηγόρο της ΕΔΕΚ και του Πειθαρχικού Συμβουλίου της ΕΔΕΚ, Βίκτωρα Ακάμα, απεφάνθη ότι «η συγκεκριμένη συμφωνία ανήκει στην κατηγορία διευθετήσεων στις οποίες απαγορεύεται σε Ευρωβουλευτή να καταφύγει προκειμένου να παραμείνει πιστός στους όρους εντολής του ως Ευρωβουλευτής».
Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο εξέδωσε διάταγμα δηλωτικού χαρακτήρα, με το οποίο «η έγγραφη συμφωνία και συγκεκριμένα οι όροι 2 και 3 αυτής αντίκεινται και παραβιάζουν την ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΕΙΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ της 19ης Μαΐου και 9ης Ιουλίου 2008, σχετικά με τα μέτρα εφαρμογής του καθεστώτος των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (2009/C 159/01), όπως δημοσιεύθηκε στην επίσημη εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 13/07/2019 ως αυτή έχει τροποποιηθεί (Κανονισμός Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου), και ο αιτητής ως Ευρωβουλευτής που είναι εξαιρείται της υποχρέωσης της εκτέλεσης των όρων αυτών επειδή ο σκοπός τέτοιας συμφωνίας είναι παράνομος και ως τέτοιος επιφέρει ακυρότητα της συμφωνίας».
Αντίθετη με τους όρους η συμφωνία
Στην απόφαση του το Δικαστήριο, αναφέρει πως η υπεροχή του Δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης έναντι του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, το οποίο τροποποιήθηκε με τον Περί της Πέμπτης Τροποποίησης του Συντάγματος Νόμο (Ν. 127(Ι)/2006), ώστε να προκύπτει με σαφήνεια η υπεροχή και αυξημένη ισχύς του Δίκαιου της Ευρωπαϊκής Ένωσης έναντι του Συντάγματος και ισχύει για όλες τις ευρωπαϊκές πράξεις, οι οποίες διαθέτουν δεσμευτική ισχύ.
Όπως αναφέρεται, στην προκειμένη περίπτωση, δηλαδή σε σχέση με τη συμφωνία Σιζόπουλου-Παπαδάκη, η ερμηνεία είναι απόλυτα κατανοητή και δεν επιδέχεται άλλης ερμηνείας, ως προς το σκοπό της συμφωνίας που υπεγράφη μεταξύ των δύο, πριν τις ευρωεκλογές, η οποία, όπως τόνισε το Δικαστήριο, είναι αντίθετη με τους όρους που δεσμεύουν τον ευρωβουλευτή.
«Το άρθρο 2 της συμφωνίας, όπως υποδεικνύει το Δικαστήριο, αποσκοπεί στο να δοθεί μέρος της αποζημίωσης για την λειτουργία γραφείου Ευρωβουλής του Κινήματος, το οποίο θα ενεργεί, μεταξύ άλλων, ως σύνδεσμος του Κόμματος με το γραφείο του Ευρωβουλευτή. Δηλαδή, το γραφείο είναι του κινήματος και όχι του Ευρωβουλευτή και θα πληρώνεται από το μηνιαίο ποσό που θα καταβάλλεται στον Δημήτρη Παπαδάκη, ως Ευρωβουλευτή. Πρόκειται για πληρωμή που ο κ. Παπαδάκης θα υποχρεούται να αποδώσει για την ίδρυση γραφείου του κινήματος. Δεν υπάρχει μηνιαίο ποσό που δίνει η Ευρωβουλή στον Ευρωβουλευτή για τον σκοπό της ίδρυσης γραφείο του κινήματος συνεπώς, ο όρος δεσμεύει τον Δημήτρη Παπαδάκη να πληρώνει χρήματα για σκοπό που είναι εκτός των όρων εντολής του, ως προβλέπουν οι εσωτερικοί κανονισμοί της Ευρωβουλής για την εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Κανονισμού που κυβερνά τους όρους εντολής των Ευρωβουλευτών. Το άρθρο 3 της συμφωνίας δεσμεύει τον Δημήτρη Παπαδάκη να δίνει χρήματα απευθείας στο κίνημα για εργοδότηση προσωπικού. Σύμφωνα με τους εσωτερικούς κανονισμούς δίδεται αποζημίωση στον Ευρωβουλευτή για την εργοδότηση βοηθού για να τον υπηρετεί σε σχέση με τα καθήκοντα του ως Ευρωβουλευτής. Είναι εκτός των όρων εντολής του να αποδοθεί το 50% αυτής της αποζημίωσης σε τρίτο πρόσωπο για την εργοδότηση προσωπικού. Οι όροι είναι αντίθετοι με τις πρόνοιες του κανονισμού και έτσι δεν δύναται να συμβάλλονται ελεύθερα μέρη για να καταστρατηγούν πρόνοιες κανονισμού που έχει εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 249 της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης και που ως αποτέλεσμα αυτού έχει άμεση εφαρμογή σε όλα τα κράτη μέλη».
«Εξαναγκάστηκε να υπογράψει»
Την ίδια ώρα, το Δικαστήριο τόνισε και ξεκαθάρισε, πως η επίδικη συμφωνία «είναι τόσο ξεκάθαρη ως προς το νόημα της», που «δεν είναι δυνατόν» οποιαδήποτε πλευρά να μην είχε αντιληφθεί ότι με βάση το γράμμα και το πνεύμα της συμφωνίας, τα χρήματα που θα λάμβανε ο Δημήτρης Παπαδάκης ως ευρωβουλευτής, θα αναλάμβανε να τα δώσει στην ΕΔΕΚ, ώστε να συνεισφέρει στα έξοδα του κινήματος για την σύσταση γραφείου και για την εργοδότηση προσωπικού, αντί τα χρήματα αυτά να διατεθούν για τον σκοπό που επιτρέπεται να χορηγηθούν με βάση τον Ευρωπαϊκό κανονισμό.
Μάλιστα, το Δικαστήριο αναφέρει πως, η κατανόηση των δεδομένων ήταν τόσο ξεκάθαρη, που ο Δημήτρης Παπαδάκης «εξαναγκάστηκε να υπογράψει» την συμφωνία με την δηλωθείσα επιφύλαξη, ώστε να αποτρέψει την δέσμευση που του επέβαλε η συμφωνία.
«Θεωρώ ότι το κίνημα δεν θα μπορούσε να επιμένει στην εκτέλεση της συμφωνίας που το νόημα της με ξεκάθαρο τρόπο προκαλεί τον Δημήτρη Παπαδάκη, είτε να παραβιάσει την συμφωνία ή να παρανομήσει με αποτέλεσμα να υποστεί συνέπειες δυνάμει τους εσωτερικούς κανόνες της Ευρωβουλής για την εφαρμογή του κανονισμού» αναφέρει ο δικαστής της υπόθεσης.
Παράλληλα, η απόφαση αναφέρει πως δεν είναι δυνατόν ο Ευρωπαϊκός κανονισμός να ελέγχει τον τρόπο που ο Ευρωβουλευτής θα διαθέτει τα χρήματα που θα του πληρωθούν ως αποζημίωση από τον προϋπολογισμό της Ευρωβουλής και ταυτόχρονα να του επιτρέπεται ως Ευρωβουλευτής που είναι, να συνάπτει συμφωνίες με τις οποίες θα αναλαμβάνει δεσμεύσεις που αντίκεινται στις πρόνοιες του κανονισμού. Όπως τονίζει, η εν λόγω συμφωνία έχει ως κύριο σκοπό την παράκαμψη των προνοιών του κανονισμού, που στόχο έχουν η αποζημίωση που θα πληρώνεται στον ευρωβουλευτή να κατανέμονται με τρόπο που θα εκτελέσει πιστά τους όρους εντολής του ως ευρωβουλευτής, ενώ παράλληλα, δεν του επιτρέπει να διατηρήσει την ελευθερία του από δεσμεύσεις σε τρίτους.
«Δεν είναι η περίπτωση που κατά λάθος έχει συνταχθεί μία πρόνοια σε συμφωνία που έχει το αποτέλεσμα μίας ασήμαντης παραβίασης του νόμου. Ο ίδιος ο σκοπός των δύο όρων της συμφωνίας υποχρεώνουν τον Δημήτρη Παπαδάκη να χρηματοδοτεί ή να συνεισφέρει σε επιδιώξεις πολιτικού χαρακτήρα που είναι εκτός τους όρους της εντολής του Ευρωβουλευτή ως προβλέπεται με τον Ευρωπαϊκό κανονισμό και που ρητώς παραβιάζουν τον εσωτερικό κανονισμό για των όρων εφαρμογής του κανονισμού 62.1 που προνοεί για την χρήση της αποζημίωσης που πληρώνεται σε Ευρωβουλευτή.
Στην προκειμένη περίπτωση δεν φαίνεται να ποινικοποιείται η εν λόγω συμπεριφορά, με βάση τον κανονισμό και τους εσωτερικούς κανονισμούς εφαρμογής, αλλά προς επίρρωση της θέσης ότι όντως ο κανονισμός απαγορεύει τέτοιου είδους συμφωνίες για την αποζημίωση του Ευρωβουλευτή, είναι το γεγονός ότι προβλέπεται στους εσωτερικούς κανονισμούς μηχανισμός δικαστικής διαδικασίας για την ανάκτηση του ποσού που έχει χορηγηθεί με τον απαγορευμένο τρόπο. Το δεύτερο στοιχείο που τεκμηριώνει την θέση ότι τέτοια συμπεριφορά είναι παράνομη, είναι ο τρόπος που έχει προσεγγίσει το θέμα σε παρόμοιες υποθέσεις το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Εκείνο που προκύπτει από τις υποθέσεις αυτού του είδους, είναι ότι οι Ευρωβουλευτές μπαίνουν στο στόχαστρο της επιτροπής OLAF με όλες τις δυσάρεστες συνέπειες που συνεπάγεται για ένα Ευρωβουλευτή όταν διερευνάται με τέτοιο τρόπο».
Η εν λόγω δικαστική απόφαση, αποτελεί την πρώτη σημαντική εξέλιξη μετά τα γεγονότα του περασμένου Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου. Δεν αποκλείεται, ωστόσο, να υπάρξουν και άλλες σημαντικές εξελίξεις, ενώ αναμένονται και οι αντιδράσεις των δύο πλευρών μετά την απόφαση του Δικαστηρίου.