«Το πρώτο μου ρεπορτάζ, η αεροπορική τραγωδία το '73... Μύριζε καμένη σάρκα»
06:45 - 18 Αυγούστου 2020
Η αεροπορική τραγωδία στον Πενταδάκτυλο
Ήταν Ιανουάριος του 1973, όταν ο κ. Σκορδής έκανε τα πρώτα του βήματα στο αστυνομικό ρεπορτάζ. Στις 29 εκείνου του μήνα, έμελλε να ζήσει την πιο φρικτή υπόθεση στην καριέρα του. Μια υπόθεση που τον σημάδεψε, αφού ήρθε αντιμέτωπος με αποκρουστικές εικόνες, που πρώτη φορά έβλεπε στη ζωή του.
«Ήταν το πρώτο μου επώνυμο ρεπορτάζ. Ήταν ένα ρωσικό Ιλιούσιν των Αιγυπτιακών Αερογραμμών με 37 νεκρούς, το οποίο έπεσε στις 29 Ιανουαρίου 1973. Κατάφερα μαζί με ένα συνάδελφο του “Φιλελευθέρου” να περάσουμε τον αστυνομικό κλοιό. Πήγαμε στη σκηνή της τραγωδίας. Δεν επέζησε κανένας. Το πιο άσχημο ήταν η καμένη σάρκα. Μύριζε όλο το βουνό καμένη σάρκα. Όσοι δεν πέθαναν από το αεροπορικό δυστύχημα κάηκαν ζωντανοί. Άλλοι στα δέντρα, σκορπισμένοι δεξιά κι αριστερά. Ήταν μια άσχημη εμπειρία που την θυμάμαι μέχρι σήμερα. Αντιλαμβάνεστε, το να είσαι πάνω από καμένα πτώματα, πριν καν τα μαζέψουν, πως είναι αυτή η εμπειρία».
Ακριβώς πέντε μήνες προηγουμένως, έζησε από κοντά τη φρικτή δολοφονία μιας 22χρονης εγκύου από το σύζυγό της και ακόμα ένα δράστη στο δρόμο Μύρτου-Μόρφου. Ένα έγκλημα που μέχρι και σήμερα στο άκουσμα του, σε καθηλώνει. Πόσο μάλλον για κάποιον που έπρεπε να το μεταφέρει στον κόσμο, όπως ο κ. Σκορδής.
«Ήταν μόλις είχα αρχίσει δουλειά. Ο σύζυγος ήθελε να ξεφορτωθεί την 22χρονη, γιατί βρήκε άλλη γυναίκα. Υπήρχαν διαφωνίες στα περιουσιακά. Αφού τη σκότωσε, συμφώνησε με ένα άλλο δράστη να σκηνοθετήσουν τη δολοφονία του μέσα στο δάσος. Προσποιήθηκε ότι του επιτέθηκαν μέσα στο δάσος, με ξύλα και λοιπά και η γυναίκα δολοφονήθηκε. Τελικά, ο συνεργός ομολόγησε. Η δίκη τους διεξήχθη στο Κακουργιοδικείο Κερύνειας, επί προεδρίας Γεώργιου Σταυρινάκη. Καταδικάστηκαν και οι δύο σε θάνατο δια απαγχονισμού. Ήταν η τελευταία καταδίκη σε θάνατο δια απαγχονισμού. Αργότερα, πήραν χάρη από τον Μακάριο και η ποινή τους μετατράπηκε σε ισόβια κάθειρξη».
Το αστυνομικό ρεπορτάζ μιας άλλης εποχής
Έζησε ανάμεσα σε άλλα, την τριπλή δολοφονία που διέπραξε ο μακροβιότερος ισοβίτης, Παναγιώτης Καυκαρής, το ξεκαθάρισμα των Αεροπόρων τη δεκαετία του ‘90, τρομοκρατικά κτυπήματα σε διάφορες περιόδους, ακόμα και τη δολοφονία του Αμερικανού Πρέσβη στη Λευκωσία. Έζησε, το φόνο του Δώρου Λοΐζου και την απόπειρα φόνου κατά του Βάσου Λυσσαρίδη. Χρόνια αργότερα, κάλυψε επίσης την υπόθεση Γιουρούκκη, την δράση του περιβόητου Αλ Καπόνε και πολλά άλλα…
«Εκείνη την εποχή βρίσκαμε εμείς τις ειδήσεις. Δεν έρχονταν οι ειδήσεις να μας βρουν. Τότε δεν υπήρχε η τηλεόραση και το διαδίκτυο. Ως αστυνομικός συντάκτης έπαιρνα το αυτοκίνητο μου το πρωί και έκανα επίσκεψη στο ΤΑΕ Λευκωσίας. Μετά στο ΤΑΕ Αρχηγείου, ακόμα και στην Πυροσβεστική κάποιες φορές. Μετά πηγαίναμε στο Δικαστήριο, για να ενημερωθούμε για τις υποθέσεις».
Έπρεπε να αποκτήσουν σχέσεις φιλίας, εμπιστοσύνης και εχεμύθειας με τους ανακριτές, οι οποίοι ήταν πολύ λιγότεροι σε σχέση με σήμερα και σίγουρα πιο επιφυλακτικοί σε ποιον μιλούσαν και τι του έλεγαν.
«Δεν ήταν απώτερος σκοπός να μας ενημερώσουν, αλλά να χτίσουμε τις διαπροσωπικές μας σχέσεις. Στη συνέχεια, φέρναμε στη συζήτηση τα τρέχοντα θέματα για την Αστυνομία και ενημερωνόμασταν για τις σοβαρές υποθέσεις. Έπρεπε να ψάξουμε όμως και πίσω απ’ αυτά που μας έλεγαν, να διασταυρώσουμε μια είδηση».
Από τη δολοφονία του Σεμπάι στην έκρηξη στον Πεδιαίο
Ο κ. Σκορδής, άρχισε να αποκτά εμπειρία και υπόσταση στο αστυνομικό ρεπορτάζ. Με αυτή του την εμπειρία, κλήθηκε να καλύψει άλλη μια υπόθεση, που μέχρι σήμερα χαρακτηρίζεται πρωτοφανής για την Κύπρο. Ήταν 18 Φεβρουαρίου, 1978. Η μέρα που σε ξενοδοχείο της Λευκωσίας, έπεσε νεκρός κατά τη διάρκεια συνεδρίου, ο γραμματέας της Αφροασιατικής Αλληλεγγύης Γιουσέφ Ελ Σεμπάι.
«Εκείνη τη μέρα, γινόταν στο Χίλτον ένα συνέδριο της Αφροασιατικής Αλληλεγγύης. Μπήκαν δύο ένοπλοι Παλαιστίνιοι μέσα, οι οποίοι δολοφόνησαν τον Γιούσεφ Ελ Σεμπάι, γραμματέα της Αλληλεγγύης. Μετά πήραν αρκετούς όμηρους, ανάμεσα στους οποίους ο Βάσος Λυσσαρίδης, ο τότε Υπουργός Εσωτερικών Χριστόδουλος Βενιαμίν και αρκετοί άλλοι. Αφού τους πήραν στο αεροδρόμιο πήραν αεροπλάνο να πάνε στο Τζιμπουτί. Δεν τους άφησαν να προσγειωθούν και επέστρεψαν στη Λάρνακα. Μετά ήρθε ένα αεροπλάνο με Αιγύπτιους κομάντος να τους απελευθερώσουν και τελικά είχαμε δεκαεπτά νεκρούς και 24 τραυματίες. Δύο τρομοκράτες πήγαν σε δίκη και καταδικάστηκαν σε θάνατο, ενώ στη συνέχεια ο Μακάριος τους έδωσε χάρη και αποφυλακίστηκαν».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Το μακελειό στο Hilton της Λευκωσίας - Έστησαν ενέδρα θανάτου και πήραν 49 όμηρους
Δέκα χρόνια αργότερα και πιο συγκεκριμένα στις 11 Μαΐου 1988, κάλυψε την τρομοκρατική επίθεση στην γέφυρα του Πεδιαίου.
«Θυμάμαι ότι είχα πάει από τους πρώτους στη γέφυρα. Έμοιαζε η γέφυρα με βομβαρδισμένο τοπίο. Αυτοκίνητα διαλυμένα σε μεγάλη απόσταση. Ήταν δύο Άραβες που ήθελαν να ανατινάξουν την πρεσβεία του Ισραήλ. Τους απώθησαν οι φύλακες, έγινε ένας λανθασμένος συντονισμός και είχαμε δύο νεκρούς και 18 τραυματίες. Τελικά συνέλαβαν δύο πρόσωπα και παρακολουθούσα τη δίκη τους ανελλιπώς».
Σε όλα αυτά τα χρόνια, ο κ. Σκορδής, πέραν από το αστυνομικό ρεπορτάζ, ασχολήθηκε και με το δικαστηριακό. Ένα ρεπορτάζ, εξίσου επικίνδυνο, αφού έρχεσαι αντιμέτωπος με εγκληματίες. Οι απειλές στα Δικαστήρια έδιναν και έπαιρναν. Ήταν μέρος της δουλειάς του δημοσιογράφου. Έπρεπε να ζήσει με αυτές.
Όπως σε όλες τις δουλειές υπάρχουν αντιζηλίες, έτσι και στη δημοσιογραφία. Ειδικά σε μεγάλες υποθέσεις, που ο καθένας θέλει να έχει το κάτι παραπάνω από τον άλλο.
«Εκείνο που συνέβαινε δεν ήταν κόντρα υπό την κακή έννοια, αλλά ένας ανταγωνισμός για να εξασφαλίσεις περισσότερες πληροφορίες κουβεντιάζοντας με έναν αστυνομικό. Σε κάποιες περιπτώσεις υπήρχαν συνάδελφοι, μεμονωμένοι, που προσπαθούσαν να σε ξεγελάσουν. Θυμάμαι μια περίπτωση, που περιμέναμε στο Δικαστήριο για μια σοβαρότατη υπόθεση. Τότε, ένας δημοσιογράφος μας είπε φύγαμε και δεν θα τον φέρουν τον ύποπτο. Είχε ουσιαστικά σκοπό να μας ξεγελάσει για να επιστρέψει και να καλύψει την είδηση κατά αποκλειστικότητα.
Την ίδια ώρα, πολύ σημαντικές στη συγκεκριμένη δουλειά είναι και οι πηγές, οι οποίες θα σε ενημερώσουν ανά πάσα στιγμή για κάτι που συμβαίνει.
Επειδή τα χρόνια πέρασαν και οι πηγές του δεν είναι πλέον στα πόστα τους, ο κ. Σκορδής εξήγησε ότι το σημαντικότερο ήταν να έχεις άτομα σε σημεία κλειδιά.
«Τότε, οι πηγές μας ήταν βασικοί τηλεφωνητές σε διάφορες υπηρεσίες, όπως στα Νοσοκομεία, στην Πυροσβεστική, στα ΤΑΕ. Επίσης ήταν κάποιοι οδηγοί αξιωματούχων, οι οποίοι ήξεραν τους χώρους που θα πήγαινε ο Υπουργός ή ο Αρχηγός Αστυνομίας. Επίσης στο Δικαστήριο είχαμε φιλίες με τους πρωτοκολλητές και τους κλητήρες. Μας ενημέρωναν για τις υποθέσεις. Είχαμε ακόμα αναπτύξει σχέσεις και με τους Δικαστές. Πηγαίναμε στα γραφεία των δικαστών και μας ενημέρωναν για υποθέσεις που εξέδιδαν αποφάσεις. Μπορεί να μας έλεγε ο Δικαστής ότι επιδίκασε την τάδε ή την τάδε υπόθεση. Και οι δικηγόροι το ίδιο. Μας έβρισκαν στο καφενείο του Δικαστηρίου και μας έδιναν τις αποφάσεις οι δικηγόροι».
Παρά τα δύσκολα ωράρια, τις σκληρές συνθήκες, τις τραγικές υποθέσεις που κάλυψε, ακόμα και τις απειλές που δέχθηκε σε αυτά τα τριάντα χρόνια που διετέλεσε αστυνομικός συντάκτης, ο κ. Σκορδής δεν σκέφτηκε λεπτό να τα παρατήσει και να ασχοληθεί με κάποιο άλλο επάγγελμα.
«Όταν ασχολείσαι με το αστυνομικό και το δικαστηριακό ρεπορτάζ, πρέπει να έχεις ζήλο και μεράκι. Πρέπει να έχεις το “σκουλούτζι” της δημοσιογραφίας, όπως το λέμε. Εμένα αυτό μου άρεσε, δεν με τρόμαζε ότι έπρεπε να τρέξω ή να ξημερωθώ. Σε μια περίπτωση από τις πολλές, κλείσαμε την εφημερίδα και πηγαίναμε προς τα σπίτια μας. Ενώ πηγαίναμε στο σπίτι μας, έπαιξε μια βόμβα που έβαλε η ΕΟΚΑ Β. Επιστρέψαμε πίσω και γράψαμε την είδηση την τελευταία στιγμή, με γράμματα στο χέρι. Οπότε αυτό το ρεπορτάζ με τραβούσε και δεν σκέφτηκα ποτέ να το αφήσω και να κάνω κάτι άλλο».
Φυσικά, σημαντική ήταν και η στήριξη της οικογένειας του…
«Η σύζυγος μου, η οποία εργαζόταν σε εφημερίδες και μετά σε περιοδικό, έδειχνε κατανόηση. Αν πήγαινα σπίτι ακόμα και η ώρα τρεις το πρωί, ήξερε ότι κάτι συνέβη και έπρεπε να το καλύψω. Θέλω να τονίσω επίσης, ότι μας βοηθούσαν αρκετά οι παλιοί δημοσιογράφοι. Μας στρατολογούσαν. Εγώ ως νεαρός που δεν ήθελα να χάσω είδηση, σε κάποια στιγμή άρχισαν οι παλιοί να μου ζητούν να τους ενημερώνω. Υπήρχε συνεργασία».
Σήμερα, η δημοσιογραφία έχει εκσυγχρονιστεί. Τα μέσα που διαθέτουν οι λειτουργοί των μέσων ενημέρωσης μπορούν να προσφέρουν πολλά εργαλεία, που δεν είχαν οι παλαιότεροι δημοσιογράφοι. Αυτές οι ευκολίες, αναπόφευκτα άλλαξαν το ίδιο το επάγγελμα.
Ο κ. Σκορδής, είναι ένας άνθρωπος, που το έχει ως αρχή του, να παίρνει από το χέρι τους νέους συναδέλφους του και να τους δείχνει το δρόμο, ως προς τον τρόπο που πρέπει να ασκούν το επάγγελμα.