Μειώθηκε λόγω παραδοχής η ποινή σε πατέρα που κακοποίησε σεξουαλικά την κόρη του
06:59 - 06 Δεκεμβρίου 2020
Ως έκδηλα υπερβολική προσέβαλε την ποινή των επτά ετών που του επιβλήθηκε, πατέρας που καταδικάστηκε για την σεξουαλική κακοποίηση της δεκατριάχρονης κόρης του, ο οποίος κρίθηκε ένοχος σε δύο κατηγορίες, κατόπιν δικής του παραδοχής.
Προσφεύγοντας στο Ανώτατο, η συνήγορος υπεράσπισης του, Κυριακή Χατζησέργη, ανέφερε πως το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εκτίμησε δεόντως την παραδοχή του και πως δεν λήφθηκαν υπόψη οι συνέπειες της μακράς περιόδου φυλάκισης του, οι δυσμενείς επιπτώσεις στα δύο ανήλικα παιδιά του και ιδιαίτερα η κατάσταση με την ψυχολογία του. Από την πλευρά της, η συνήγορος της Κατηγορούσας Αρχής, Αλεξία Σιαπανή και Κωνσταντίνος Γερασίμου, υποστήριξαν την ορθότητα της ποινής, υποδεικνύοντας τις περιστάσεις υπό τις οποίες ο καταδικασθείς διέπραξε τα αδικήματα.
Τα γεγονότα έλαβαν χώρα τον Μαίο του 2018, όταν ο 42χρονος πατέρας, «εκμεταλλευόμενος τη θέση εμπιστοσύνης, εξουσίας και επιρροής», εισήλθε στο δωμάτιο της δεκατριάχρονης κόρης του και ενώ αυτή βρισκόταν ξαπλωμένη, άρχισε να την παρενοχλεί, με την ανήλικη να φωνάζει με σκοπό να τον απωθήσει. Ωστόσο, αυτός συνέχισε, ενώ στη συνέχεια την κακοποίησε σεξουαλικά.
Όπως αποδείχθηκε όμως στη συνέχεια, δεν ήταν η πρώτη φορά που ο 42χρονος πατέρας προέβη σε αποτρόπαιες πράξεις σε βάρος του ίδιου του, του παιδιού, αφού η δεκατριάχρονη ανέφερε πως το έπραξε ξανά, δύο μήνες νωρίτερα, όπου μάλιστα, όταν η ανήλικη αντιδρούσε, την χτύπησε στο πρόσωπο, με αποτέλεσμα να πέσει στο έδαφος και να τραυματιστεί στο κεφάλι.
Ο 42χρονος παραδέχθηκε ενώπιον του Κακουργιοδικείου τα αδικήματα που αντιμετώπιζε, γεγονός που δεν ανάγκασε την δεκατριάχρονη να ζήσει για δεύτερη φορά τον εφιάλτη, αφού δεν κατέθεσε ενώπιον Δικαστηρίου. Κάτι το οποίο, προσμέτρησε στην ποινή του, όπως ανέφερε το πρωτόδικο Δικαστήριο, ωστόσο το Ανώτατο θεώρησε πως δεν λήφθηκε στο βαθμό που έπρεπε υπόψη και ως εκ τούτου ανέτρεψε την ποινή του.
Όπως ανέφερε στην απόφαση του το Ανώτατο, ο καταδικασθείς παραδέχθηκε εξαρχής τις παράνομες πράξεις του, ενώ «η παραδοχή του είχε ως συνέπεια τη μη διεξαγωγή δίκης, η οποία θα έθετε την παραπονούμενη στη δεινή θέση να βιώσει ξανά τις περιστάσεις διάπραξης των υπό αναφορά αδικημάτων , με ενδεχόμενο τον περαιτέρω ψυχολογικό τραυματισμό της. Ο παράγοντας αυτός δεν φαίνεται να προσμέτρησε στον καθορισμό της ποινής, παρά μόνο φραστικά».
Ως εκ τούτου, το Ανώτατο, αφού παρέπεμψε σε παρόμοιες υποθέσεις και σε ποινές που επιβλήθηκαν, μείωσε την ποινή του 42χρονου, από επτά σε πέντε χρόνια.