Ιστορία τριών γενιών πίσω από τον Μέλισσο-«Έφτασα τις γειτονιές που ήταν αλάνες»
06:51 - 15 Ιανουαρίου 2023
Οι περισσότεροι κάτοικοι της Λευκωσίας δοκίμασαν, τουλάχιστον μια φορά στη ζωή τους, από το ξακουστό οφτό του Μέλισσου στον Άγιο Δομέτιο… Αυτό που μπορεί όμως να μη γνωρίζουν όλοι, είναι πως το όνομα Μέλισσος κρύβει πίσω του μία ιστορία τριών γενιών.
Από τον παππού Χατζημέλισσο, τον πατέρα Μέλισσο και τον γιό Μέλισσο, οι οποίοι όμως δεν ήταν ταβερνιάρηδες αλλά γνωστοί κρεοπώλες που ξεκίνησαν την επιχείρησή τους από τον κατεχόμενο Άγιο Ερμόλαο, στον Άγιο Δομέτιο και μέχρι πριν από 22 χρόνια στον Άγιο Παύλο. Η αρχή της ιστορίας τους μυρίζει παλιές εποχές, που ακόμη ο Άγιος Δομέτιος είχε τρεις κατοίκους, ανάμεσά τους και ο παππούς Χατζημέλισσος, ο οποίος διατηρούσε τη δική του φάρμα με ζώα στην περιοχή, ώστε να προσφέρει διαλεκτό κρέας στους πελάτες του στον Άγιο Ερμόλαο και στον Άγιο Δομέτιο.
Συνεχιστές του ονόματός του, ήταν ο γιός και ο εγγονός του, που διατήρησαν την παράδοση της οικογένειας… Ο κος Παναγιώτης, είναι ο Μέλισσος της τρίτης γενιάς που κρατά ως παρακαταθήκη την ιστορία τους, από τότε που είχε αναλάβει το κρεοπωλείο του πατέρα του. Ωστόσο, τα προβλήματα υγείας του κτύπησαν την πόρτα και αφού αναγκάστηκε να κλείσει το κρεοπωλείο του, αποφάσισε να ανοίξει την ταβέρνα Μέλισσος στο ίδιο σημείο, όπου τα καλοκαίρια σχηματίζονταν ουρές από κόσμο για να δοκιμάσουν από το οφτό του.
Η επιμονή του κόσμου να φτιάξει χώρο για να μπορούν να απολαύσουν τις γεύσεις του εκεί, οδήγησαν στο να πάρει την μεγάλη απόφαση για να ανοίξει την ταβέρνα. Το ένα τραπέζι, έγιναν δυο, τα δύο τέσσερα, μέχρι που φτάσαμε στη σημερινή εικόνα της παραδοσιακής ταβέρνας που βρίσκεται σε γειτονιά του Αγίου Παύλου, εδώ και δέκα χρόνια.
Ο κος Κυριάκος, που σήμερα είναι 71 ετών, εξιστορεί στον REPORTER τα βιώματά του, εξηγώντας πως αυτό που τον κρατάει μέχρι σήμερα ενεργό, γεμάτο κέφι και μεράκι, είναι η αγάπη και η στήριξη που δέχεται από παλαιούς και νέους πελάτες.
Τρεις γενιές κρεοπώλες
Από μικρός ο κος Παναγιώτης θυμάται τον εαυτό του παρέα με ζώα και ανάμεσα στους μπαλτάδες, αφού όντας εγγονός και γιος κρεοπωλών δεν θα μπορούσε να κάνει διαφορετικά. Παρόλα αυτά, αγάπησε το επάγγελμά και μέχρι σήμερα λέει πως αν του το επέτρεπε η κατάσταση της υγείας του, θα παρέμενε κρεοπώλης. «Ο παππούς μου ήταν κρεοπώλης στον Άγιο Ερμόλαο. Οι θύμησες μου από εκεί ήταν πολύ όμορφες. Μέχρι τον πόλεμο, ο πατέρας μου έβαζε οφτό και εκεί, όμως γύρω στο 1958 ενοικίασε το μαγαζί στον Άγιο Δομέτιο. Ήμουν στο κρεοπωλείο του πατέρα μου από επτά ετών. Μεγάλωσα παρέα με τα ζώα, αφού είχε φάρμα στην περιοχή. Αργότερα όμως έπρεπε να την μεταφέρει εκτός του οικισμού. Έφτασα τις γειτονιές όταν ήταν αλάνες, τώρα έγιναν πυκνοκατοικημένες με σπίτια και πολυκατοικίες. Είναι πολλές οι ιστορίες που έζησα στο Άγιο Ερμόλαο αλλά και εδώ».
Το επάγγελμα του κρεοπώλη, αν και απαιτητικό, ήταν αυτό που έδινε πνοή στον κ. Παναγιώτη, γιατί είχε καθημερινή επαφή με αγαπημένους πελάτες και γιατί ένιωθε πως το να κόβεις κρέας είναι τέχνη. «Είναι δύσκολη δουλειά, η δουλειά του κρεοπώλη γιατί εργαζόμασταν ακατάλληλες ώρες. Σηκωνόμασταν 12 η ώρα το βράδυ να πάμε στο σφαγείο και σχολάγαμε το επόμενο βράδυ, αφού έπρεπε να πάμε να ταΐσουμε τα ζώα. Ήταν δύσκολο, αλλά εμένα μου άρεσε. Ήταν η ζωή μου. Εκείνη τη δουλειά την αγαπούσα περισσότερο. Αυτήν υποχρεώθηκα εν μέρει να την κάνω, λόγω της κατάστασης της υγείας μου. Το κρέας θέλει τέχνη για να κοπεί σωστά. Θα πρέπει να το κόψει ομοιόμορφα, να μην πηγαίνεις ενάντια των νερών του, γιατί το κρέας έχει ίνες. Είναι ανάλογα με την εμπειρία. Πάντα παίζει ρόλο το να είναι καλό το κρέας που προσφέρεις».
Βέβαια, όπως εξιστορεί ο κος Παναγιώτης, η νέα εποχή είναι διαφορετική, αφού βλέπει καθημερινά τα συνοικιακά κρεοπωλεία να λιγοστεύουν κάθε χρόνο όλο και περισσότερο, λόγω των υπεραγορών. Μεγάλο του παράπονο είναι ότι τα πράγματα γίνονται απρόσωπα, αφού χάθηκαν οι φιλικές σχέσεις που διατηρούσαν με τους πελάτες τους. «Είναι δύσκολο τώρα για ένα συνοικιακό κρεοπωλείο να επιβιώσει λόγω των υπεραγορών. Ο περισσότερος κόσμος πάει εκεί. Αυτό όμως είναι λάθος γιατί σίγουρα δεν θα έχει την ίδια ποιότητα κρέατος, ούτε η σχέση που έχουν ο πελάτης με τον κρεοπώλη. Τα πράγματα έγιναν πιο απρόσωπα».
Το όνομα Μέλισσος και η απόφαση για την ταβέρνα
Το όνομα Μέλισσος δύσκολα το ξεχνά κάποιος, όμως η ιστορία πίσω από το επίθετο της οικογένειας οφείλεται στον παππού Χατζημέλισσο, ο οποίος παρά το γεγονός ότι ήταν ένας φιλήσυχος άνθρωπος και πολύ συμπαθής σε όλο τον κόσμο, όταν ήταν μικρός ήταν ζιζάνιο. Έτσι οι χωριανοί των φώναζαν «μελίσσι» και έτσι του καθιερώθηκε το παρατσούκλι Χατζημέλισσος. Αυτό μεταφέρθηκε ως το επίθετο της οικογένειας από γενιά σε γενιά.
Η ταβέρνα στην ζωή της οικογένειας Μέλισσου ήρθε εντελώς τυχαία, αφού ο κος Παναγιώτης αντιμετώπιζε πρόβλημα με την μέση του, κάτι που τον ανάγκασε να αφήσει το κρεοπωλείο και να συνεχίσει να ψήνει οφτό τους καλοκαιρινούς μήνες για πολλά χρόνια στο χωράφι, όπου σήμερα στεγάζεται η ταβέρνα.
Όλα άρχισαν όταν ένας γιατρός πελάτης του, τον πίεζε να βάλει στον χώρο τραπέζια για να κάθονται εκεί. Το ένα τραπέζι, έγιναν δύο, μέχρι που η ταβέρνα έγινε μια από τις καλύτερες της περιοχής του Αγίου Παύλου. «Ένας γιατρός πελάτης που ερχόταν εδώ συχνά για οφτό, όταν ακόμα ήταν χωράφι, μας ρωτούσε συνέχεια γιατί δεν βάζαμε τραπέζια. Ο κόσμος έκανε ουρές και με το πέρασμα του χρόνου μας παρακαλούσε για να βάλουμε τραπέζια. Βάλαμε το πρώτο τραπέζι, μετά βάλαμε και άλλα τραπέζια και φτάσαμε στη σημερινή διαμόρφωση».
Τώρα ο κος Παναγιώτης εργάζεται στην ταβέρνα με το ίδιο μεράκι. «Μου αρέσει να απολαμβάνω την αγάπη του κόσμου και συνεχίζω να εργάζομαι με τον ίδιο ζήλο. Να πηγαίνω στον κρεοπώλη, να κόβω το κρέας. Όσο μπορώ θα βοηθώ μέχρι να πάει η επιχείρηση στον επόμενο».
Όταν τον ρωτάς πιο είναι το μυστικό της επιτυχίας, απαντάει πως δεν υπάρχουν μυστικά, παρά μόνο να αγαπάς αυτό που κάνεις και να μην κοιτάς να εισπράττεις χρήματα από τον κόσμο, αλλά σεβασμό. «Έμαθα από το κρεοπωλείο να σέβομαι τους πελάτες μου και εδώ ισχύει το ίδιο πράγμα. Και μια μπύρα να πιείς και δύο μπύρες να πιείς, θα σε εκτιμήσουμε το ίδιο. Για αυτό και ο κόσμος μας τιμά. Δεν κοιτάζω ποτέ τα χρήματα, αυτό που θέλω να εισπράττω την αγάπη του κόσμου, ο οποίος έρχεται εδώ από πολλές περιοχές της Λευκωσίας».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
- Ιστορία ποδηλάτων 58 ετών... Ο Ζαννέτος συνδέθηκε με τις παιδικές αναμνήσεις
- Δύο νέοι στους πάγκους της Λαϊκής Αγοράς-«Πρέπει να αλλάξουμε νοοτροπία»
- «Ακόμα και με το μπαστούνι θα έρχομαι στη σχολή, δεν μπορώ να σταματήσω»
- Η πρώτη Ιεροψάλτισσα της Κύπρου στον REPORTER-Η αγάπη για τη μουσική και η ΕΟΚΑ