Σημαντικά βήματα στην ιστοριογραφία του 1974 τα τελευταία χρόνια παρά τα εμπόδια
07:09 - 22 Ιουλίου 2025

Σημαντικά βήματα γίνονται τα τελευταία χρόνια στην προσπάθεια ιστοριογραφικής μελέτης και αποτύπωσης των γεγονότων που αφορούν στο πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή στην Κύπρο τον Ιούλιο του 1974, σύμφωνα με όσα ανέφερε στο ΚΥΠΕ ο Πέτρος Παπαπολυβίου, Αναπληρωτής καθηγητής Σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας, και Κοσμήτορας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστήμιο Κύπρου.
Παρά τα εμπόδια και τις δυσκολίες, ιδίως λόγω της περιορισμένης πρόσβασης σε συγκεκριμένες πηγές, ο κ. Παπαπολυβίου σημείωσε στα θετικά των τελευταίων 5-10 ετών το ολοένα μεγαλύτερο ενδιαφέρον νέων μελετητών να ασχοληθούν με την περίοδο αυτή, καθώς και την αυξημένη καταγραφή προσωπικών μαρτυριών από όσους βίωσαν τα γεγονότα. Σε αυτό συνέβαλε και η περσινή 50ή επέτειος από το 1974, πρόσθεσε.
Μιλώντας στο ΚΥΠΕ για την εικόνα που παρουσιάζει σήμερα η ιστοριογραφική παραγωγή για τη συγκεκριμένη περίοδο, ανέφερε ότι αυτή έχει αυξηθεί και ότι γίνονται συνέχεια αξιόλογες μελέτες και διατριβές, καθώς ολοένα περισσότεροι ιστορικοί, αλλά και άλλοι αξιόλογοι μελετητές, όπως δημοσιογράφοι, φέρνουν συνεχώς στο φως τα πορίσματα της έρευνάς τους.
«Όλα αυτά θα μπορούσαν να είναι περισσότερα και πολύ πιο ικανοποιητικά αν είχαμε περισσότερες διαθέσιμες πηγές», σημείωσε ο κ. Παπαπολυβίου, εξηγώντας ότι ιδιαίτερες δυσκολίες υπάρχουν ιδίως σε ό,τι αφορά τις τουρκικές πηγές, αφενός λόγω του ότι παραμένουν κλειστά τα αρχεία του τουρκικού στρατού, αλλά και λόγω της γλώσσας, καθώς, όπως είπε, «δεν υπάρχουν πολλοί τουρκόφωνοι δικοί μας ιστορικοί που να ασχολούνται με την ιστοριογραφία της περιόδου». Επεσήμανε, όμως, ότι «έστω και περιορισμένα αποκαλύπτονται εξαιρετικά ενδιαφέρουσες καινούριες πληροφορίες».
Μια άλλη ενδιαφέρουσα πτυχή, σύμφωνα με τον κ. Παπαπολυβίου, είναι ότι τα τελευταία 5-10 χρόνια παρατηρήθηκε πολύ μεγάλη αύξηση στην καταγραφή προφορικών μαρτυριών, από όσους έζησαν τον πόλεμο, ή πολέμησαν στις μάχες ή συνελήφθησαν αιχμάλωτοι, άνθρωποι που είναι σήμερα γύρω στα 70 τους χρόνια. Ενώ για δεκαετίες κρατούσαν τα βιώματα και τα τραύματά τους κλειστά, τα τελευταία χρόνια καταγράφουν τις μαρτυρίες τους, είτε οι ίδιοι, είτε μέσω νεότερων μελετητών. Ο κ. Παπαπολυβίου είπε, ακόμα, ότι εκδόθηκαν και παρουσιάζονται πολλά βιβλία και από συνδέσμους παλαιών πολεμιστών, από μονάδες μάχιμες, και ότι είναι βιβλία πολύ ενδιαφέροντα που καλύπτουν αρκετά από τα κενά της στρατιωτικής ιστορίας.
Απαντώντας κατά πόσο είναι χρήσιμο για την ιστοριογραφία αυτό το προφορικό πληροφοριακό υλικό, που κατατίθεται μετά από τόσες δεκαετίες και ενώ έχει ενδεχομένως υποστεί αλλοιώσεις λόγω εξασθένισης της μνήμης, ο κ. Παπαπολυβίου εξήγησε ότι αυτό είναι κάτι που λαμβάνει υπόψη του ένας ιστορικός και δεν αφορά μόνο με την ιστοριογραφία αυτής της περιόδου, αλλά και την καταγραφή μαρτυριών του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ή από τον Αγώνα της ΕΟΚΑ, για παράδειγμα.
Πρόσθεσε ότι κάθε προσωπική μαρτυρία, είτε προφορική είτε γραπτή, καταγράφει την ατομική ματιά του μάρτυρα και ότι ο ιστορικός λαμβάνει υπόψη του από πού προέρχεται η μαρτυρία. Υπογράμμισε, δε, ότι οι μαρτυρίες πρέπει να διασταυρώνονται, όμως φυσικά έχουν όλες τη σημασία και την αξία τους.
Σε ερώτηση αν αλλάζει την προσέγγιση της μελέτης της περιόδου το γεγονός ότι οι ιστορικοί που ασχολούνται ανήκουν σε μία γενιά που δεν βίωσε τα γεγονότα, ο κ. Παπαπολυβίου σημείωσε ότι υπάρχουν και θετικές και αρνητικές πτυχές. Αφενός, είπε, η χρονική απόσταση επιτρέπει πιο αντικειμενική και νηφάλια θεώρηση. Αφετέρου, ως αρνητικό σημείωσε το γεγονός ότι οι νέοι μελετητές έχουν μεγαλώσει σε μία Κύπρο που την γνώρισαν εξαρχής κατεχόμενη και μοιρασμένη με συρματοπλέγματα και αυτό έχει διάφορες καίριες συνέπειες και στην κοινωνία στην οποία μεγάλωσαν.
Όσον αφορά την προσβασιμότητα σε πηγές και την αναζήτηση αυτών, ο κ. Παπαπολυβίου ανέφερε ότι τα στρατιωτικά αρχεία στην Κύπρο είναι πλέον ανοιχτά, έστω και με δυσκολίες στους ερευνητές. Σημείωσε, όμως, ότι πέρα από τα επίσημα αρχεία στην Κύπρο, στην Ελλάδα ή σε άλλες χώρες, ένας ιστορικός ή ένας ερευνητής μπορεί να βρει στο περιβάλλον του πηγές, όπως για παράδειγμα ένα ημερολόγιο ενός αιχμαλώτου ή η αλληλογραφία ενός εγκλωβισμένου με την οικογένειά του.
Ερωτηθείς αν υπάρχουν πολιτικές σκοπιμότητες που κρατάνε κλειστά κάποια αρχεία, απάντησε ότι σκοπιμότητες μπορεί να υπήρχαν τις πρώτες δεκαετίες μετά το 1974, όμως 51 χρόνια μετά είναι αδιανόητο να υφίσταται κάτι τέτοιο, σύμφωνα με τον ίδιο. Σημείωσε, όμως, ότι υπάρχουν κάποιες πάγιες αντιλήψεις στην κρατική μηχανή που δυσκολεύουν την πρόσβαση, γιατί η πρότερη εμπειρία αποτρέπει κάποιους υπεύθυνους να αγγίξουν τα θέματα αυτά, αντιμετωπίζοντάς τα σαν το «κουτί της Πανδώρας». Όπως είπε, στην Ευρώπη γενικά θεωρείται ότι τα απόρρητα αρχεία μπορούν να ανοίγουν σε διάστημα από 10 έως 30 χρόνια μετά.
Ο κ. Παπαπολυβίου αναφέρθηκε και σε περιπτώσεις που το περιεχόμενο μίας καταγραφής μπορεί να έχει ως συνέπεια ακόμα και την παραπλάνηση του κοινού. Σημείωσε ότι, λόγω της άνθησης των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης, βρίσκει χώρο μία «εκλαϊκευτική ατεκμηρίωτη ιστορία», η οποία μπορεί να έχει ως συνέπεια και την χειραγώγηση του κοινού, ενίοτε ίσως και σκόπιμη χειραγώγηση. Υποστήριξε ότι ο κόσμος διαβάζει πολύ πιο εύκολα αυτό το υλικό, ή υλικό που αναπαράγει διχαστικές αντιλήψεις, μισαλλοδοξία ή φανατισμό, αντί τις σοβαρές επιστημονικές ιστορικές μελέτες.
Απαντώντας σε ερώτηση αν οι διχαστικές αντιλήψεις και ο φανατισμός είναι ελκυστικές γιατί είναι παγιωμένα σχήματα σκέψης, έτοιμες κατασκευές για να σκεφτεί κανείς γύρω από τα γεγονότα αυτά, ο κ. Παπαπολυβίου είπε ότι αυτό όντως συμβαίνει και ότι στα χρόνια μας το διαδίκτυο το διευκολύνει αυτό, γιατί πριμοδοτεί ένα είδος καταγγελτικού λόγου, συνήθως από αδαείς, ημιμαθείς ή επαγγελματίες της προπαγάνδας. Αντίθετα, όπως είπε, ο ιστορικός δεν καταφεύγει σε τέτοιο περιεχόμενο και ύφος, αλλά θα προσπαθήσει να ερμηνεύσει τα γεγονότα, αν είναι τυχερός να φέρει νέες πηγές στο φως, όχι όμως να καταγγείλει ή να επιτεθεί ή να δικάσει.
Τέλος, απαντώντας στο αν μπορούμε να ελπίζουμε ότι με τις διεργασίες που υπάρχουν στην καταγραφή της ιστορίας του 1974, θα αλλάξει κάποια στιγμή και η διδασκαλία των γεγονότων αυτών στα σχολεία, ο κ. Παπαπολυβίου υπογράμμισε ότι θα πρέπει να αλλάξουν οπωσδήποτε τα σχολικά εγχειρίδια, καθώς είναι βιβλία που η ηλικία τους έχει ξεπεράσει κατά πολύ τις τρεις δεκαετίες.
Εξήγησε, όμως, ότι και να βγουν καινούρια βιβλία, δε σημαίνει ότι θα λυθούν όλα τα προβλήματα και ότι πρέπει να γίνουν και γενναίες τομές και να αλλάξει η διδακτική προσέγγιση της ιστορίας. Πρόσθεσε ότι χρειάζεται περισσότερη επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, σημειώνοντας ότι αρκετοί από αυτούς που διδάσκουν ιστορία στο σχολεία, δεν έχουν διδαχθεί ιστορία της Κύπρου, ούτε καν ιστορία, ενώ κάποιοι μπορεί να νιώθουν για διάφορους λόγους ανασφάλεια ή και να περνούν στη διδασκαλία προσωπικές ατεκμηρίωτες απόψεις.
Υπογράμμισε, κλείνοντας, ότι το σημαντικό είναι να καταλάβουν και οι μαθητές ότι το παν δεν είναι απλώς να μάθουν το γεγονός, αλλά να μπορούν να το ερμηνεύσουν, να μάθουν πώς να διαβάζουν και να προσπαθήσουν να κατανοήσουν την δική μας ιστορία, ώστε να καταλάβουν και την παγκόσμια και ευρωπαϊκή ιστορία.
Πηγή: ΚΥΠΕ
