Η εγκληματικότητα που βρίσκεται στα φόρτε της, οι μπερδεμένοι ρόλοι και η (μη) παρέμβαση στη δικαστική εξουσία
06:00 - 15 Ιουλίου 2025

Τις τελευταίες εβδομάδες, το αστυνομικό ρεπορτάζ βρίσκεται στα φόρτε του, καθώς το ένα έγκλημα διαδέχεται το άλλο, σε σημείο που κάποιος μπορεί να διερωτηθεί εάν τα όσα τετκταίνονται, είναι στο νησί της Αφροδίτης ή στην Κολομβία, όπου πλέον τέτοιες ειδήσεις, δεν θεωρούνται ειδήσεις, λόγω της συχνότητας τους. Και μπορεί στην κατηγορία έγκλημα το μυαλό όλων να πηγαίνει σε συγκεκριμένες υποθέσεις, πίσω από τις οποίες κρύβεται ο λεγόμενος υπόκοσμος ή οι βεντέτες ή τα ναρκωτικά, εντούτοις στην κατηγορία έγκλημα εμπίπτουν και τα σκάνδαλα, όπως για παράδειγμα οι αερόσακοι ΤΑΚΑΤΑ, η δολοφονία Θανάση κτλ. Ωστόσο το κάθε έγκλημα, οργανωμένο (σ.σ υπό την παραδοσιακή έννοια) και μη, έχει τους δικούς του πρωταγωνιστές, διαφορετικά φονικά όπλα και πολλές φορές διαφέρει και ο τρόπος αντίδρασης των Διωκτικών Αρχών.
Αν αφαιρέσουμε από την εξίσωση τις πολύκροτες υποθέσεις που τυγχάνουν διερεύνησης (σ.σ. ΤΑΚΑΤΑ, Κράτος Μαφία, κτλ), από εκεί και πέρα στη λίστα των τελευταίων εβδομάδων καταγράφονται δολοφονίες, απόπειρες φόνου, συμπλοκές, εμπρησμοί, ληστείες, ξέπλυμα χρήματος και γενικότερα θα έλεγε κανείς ότι απ' όλα έχει ο μπαξές, με την ήδη υποστελεχωμένη Αστυνομία να τρέχει πίσω από τα γεγονότα. Ασφαλώς και δεν μπορεί να βρίσκεται παντού, ούτε θα μπορούσε να αποτραπεί μια δολοφονία μεταξύ δύο γειτόνων, εκ των οποίων ο ένας άρπαξε το όπλο και άνοιξε πυρ, ούτε επίσης μπορούν να αποτραπούν εγκλήματα που έχουν να κάνουν με ευαίσθητα κοινωνικά ζητήματα, εντούτοις η πρόληψη εκεί και όπου υπάρχει δυνατότητα, θεωρείται σημαντικός παράγοντας. Για παράδειγμα, εάν οι συμπλοκές στις Φοινικούδες ήταν καθημερινό φαινόμενο, τότε ενδεχομένως κάποιος θα έπρεπε να σκεφτεί πολύ απλά, πως η λήψη μέτρων, με αυξημένες περιπολίες ώστε η παρουσία της Αστυνομίας να είναι έντονη, θα ήταν μια λύση.
Πέραν όμως τούτου, στους μη αποτρεπτικούς παράγοντες, είναι και το μεγάλο κεφάλαιο της ατιμωρησίας και η αδυναμία της Αστυνομίας να εξιχνιάσει υποθέσεις, όπου οι δράστες τους βάζουν δύσκολα, με αποτέλεσμα να υπάρχει αποθράσυνση. Η πιο ενδεικτική περίπτωση τις τελευταίες ημέρες, είναι οι δράστες των βανδαλισμών στα γραφεία του ΔΗΣΥ στη Λεμεσό, όπου κατέγραψαν καρέ καρέ την δράσης τους, δημοσιοποίησαν μάλιστα το «έργο» τους και η Αστυνομία, τόσες μέρες μετά, δεν κατάφερε να τους εντοπίσει.
Στο κάδρο βέβαια μπαίνει ακόμη μια πτυχή των όσων διαδραματίζονται, που αφορά τον μιμητισμό. Είναι πλέον αποδεκτό από όλους πως οι θεσμοί διανύουν την μεγαλύτερη τους κρίση και ανάμεσα σε αυτούς και η Αστυνομία, η οποία φαίνεται να μην τυγχάνει της εμπιστοσύνης των πολιτών, ενώ από εκεί και πέρα, υπό αμφισβήτηση βρίσκονται οι χειρισμοί της Νομικής Υπηρεσίας και των Δικαστηρίων, καθώς δέχθηκαν έντονες επικρίσεις μετά την απόφαση του ΕΔΑΔ σε υπόθεση βιασμού αλλά και την απόλυση της Δικαστού Ντόριας Βαρωσιώτου, που κατέληξε πως ο Θανάσης Νικολάου δολοφονήθηκε και δεν αυτοκτόνησε.
Αν το κλίμα που καλλιεργείται είναι η ατιμωρησία, σε κάποιες περιπτώσεις - λανθασμένα - οι πολίτες παίρνουν το Νόμο στα χέρια τους, κάτι που αναμφίβολα οδηγεί σε επικίνδυνα μονοπάτια, ενώ από την άλλη, δεν μπορεί αποκλειστεί το ενδεχόμενου του μιμητισμού.
Όλα αυτά, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, εντείνουν το αίσθημα ανασφάλειας των πολιτών, με το πρόβλημα να έχει αναγνωριστεί από την πρώτη στιγμή της ανάληψης των καθηκόντων του, από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο οποίος έβαλε το πήχη ψηλά. Ωστόσο, από τα λόγια στις πράξεις υπάρχει ένας μακρύς δρόμος και αυτοί που πρώτα θα πρέπει να αναλάβουν τις ευθύνες τους, είναι οι υφιστάμενοι του Νίκου Χριστοδουλίδη, οι οποίοι είναι δικές του επιλογές, εντούτοις σε διάφορες περιπτώσεις, αντί να του λύσουν προβλήματα, του δημιούργησαν ακόμη περισσότερα, όπως για παράδειγμα έγινε στην περίπτωση της διαμαρτυρίας των κυνηγών στον αυτοκινητόδρομο.
Ενδεχομένως ο Πρόεδρος να αναγνωρίζει τα κενά και τις δυστοκίες, ενδεχομένως και όχι. Ωστόσο η απόφαση του να ενεργήσει ως Αρχηγός Αστυνομίας και ταυτόχρονα ως υπουργός Δικαιοσύνης, μεταβαίνοντας στην Αστυνομική Διεύθυνση Λάρνακας και ανακοινώνοντας μέτρα για τις συμπλοκές στο παραλιακό μέτωπο της Επαρχίας, από όποια πλευρά και αν το δει κανείς, άφησε εκτεθειμένους τους Θεμιστό Αρναούτη και τον Μάριο Χαρτισώτη. Και αυτό διότι, μετά τα διαδοχικά επεισόδια, αυτός που θα έπρεπε να κινητοποιηθεί - και μάλιστα άμεσα - ήταν ο Αρχηγός Αστυνομίας και αν αυτός δεν το έπραττε, τότε θα έπρεπε να παρέμβει ο υπουργός Δικαιοσύνης, ως πολιτικός προϊστάμενος της Αστυνομίας, να δώσει οδηγίες, ώστε να χαράξει... πολιτική.
Αντί αυτού, την ΑΔΕ Λάρνακας επισκέφθηκε ο Νίκος Χριστοδουλίδης, ωστόσο στα αξιοσημείωτα προστίθεται πως το πρωί της ίδιας ημέρας, στον έντυπο Τύπο υπήρχαν δημοσιεύματα, με δηλώσεις του Δημάρχου, για την ανασφάλεια που επικρατεί, λόγω των διαφόρων περιστατικών βίας που καταγράφονται. Την ίδια ημέρα, ο Πρόεδρος μετέβη στην ΑΔΕ, χωρίς τον υπουργό Δικαιοσύνης ο οποίος δήλωσε πως βρισκόταν εξωτερικό, όπου ανακοίνωσε πως 20 μέλη της αντιοχλαγωγικής ομάδας της ΜΜΑΔ θα ενισχύσουν την Αστυνομική Διεύθυνση Λάρνακας από τις 20:00 και θα περιπολούν το παραλιακό μέτωπο των Φοινικούδων.
Μέτρα τα οποία θα έπρεπε να ληφθούν και να ανακοινωθούν νωρίτερα από τον ίδιο τον Αρχηγό, αφού σε ουκ ολίγες περιπτώσεις, ο υπουργός Δικαιοσύνης ανέφερε πως δεν εμπλέκεται σε επιχειρησιακά ζητήματα, ανεξαρτήτως αν υπήρχαν περιπτώσεις στις οποίες ενεπλάκη. Αν όμως ο κ. Αρναούτης δεν αξιολόγησε σωστά την κατάσταση, τότε θα έπρεπε να παρέμβει ο κ. Χαρτσιώτης, ωστόσο εν τέλει την όλη επιχειρησιακή διαχείριση, ανέλαβε ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Από μόνο του αυτό κρίνεται προβληματικό. Ναι μεν ο Νίκος Χριστοδουλίδης έλυσε το πρόβλημα - έστω προσωρινά και με επικοινωνιακή στρατηγική - εντούτοις, θεωρείται αδιανόητο ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να «καταρτίζει» επιχειρησιακά πλάκα για αύξηση του αισθήματος ασφάλειας, πράγμα το οποίο θα έπρεπε να πράξουν οι υφιστάμενοι του, που ο ίδιος διόρισε. Κάτι αντίστοιχο έγινε και στην περίπτωση της διαμαρτυρίας των κυνηγών. Όλοι ήταν ενήμεροι, ο Αρχηγός γνώριζε για το κλείσιμο του αυτοκινητόδρομου, έβλεπε το... street food που στήθηκε, δεν έπραξε οτιδήποτε, ενώ σε ρόλο θεατή παρέμεινε και ο υπουργός Δικαιοσύνης, ο οποίος επίσης δεν παρενέβη. Και τότε, ο Πρόεδρος, ανέλαβε και πάλι το επιχειρησιακό πλάνο, ώστε να λύσει το πρόβλημα που του δημιούργησαν οι υφιστάμενοι του, ενώ και στις δύο περιπτώσεις, βρέθηκε στο επίκεντρο των επικρίσεων και έδωσε τροφή για παραφιλολογία. Αντίστοιχη ήταν και η περίπτωση με την παρέμβαση του στα επεισόδια στο Άλφαμεγα, όπου έδωσε οδηγίες για διακοπή του παιχνιδιού.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Τέξας η Λεμεσός, ανεξέλεγκτη η κατάσταση-Πέντε βομβιστικές επιθέσεις, γάζωμα υποστατικών και πίσω από τα γεγονότα η Αστυνομία
Παρέμβαση στην Δικαστική εξουσία;
Από εκεί και πέρα, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, κάλεσε τα Δικαστήρια όπως οι υποθέσεις χουλιγκανισμού και επιθέσεων να δικάζονται κατά προτεραιότητα και να μην αφήνονται για μήνες. «Με απόλυτο σεβασμό στο διαχωρισμό των εξουσιών, με απόλυτο σεβασμό στη δικαστική εξουσία, θέλω να κάνω μια δημόσια έκκληση: Θέματα που απασχολούν την κοινωνία, δικαιολογημένα απασχολούν την κοινωνία γιατί αγγίζουν τα θέματα ασφάλειας και αντιλαμβάνεστε την ασφάλεια οφείλουμε, έχουμε υποχρέωση να την παρέχουμε στους πολίτες μας, στην κοινωνία, φαινόμενα, όπως αυτά που βλέπουμε να αναπτύσσονται εδώ στη Λάρνακα το τελευταίο διάστημα, χουλιγκανισμός, αυτές οι επιθέσεις που βλέπουμε συχνά να γίνονται εναντίον ατόμων που εργάζονται στα deliveries, ελπίζω και ζητώ, δημόσια έκκληση χωρίς να παρεμβαίνω στη δικαστική εξουσία, αυτές οι υποθέσεις πρέπει να δικάζονται κατά προτεραιότητα σε μια βδομάδα και όχι να τα αφήνουμε να γίνονται σε 6-8 μήνες, σε ένα χρόνο».
Μπορεί ο Νίκος Χριστοδουλίδης να ανέφερε «χωρίς να παρεμβαίνω στη δικαστική εξουσία», εντούτοις η τοποθέτηση του, ερμηνεύτηκε ως παρέμβαση. Και αυτό διότι, λίγες ώρες προηγουμένως κλήθηκε να αναφέρει την άποψη του για την καταδικαστική απόφαση του ΕΔΑΔ που αφορούσε την αναστολή δίωξης πολιτικού για υπόθεση βιασμού, ωστόσο σεβόμενος την ανεξαρτησία των θεσμών και την διάκριση εξουσιών, κράτησε αποστάσεις. Σε αυτή την περίπτωση, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας απηύθυνε «κάλεσμα» στα Δικαστήρια για άμεση εκδίκαση υποθέσεων που αφορούν επιθέσεις, χωρίς ωστόσο να λαμβάνει υπόψη πως η προτεραιότητα δεν καθορίζεται στην βάση μιας έκκλησης ενός κρατικού αξιωματούχου. Ασφαλώς και οι τέτοιου είδους υποθέσεις είναι σημαντικές, εντούτοις βαρύνουσας σημασίας είναι και οι υποθέσεις που εκδικάζονται και αφορούν μεγάλες ποσότητες ναρκωτικών, βιασμούς, δολοφονίες, απόπειρες φόνους κτλ, που επίσης απασχολούν την κοινωνία.
Συνεπώς, η έκκληση του Προέδρου προς στα Δικαστήρια, θα μπορούσε να αποφευχθεί, καθώς θα έπρεπε να γνωρίζει ότι οι υποθέσεις δεν εκδικάζονται με τυχαία σειρά αλλά με βάση την σοβαρότητα των αδικημάτων.
Ωστόσο, ακόμη μεγαλύτερο ήταν το ατόπημα του Προέδρου να καλέσει τα Δικαστήρια να διατάσσει την κράτηση των κατηγορουμένων, οι οποίοι πέραν του ότι είναι αθώοι μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου, έχουν συνταγματικά δικαιώματα, όπως κάθε πολίτης.
«Εκεί που χρειάζεται και δεν μπορεί να γίνει αυτό άμεσα (σ.σ άμεση εκδίκαση), θα πρέπει στις αποφάσεις- και επαναλαμβάνω σέβομαι απόλυτα τον διαχωρισμό, δεν παρεμβαίνω για να μη βγει οποιοσδήποτε να μου πει ότι παρεμβαίνω - πρέπει να μπαίνουν σε κράτηση μέχρι να γίνει δίκη. Διαφορετικά το μήνυμα που στέλνουμε είναι ότι δεν υπάρχει καμία τιμωρία σε σχέση με ενέργειες που ξεφεύγουν του πλαισίου του νόμου».
Η πιο πάνω αναφορά του Προέδρου, σχολιάστηκε ποικιλοτρόπως στους νομικούς κύκλους και όχι άδικα. Ο Νίκος Χριστοδουλίδης, την ώρα που η Επιτροπή Πρόληψης κατά των Βασανιστηρίων κατσάδιασε την Κύπρο για τον υπερπληθυσμό και για την μη εφαρμογή εναλλακτικών μέτρων για αποσυμφόρηση της Φυλακής, καλεί τα Δικαστήρια να διατάσσουν αβέρτα την κράτηση των κατηγορουμένων, για τέτοιου είδους αδικήματα. «Διαφορετικά», όπως είπε, «το μήνυμα που στέλνουμε είναι ότι δεν υπάρχει καμία τιμωρία σε σχέση με ενέργειες που ξεφεύγουν του πλαισίου του νόμου».
Δηλαδή, πηγαίνοντας ένα βήμα παρά πέρα, θα έλεγε κανείς πως ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ανέφερε πως αν δεν διατάσσεται η κράτηση ενός κατηγορούμενου, αποστέλλεται το μήνυμα πως δεν υπάρχει τιμωρία. Βέβαια, το ίδιο πράγμα θα μπορούσε να λεχθεί και για άλλες περιπτώσεις, αφού υπάρχουν κατηγορούμενοι για σοβαρά αδικήματα, μεταξύ των οποίων και διαφθοράς, που παραμένουν ελεύθεροι. Συνεπώς το ερώτημα για αυτές τις περιπτώσεις, είναι πως αποστέλνεται το μήνυμα πως δεν υπάρχει τιμωρία για όσους ξεφεύγουν από τα πλαίσια του Νόμου; Γιατί και αυτοί, κατηγορούνται πως ξέφυγαν από τα πλαίσια του Νόμου.
Αυτό που παραγνώρισε ο Πρόεδρος, είναι πως για να διαταχθεί η κράτηση ενός κατηγορούμενου, για οποιοδήποτε αδίκημα, θα πρέπει να πληρούνται συγκεκριμένα κριτήρια, στην βάση των οποίων αποφασίζουν τα Δικαστήρια και όχι στην βάση οποιασδήποτε έκκλησης. Και όπως λέχθηκε από την Επιτροπή Πρόληψης κατά των Βασανιστηρίων της ΕΕ, η κράτηση ενός κατηγορούμενου, είναι «έσχατο μέτρο (ultima ratio) και όχι ο κανόνας».
Η προσέγγιση του Προέδρου, αναμφίβολα ήταν λανθασμένη. Και μιλώντας με δικαστικούς όρους, εμπίπτει στα όρια του επηρεασμού, αφού δεν νοείται να απευθύνεται έκκληση στα Δικαστήρια για προφυλακίσεις, «διαφορετικά αποστέλλεται το μήνυμα πως δεν υπάρχει τιμωρία», χωρίς να πληρούνται οι προϋποθέσεις και χωρίς σεβασμός στα συνταγματικά δικαιώματα του οποιουδήποτε, που επαναλαμβάνεται πως ο κάθε ένας δεν είναι ένοχος μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου. Είναι αθώος μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου και δεν είναι καθόλου χαμηλό το ποσοστό που εν τέλει αθωώνεται ή απαλλάσσεται από τις κατηγορίες.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Τσουβάλια υπόδικοι και κατάδικοι, πενταπλάσιος ο αριθμός από την χωρητικότητα-«Έσχατο μέτρο η κράτηση, όχι ο κανόνας»
