Οδοστρωτήρας οι βελγικές Αρχές, μπαλώματα οι κυπριακές για τα σκάνδαλα διαφθοράς
06:40 - 18 Δεκεμβρίου 2022
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τη μια οι παρακολουθήσεις, την άλλη το σκάνδαλο των ρύπων της Volkswagen, την επομένη το QatarGate και στην Κύπρο, τη μια η Δρομολαξιά, την επομένη ο Ρίκκος και μετά τα διαβατήρια, ο Συλλούρης, ο Γιαννάκης, το μαύρο βαν, ο Κατσουνωτός. Από όλα αυτά, διαπιστώνει κανείς πως τα σκάνδαλα είναι πλέον ένα καθημερινό φαινόμενο σε όλο τον πλανήτη.
Λίγο η βοήθεια της τεχνολογίας, λίγο η τάση για ελεύθερη πρόσβαση στην πληροφορία και πολύ περισσότερο οι δικλείδες ασφαλείας που υιοθετήθηκαν για πάταξη της διαφθοράς, δημιούργησαν ένα ρεύμα αποκαλύψεων, ειδικά την τελευταία δεκαετία, τόσο σε τοπικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η ύπαρξη σκανδάλων και γενικότερα τα θέματα διαφθοράς, βρίσκονται στην πρώτη γραμμή και της προεκλογικής, με όλους ανεξαιρέτως τους υποψηφίους να υπόσχονται λίγο πολύ πάταξη της.
Άλλωστε, σημαντικά βήματα για πάταξη της έγιναν και από την απερχόμενη Κυβέρνηση, η οποία παρουσίασε την Εθνική Στρατηγική κατά της διαφθοράς, η οποία εν μέρει υλοποιήθηκε με τη ψήφιση από τη Βουλή των Νόμων για προστασία των πληροφοριοδοτών και την δημιουργία του θεσμού της Αρχής κατά της Διαφθοράς. Το ερώτημα όμως που προκύπτει, είναι αν αυτά που έγιναν μέχρι σήμερα ή αν όσα υπόσχονται οι υποψήφιοι για την Προεδρία, είναι αρκετά για να λύσουν τα προβλήματα.
Οι πολίτες από την πλευρά τους, οι οποίοι στις δημοσκοπήσεις αναδεικνύουν ως ένα από τα πιο σημαντικά ζητήματα που απασχολούν την κοινωνία το θέμα της διαφθοράς, ψάχνουν να δουν ποιος από τους υποψήφιους θα κάνει τη διαφορά. Η πραγματικότητα πάντως είναι πως όλα όσα ακούγονται στη δημόσια σφαίρα, δεν συμβάλουν και δεν διασφαλίζουν την πάταξη τέτοιων φαινομένων, αφού οι περισσότεροι εκ των υποψηφίων αναλώνονται σε παρελθοντολογία, τονίζοντας σκάνδαλα στα οποία εμπλέκονται πολιτικοί τους αντίπαλοι και υποβαθμίζουν ή δεν αναφέρονται καθόλου σε σκάνδαλα, που είτε ήταν μπλεγμένο το δικό τους όνομα, είτε αφορούν πολιτικούς φορείς που τους στηρίζουν προεκλογικά.
Αυτό είναι το πλέον απαισιόδοξο για όσους θεωρούν πως μετά τις επικείμενες Προεδρικές Εκλογές κάτι θα αλλάξει και θα γίνουν περαιτέρω βήματα για πάταξη τέτοιων φαινομένων. Πόσω δε μάλλον όταν στην εξίσωση μπαίνει ως μέτρο σύγκρισης ο τρόπος με τον οποίο προσεγγίζονται, ερευνώνται και τυγχάνουν μεταχείρισης τα σκάνδαλα διαφθοράς σε προηγμένες χώρες του εξωτερικού, σε σχέση με τον τρόπο που οι κυπριακές Αρχές λειτουργούν.
Το τελευταίο παράδειγμα με την υπόθεση της ευρωβουλευτού του ΠΑΣΟΚ, Εύας Καϊλή, για το QatarGate, όπως επικράτησε να περιγράφεται το σκάνδαλο με την προσπάθεια του κράτους της Μέσης Ανατολής να εξασφαλίσει ευνοϊκή μεταχείριση από τις Βρυξέλλες, ξεσήκωσε ωστόσο στο εσωτερικό της Κύπρου, μια συζήτηση για τον τρόπο που αντέδρασαν οι αρχές του Βελγίου, σε σχέση με τον τρόπο που σε μια σειρά σκανδάλων αντέδρασαν ή... δεν αντέδρασαν, οι κυπριακές Αρχές.
Σίγουρα θα ήταν πολυτέλεια, αν στην Κύπρο, γινόταν μια τεράστια επιχείρηση έρευνας για υποθέσεις διαφθοράς, με τη συνεργασία της Αστυνομίας και ενός Εισαγγελέα. Ακόμα μεγαλύτερη πολυτέλεια θα ήταν αν η εν λόγω έρευνα παρέμενε μυστική και δεν ενημερώνονταν από πριν οι εμπλεκόμενοι. Αυτό συνέβη στην υπόθεση της έκπτωτης αντιπροέδρου του Ευρωκοινοβουλίου. Μια τεράστια επιχείρηση, η οποία έτρεχε εδώ και κάποιες ημέρες, παρέμεινε απολύτως μυστική και αφού υπήρξε σιγουριά για το τι πραγματικά συνέβαινε, ξεκίνησε μια αξιοθαύμαστη για κάθε διωκτική αρχή που θέλει να σέβεται τον εαυτό της, που κορυφώθηκε με τη σύλληψη των εμπλεκομένων και την κατάσχεση των τεράστιων χρηματικών ποσών.
Ακόμα πιο αξιοθαύμαστη ήταν η συνέχεια. Η Εισαγγελία του Βελγίου στο πι και φι διέταξε το πάγωμα λογαριασμών, την κατάσχεση κινητών και ηλεκτρονικών υπολογιστών, το σφράγισμα γραφείων, την έρευνα υποστατικών με τους εμπλεκόμενους να είναι πλέον ανήμποροι να αντιδράσουν, έστω να προσπαθήσουν να καλύψουν τα ίχνη τους. Όλα έγιναν εντός λίγων ωρών και πλέον τα πράματα έχουν πάρει το δρόμο τους. Ακόμα κι αν καθυστερήσει η εκδίκαση της υπόθεσης στο Δικαστήριο, τα τεκμήρια, τα στοιχεία και όλα γενικά όσα εντοπίστηκαν τις τελευταίες ημέρες, θα αποτελέσουν μέρος της δικογραφίας.
Το ερώτημα που δικαιολογημένα απασχολεί την κοινή γνώμη εντός Κύπρου, είναι τι από όλα αυτά θα είχε συμβεί εάν στη θέση του Βέλγου Εισαγγελία και της βελγικής αστυνομίας ήταν οι αντίστοιχες τοπικές αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το σίγουρο είναι πως από τη στιγμή που το θέμα θα έβλεπε το φως της δημοσιότητας, η πρώτη αντίδραση και από τη Νομική Υπηρεσία και από την Αστυνομία, θα ήταν η… διερεύνηση της υπόθεσης. Ατάκες όπως, «η Αστυνομία βρίσκεται στο στάδιο της συλλογής του μαρτυρικού υλικού», ή «η υπόθεση τυγχάνει έρευνας» και λίγο αργότερα από τη Νομική Υπηρεσία οι αντίστοιχες ατάκες πως, «πρόκειται για μια περίπλοκη υπόθεση που μελετάται» ή «πως ο φάκελος δεν έχει διαβιβαστεί ολοκληρωμένος στη Νομική Υπηρεσία και θα χρειαστεί χρόνος για να συμπληρωθεί και να μελετηθεί», θα ήταν αυτές που θα γέμιζαν τους τίτλους και τα κείμενα των μέσων μαζικής ενημέρωσης.
Κι ενώ το νομικό πλαίσιο σε Κύπρο και Βέλγιο δεν είναι και τόσο διαφορετικό και λίγο πολύ ότι ισχύει στην πρωτεύουσα των ευρωπαϊκών θεσμών, ισχύει και στη Λευκωσία, ούτε συλλήψεις, ούτε κατασχέσεις, ούτε σφράγισμα γραφείων θα είχαμε από τις πρώτες ώρες. Εξάλλου, είναι κάτι που σε ανάλογες περιπτώσεις στο παρελθόν, δεν συνέβη, συνεπώς κανείς σήμερα δεν μπορεί να ισχυριστεί πως και στην Κύπρο οι αρχές θα αντιδρούσαν ανάλογα.
Αντίθετα σε ανάλογες περιπτώσεις, όπου παρακολουθήσαμε εμβρόντητοι θεσμικούς παράγοντες να εμπλέκονται σε υποθέσεις που μύριζαν διαφορά, χρειάστηκε να περάσουν εβδομάδες για να εκδοθούν εντάλματα έρευνας. Ούτε λόγος για συλλήψεις, έτσι ώστε να μην μπορούν οι εμπλεκόμενοι να καλύψουν τα νώτα τους, ούτε για κατασχέσεις κινητών και υπολογιστών, ούτε βέβαια για σφράγισμα γραφείων.
Ακόμα και σε άλλες πιο ασήμαντες αλλά εξόχως εξόφθαλμες περιπτώσεις, οι Αρχές σε όλα τα επίπεδα, κινήθηκαν δυσκοίλια, με βαριά καρδιά και με ρυθμούς πιο αργούς και από της χελώνας. Το ακόμα πιο τραγικό, είναι πως σε περιπτώσεις που υπήρχαν υπόνοιες για ξέπλυμα μαύρου χρήματος και διαφθοράς, οι οποίες καταγγέλθηκαν δημόσια με τον πιο επίσημο τρόπο, αντί να διωχθούν οι εμπλεκόμενοι, διώχθηκαν οι καταγγελλόμενοι, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα, άνθρωποι που γνώριζαν και ήθελαν να καταγγείλουν διαφθορά, να κάνουν δεύτερες σκέψεις, έτσι ώστε να μη χάσουν τη δουλειά τους και να έχουν αντίποινα από το σύστημα. Λειτούργησαν δηλαδή παραδειγματικά και για άλλους, με ξεκάθαρη την ευθύνη των ίδιων των θεσμών και των Αρχών.
Μπορεί η Εθνική Στρατηγική κατά της διαφθοράς που υιοθετήθηκε με τη ψήφιση των τριών σχετικών Νομοσχεδίων για την Αρχή κατά της Διαφθοράς, την προστασία των πληροφοριοδοτών και τον έλεγχο του λόμπινγκ να συμβάλουν στην πάταξη τέτοιων φαινομένων; Η απάντηση είναι όχι. Κι αυτό διότι, η ιστορία έχει αποδείξει πως το πρόβλημα της διαφθοράς στην Κύπρο, ακόμα και πριν τη ψήφιση των συγκεκριμένων Νόμων, δεν γιγαντώθηκε επειδή δεν υπήρχαν Νόμοι. Γιγαντώθηκε διότι οι άνθρωποι που κλήθηκαν να διερευνήσουν ή να ενεργήσουν για τις συγκεκριμένες υποθέσεις, δεν έπραξαν τα δέοντα.
Αναμφίβολα τα τρία συγκεκριμένα Νομοσχέδια θα συμβάλουν, δεν θα επιλύσουν οριστικά το πρόβλημα της διαφθοράς, ωστόσο αυτό που απομένει είναι η επίδειξη πραγματικής διάθεσης από όλους τους εμπλεκομένους για κάτι τέτοιο. Πράγμα που κακά τα ψέματα μέχρι σήμερα δεν υπήρξε κατ΄ ουδένα τρόπο σε καμία από τις σοβαρές υποθέσεις διαφθοράς που καταγγέλθηκαν, ειδικά τα τελευταία δύο χρόνια.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
- Και επίσημα καθαιρέθηκε από την αντιπροεδρία της Ευρωβουλής η Εύα Καϊλή
- Πολιτική αναταραχή για το Qatar Gate-Η κρίσιμη απόφαση για την Εύα Καϊλή
- Οι ποινές που αντιμετωπίζουν όσοι εμπλέκονται στο σκάνδαλο διαφθοράς Qatar Gate