Η απόφαση του ΕΔΑΔ, το σύστημα που απεχθάνονται οι πολίτες και το βάρος στην κάλπη
Μικαέλλα Λοΐζου 06:00 - 10 Ιουλίου 2025

Η απόφαση του ΕΔΑΔ για την αναστολή της υπόθεσης κατά πολιτικού προσώπου που καταγγέλθηκε για βιασμό, κατόπιν της καταχώρισής της ενώπιον του Κακουργιοδικείου, η οποία κρίθηκε ότι λήφθηκε με σεξιστική προσέγγιση, αλλά και η αντίδραση της Νομικής Υπηρεσίας, δημιούργησε για τα κόμματα μία νέα πολιτική αρένα, καθώς παρακολουθούν το μέγεθος της λαϊκής αντίδρασης να διογκώνεται υπό το βάρος της αδυναμίας των θεσμών να ανταποκριθούν στις κοινωνικές απαιτήσεις.
Λιγότερο από ένα χρόνο πριν από τις Βουλευτικές Εκλογές, οι πολιτικές δυνάμεις, κάποιες από την πρώτη στιγμή, κάποιες με καθυστέρηση, αντιλήφθηκαν ότι πρέπει να διαλέξουν πλευρές και να τοποθετηθούν για το παράξενο πλέγμα ζητημάτων που δημιουργήθηκε, τα οποία άπτονται όχι απλώς της Δικαιοσύνης και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά και της λογοδοσίας, της αξιοπρέπειας και της ασφάλειας.
Εδώ και κάποια χρόνια παρουσιάζεται μία μετατόπιση σε ό,τι αφορά τα εκλογικά κριτήρια των πολιτών. Παλαιότερα κυρίαρχο ζήτημα ήταν το Κυπριακό, το οποίο, τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα από την εποχή που δεν υπάρχει σε εξέλιξη διαπραγματευτική διαδικασία, σταδιακά αντικαθίσταται από άλλες προτεραιότητες, οι οποίες πολύ συχνά σχετίζονται με τα προβλήματα της καθημερινότητας αλλά και τα αισθήματα που αυτά προκαλούν στους πολίτες.
Για παράδειγμα, στο πρόσφατο πολιτικό βαρόμετρο της IMR, που παρουσίασε ο REPORTER, πρώτο κριτήριο για την ψήφο σε ένα κόμμα αναδείχθηκαν οι θέσεις του στην οικονομία και δεύτερο οι θέσεις του για κοινωνικά ζητήματα. Το πρώτο κριτήριο αφορά, σε μεγάλο βαθμό, την ακρίβεια και το κόστος ζωής, στοιχεία που αποτελούν τεράστια πηγή άγχους για πολλούς συμπολίτες μας και που συχνά προκαλούν αγανάκτηση.
Αυτή η αγανάκτηση δεν είναι άσχετη με την ισοπεδωτική αντίληψη που εκφράζεται κατά καιρούς για το πολιτικό σύστημα, καθώς σε μία μερίδα πολιτών ευδοκιμεί η πεποίθηση ότι όσο και να προσπαθούν, δεν θα καταφέρουν ποτέ να έχουν μια ζωή στην οποία η επίσκεψη στο σουπερμάρκετ δεν θα αποτελεί πηγή σοβαρής ανησυχίας, και ότι αυτό που τους στερεί την ευχέρεια να ζουν πιο άνετα είναι πως κάποιοι άλλοι θα είναι αιώνια βολεμένοι εις βάρος τους. Η αντίληψη αυτή είναι μεν στρεβλή, αλλά αποτελεί ένα πραγματικό πρόβλημα για τις πολιτικές δυνάμεις ενόψει των Βουλευτικών Εκλογών, το οποίο αναγνωρίζουν αλλά δεν έχουν αναπτύξει επαρκείς μηχανισμούς αντιμετώπισής του.
Μία εκδοχή αυτής της αντίληψης πρωταγωνιστεί και τις τελευταίες ημέρες. Η αντιμετώπιση της Ν.Τ. από τη Νομική Υπηρεσία έστειλε το μήνυμα πως ό,τι και αν έχεις βιώσει, όσο κι αν έχεις προσπαθήσει, ό,τι και να περνάς, για το κράτος δεν είναι αρκετό για να μπορείς να διεκδικήσεις το δίκαιό σου. Μια γυναίκα που κατήγγειλε τον βιασμό της, επαναθυματοποιήθηκε από τις ίδιες τις Αρχές, αντιμετωπίστηκε με σεξιστικό φακό και αμφισβητήθηκε η αξιοπιστία της, πλήττοντας την αξιοπρέπειά της. Η μάχη αποδείχθηκε άνιση, αφού το ΕΔΑΔ έκρινε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία παραβίασε τα δικαιώματά της. Και αν αυτό δεν ήταν αρκετά προσβλητικό για την κοινωνία, η οποία αποτελείται κατά το ήμισυ από γυναίκες που μπορεί μια μέρα να καταγγείλουν τον βιασμό τους και οι Αρχές να επικεντρωθούν στο πόσο «καλά θύματα» είναι αντί στις ενέργειες του καταγγελλόμενου, η πεποίθηση ότι αυτό το σύστημα είναι φτιαγμένο για τους άλλους και τους βολεμένους ενισχύθηκε από το γεγονός πως η δίωξη την οποία ανέστειλε ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας ήταν εναντίον κομματικού στελέχους.
Τα κόμματα δεν φέρουν ευθύνη για την απόφαση της Νομικής Υπηρεσίας. Για την ακρίβεια, δεν τέθηκε ζήτημα για την αρτιότητα της νομοθεσίας μας, κάτι δηλαδή που έχουν την εξουσία μέσω της Βουλής να διορθώσουν. Ούτε, βέβαια, κλήθηκαν τα ίδια, με οποιονδήποτε τρόπο, να συμμετέχουν στην απόφαση ενός ανεξάρτητου θεσμού. Αποτελούν, ωστόσο, αναπόσπαστο μέρος του συστήματος που απεχθάνονται οι πολίτες: Αυτού που αξιολογεί με διαφορετικά κριτήρια από τα δικά τους, αυτού που αδικεί, αυτού που κάνει τον κόσμο να αισθάνεται ότι έχει χαμηλότερη αξία.
Από τις αντιδράσεις των περισσότερων κομμάτων αυτές τις μέρες προκύπτει ότι έχουν αντιληφθεί πως αυτό είναι ένα ζήτημα που θα βρουν μπροστά τους στις Βουλευτικές Εκλογές. Τους απογοητευμένους πολίτες, που βλέπουν ένα σύστημα ανάλγητο, που δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες τους. Τους αγανακτισμένους πολίτες, που βλέπουν ένα κράτος απόμακρο, που δεν μπορεί να απαλύνει το άγχος τους. Τους οργισμένους πολίτες που βλέπουν ένα κράτος που ιεραρχεί τα στερεότυπα πάνω από τον σεβασμό και δεν τους προσφέρει την απαιτούμενη ασφάλεια.
Τα κόμματα έχουν ευθύνη. Όχι για όσα τους καταλογίζουν κάποιοι ισοπεδωτικά και χωρίς ιδιαίτερη αξιολόγηση ή για πράγματα που δεν είχαν λόγο ή ρόλο. Αλλά για τη διαχρονική εικόνα αυτού του κράτους, στην οποία όλα, άλλα λίγο και άλλα πολύ, έχουν συμβάλει. Για την ανοχή που επέδειξαν στο παρελθόν, για όσα δεν διέβλεψαν ότι έπρεπε να διορθώσουν για το μέλλον, για καταστάσεις που αφέθηκαν να ξεφύγουν. Φταίνε, επίσης, γιατί δεν νοιάστηκαν ποτέ αρκετά να στείλουν το μήνυμα στους πολίτες ότι νοιάζονται, όχι λεκτικά, αλλά πειστικά με πράξεις. Που είχαν πάντοτε «δικούς τους» και «δικούς μας», με αποτέλεσμα σήμερα να ενισχύεται αυτή η εντύπωση για πολίτες πολλαπλών κατηγοριών.
Μπορεί παλιά να μην είχαν αυτά τόση σημασία. Να υπήρχαν άλλες προτεραιότητες και άλλες οπτικές γωνίες. Οι προηγούμενες γενιές να είχαν άλλα κριτήρια και άλλες κοινωνικές απαιτήσεις. Είμαστε, όμως, τώρα σε μία εποχή που έχουν σημασία. Και που έχουν βάρος στην κάλπη.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
