Γιατί κλήθηκε ως μάρτυρας υπεράσπισης ο Βοηθός Αρχηγός στη δίκη της Ζαννέτου-Τι κατέθεσε η Επίτροπος, ο αστυφύλακας και τα ευρήματα
20:00 - 22 Ιουλίου 2025

«Η Κατηγορουμένη κατά τις πρωινές ώρες της ίδιας ημέρας επικοινώνησε με τον Υπαρχηγό της Αστυνομίας, ο οποίος την παρέπεμψε στον Μάρτυρα Υπεράσπισης 1 (ΜΥ1), Βοηθό Αρχηγό Επιχειρήσεων Ιωάννη Γεωργίου. Τότε η Κατηγορουμένη επικοινώνησε με τον ΜΥ1 ενημερώνοντάς τον για τα παράπονα της αναφορικά με τη διαδικασία που ακολουθήθηκε και τη συμπεριφορά των εμπλεκόμενων αστυνομικών και αφού τον πληροφόρησε για το πρόβλημα υγείας που αντιμετωπίζει, ο ΜΥ1 την ενημέρωσε για τη δυνατότητα της να προσκομίσει ιατρική βεβαίωση. Επίσης, η Κατηγορουμένη την ίδια ημέρα επικοινώνησε τηλεφωνικά και με τον ιατρό της, ενημερώνοντάς τον για το περιστατικό, ο οποίος αφού την εξέτασε τις επόμενες ημέρες εξέδωσε στις 15.01 2024 (σ.σ 11.01.2024 το επίδικο συμβάν) σχετικό ιατρικό πιστοποιητικό (Τεκμήριο 13), το οποίο η Κατηγορουμένη απέστειλε με τη σειρά της στον ΜΥ1. Το εν λόγω ιατρικό πιστοποιητικό δεν αποστάλθηκε στη Νομική Υπηρεσία για να δοθούν οδηγίες ως προς τον περαιτέρω χειρισμό της υπόθεσης, ενόψει οδηγιών που δόθηκαν από τον τέως Αρχηγό Αστυνομίας προς τον ΜΥ1 ένεκα της δημοσιότητας που είχε λάβει το επίδικο συμβάν».
Δεδομένης της πιο πάνω εμπλοκής του Βοηθού Αρχηγού Αστυνομίας, Ιωάννη Γεωργίου, στην υπόθεση της Επιτρόπου Νομοθεσίας, Λουΐζα Χριστοδουλίδου Ζαννέτου, για την μη παροχή επαρκούς δεύτερου δείγματος αλκοτέστ, τον Ιανουάριο του 2024, αφότου ανακόπηκε από αστυνομικούς για έλεγχο, αυτός κλήθηκε να καταθέσει ενώπιον Δικαστηρίου, στα πλαίσια της δίκης. Αυτό βέβαια που προκάλεσε εντύπωση στην απόφαση, η οποία ήταν αθωωτική για την κ. Ζαννέτου, αφού η Κατηγορούσα Αρχή απέτυχε να στοιχειοθετήσει τα όσα της καταλογίστηκαν, με το Δικαστήριο να την αποδέχεται στην ολότητα την μαρτυρία της, είναι αφενός ότι ενεπλάκη σε τέτοιου είδους υπόθεση ο Βοηθός Αρχηγός Επιχειρήσεων της Αστυνομίας και αφετέρου ότι κλήθηκε ως μάρτυρας υπεράσπισης.
Πριν την κατάθεση του Βοηθού Αρχηγού, κ. Γεωργίου, κατέθεσαν τρεις μάρτυρες κατηγορίας, εκ των οποίων ο ένας θεωρείτο ο βασικός, αφού ήταν ο αστυφύλακας που προέβη στον έλεγχο αλκοόλης, ενώ ανάμεσα σε αυτούς ήταν και αστυνομικός που κατά τον ουσιώδη χρόνο υπηρετούσε στον Αστυνομικό Σταθμό Στροβόλου και η εμπλοκή της στην υπόθεση αφορούσε τη συμπλήρωση του φακέλου και την διαβίβασή του. Όπως η ίδια ανέφερε και σύμφωνα με τα όσα καταγράφει η απόφαση της Δικαστού, Γεωργίας Καραμαλλή, κατά την αντεξέταση της η μάρτυρας διευκρίνισε ότι θεωρείται η ανακρίτρια της υπόθεσης. Ωστόσο, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ανέφερε ότι δεν έλαβε κατάθεση από την κατηγορουμένη, καθώς επρόκειτο για αυτόφωρο αδίκημα και έτσι διαβίβασε τον φάκελο στον σταθμάρχη για περαιτέρω ενέργειες, στηριζόμενη μόνο στην μαρτυρία του αστυνομικού που διεξήγαγε τον έλεγχο και η κατηγορουμένη θα είχε την ευκαιρία να αναφέρει τις θέσεις της στο Δικαστήριο. Επίσης ανέφερε ότι το ιατρικό πιστοποιητικό που η κατηγορουμένη παρέδωσε στον Βοηθό Αρχηγό Επιχειρήσεων, δεν της είχε δοθεί.
Αξιολογώντας την εν λόγω μάρτυρα κατηγορίας, το Δικαστήριο ανέφερε στην απόφαση του, πως δημιούργησε θετική εικόνα στο Δικαστήριο και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι κατέθεσε με ειλικρίνεια, αναφορικά με τις ενέργειές της, ενώ υπέδειξε πως δικαιολόγησε επαρκώς τους λόγους που δεν προέβη σε λήψη κατάθεσης από την κατηγορουμένη και δεν διακρίνεται με οποιονδήποτε τρόπο μεροληψία ή προκατάληψη εκ μέρους της.
Συγκεκριμένα, η μάρτυρας επεξήγησε ότι επρόκειτο για αυτόφωρο αδίκημα και σε τέτοιας φύσης υποθέσεις προχωρούν σε άμεση καταχώρηση και πρέπει οι ενέργειές τους να ολοκληρώνονται σε σύντομο χρόνο και σε περίπτωση όπου το πρόσωπο αντιμετωπίζει οποιοδήποτε πρόβλημα υγείας που αποτελεί και την αιτία μη παροχής ικανοποιητικού δείγματος εκπνοής, δύναται να παρουσιάσει στο Δικαστήριο το σχετικό αποδεικτικό, όπως η Κατηγορουμένη έπραξε εν προκειμένω. Επεξήγησε, περαιτέρω, ότι έχοντας τα έντυπα αποτελέσματα των δειγμάτων που δόθηκαν, δεν προβαίνουν σε άλλες ενέργειες και προχωρούν επί τη βάσει της κατάθεσης του αστυνομικού που διενήργησε τον έλεγχο. Ως εκ τούτου, δεν έχει διαφανεί ότι η παρούσα υπόθεση έτυχε διαφορετικού χειρισμού από την ίδια, από ότι οι αντίστοιχες υποθέσεις είτε λόγω της ιδιότητας της Κατηγορουμένης είτε για κάποιο άλλο λόγο. Ούτε η μη αρχειοθέτηση του ιατρικού πιστοποιητικού που απέστειλε η Κατηγορουμένη εντός του φακέλου διαφοροποιεί την πιο πάνω κατάληξη μου, αφού η παράδοση του εν λόγω εγγράφου στον Βοηθό Αρχηγό Επιχειρήσεων (16.01.2024) έπεται χρονικά της διαβίβασης του φακέλου από την μάρτυρα (11.01 2024). Επομένως, ικανοποιούμαι για την ειλικρίνεια της και τον αντικειμενικό τρόπο διερεύνησης της παρούσας υπόθεσης από μέρους της.
Από την πλευρά της η κατηγορούμενη που κατέθεσε ενόρκως και η οποία εκπροσωπείτο από τον δικηγόρο Ηλία Στεφάνου, με την μαρτυρία της να κρίνεται αξιόπιστη, αναφέρθηκε μεταξύ άλλων, στην τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με τον ιατρό της και την έκδοση σχετικού ιατρικού πιστοποιητικού, «το οποίο παρέδωσε τις επόμενες μέρες στον Βοηθό Αρχηγείο Επιχειρήσεων, έπειτα από τηλεφωνική επικοινωνία τους, κατά την οποία του είχε μεταφέρει τα παράπονα της για τα όσα είχαν προηγηθεί το προηγούμενο βράδυ». Ανέφερε περαιτέρω ότι «ουδέποτε ζήτησε να τύχει διαφορετικής μεταχείρισης, ούτε προέβαλε την ιδιότητα της κατά τη διάρκεια την παρουσίας της στον σταθμό για να τύχει τέτοιας διαφορετικής μεταχείρισης, αλλά η ίδια ένιωσε ότι έτυχε δυσμενούς μεταχείρισης συνεπεία της ιδιότητας της». Στο τέλος της διαδικασίας, σύμφωνα με τα όσα καταγράφει η απόφαση, ανέφερε στον αστυφύλακα ότι θα τηλεφωνούσε στον Αρχηγό Αστυνομίας την επόμενη μέρα για να παραπονεθεί για την κράτηση της και την όλη συμπεριφορά και ταλαιπωρία που υπέστη συνεπεία της ακολουθηθείσας διαδικασίας.
Η Κατηγορουμένη κατά την αντεξέταση της αναφέρθηκε εκ νέου στη συμπεριφορά του ΜΚ 1 (σ.σ αστυφύλακα) και στον τρόπο χειρισμού της λέγοντας ότι η ίδια διαπίστωσε ότι υπήρχε μια εμμονή στην προσπάθειά του να την κατηγορήσει, παρά το γεγονός ότι η υπόθεση είχε παρατραβήξει πολύ πέραν του επιτρεπτού στη βάση των κανονισμών. Όσον αφορά τους λόγους που η Κατηγορουμένη δεν είχε ενημερώσει τον ΜΚ 1 για το πρόβλημα υγείας που αντιμετωπίζει, απέδωσε τούτο στην ιδιαίτερη ένταση που επικρατούσε ενόψει της γενικότερης κατάστασης και της διαδικασίας που ακολουθήθηκε, της συναισθηματικής της φόρτισης και επειδή ένιωθε κάπως καλύτερα τη συγκεκριμένη μέρα. Σε σχετική υποβολή ότι απέφυγε να παράσχει δείγμα για σκοπούς τελικής εξέτασης ελέγχου αλκοόλης, η Κατηγορουμένη ανέφερε ότι έκανε προσπάθεια να δώσει δείγμα και κατά τη διάρκεια της προσπάθειας αυτής ένιωσε δύο με τρεις φορές τον ΜΚ 1 να τραβά το μηχάνημα προς τα πίσω. Ανέφερε περαιτέρω ότι εφόσον είχε ενημερωθεί ότι τυχόν άρνηση ή αποφυγή παροχής δείγματος συνιστά ποινικό αδίκημα δεν θα έφερνε η ίδια ποτέ τον εαυτό της σε αυτήν τη θέση. Ανέφερε εκ νέου ότι παρακαλούσε τον ΜΚ 1 για περίπου μισή ώρα να την αφήσει να φυσήξει ξανά, ότι είχε κάθε πρόθεση να το πράξει και ότι ουδέποτε ήταν πρόθεσή της να ξεγελάσει τις αρχές.
Κληθείς να καταθέσει ως πρώτος μάρτυρας υπεράσπισης ο Βοηθός Αρχηγός Αστυνομίας, Ιωάννης Γεωργίου, ανέφερε ότι η κατηγορουμένη επικοινώνησε μαζί του τις πρωινές ώρες της ημέρας κατά την οποία είχε λάβει χώρα το συμβάν, αφού την παρέπεμψε κοντά του ο Υπαρχηγός.
Κατά την επικοινωνία τους, η Κατηγορουμένη του μετέφερε το παράπονό της για τη συμπεριφορά των αστυνομικών, τη διαδικασία που ακολουθήθηκε και την καθυστέρηση που παρατηρήθηκε μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας. Περαιτέρω, τον είχε ενημερώσει για το πρόβλημα υγείας που αντιμετώπιζε και δυσκολευόταν να φυσήξει και εκείνος με την σειρά του την ενημέρωσε για την δυνατότητα προσκόμισης σχετικής ιατρικής βεβαίωσης.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο κ. Γεωργίου ανέφερε ακόμη ότι ο αστυνομικός που διενεργεί την εξέταση έχει την ευχέρεια να επιτρέψει στον πολίτη να προβεί σε νέα προσπάθεια για παροχή δείγματος για τελική εξέταση, σε περίπτωση που η πρώτη προσπάθεια ήταν αποτυχημένη, αφού παρέλθουν περί τα 2 λεπτά από την ολοκλήρωση της τελευταίας προσπάθειας. Τούτο διότι αρκετοί πολίτες, όπως αναφέρεται, λόγω προβλημάτων υγείας που αντιμετωπίζουν ή άγχους και στρες, δεν μπορούν να φυσήξουν. Διευκρίνισε ακόμη ότι η προσπάθεια τελικής εξέτασης θα πρέπει να γίνεται αφού παρέλθουν 10 λεπτά από την προκαταρκτική εξέταση, ο χρόνος όμως αυτός δε θα πρέπει να υπερβαίνει το μέγιστο τα 45 λεπτά, γιατί όσο μεγαλύτερος είναι ο χρόνος που παρέρχεται τόσο η αλκοόλη εξασθενίζει.
Ως προς τον τρόπο διενέργειας της εξέτασης, ο μάρτυρας (Βοηθός Αρχηγός Αστυνομίας) ανέφερε ότι ο αστυνομικός δε δικαιούται να αγγίξει πάνω στη συσκευή ή και να την τραβά κατά τη διάρκεια παροχής του δείγματος. Ο μάρτυρας αναγνώρισε ότι το Τεκμήριο 13 αποτελεί την ιατρική βεβαίωση που του προσκόμισε η κατηγορουμένη και ότι αφού το έλαβε, πήρε τον φάκελο για να το αποστείλει στη Νομική Υπηρεσία μαζί με τα σχετικά δικαιολογητικά, όμως ενόψει της δημοσιότητας που έλαβε το επίδικο συμβάν, του δόθηκαν οδηγίες από τον τέως Αρχηγό Αστυνομίας όπως η υπόθεση σταλεί απευθείας στο Δικαστήριο για να αποφασιστούν τα ζητήματα, όπως και έπραξε. Κατά την αντεξέταση του, ο μάρτυρας ανέφερε ότι για το επίδικο περιστατικό διατάχθηκε διοικητική έρευνα, η οποία όμως δεν κατέληξε σε στοιχειοθέτηση κατηγοριών εναντίον οποιουδήποτε από τους εμπλεκομένους.
Αξιολογώντας την μαρτυρία του Ιωάννη Γεωργίου, η Δικαστής Γεωργία Καραμαλλή, ανέφερε είναι το πρόσωπο με το οποίο η κατηγορουμένη επικοινώνησε τηλεφωνικά, εκφράζοντας τα παράπονα της για τη διαδικασία που ακολουθήθηκε και την συμπεριφορά των εμπλεκόμενων αστυνομικών, ενώ ήταν το πρόσωπο στο οποίο απέστειλε το ιατρικό πιστοποιητικό, αφού την είχε παραπέμψει κοντά του ο Υπαρχηγός. Τα όσα ανέφερε, όπως καταγράφεται στην απόφαση, δεν αμφισβητήθηκαν από την Κατηγορούσα Αρχή, ενώ η μαρτυρία του έγινε αποδεκτή στην ολότητα της.
Ο μάρτυρας έχει αφήσει θετική εντύπωση στο Δικαστήριο και η μαρτυρία του δεν έχει επί της ουσίας της αμφισβητηθεί από την πλευρά της Κατηγορούσας Αρχής, αφού ρητά δηλώθηκε από την εκπρόσωπό της ότι δεν αμφισβητεί ότι τα γεγονότα που ο μάρτυρας εξιστόρησε έλαβαν χώρα ως τα έχει περιγράψει και ότι η Κατηγορουμένη τον εφοδίασε με το Τεκμήριο 13 (ιατρικό πιστοποιητικό), το οποίο δεν προωθήθηκε στη Νομική Υπηρεσία για τους λόγους που ο μάρτυρας ανέφερε. Το μοναδικό ερώτημα που του τέθηκε ήταν εάν στη βάση των παραπόνων της Κατηγορουμένης η Αστυνομία προέβη σε οποιεσδήποτε ενέργειες, με τον μάρτυρα να απαντά ότι διατάχθηκε διοικητική έρευνα, χωρίς να στοιχειοθετηθούν μαρτυρίες εναντίον οποιουδήποτε. Όσον αφορά το σκέλος της μαρτυρίας του που σχετίζεται με τον τρόπο χειρισμού της συσκευής τελικού ελέγχου και την διαδικασία που ακολουθείται για την λήψη του εν λόγω δείγματος, η γνώση του εν σχέσει με αυτά προέρχεται από την διετή θητεία του ως διευθυντή της Τροχαίας Λεμεσού και ακολούθως την περαιτέρω θητεία του για δύο έτη ως διευθυντή της Τροχαίας Αρχηγείου.
Σημειώνεται πως πέραν των πιο πάνω, ως τρίτος μάρτυρας κατηγορίας κατέθεσε αστυφύλακας που υπηρετεί στο τμήμα τεχνολογικής ανάπτυξης στην υποδιεύθυνση επικοινωνιών και ηλεκτρονικών συστημάτων ασφαλείας, ο οποίος επεξήγησε τον τρόπο λειτουργίας της επίδικης συσκευής τελικού ελέγχου αλκοόλης, ενώ ως δεύτερος μάρτυρας υπεράσπισης κλήθηκε πνευμονολόγος που παρακολουθεί την κ. Ζαννέτου τα τελευταία δέκα χρόνια, όπως ανέφερε. Οι συνολικοί μάρτυρες που κατέθεσαν ενώπιον του Δικαστηρίου ανέρχονται στους πέντε, ενώ δεν κλήθηκε οποιοδήποτε άλλο μέλος ή προϊστάμενος της Τροχαίας.
Τι κατέθεσε ο βασικός μάρτυρας
Βασικός μάρτυρας κατηγορίας, αποτέλεσε ο αστυφύλακας που διενήργησε στο αλκοτέστ στην Επίτροπο Νομοθεσίας, το όχημα της οποίας είχε ανακοπεί στις 02:30 της 10ης Ιανουαρίου 2024. Όπως ανέφερε, κατά τη διάρκεια της συνομιλίας τους, διαπίστωσε ότι η κατηγορούμενη μύριζε έντονα οινόπνευμα, δημιουργώντας του την εύλογη υποψία ότι οδηγούσε υπό την επήρεια αλκοόλης, ενώ ακολούθησε προκαταρκτική εξέταση αλκοόλης, με ένδειξη 40mg% αντί 22mg%2.
Ακολούθως, σύμφωνα με τα όσα καταγράφονται στην απόφαση, την πληροφόρησε για το αποτέλεσμα της εξέτασης και αφού επέστησε την προσοχή της στον Νόμο, αυτή απάντησε «Είμαι Δικηγόρος», ενώ στη συνέχεια, την ενημέρωσε για τα νέα δείγματα που θα έπρεπε να δώσει, ισχυριζόμενος πως επικαλέστηκε την ιδιότητα της και πως θα έπαιρνε τηλέφωνο τον Αρχηγό Αστυνομίας.
Την ίδια ημέρα και περί ώρα 03:05, χωρίς η Κατηγορουμένη να καταναλώσει οτιδήποτε, της ζήτησε να δώσει δύο δείγματα εκπνοής για τελική εξέταση. Αφού της εξήγησε τον τρόπο λειτουργίας της συσκευής, της επέστησε την προσοχή της στον Νόμο και την πληροφόρησε ότι άρνηση ή αποφυγή παραχώρησης δείγματος συνιστά ποινικό αδίκημα και η Κατηγορουμένη απάντησε «Είμαι επίτροπος Νομοθεσίας και αύριο θα πιάσω τηλέφωνο τον Αρχηγό Αστυνομίας». Την ίδια ημέρα και ώρα 03:13, αφού η Κατηγορουμένη δεν κατάφερε να δώσει δείγματα εκπνοής για ανάλυση, το αποτέλεσμα ήταν insufflcient breath, δηλαδή μη ικανοποιητικό δείγμα. Ακολούθως, την πληροφόρησε για το αδίκημα που διέπραξε και ότι θα προσαχθεί ενώπιον Δικαστηρίου και αφού της επέστησε την προσοχή της στο Νόμο αυτή απάντησε «Εν μου ξαναέτυχε τούτο το πράγμα.». Εν συνεχεία, την μετέφερε στον Αστυνομικό Σταθμό Στροβόλου μαζί με το όχημά της.
Όπως ανέφερε ο μάρτυρας, η κατηγορούμενη είχε μεταφερθεί σε άλλη οδό, όπου υπήρχε μηχανή της Τροχαίας Λευκωσίας για την διενέργεια τελικού ελέγχου. Ενόψει του ότι η συγκεκριμένη συσκευή ήταν χαλασμένη, η μεταφέρθηκε στη συνέχεια στην Τροχαία Λευκωσίας, στον κλάδο δυστυχημάτων. Τότε ειδοποίησαν την Τροχαία Αρχηγείου να προσκομίσει τη μηχανή τελικού ελέγχου, οπότε και έγινε προσπάθεια για διενέργεια τελικού ελέγχου αλκοόλης. Ακολούθως, με οδηγίες του αξιωματικού υπηρεσίας, η κατηγορουμένη μεταφέρθηκε στον Αστυνομικό Σταθμό Στροβόλου για να εξεταστεί η υπόθεση.
Ερωτηθείς αναφορικά με το ιατρικό πιστοποιητικό που απέστειλε η Κατηγορουμένη προς τον Βοηθό Αρχηγό, ο μάρτυρας δήλωσε άγνοια για το γεγονός αυτό, αναφέροντας ότι σε τέτοιες περιπτώσεις η πρακτική είναι ο φάκελος, μαζί με το σχετικό ιατρικό πιστοποιητικό, να αποστέλλονται στη Νομική Υπηρεσία για να εξεταστεί εάν θα προωθηθούν, χωρίς όμως να γνωρίζει τους λόγους που στην προκειμένη περίπτωση δεν ακολουθήθηκε η προαναφερόμενη διαδικασία
Ερωτώμενος, ο μάρτυρας, εν σχέσει με τον τρόπο λειτουργίας της συσκευής τελικού ελέγχου ανέφερε ότι ο χρόνος που παρέχεται από την συσκευή για την παροχή δείγματος είναι 3 λεπτά για κάθε δείγμα, ο ελάχιστος χρόνος που πρέπει να υπάρχει μεταξύ της προκαταρκτικής και της τελικής εξέτασης είναι 15 λεπτά και ο μέγιστος 30 λεπτά γιατί, κατά τον ίδιο, το αποτέλεσμα ενδέχεται να διαφοροποιηθεί, είτε προς τα πάνω είτε προς τα κάτω. Ανέφερε ακόμη ότι μεταξύ των δύο ελέγχων, προκαταρκτικού και τελικού, το πρόσωπο δεν απαγορεύεται να καταναλώσει νερό ή να καπνίσει τσιγάρο, γιατί δεν έχουν καμία σχέση με το αλκοόλ.
Πρόσθεσε ότι η Κατηγορουμένη δεν του ανέφερε ότι είχε κάποιο πρόβλημα υγείας που δεν της επέτρεπε να φυσήσει, πλην του ότι είναι χρόνια καπνίστρια και ούτε ο ίδιος τις υπέβαλε σχετικές ερωτήσεις. Επεξήγησε ακόμη ότι κατά τη διενέργεια της εξέτασης υπάρχουν επί της συσκευής ενδείξεις που δείχνουν αν το πρόσωπο κατά τη διάρκεια της εξέτασης φυσά ικανοποιητικά. Εν προκειμένω, η Κατηγορουμένη προσπάθησε συνολικά δύο με τρεις φορές να παράσχει ικανοποιητικό δείγμα εντός του χρόνου των τριών λεπτών, χωρίς όμως θετικό αποτέλεσμα και έτσι η μηχανή δεν της επέτρεψε να παράσχει δεύτερο δείγμα. Αποδέχθηκε ακόμη ότι κατά τη διεξαγωγή της τελικής εξέτασης και εντός των τριών λεπτών, τράβηξε δύο με τρεις φορές πίσω το μηχάνημα για σκοπούς αυτοκαθαρισμού του, ούτως ώστε να μπορεί να ξεκινήσει από την αρχή.
Ο μάρτυρας αρχικά ανέφερε ότι δεν θυμόταν εάν η κατηγορουμένη του είχε ζητήσει να προσπαθήσει ξανά να δώσει δείγμα, διευκρινίζοντας όμως ότι σε κάθε περίπτωση δε θα μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο, γιατί είχε ήδη δοθεί μη ικανοποιητικό δείγμα και την είχε ενημέρωσε σχετικά προς τούτο.
Συμφώνησε εν συνεχεία ότι η κατηγορουμένη τον ικέτευσε να της επιτρέψει να δοκιμάσει δεύτερη φορά και ότι ο ίδιος σε έντονο ύφος αρνήθηκε, προσθέτοντας ότι μεταξύ της προκαταρκτικής και της τελικής εξέτασης, η Κατηγορουμένη επικαλείτο συνεχώς τη θέση της, ήτοι ότι είναι Επίτροπος Νομοθεσίας και ότι θα μιλούσε με τον Αρχηγό Αστυνομίας. Συμφώνησε ακόμη ότι δεν της επέτρεψε να προσπαθήσει ξανά και ότι αφού την ενημέρωσε ότι τελούσε υπό σύλληψη, η Κατηγορουμένη άρχισε να κλαίει και τότε του ανέφερε ότι επρόκειτο να επικοινωνήσει με τον Αρχηγό Αστυνομίας για να εκφράσει το παράπονο της. Ο μάρτυρας συμφώνησε ότι η Κατηγορουμένη βρισκόταν σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση λόγω της μεταφοράς της στον αστυνομικό σταθμό και της ταλαιπωρίας που υπέστη. Συμφώνησε ακόμη ότι ήταν συνεργάσιμη στη διαδικασία της παροχής δείγματος, ανεξάρτητα από τα παράπονα που είχε εκφράσει αναφορικά με την ακολουθητέα διαδικασία. Συμφώνησε επίσης ότι η Κατηγορουμένη δεν χρησιμοποίησε σε οποιοδήποτε στάδιο τον ρόλο της για να μην προβεί στην εξέταση ή να τύχει διαφορετικής μεταχείρισης και ότι ήταν εκ των υστέρων που φώναζε ότι θα επικοινωνήσει με τον Αρχηγό Αστυνομίας.
Πώς αξιολογήθηκε από το Δικαστήριο
«Η εικόνα που αποκόμισα για τον ΜΚ 1 ενόσω αυτός κατέθετε από το εδώλιο του μάρτυρα ήταν σε γενικές γραμμές καλή», ανέφερε στην απόφαση της η Δικαστής κ. Καραμαλλή σε σχέση με την κατάθεση του εν λόγω μάρτυρα, λέγοντας περαιτέρω πως οι απαντήσεις του χαρακτηρίζονταν από φυσικότητα και αμεσότητα και δεν προέκυψε να είχαν ως γνώμονα την άρνηση κάθε εκδοχής της υπεράσπισης, στοιχείο ενδεικτικό και της ειλικρίνειάς του.
Ωστόσο, δεν αποδέχθηκε τον ισχυρισμό σε σχέση με την ώρα ανακοπής του οχήματος της κατηγορούμενης, αφού «ο μάρτυρας στην κατάθεσή του αλλά και κατά την αντεξέταση του, ανέφερε και επέμενε ότι η ανακοπή έγινε στις 02:30π.μ. καθώς αυτή ήταν η ώρα που έδειχνε το ρολόι του, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο αυτό να έδειχνε και λανθασμένη ώρα». Επίσης, κατατέθηκε τεκμήριο μήνυμα της κόρης της κατηγορούμενης, όπου είχε ενημερώσει στις 02:05π.μ., φιλικό της πρόσωπο για τα αποτελέσματα του προκαταρκτικού ελέγχου της ίδιας αλλά και της κατηγορουμένης.
Επίσης, δεν αποδέχθηκε τον ισχυρισμό ότι στην Τροχαία Λευκωσίας όπου είχε μεταφερθεί η κατηγορούμενη για να υποβληθεί σε τελικό έλεγχο δεν υπήρχε μηχάνημα την συγκεκριμένη μέρα, αφού κατά την αντεξέταση του ανέφερε ότι η μηχανή που υπήρχε δεν λειτουργούσε, ενώ δεν αποδέχθηκε το ότι τραβούσε πίσω το μηχάνημα γιατί υπήρχε αναγκαιότητα, κάτι που επιβεβαίωσε και ο Βοηθός Αρχηγός Επιχειρήσεων.
Τούτο διότι, τέτοια διαδικασία δεν προβλέπεται στις οδηγίες χρήσης της συσκευής που δίδονται προς τους αστυνομικούς. Επίσης, ως ρητά ανέφερε ο ΜΚ3, που στη βάση των αδιαμφισβήτητων προσόντων του αποτελεί πραγματογνώμονα, μεταξύ άλλων, για τη χρήση της επίδικης συσκευής, δεν υφίσταται οποιοσδήποτε λόγος απομάκρυνσης της συσκευής κατά την διάρκεια παροχής δείγματος και σε περίπτωση απομάκρυνσης της η συσκευή θα διακόψει την εν εξελίξει διαδικασία. Παρεμφερώς αναφέρω ότι οι αναφορές του ΜΚ3 επιβεβαιώθηκαν και μέσα από την μαρτυρία του ΜΥ1 (Βοηθός Αρχηγός).
Επιπρόσθετα, μεταξύ άλλων, η Δικαστής δεν αποδέχθηκε ούτε τον ισχυρισμό του ότι η κατηγορουμένη χρησιμοποιούσε τη θέση της για να τύχει διαφορετικής μεταχείρισης, εφόσον ο ίδιος, όπως αναφέρεται στην απόφαση, εν συνεχεία διευκρίνισε ότι η αναφορά του αυτή δεν σχετιζόταν με την πρόθεση της κατηγορουμένης να συνεργαστεί αλλά την ακολουθητέα διαδικασία και την ταλαιπωρία που υπέστη.
Η μαρτυρία του πλην των σημείων που ρητά έχουν αναφερθεί ανωτέρω, γίνεται αποδεκτή, έχοντας κατά νουν την αρχή ότι η απόρριψη εκδοχών μάρτυρα δεν οδηγεί αναγκαστικώς και απαρεγκλίτως σε απόρριψη της μαρτυρίας του, καθώς μάρτυρας μπορεί να γίνει πιστευτός μερικώς ή ολικώς, ενώ δεν θεωρείται επιλήψιμη η επιλεκτική αποδοχή μέρους της μαρτυρίας του. Οι ανωτέρω επισημάνσεις δεν θεωρώ ότι είναι τέτοιας μορφής ώστε να μπορούσαν να πλήξουν την αξιοπιστία του, αφού δεν είναι ικανές να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στην έκβαση της παρούσας υπόθεσης. Εξαίρεση αποτελεί η αναφορά περί αναγκαιότητας αυτοκαθαρισμού της συσκευής κατά τη διενέργεια της εξέτασης. Δεν έχει προκύψει όμως ότι η αναφορά αυτή έγινε με πρόθεση από μέρους του να πει ψέματα, αλλά αυτό που διαφάνηκε ήταν ότι αυτή ήταν η δική του αντίληψη ως προς τον τρόπο λειτουργίας της.
Η κατάθεση της Ζαννέτου
Η κ. Ζαννέτου, που επέλεξε να δώσει μαρτυρία ενόρκως, μεταξύ άλλων ανέφερε κατά την έξοδό της είχε καταναλώσει δύο ποτά, όπως και η κόρη της, με τη διαφορά ότι η ίδια κατανάλωσε λιγότερο φαγητό. Καθώς όδευε προς τον κυκλικό κόμβο πρόσεξε το σήμα της αστυνομίας για να σταματήσει, όπως και έπραξε αμέσως. Εκεί, πριν τις 2:00π.μ., της ζητήθηκε από τον αστυφύλακα να δώσει δείγμα εκπνοής για προκαταρκτική εξέταση, το οποίο είχε ένδειξη 40mg%. Τότε η κόρη της στις 02:05π.μ. απέστειλε, σε φιλικό της πρόσωπο, τα αποτελέσματα του προκαταρκτικού ελέγχου. Εν συνεχεία, ο αστυφύλακας της ανέφερε ότι θα έπρεπε να μεταβεί σε άλλο σημείο για να ληφθεί το τελικό δείγμα και ανέμενε προς τούτο περί τα 15 λεπτά στο όχημά της.
Σε κάποιο σημείο, λόγω της καθυστέρησης, κατέβηκε και ρώτησε τι συνέβαινε και για ποιο λόγο δεν προχωρούσε η διαδικασία, αναφέροντας στους αστυνομικούς την ιδιότητά της και ότι θα ήθελε να προχωρήσει στο επόμενο στάδιο για να μεταβεί στο σπίτι της για ξεκούραση, καθότι η επόμενη μέρα ήταν εργάσιμη και είχε φορτωμένο πρόγραμμα.
Ακολούθως μεταφέρθηκε σε άλλη οδό όπου υπήρχε μηχάνημα τελικού ελέγχου, το οποίο εν τέλει δεν λειτουργούσε και ως εκ τούτου μεταφέρθηκε στον Σταθμό. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της, όπως αυτοί καταγράφονται στην απόφαση, στον Σταθμό Στροβόλου υπήρχαν και άλλοι αστυνομικοί και άλλα άτομα που ανέμεναν για τη διενέργεια της εν λόγω εξέτασης και περίμενε εκεί για αρκετή ώρα μέχρι που ενημερώθηκε από τον αστυφύλακα ότι το μηχάνημα δεν λειτουργούσε. Σε εκείνο το στάδιο, ανέφερε στους αστυνομικούς ότι θα πρέπει να υπάρχει σχέδιο σε τέτοιες περιπτώσεις αδυναμίας του συστήματος και σαφείς οδηγίες για τις ενέργειες που πρέπει να γίνονται, γιατί δεν είναι δίκαιο ο πολίτης να θεωρείται υπεύθυνος για τη βλάβη του μηχανήματος και να ταλαιπωρείται με αυτό τον τρόπο όταν υπάρχει αδυναμία να γίνει ο έλεγχος.
Τότε ο ΜΚ 1 (αστυφύλακας) της ανέφερε με άγριο ύφος ότι θα έκανε το παν να φέρει μηχάνημα από αλλού για να γίνει το τελικό τεστ και σε εκείνο το σημείο ρώτησε κατά πόσο ήταν υπό κράτηση, με τον αστυφύλακα να της απαντά αρνητικά. Από την ώρα που μεταφέρθηκε στον σταθμό μέχρι και την ώρα που ήρθε το μηχάνημα για τελικό έλεγχο, της προσφέρθηκαν 2-3 ποτήρια νερό από μια αστυνομικό και κάπνισε αρκετά τσιγάρα, γεγονός που την ανάγκαζε να βγαίνει έξω ενώ ήταν πολύ κρύο. Περί τις 3:10π.μ. έφθασε στον Σταθμό Στροβόλου άλλος αστυνομικός o οποίος προσκόμισε το μηχάνημα τελικού ελέγχου. Τότε ο ΜΚ 1 ενημέρωσε την Κατηγορουμένη ότι θα διενεργούσε την εξέταση και ότι σε περίπτωση αποτυχίας παροχής δείγματος θα καταχωρείτο ποινική υπόθεση εναντίον της και της ζητήθηκε να δώσει δείγμα, ενώ ο ΜΚ 1 κρατούσε το μηχάνημα. Η Κατηγορουμένη ανέφερε ακόμη ότι θυμάται να προσπαθεί να φυσήξει με όση δύναμη είχε και παρατήρησε ότι ο ΜΚ 1 κρατούσε το στόμιο του τεστ στο στόμα της και το τραβούσε πίσω απότομα πίσω σε κάθε της προσπάθεια ενώ φυσούσε. Αφού ολοκληρώθηκε η διαδικασία ο ΜΚ 1 την ενημέρωσε ότι δεν δόθηκε ικανοποιητικό δείγμα. Ανέφερε ακόμη ότι από τον προκαταρκτικό μέχρι και τον τελικό έλεγχο είχε μεσολαβήσει μεγάλο χρονικό διάστημα και σε καμία περίπτωση δεν είχε λόγο και πρόθεση να μην δώσει δείγμα αφού ήταν σίγουρο στο μυαλό της ότι η ένδειξη του αλκοόλ θα είχε πέσει κατά πολύ μετά από την πάροδο τέτοιου χρόνου
Περαιτέρω, σύμφωνα πάντα με τα όσα καταγράφονται στην απόφαση, η κατηγορουμένη ανέφερε στον αστυφύλακα ότι ένιωθε πολύ κούραση και ότι έβαλε όση προσπάθεια ήταν δυνατό, αλλά δεν μπορούσε παραπάνω, ενώ τον παρακάλεσε πολλές φορές να της επιτρέψει να επαναλάβει τη διαδικασία και να δώσει δεύτερο δείγμα, αλλά αυτός αρνήθηκε. Αναφέρθηκε ακόμη στην υποτροπή του χρόνιου άσθματος της λίγες μέρες πριν από το συμβάν και ότι τη συγκεκριμένη ημέρα αισθανόταν καλύτερα και για αυτό δεν σκέφτηκε λόγω και της ιδιαίτερης κούρασης και ψυχολογικής φόρτισης της, ότι η αναπνοή της ενδεχόμενα να είχε επηρεαστεί από την κατάσταση της υγείας της και εξου δεν το ανέφερε στον αστυφύλακα, αλλά αναφέρθηκε μόνο στο γεγονός ότι είναι χρόνια καπνίστρια και ότι το συγκεκριμένο βράδυ είχε καπνίσει πολύ.
Αποδεκτή η μαρτυρία της
Αξιολογώντας την μαρτυρία της, το Δικαστήριο ανέφερε μεταξύ άλλων, πως η εικόνα που αποκόμισε από την κατηγορουμένη ενόσω αυτή κατέθετε από το εδώλιο του μάρτυρα, ήταν θετική, ενώ υπέδειξε πως ήταν γενικά ήρεμη και σταθερή στις απαντήσεις της και η μαρτυρία της διακατεχόταν από αμεσότητα και ευθύτητα.
Επίσης, ανέφερε πως τα όσα ανέφερε, συνάδουν με την μαρτυρία της Κατηγορούσας Αρχής, ενώ ισχυρισμοί της, επιβεβαιώθηκαν από τον ίδιο τον αστυνομικό ο οποίος της διενήργησε έλεγχο αλκοόλης.
Έχω διεξέλθει το σύνολο της μαρτυρίας της Κατηγορουμένης και δεν διαπίστωσα οποιεσδήποτε αντιφάσεις και η αξιοπιστία της δεν πλήγηκε κατά τη διάρκεια της αντεξέτασής της. Το μεγαλύτερο μέρος της μαρτυρίας της Κατηγορουμένης ως προς την πορεία των γεγονότων που έλαβαν χώρα κατά την επίδικη ημέραμ συνάδει με τη μαρτυρία που προσκομίστηκε από την Κατηγορούσα Αρχή. Συγκεκριμένα, η Κατηγορουμένη δέχθηκε ότι ανακόπηκε για έλεγχο, ότι κατά την προκαταρκτική εξέταση βρέθηκε να υπερβαίνει το επιτρεπόμενο όριομε ένδειξη 40mg% και ότι της ζητήθηκε να παράσχει δείγμα για τελική εξέταση. Δέχθηκε ακόμη ότι μεταφέρθηκε σε άλλο σημείο για τη διενέργεια του τελικού ελέγχου με τη βοήθεια γυναίκας αστυνομικού και εν συνεχεία σε δεύτερο σημείο λόγω μη λειτουργίας της συσκευής. Δέχθηκε ακόμη ότι, επειδή ούτε στο δεύτερο σημείο λειτουργούσε η μηχανή, ανέμεναν να προσκομιστεί άλλη και αφού προσκομίστηκε κατέβαλε προσπάθεια για παροχή δείγματος εκπνοής με έντυπο αποτέλεσμα «lnsufflcient Sample». Επίσης, η θέση της Κατηγορουμένης ότι ο ΜΚ 1 κατά την προσπάθεια παροχής δείγματος εκπνοής τραβούσε τη συσκευή αλλά και ότι μετά την αποτυχημένη προσπάθεια της να δώσει δείγμα τον παρακαλούσε να της επιτρέψει να προσπαθήσει εκ νέου αλλά ο ΜΚ 1 δεν της επέτρεψε, επιβεβαιώθηκαν από τον ίδιο, ανεξάρτητα από τους λόγους που αυτός είχε αναφέρει για να αιτιολογήσει τις ενέργειές του.
Επίσης, το Δικαστήριο ανέφερε πως οι αναφορές εν σχέσει με τον χρόνο διενέργειας της προκαταρκτικής εξέτασης αλλά και η κατάσταση της υγείας της και η υποτροπή που παρουσίαζε την συγκεκριμένη χρονική περίοδο, επιβεβαιώνονται και από την αδιαμφισβήτητη μαρτυρία του πνευμονολόγου που κλήθηκε ως μάρτυρας υπεράσπισης.
Όσον αφορά τους λόγους που η κατηγορουμένη δεν ανέφερε στον αστυφύλακα το πρόβλημα υγείας που αντιμετωπίζει παρά την αποτυχημένη προσπάθεια της να δώσει δείγμα και του μακρού χρόνου που παρέμεινε εκεί και είχε την ευκαιρία να το πράξει, έχουν εκφραστεί επαρκώς από την Κατηγορουμένη και θεωρώ ότι οι εξηγήσεις που έδωσε προς τούτο είναι λογικές και ικανοποιητικές, δεδομένης της κούρασης, της ψυχολογικής φόρτισης της και του ιδιαίτερα μακρού της διαδικασίας. Εν κατακλείδι, σημειώνω ότι το μεγαλύτερο μέρος της μαρτυρίας της Κατηγορουμένης δεν αμφισβητήθηκε από την άλλη πλευρά, αλλά οι οποιεσδήποτε ερωτήσεις της τέθηκαν περιορίστηκαν στην αμφισβήτηση των θέσεων της Κατηγορούμενης περί του μη γνήσιου των ενεργειών του ΜΚ 1 (αστυφύλακα) και της ισχυριζόμενης δυσμενούς μεταχείρισης της, όπως η ίδια την είχε αισθανθεί και σε μια γενική υποβολή που αφορούσε την διάπραξη του εξεταζόμενου αδικήματος.
Ευρήματα Δικαστηρίου
Αποτέλεσε εύρημα του Δικαστηρίου, πως η κατηγορούμενη πάσχει από χρόνιο, επίμονο βρογχικό άσθμα με μόνιμη έκπτωση της εκπνευστικής ροής της, με αποτέλεσμα να έχει μη ικανοποιητική εκπνευστική προσπάθεια και μειωμένες εκπνευστικές εφεδρείες, τα οποία επιβαρύνονται και από το γεγονός ότι η Επίτροπος Νομοθεσίας τυγχάνει να είναι καπνίστρια και ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο η νόσος βρισκόταν σε παρόξυνση λόγω βρογχίτιδας. Αποτέλεσμα τούτου, όπως ανέφερε η Δικαστής, ήταν να επηρεάζεται η μέγιστη προσπάθεια εκπνοής αλλά και η διάρκεια αυτής.
Επίσης, έλαβε υπόψη τα όσα έχουν λεχθεί από τον ειδικό αστυφύλακα για τα μηχανήματα και τον Βοηθό Αρχηγό Επιχειρήσεων, με τον χρόνο που μεσολάβησε, αφού όπως ανέφεραν, ο μέγιστος χρόνος που θα πρέπει να αφήνεται να διαρρεύσει, δεν πρέπει να είναι πέραν των 40 λεπτών, καθώς τούτο επηρεάζει την ορθότητα του αποτελέσματος ως προς το ύψος της ένδειξης, είτε προς τα πάνω είτε κυρίως προς κάτω.
Ανεξαρτήτως όμως του επηρεασμού της ορθότητας του αποτελέσματος σε τέτοια περίπτωση, καμία μαρτυρία δεν τέθηκε ενώπιόν μου από την οποία να προκύπτει ότι η παρέλευση τέτοιου ή μεγαλύτερου χρόνου δύναται να επηρεάσει και την ικανότητα του προσώπου να παράσχει δείγμα ή έστω ικανοποιητικό δείγμα εκπνοής και ως εκ τούτου δεν θα πρέπει να υποβάλλεται σε τελική εξέταση. Συνεπώς, καταλήγω ότι με δεδομένη την ύπαρξη θετικής ένδειξης κατά την προκαταρκτική εξέταση, ο ΜΚ1 δικαιολογημένα, έστω και μετά την παρέλευση μακρού χρόνου πέραν του συνισταμένου, εδύνατο, με βάση την κείμενη νομοθεσία, να ζητήσει από την Κατηγορούμενη να παράσχει δείγμα εκπνοής για σκοπούς τελικής εξέτασης.
Επίσης, στην απόφαση του το Δικαστήριο αναφέρει ότι «από το σύνολο της ενώπιον του αποδεκτής μαρτυρίας, δεν έχω ικανοποιηθεί ότι η συνεργασία της κατηγορούμενης με τις αστυνομικές αρχές για σκοπούς τελικής εξέτασης δεν ήταν γνήσια και ότι παρά την εκφρασθείσα πρόθεσή της να συνεργαστεί και να παράσχει δείγμα, κατόρθωσε με κάποιο τρόπο να μην πράξει τούτο. Τούτο διότι ως ο ΜΚ 1 επιβεβαίωσε στη δια ζώσης μαρτυρία του, κατά τη διάρκεια που η Κατηγορουμένη προσπαθούσε να παράσχει δείγμα για τελική εξέταση εντός του χρονικού πλαισίου των τριών λεπτών, ο ΜΚ1 τράβηξε τη συσκευή δύο με τρεις φορές πίσω, απομακρύνοντας την από την Κατηγορούμενη για να αυτοκαθαριστεί, ως χαρακτηριστικά ανέφερε. Την ίδια αίσθηση είχε και η Κατηγορούμενη, εξού και του είχε ζητήσει να μην της τραβά τη συσκευή και να την αφήσει να τελειώσει την προσπάθεια της».
Επιπρόσθετα, αποδέχθηκε ότι η Επίτροπος Νομοθεσίας «δεν είχε λόγο να αποφύγει να δώσει ικανοποιητικό δείγμα, ένεκα της ένδειξης του προκαταρκτικού ελέγχου και της παρόδου μεγάλου χρονικού διαστήματος μέχρι την διενέργεια τελικής εξέτασης σε συνάρτηση με την εξασθένιση του επιπέδου αλκοόλης και του γρήγορου ρυθμού που μικρόσωμες γυναίκες ως η Κατηγορούμενη μεταβολίζουν την αλκοόλη, οι πιθανότητες ένδειξης εντός του επιτρεπόμενου ορίου είχαν μειωθεί αισθητά».
