Αδήριτη ανάγκη η θεσμοθέτηση του bullying-Τα κενά και οι προβληματισμοί
06:22 - 22 Σεπτεμβρίου 2022
Στα βαθιά άρχισε να μπαίνει η συζήτηση για ποινικοποίηση του εκφοβισμού, με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς να καλούνται εκ νέου να τοποθετηθούν ενώπιον της Επιτροπής Νομικών για το συγκεκριμένο θέμα, ενώ την ίδια ώρα έχει ανοίξει και η συζήτηση για το θέμα της ποινικοποίησης του σχολικού εκφοβισμού, μία πρόταση νόμου που έχει ετοιμάσει η Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων.
Βουλευτές, νομικοί και εκπρόσωποι των Υπουργείων και των δημόσιων υπηρεσιών αντάλλαξαν απόψεις, ωστόσο πριν αρχίσουν οι τοποθετήσεις, οι δύο εισηγητές των προτάσεων νόμου, Ανδρέας Πασιουρτίδης και Αννίτα Δημητρίου, ανακοίνωσαν ότι οι δύο προτάσεις θα συζευχτούν και θα γίνουν μία. Κοινό σημείο προβληματισμού για όλους τους εμπλεκόμενους φαίνεται να είναι το θέμα του διαδικτυακού εκφοβισμού, το οποίο δεν διευκρινιζόταν στις προτάσεις που έχουν κατατεθεί.
Το χορό των τοποθετήσεων άνοιξε ο πρόεδρος της Επιτροπής Νομικών και βουλευτής του Δημοκρατικού Συναγερμού, Νίκος Τορναρίτης, ο οποίος υπέδειξε πως εξετάζεται ένα θέμα που παίρνει διαστάσεις παγκοσμίως και πρέπει να θεσμοθετηθεί, ώστε να προστατευτούν αθώα άτομα που βρίσκονται σε δυσμενή θέση, επειδή κάποιοι άλλοι τους μεταχειρίζονται με εκφοβιστικό τρόπο.
Στη συνέχεια το λόγο πήρε η Πρόεδρος της Βουλής, Αννίτα Δημητρίου και εισηγήτρια της μίας εκ των δύο προτάσεων νόμου, αναφέροντας πως και η δική της εισήγηση και η εισήγηση του κ. Πασιουρτίδη είναι στον ίδιο παρονομαστή. Πρόσθεσε πως πρέπει να αντιμετωπιστεί ένα κοινωνικό φαινόμενο, που παίρνει διαστάσεις, αφού αφορά παιδιά. «Θεωρούμε αναγκαία την ποινικοποίηση, επειδή πρέπει να ληφθούν κατασταλτικά μέτρα. Προχωρήσαμε σε μία σύζευξη των δύο προτάσεων και είναι ένα θέμα που που πρέπει να δούμε επισταμένα και να δούμε πώς το αντιμετωπίζουμε».
Η κα. Δημητρίου πρόσθεσε πως το Κοινοβούλιο πρέπει να βγει μπροστά, για να ληφθούν μέτρα που να αντιμετωπίζεται το θέμα. Αναφερόμενη στην πρόταση νόμου, σημείωσε πως ξεκαθαρίζεται ότι αφορά στην κατ’ εξακολούθηση εκφοβιστική και κακοποιητική συμπεριφορά, ενώ αναφέρεται ότι δεν είναι δόκιμοι οι όροι θύμα/θύτης, αφού αφορούν παιδιά. Πρόσθεσε πως είναι αδήριτη ανάγκη να αντιμετωπιστεί το συγκεκριμένο θέμα με ποινικοποίηση, αφού είναι μία μορφή βίας. Σε άλλους τομείς, όπως είναι ο αθλητισμός έχει θεσπιστεί.
Η Πρόεδρος της Βουλής παρουσιάστηκε και ενοχλημένη με το Υπουργείο Παιδείας, αφού όπως ανέφερε υπάρχει νόμος για την ενδοσχολική βία, που δεν προνοεί ποινικοποίηση αλλά άλλους μηχανισμούς, ωστόσο φαίνεται ότι δεν έχουν εφαρμοστεί σωστά, ενώ δεν έχουν τεθεί σε εφαρμογή ούτε άλλοι κανονισμοί που έχουν ψηφιστεί, κάτι που χαρακτήρισε απαράδεκτο.
«Προτείνουμε την λήψη κατασταλτικών μέτρων για αντιμετώπιση του θέματος του εκφοβισμού. Σκοπός μας δεν είναι η ποινή, αλλά τις προωθούμε για να δώσουμε έμφαση. Ο σχολικός εκφοβισμός έχει ποινικοποιηθεί και στην Ελλάδα και θα πρέπει να προχωρήσει και το Κοινοβούλιο της Κυπριακής Δημοκρατίας».
Παίρνοντας το λόγο ο εισηγητής της δεύτερης πρότασης νόμου και βουλευτής του ΑΚΕΛ, Ανδρέας Πασιουρτίδης, τόνισε πως υπάρχει τεράστιο κενό στους ήδη υπάρχοντες νόμους, για το θέμα της βίας, αφού δεν υπάρχει το αδίκημα του εκφοβισμού. Πρόσθεσε πως δύο νομοθεσίες, αυτού του ΚΟΑ για τη βία στον αθλητισμό και της ενδοσχολικής βίας, εξαντλούνται μόνο σε προληπτικά μέτρα, ενώ άφησε αιχμές και κατά του Υπουργείου Παιδείας, τονίζοντας πως στα σχολεία κάπου πάσχει η επιβολή της νομοθεσίας.
«Η δική μας πρόταση είναι η ευρύτερη έννοια ποινικοποίησης του εκφοβισμού σε όλους τους τομείς. Ο σχολικός εκφοβισμός είναι πιο ευαίσθητο θέμα, επειδή αφορά παιδιά. Βλέποντας και την πρόταση της Προέδρου της Βουλής, θεωρώ ότι πρέπει να συζητήσουμε και να εξετάσουμε το ενδεχόμενο ειδικής νομοθεσίας. Σε όλη την κοινωνία υπάρχει το φαινόμενο. Από εκεί και πέρα πιστεύω ότι οι διάφορες εισηγήσεις είναι πολύ βοηθητικές και πρέπει να το δούμε και να σκεφτείτε τι πρέπει να γίνει».
Προβληματισμένοι Ευσταθίου και Λεωνίδου
Την ίδια ώρα, δύο μέλη της Επιτροπής Νομικών παρουσιάστηκαν προβληματισμένοι. Συγκεκριμένα οι βουλευτές της ΕΔΕΚ και του ΔΗΚΟ, Κωστής Ευσταθίου και Πανίκος Λεωνίδου, ανέφεραν ότι είναι προβληματισμένοι ως προς την προώθηση της ποινικοποίησης του σχολικού εκφοβισμού, αφού πρόκειται για παιδιά και πρέπει να απασχολήσει όλους το γεγονός ότι δεν πρέπει να υπάρχουν οι ίδιες απαιτήσεις από τους ανήλικους και τους ενήλικες. Μάλιστα, ο κ. Ευσταθίου τόνισε πως πρέπει να υπάρχει επιείκεια για τα παιδιά και να μην αντιμετωπίζονται ως ενήλικες.
Οι απόψεις των Υπουργείων
Τη συνεδρία παρακολούθησαν και εκπρόσωποι των Υπουργείων, αλλά και της Νομικής Υπηρεσίας. Το λόγο πρώτος πήρε ο εκπρόσωπος του καθ’ ύλη αρμόδιου Υπουργείου, του Δικαιοσύνης, Σπύρος Γιαλλουρίδης, ο οποίος σημείωσε πως είναι θετικοί και για τις δύο προτάσεις, τονίζοντας πως πρέπει να ληφθεί σημαντικά υπόψη το γεγονός πως όταν νομοθετούνται ποινικά αδικήματα, το πρώτο που πρέπει να τεθεί υπό μελέτη είναι πώς τεκμηριώνεται. Πρόσθεσε πως πρέπει να υπάρχουν προϋποθέσεις για τη διαδικασία που θα ακολουθηθεί και θα υποστεί το παιδί, πριν καταλήξει, αν χρειαστεί, στο Δικαστήριο μία υπόθεση. Ο κ. Γιαλλουρίδης ήταν ο πρώτος από όλους τους προσκεκλειμένους που αναφέρθηκε στο θέμα του εκφοβισμού μέσω διαδικτύου, τονίζοντας πως μέσα από τα στοιχεία που έχουν λάβει από την Αστυνομία, τα περιστατικά είναι αυξημένα.
«Θέλουμε να ληφθεί υπόψη στην πρόταση ο διαδικτυακός εκφοβισμός, για να μπορούν πλέον να καταχωρούνται υποθέσεις και εισηγούμαστε να βελτιωθεί η έννοια του διαδικτυακού εκφοβισμού, με την εισαγωγή ενός καθολικού εκφοβισμού».
Συνεχίζοντας, υπέδειξε πως υπάρχει ανάγκη να υπάρχει πρόθεση ότι το αδίκημα του εκφοβισμού γίνεται συστηματικά και επαναλαμβανόμενα κάποιες εκφοβιστικές συμπεριφορές, ώστε να αποδεικνύεται εύκολα. Πρόσθεσε πως στις προτάσεις θα μπορούσαν να συμπεριληφθούν και επιβαρυντικές περιστάσεις, όπως η εθνικότητα, ο σεξουαλικός προσανατολισμός και το φύλο.
Από πλευράς της, η εκπρόσωπος της Νομικής Υπηρεσίας, Λίνα Χατζηαθανασίου, σημείωσε πως τους βρίσκει σύμφωνους η σύζευξη των δύο προτάσεων, ενώ έθεσε κάποιους προβληματισμούς, όπως για παράδειγμα το θέμα της συστηματικότητας, των επιβαρυντικών περιστάσεων και τη παρενόχληση μέσω διαδικτύου. Σημείωσε πως αυτά προνοούνται στο νόμο για παρενοχλητική παρακολούθηση (stalking), σημειώνοντας πως υπάρχουν παραδείγματα για κάλυψη μίας συμπεριφοράς, που υπάρχει σε άλλο νομοθέτημα.
«Είναι ένας πρώτος βασικός προβληματισμός. Από πλευράς μας θα συμβάλουμε προς την κατεύθυνση και την υποστήριξη, δεν θα πρέπει να χαθούμε σε αόριστες ποινικοποιήσεις συμπεριφορών. Είμαστε θετικοί και είμαστε εδώ να ακούσουμε όλες τις απόψεις και να τοποθετηθούμε στην πορεία».
Ο κ. Πασιουρτίδης, σε αυτό το σημείο, έθεσε ένα ερώτημα στην κα. Χατζηαθανασίου, αν η Νομική Υπηρεσία αναγνωρίζει ότι υπάρχει κενό στις ισχύουσες νομοθεσίες, όσον αφορά στον εκφοβισμό, με την εκπρόσωπο της Νομικής Υπηρεσίας να αναφέρει πως δεν θα απαντούσε αυτή τη στιγμή, όχι επειδή φοβάται να απαντήσει, αλλά επειδή πρέπει να μελετηθούν οι νομοθεσίες. «Αναγνωρίζουμε ότι υπάρχει εκφοβισμός, απλώς αυτό που λέμε είναι ποια είναι η υπάρχουσα νομοθεσία και τι κενό μένει με την εφαρμογή της νομοθεσίας».
Η αναφορά της κας. Χατζηαθανασίου ότι υπάρχουν άλλες νομοθεσίες, που ενδεχομένως να καλύπτουν πρόνοιες που υπάρχουν στις προτάσεις νόμου, προκάλεσε κάποιες σκέψεις στην κα. Δημητρίου, η οποία σημείωσε πως θα μπορούσε να τεθεί υπό μελέτη το ενδεχόμενο να μπει το θέμα του εκφοβισμού ως ιδιώνυμο αδίκημα, σε ήδη υπάρχων νόμο, όπως έγινε με το αδίκημα της γυναικοκτονίας, που συμπεριλήφθηκε στο νόμο της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης.
Στη συνέχεια, το λόγο πήρε η εκπρόσωπος του Υπουργείου Παιδείας, Έλενα Χατζηπαππού, η οποία σημίωσε πως το θέμα του σχολικού εκφοβισμού είναι σύνθετο φαινόμενο και δεν είναι μόνο στο σχολικό χώρο, αλλά έχει διάφορες μορφές. Πρόσθεσε πως πολλές φορές είναι ορατός, ενώ άλλες φορές όχι, ενώ σημείωσε πως χαιρετίζουν την προσπάθεια που γίνεται. Παράλληλα, αναφέρθηκε και σε κάποιους προβληματισμούς που υπάρχουν, τονίζοντας πως αυτό που προκαλεί ερωτήματα είναι ότι στο επίκεντρο μπαίνουν μόνο τα παιδιά και οποιεσδήποτε ποινές αφορούν τα παιδιά και αυτό τους αφήνει το αίσθημα ότι αφαιρείται οποιαδήποτε ευθύνη από τους ενήλικες. Πρόσθεσε, δε, ότι γίνεται έμφαση στην ποινικοποίηση και όχι στην προσέγγιση στην πρόληψη.
Στη συνέχεια το λόγο πήρε η κα. Χριστίνα Ιωάννου, επίσης εκπρόσωπος του Υπουργείου Παιδείας, η οποία τόνισε πως υπάρχουν πολλά περιστατικά στα σχολεία και ένα άλλο σημείο που προκάλεσε προβληματισμό είναι αυτό που αφορά στους μαθητές θεατές, τονίζοντας πως είναι γνωστό ότι αρκετές φορές όταν κάποιος έρχεται αντιμέτωπος με ένα βίο περιστατικό, είναι αδύνατο να αντιδράσει. Και η κα. Ιωάννου έκανε λόγο για τον διαδικτυακό εκφοβισμό, ενώ εξέφρασε την αντίθεσή τους ως προς την θέσπιση ειδικής νομοθεσίας, για το θέμα του σχολικού εκφοβισμού.
Εκπροσωπώντας το Υφυπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας, η Κατερίνα Κληρίδου τόνισε πως είναι επίσης θετικοί ως προς την ανάγκη λήψης κατασταλτικών μέτρων αντιμετώπισης του φαινομένου, ωστόσο αυτό που τους προβληματίζει είναι το γεγονός ότι πολλές νομοθεσίες που ψηφίζονται, δεν μπορούν να εφαρμοστούν από τις δημόσιες υπηρεσίες.
Στη συνεδρία υπήρξαν εκπρόσωποι και των Επιτρόπων Διοικήσεως και Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, οι οποίοι εξέφρασαν τη θετική άποψη των δύο Επιτρόπων για την προώθηση της εν λόγω νομοθεσίας.
Η τοποθέτηση της Αστυνομίας
Εκπροσωπώντας την Αστυνομία, ο Ανώτερος Υπαστυνόμος, βοηθός διευθυντής του Τμήματος Καταπολέμησης Εγκλήματος - Υποδιεύθυνση Ηλεκτρονικού Εγκλήματος Ανδρέας Αναστασιάδης σημείωσε πως ως Αστυνομία είναι θετική για θέσπιση κάποιου νομικού πλαισίου για το θέμα, ενώ ξεκαθάρισε πως σκοπός δεν είναι οι διώξεις, αλλά να αντιμετωπιστούν οι συμπεριφορές. Αναφερόμενος στο διαδικτυακό εκφοβισμό, σημείωσε πως καθημερινά δέχονται καταγγελίες για παιδιά που δημιουργούν ομάδες στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, για να χλευάζουν άλλα παιδιά.
«Λείπει ένα νομικό πλαίσιο για να μπορεί η Αστυνομία να αντιμετωπίσει αυτό το φαινόμενο. Είναι ένα φαινόμενο που μας απασχολεί. Η ηλικία των προσώπων που προβαίνουν σε διαδικτυακό εκφοβισμό, χαμηλώνει συνεχώς, σε ανησυχητική τάση».
Ο κ. Αναστασιάδης υπέδειξε πως είναι προτιμότερο να υπάρχει μία ενιαία νομοθεσία, ώστε να μην υπάρχει παραπομπή από τον ένα νόμο στον άλλο.
Από πλευράς του, ο πρόεδρος του κλάδου Ισότητας, Νίκος Λοϊζίδης, υπογράμμισε ότι υπάρχει κενό στη νομοθεσία, ενώ η εφαρμογή του νόμου που αφορά σε διερεύνηση ποινικής διαδικασίας, σε σχέση με παιδιά ακόμη υστερεί, αφού μέχρι και σήμερα εξακολουθούν αστυνομικοί να είναι επιμελητές ανηλίκων.
Οι τοποθετήσεις των εκπαιδευτικών οργανώσεων
Ο γενικός γραμματέας της ΟΕΛΜΕΚ, Κώστας Χατζησάββας, εκπροσωπώντας τους καθηγητές, τόνισε πως οι τρεις εκπαιδευτικές οργανώσεις είχαν ετοιμάσει και έστειλαν υπόμνημα για την πρόταση του κ. Πασιουρτίδη. Πρόσθεσε, δε, ότι τους ανησυχεί όλους το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού, επιβεβαιώνοντας την αναφορά ότι υπάρχουν πολλά περιστατικά. Συνεχίζοντας, τόνισε ότι υπάρχουν στους κανονισμούς λειτουργίας των σχολείων πρόνοιες για τον τρόπο που αντιμετωπίζονται αυτά τα περιστατικά, όπως για παράδειγμα η αποβολή ή η αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος, ενώ υπάρχουν και μονάδες διαχείρισης που έρχονται αμέσως σε επαφή με τα παιδιά. Ο κ. Χατζησάββας επεσήμανε πως εκφοβισμός από μαθητές γίνεται και εκτός σχολικών μονάδων, τονίζοντας πως πρέπει να υπάρχει γενίκευση του συγκεκριμένου σημείου. Όσον αφορά στους κανονισμούς που είχαν ψηφιστεί το 2020 από τη Βουλή, για τα σχολεία, αλλά δεν εφαρμόζονται, ο κ. Χατζησάββας επεσήμανε πως το είχαν αναφέρει επανειλημμένως στον υπουργό, ωστόσο δεν πήραν καμία απάντηση.
Παίρνοντας το λόγο, ο γενικός γραμματέας της ΠΟΕΔ, Χάρης Χαραλάμπους, υπέδειξε πως αν και ηλικιακά δεν τους επηρεάζει ο συγκεκριμένος νόμος, ωστόσο θέλησε να αναφερθεί στην πρόνοια για ποινικές ευθύνες σε επαγγελματίες, που υποπέσει στην αντίληψή τους περιστατικό εκφοβισμού, αλλά δεν το καταγγείλουν. Όπως επεσήμανε ο κ. Χαραλάμπους δεν είναι στα καθήκοντα του εκπαιδευτικού, καθώς οι εκπαιδευτικοί δεν έχουν το ρόλο του αστυνομικού.
Οι θέσεις των οργανώσεων εργαζομένων
Όσον αφορά στις οργανώσεις εργαζομένων, πρώτη το λόγο πήρε η εκπρόσωπος της ΣΕΚ, Δέσποινα Ησαΐα, η οποία επεσήμανε πως την Παρασκευή αναμένεται να δοθεί στη δημοσιότητα μία πολύ μεγάλη έρευνα από τη ΣΕΚ, η οποία θα αποδεικνύει ότι ένας στους δύο υφίστανται εκφοβισμό στην εργασία τους. Όσον αφορά στην πρόταση νόμου, τόνισε πως το πρόβλημα είναι πολύ σοβαρό.
Υπέδειξε ότι υπάρχει ο υφιστάμενος νόμος για την παρενόχληση και θέλησε να ρωτήσει, αν μία γυναίκα ή άντρας υφίσταται εργασιακό εκφοβισμό, σε ποιο νόμο πρέπει να αποταθεί, σε περίπτωση που προχωρήσει η θεσμοθέτηση της πρότασης νόμου; Για να πάρει την απάντηση από τον κ. Πασιουρτίδη ότι πρέπει να προβαίνουν σε καταγγελίες και οι διωκτικές αρχές θα αποφασίσουν σε ποιο νόμο υπάγεται η καταγγελία. Συνεχίζοντας, η κα. Ησαΐα τόνισε πως οι εργαζόμενοι δεν προβαίνουν σε καταγγελίες στις διωκτικές αρχές, αφού οι επιθεωρητές του Υπουργείου Εργασίας, πολλές φορές, χάνουν υποθέσεις, επειδή δεν μπορούν να αποδείξουν ότι μία παρενόχληση είναι λόγω φύλου.
Από πλευράς της, η εκπρόσωπος της ΠΕΟ, Μαρίνα Σταυρινού σημείωσε πως εκείνο που θέλουν, ως οργάνωση, είναι να διασφαλιστεί το δικαίωμα στις συνδικαλιστικές οργανώσεις να προβαίνουν σε καταγγελία, όταν λάβουν πληροφόρηση για εργασιακό εκφοβισμό.
Η θέση του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου
Τελευταίος τοποθετήθηκε ο εκπρόσωπος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, δικηγόρος Μιχάλης Πικής, ο οποίος τόνισε πως υπάρχει σοβαρό νομοθετικό κενό, για το αδίκημα του εκφοβισμού, υπογραμμίζοντας πως είναι απαραίτητο να θεσπιστεί νομοθεσία. Αναφορικά με την πρόταση νόμου για τον σχολικό εκφοβισμό, σημείωσε ότι πρέπει να υπάρχει αρκετή προσοχή στην ποινικοποίηση συμπεριφορών, ενώ η προώθηση υποθέσεων στο δικαστήριο να είναι η έσχατη λύση.
«Πρέπει να υπάρχει πρόνοια ότι αφού ληφθούν άλλα μέτρα, με εμπλοκή Γραφείου Ευημερίας, παιδοψυχολόγων που θα δουν όλα τα δεδομένα, τα οποία δεν λειτουργήσουν, μετά τίθεται θέμα διάπραξης ποινικού αδικήματος. Από την άλλη, σε ό,τι αφορά την ηλικία ποινικού ακαταλόγιστου, είπαμε ότι σε κάποια φάση αυτό πρέπει να τροποποιηθεί για να συμβάλλουν με ό,τι ισχύει σε άλλες χώρες, που είναι στην ηλικία των 12 και όχι των 14».
Αναφορικά με τη θέσπιση ειδικής ποινικής νομοθεσίας, ο κ. Πικής υπέδειξε ότι συμφωνεί, ώστε όταν υπάρχει κάποιο περιστατικό, κάποιος να μπορεί να ανατρέξει στη συγκεκριμένη νομοθεσία, ενώ έφερε παράδειγμα και άλλες χώρες, όπου ήδη υπάρχει η σχετική νομοθεσία. Σε ό,τι αφορά το θέμα του μαθητή-θεατή, ο εκπρόσωπος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου τόνισε πως δεν πρέπει να υπάρχει ποινική ευθύνη και σημείωσε πως με βάση το δίκαιο στην Κύπρο, ο θεατής ενός ποινικού αδικήματος δεν έχει ποινική ευθύνη, παρά μόνο αν υπάρχει συμμετοχή.
«Για παράδειγμα, αν κάποιος παρίσταται σε ένα ποινικό αδίκημα και χειροκροτά ή ενθαρρύνει τον δράστη, υπάρχει συμμετοχή, αν είναι σε μία απόσταση και βλέπει δεν είναι ποινικό αδίκημα. Πρέπει να απορριφθεί η πρόνοια για τον μαθητή-θεατή και να αντικατασταθεί με οποιαδήποτε συμμετοχή. Αν υποθέσουμε ότι είναι ένας εκφοβισμός που γίνεται από 16χρονους και παρακολουθεί ένας 14χρονος που δεν μπορεί να τα βάλει μαζί τους, είναι ποινικό αδίκημα;», διερωτήθηκε.
Σε ό,τι αφορά στην πρόταση του κ. Πασιουρτίδη, ο κ. Πικής τόνισε πως πρέπει να συμπεριληφθεί ο εκφοβισμός μέσω διαδικτύου, ενώ όσον αφορά στο ρόλο των γιατρών (ψυχολόγων-ψυχιάτρων) και κατά πόσο πρέπει να ποινικοποιηθεί το ότι δεν καταγγείλουν, ενώ γνωρίζουν, ξεκαθάρισε πως δεν είναι αδίκημα και υπάρχει συνταγματικό θέμα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
- Ανησυχούν για αντίποινα μετά το επεισόδιο σε σχολείο-Είπε ότι τον έσπρωξε πρώτος
- Η ανάγκη για ποινικοποίηση του bullying και οι παγίδες που πρέπει να αποφευχθούν
- Το bullying που μετατρέπεται σε μόδα, το καμπανάκι και η άρνηση Προδρόμου