«Τη νύκτα ο Τάσος ήρτεν στο όνειρο μου, είπεν μου πε της μάνας μου είμαι καλά»
06:48 - 14 Αυγούστου 2020
Είχαν συμπληρωθεί 23 Αύγουστοι από την εισβολή, η μνήμη άρχισε να ξεθωριάζει, οι τουρκικές επιδιώξεις να τσιμεντώνονται, η νεολαία να φθείρεται και η ελπίδα να απομακρύνεται. Και τότε με το αίμα τους, ο Τάσος Ισαάκ και ο Σολωμός Σολωμου, έγιναν θυσία για να γεννηθεί η ελπίδα, που παραμένει άσβεστη μέχρι σήμερα.
Η θυσία τους αποτέλεσε μια από τις πιο μαύρες σελίδες της σύγχρονης κυπριακής ιστορίας και παραμένει για 24 χρόνια αδικαίωτη, με τους ηθικούς αυτουργούς αλλά και τους δολοφόνους, να κυκλοφορούν ελεύθεροι.
Η μεγαλύτερη τραγωδία, ωστόσο, ήταν και παραμένει η επόμενη ημέρα της θυσίας τους, με την πολιτεία και διαδοχικά, όλες τις κυβερνήσεις, όλων των κομμάτων, από το 1996 και μετά, να κάνουν πως δεν βλέπουν, να αδιαφορούν και να μην πράττουν τα αυτονόητα για δύο νέους που δίδαξαν σε όλες τις νεότερες γενιές, τι σημαίνει αυτοθυσία, αγάπη για την πατρίδα, αγανάκτηση για τη συνεχιζόμενη εισβολή και οργή για τις τουρκικές θηριωδίες. Όλο το βάρος διατήρησης της μνήμης τους, έπεσε στις πλάτες της
Πρωτοβουλίας Μνήμης, που ακούραστα και ευλαβικά, κάθε χρόνο τιμά τη μνήμη τους.
Μέλος της Πρωτοβουλίας Μνήμης είναι και ο Ευγένιος Παπαγεωργίου, ο καλύτερος φίλος και κουμπάρος του Τάσου Ισαάκ, που το πρωινό της 11ης Αυγούστου ξεκίνησαν μαζί, με τις μηχανές που αγόρασαν παρέα για να ενταχθούν στον κορμό της πορείας που ξεκίνησε από το Βερολίνο και θα κατέληγε στην Κερύνεια.
Τα γεγονότα γνωστά. Με όσα προηγήθηκαν η κατάσταση βγήκε σύντομα εκτός ελέγχου. Οι μοτοσικλετιστές διασπάστηκαν και η πορεία διαλύθηκε. Κάπως έτσι χωρίστηκαν και εκείνο το πρωινό, ο Ευγένιος με τον Τάσο. Ο ένας τράβηξε για τα Στροβίλια και ο άλλος για τη Δερύνεια.
Μιλώντας στον REPORTER, ο Ευγένιος ο οποίος είναι και ο νονός της Αναστασίας Ισαάκ, της κόρης του Τάσου που γεννήθηκε λίγους μήνες μετά τη θυσία του, περιγράφει εκείνες τις τραγικές ημέρες. Από την ώρα που είδε τον Τάσο στο Νοσοκομείο μέχρι τη θυσία του Σολωμού, αλλά και όσα ακολούθησαν τις επόμενες ημέρες.
«Ήταν πεθαμένος… Τον αγκάλιασα και άρχισα να κλαίω»
Μετά τον χωρισμό τους, στο σταυροδρόμι των Βρυσούλων, οι δύο φίλοι ακολούθησαν διαφορετική πορεία. Ο Τάσος Ισαάκ διάλεξε τον δρόμο προς την Δερύνεια, όπου στην προσπάθεια του να διασώσει άλλο φίλο του που έπεσε στα χέρια των Γκρίζων Λύκων και των Τουρκοκύπριων Αστυνομικών, πήρε τελικά τον δρόμο προς την αιωνιότητα.
Μετά τον χωρισμό τους, στο σταυροδρόμι των Βρυσούλων, οι δύο φίλοι ακολούθησαν διαφορετική πορεία. Ο Τάσος Ισαάκ διάλεξε τον δρόμο προς την Δερύνεια, όπου στην προσπάθεια του να διασώσει άλλο φίλο του που έπεσε στα χέρια των Γκρίζων Λύκων και των Τουρκοκύπριων Αστυνομικών, πήρε τελικά τον δρόμο προς την αιωνιότητα.
«Με πήρε τηλέφωνο ένας φίλος μας που είναι και ξάδερφος του Τάσου και με ρώτησε αν είναι μαζί μου ο Τάσος. Του είπα ότι εγώ έφυγα για να πάω σπίτι να φάω και να πάω πίσω. Μου είπε ότι χτύπησαν κάποιους τέσσερα άτομα και είναι σοβαρά και ένας πέθανε.
Έπιασα την μοτόρα και πήγα στο Νοσοκομείο. Εκεί βρήκα ένα αστυνομικό που τον ήξερα και τον ρώτησα. Μου είπε ότι δεν άφηναν να μπει κανένας μέσα. Όπως στεκόμουν εκεί, είδα ότι έβγαλαν από μέσα έναν τραυματία για να τον μεταφέρουν στο Νοσοκομείο της Λάρνακας και δεν ήταν ο Τάσος. Έβγαλαν δεύτερο, δεν ήταν ο Τάσος… Έβγαλαν τρίτο και δεν ήταν πάλι… Τότε είπα μέσα μου πως πρέπει να εν ο Τάσος που εν σκοτωμένος. Τότε μπήκα κατευθείαν μέσα και άρχισα να τον ψάχνω. Όταν μπήκα στον θάλαμο ήταν μόνος του και ήταν πεθαμένος. Τον αγκάλιασα και άρχισα να κλαίω.»
Η διαίσθηση της μάνας
Στον Ευγένιο έλαχε και το δύσκολο έργο να ενημερώσει την οικογένεια, τη μάνα και τον πατέρα του Τάσου.
«Αυτό που δεν θα βγει ποτέ από την σκέψη μου, ήταν όταν μου είπαν, γιατί δεν πήγαινε κανένας άλλος στη μάνα του για να της το πουν. Έπιασα τη μοτόρα από το Νοσοκομείο για να πάω. Βγαίνοντας από το Νοσοκομείο, στο αλτ είδα απέναντι μου την κ. Τασούλα και τον παπά του Τάσου.
Στον Ευγένιο έλαχε και το δύσκολο έργο να ενημερώσει την οικογένεια, τη μάνα και τον πατέρα του Τάσου.
«Αυτό που δεν θα βγει ποτέ από την σκέψη μου, ήταν όταν μου είπαν, γιατί δεν πήγαινε κανένας άλλος στη μάνα του για να της το πουν. Έπιασα τη μοτόρα από το Νοσοκομείο για να πάω. Βγαίνοντας από το Νοσοκομείο, στο αλτ είδα απέναντι μου την κ. Τασούλα και τον παπά του Τάσου.
Βγήκε η μάνα του από το αυτοκίνητο και με ρώτησε. ‘’Ρε Ευγένιε, που εν ο Τάσος; Εν μαζί σου;’’. Ήταν ταραγμένη πολλά. ‘’Κυρία Τασούλα εν στο Νοσοκομείο χτυπημένος’’, είπα της. Τι να της έλεγα; Ότι εν πεθαμένος; Λέω της είναι χτυπημένος και μου λέει ‘’δεν θα φύγεις, έλα μαζί μου στο Νοσοκομείο. Έλα τώρα μαζί μας, έλα μαζί μας’’. Αυτή τη φάση θα την έχω στο μυαλό μου μέχρι να πεθάνω. Μετά στο Νοσοκομείο φαντάζεστε τι ακολούθησε… Σκηνές αρχαίας τραγωδίας».
«Ο Τάσος ήρτεν στο όνειρο μου… Πε της μάνας μου είμαι καλά»
«Το χειρότερο συναίσθημα ήταν στο νεκροτομείο στη Λάρνακα. Όταν άνοιξα την πόρτα με έπιασε ένα παράπονο… Άρχισα να κλαίω και δεν μπορούσα να σταματήσω.. Ακόμα εκείνη τη στιγμή δεν μπορώ να την ξεπεράσω… Έλεγα δεν θα βάλω τον φίλο μου μέσ’ το ψυγείο... Τα συναισθήματα που έζησα εκείνες τις ημέρες, εύχομαι να μην τα ζήσουν άλλοι άνθρωποι.
«Το χειρότερο συναίσθημα ήταν στο νεκροτομείο στη Λάρνακα. Όταν άνοιξα την πόρτα με έπιασε ένα παράπονο… Άρχισα να κλαίω και δεν μπορούσα να σταματήσω.. Ακόμα εκείνη τη στιγμή δεν μπορώ να την ξεπεράσω… Έλεγα δεν θα βάλω τον φίλο μου μέσ’ το ψυγείο... Τα συναισθήματα που έζησα εκείνες τις ημέρες, εύχομαι να μην τα ζήσουν άλλοι άνθρωποι.
Ο Τάσος τη νύχτα ήρθε στο όνειρο μου και όσα πράγματα μου είπε, έγιναν. Μου είπε δεν θα με θάψουν αύριο γιατί θα γίνουν κάποια πράγματα και θα με θάψουν σε δύο μέρες. Να τους πεις να μην στεναχωριούνται, είμαι καλά, είμαι καλά και γελούσε. Ήταν γελαστός. Να πεις της μάνας μου να μεν κλαίει και είμαι καλά».
«Φώναζε του Σολωμού μεν πάεις»
Οι μέρες που ακολούθησαν δεν ήταν πιο εύκολες. Μετά το αλαλούμ για τη κηδεία του Τάσου, την οργή χιλιάδων Ελληνοκυπρίων που ξεχείλιζε και ζητούσε δικαιοσύνη, τα πράγματα εκτροχιάσθηκαν.
«Τον φέραμε με τιμές, όπως του άξιζε και με τις μοτόρες. Η εκκλησία γεμάτη, το προαύλιο γεμάτο, ήταν πολύ συγκινητικό πράγμα. Μετά πήγαμε στο οδόφραγμα.
Οι μέρες που ακολούθησαν δεν ήταν πιο εύκολες. Μετά το αλαλούμ για τη κηδεία του Τάσου, την οργή χιλιάδων Ελληνοκυπρίων που ξεχείλιζε και ζητούσε δικαιοσύνη, τα πράγματα εκτροχιάσθηκαν.
«Τον φέραμε με τιμές, όπως του άξιζε και με τις μοτόρες. Η εκκλησία γεμάτη, το προαύλιο γεμάτο, ήταν πολύ συγκινητικό πράγμα. Μετά πήγαμε στο οδόφραγμα.
Ήμουν κοντά στο σημείο που δολοφόνησαν τον Σολωμό. Θυμάμαι κάποιον από τη Λευκωσία που φώναζε στον Σολωμό ‘’μεν πάεις, μεν πάεις’’, δεν μπορούσε να τον κάνει καλά όμως. Μετά ακολούθησε χάος».
«Νούνε γιατί κλαίεις;»
Στις 28 Απριλίου του επόμενου χρόνου, το 1997 στο Παραλίμνι, τελεστικέ σε κλίμα συγκίνησης η βάπτιση του χελιδονιού της Κύπρου, όπως έμελλε να την μάθει το Πανελλήνιο μετά το τραγούδι που της αφιέρωσε η Χαρούλα Αλεξίου. Νονοί, ο τότε υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας, Θεόδωρος Πάγκαλος και ο Ευγένιος Παπαγεωργίου.
«Πέρυσι όταν έφεραν για πρώτη φορά την μοτόρα του Τάσου στην πορεία για μένα ήταν ένα μεγάλο συγκινητικό πράμα. Τις μοτόρες τις φέραμε μαζί με τον Τάσο από το εξωτερικό. Κι εγώ όταν είδα την μοτόρα του έγινα χάλια. Με είδε η Αναστασία και με ρώτησε, ‘’Νούνε τι έπαθες, γιατί κλαίεις;’’. Της απάντησα, που να ξέρεις κόρη μου… Πού να ξέρεις τι μνήμες ήρθαν μέσα στο μυαλό μου…»
Ποιος ήταν ο Τάσος;
Ρωτήσαμε τον Ευγένιο τι άνθρωπος ήταν ο Τάσος Ισαάκ. «Ο Τάσος ήταν μάγκας. Ήταν άνθρωπος με ιδανικά με πιστεύω, ήταν θαρραλέος, δεν είχε φόβο μέσα του, ήταν σωστός άνθρωπος, όποιος ήθελε βοήθεια για οτιδήποτε ο Τάσος του την έδινε. Ο Τάσος κάτι που έκανε δεν τον ένοιαζε τι θα πει ο κόσμος. Και για εμένα αυτό που έκανε εκείνη την ημέρα δείχνει τον χαρακτήρα του.
Στις 28 Απριλίου του επόμενου χρόνου, το 1997 στο Παραλίμνι, τελεστικέ σε κλίμα συγκίνησης η βάπτιση του χελιδονιού της Κύπρου, όπως έμελλε να την μάθει το Πανελλήνιο μετά το τραγούδι που της αφιέρωσε η Χαρούλα Αλεξίου. Νονοί, ο τότε υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας, Θεόδωρος Πάγκαλος και ο Ευγένιος Παπαγεωργίου.
«Πέρυσι όταν έφεραν για πρώτη φορά την μοτόρα του Τάσου στην πορεία για μένα ήταν ένα μεγάλο συγκινητικό πράμα. Τις μοτόρες τις φέραμε μαζί με τον Τάσο από το εξωτερικό. Κι εγώ όταν είδα την μοτόρα του έγινα χάλια. Με είδε η Αναστασία και με ρώτησε, ‘’Νούνε τι έπαθες, γιατί κλαίεις;’’. Της απάντησα, που να ξέρεις κόρη μου… Πού να ξέρεις τι μνήμες ήρθαν μέσα στο μυαλό μου…»
Ποιος ήταν ο Τάσος;
Ρωτήσαμε τον Ευγένιο τι άνθρωπος ήταν ο Τάσος Ισαάκ. «Ο Τάσος ήταν μάγκας. Ήταν άνθρωπος με ιδανικά με πιστεύω, ήταν θαρραλέος, δεν είχε φόβο μέσα του, ήταν σωστός άνθρωπος, όποιος ήθελε βοήθεια για οτιδήποτε ο Τάσος του την έδινε. Ο Τάσος κάτι που έκανε δεν τον ένοιαζε τι θα πει ο κόσμος. Και για εμένα αυτό που έκανε εκείνη την ημέρα δείχνει τον χαρακτήρα του.
Θυσιάστηκε στην προσπάθειά του να σώσει κάποιον άλλο. Έδωσε μέσα χωρίς να κάνει δεύτερη σκέψη. Δεν δείλιαζε ποτέ του. Και αυτό που λέω πάντα στην Αναστασία, είναι, να είσαι καλή και τίμια, όπως ο παπάς σου. Και είναι όπως τον παπά της. Και είναι ο ίδιος ο παπάς της. Το γέλιο της, το περπάτημα της, όλα είναι ίδια ο παπάς της».
«Έκαναν το παν για να βγάλουν δυο σταυρούς και κάτι πέτρες»
Ο Ευγένιος Παπαγεωργίου, εξέφρασε την πικρία του, για την παταγώδη αποτυχία της πολιτείας να στήσει ένα μνημείο για τους δύο ήρωες. «Βάλαμε πέρυσι ένα απλό μνημείο με δύο σταυρούς και γράψαμε όλα τα κατεχόμενα χωριά μας πάνω σε πέτρες. Ένα απλό μνημείο και έκαναν το παν για να φύγει από εκεί. Δεν άφησαν μια σημαία. Βάλαμε το μνημείο για να το βλέπουν όλοι αυτοί που παίρνουν από το οδόφραγμα για να πάνε στα κατεχόμενα για τους λόγους που πάσιν. Εγώ είμαι πρόσφυγας από το Τρίκωμο και πήγα μόνο μια φορά με τους γονιούς μου που εν 80 χρονών, απλά για να μου δείξουν τις περιουσίες μας, γιατί όταν έγινε η εισβολή ήμουν τριών χρονών. Μου λεν τα παιδιά μου να τα πάρω για να τους δείξω το χωριό μας και δεν πάω. Για εμένα όσοι πάνε είναι προδότες».
Ο Ευγένιος Παπαγεωργίου, εξέφρασε την πικρία του, για την παταγώδη αποτυχία της πολιτείας να στήσει ένα μνημείο για τους δύο ήρωες. «Βάλαμε πέρυσι ένα απλό μνημείο με δύο σταυρούς και γράψαμε όλα τα κατεχόμενα χωριά μας πάνω σε πέτρες. Ένα απλό μνημείο και έκαναν το παν για να φύγει από εκεί. Δεν άφησαν μια σημαία. Βάλαμε το μνημείο για να το βλέπουν όλοι αυτοί που παίρνουν από το οδόφραγμα για να πάνε στα κατεχόμενα για τους λόγους που πάσιν. Εγώ είμαι πρόσφυγας από το Τρίκωμο και πήγα μόνο μια φορά με τους γονιούς μου που εν 80 χρονών, απλά για να μου δείξουν τις περιουσίες μας, γιατί όταν έγινε η εισβολή ήμουν τριών χρονών. Μου λεν τα παιδιά μου να τα πάρω για να τους δείξω το χωριό μας και δεν πάω. Για εμένα όσοι πάνε είναι προδότες».
Το μεγάλο ευχαριστώ στην Πρωτοβουλία Μνήμης
Κάθε χρόνο ο Ευγένιος είναι εκεί, στις εκδηλώσεις της Πρωτοβουλίας Μνήμης για τον Τάσο και τον Σολωμό. «Συμμετέχω που πάντα στις πορείες. Είναι ντροπή μου να μην παρουσιαστώ. Και θέλω να ευχαριστήσω εκ μέρους όλης της οικογένειας τα παιδιά της Πρωτοβουλίας. Ο Θεός να τους έχει καλά και να συνεχίσουν να κάνουν ότι κάνουν».
Κάθε χρόνο ο Ευγένιος είναι εκεί, στις εκδηλώσεις της Πρωτοβουλίας Μνήμης για τον Τάσο και τον Σολωμό. «Συμμετέχω που πάντα στις πορείες. Είναι ντροπή μου να μην παρουσιαστώ. Και θέλω να ευχαριστήσω εκ μέρους όλης της οικογένειας τα παιδιά της Πρωτοβουλίας. Ο Θεός να τους έχει καλά και να συνεχίσουν να κάνουν ότι κάνουν».
«Διότι όλοι ξέρουμε ότι από τις Κυβερνήσεις και τους πολιτικούς δεν υπάρχει κανένα ενδιαφέρον. Ξεπούλησαν τα ιδανικά μας και τα πιστεύω μας. Ότι είχαμε ιερό το ξεπούλησαν», κατέληξε ο Ευγένιος Παπαγεωργίου.