Έγκλημα χωρίς τιμωρία η δολοφονία Θανάση-Η απουσία μαρτυρίας για συγκάλυψη που κατέληξε σε απλή... αχαμπαροσύνη, χωρίς ποινική ευθύνη
06:00 - 13 Ιουνίου 2025

«Τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος της εσκεμμένης παραμέλησης καθήκοντος, άρθρο 134 του Ποινικού Κώδικα, είναι τέτοια που δεν υπάρχει ικανοποιητική μαρτυρία για στοιχειοθέτηση του αδικήματος. {...} Οι παραλείψεις που διαπιστώθηκαν από το ΕΔΑΔ τεκμηριώνουν αντικειμενικά ότι έγιναν λάθη κατά την αρχική διερεύνηση της υπόθεσης, τα οποία, όπως προκύπτει από το συλλεχθέν μαρτυρικό υλικό, οφείλονται σε λόγους, όπως, για παράδειγμα, στην υποτίμηση της σοβαρότητας της υπόθεσης, και όχι στην εσκεμμένη παραμέληση. Το ζητούμενο εν προκειμένω, δεν είναι η αριθμητική παράθεση παραλείψεων διενέργειας πράξεων εκ μέρους των ανακριτών, στρατιωτικών και/ή του ιατροδικαστή κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Εκείνο που πρέπει να στοιχειοθετηθεί είναι εάν οι παραλείψεις ήσαν εσκεμμένες (wilful) και επί σκοπού (deliberate) για τη μη ενδεδειγμένη εκπλήρωση των καθηκόντων τους. Τίποτα από το μαρτυρικό υλικό δεν καταδεικνύει, κατά τη γνώμη μας, ότι οι αστυνομικοί, στρατιωτικοί ή ο ιατροδικαστής ενήργησαν ή παρέλειψαν να ενεργήσουν με πρόθεση συγκάλυψης των πραγματικών γεγονότων».
Με αυτό τον τρόπο, δηλαδή με επίκληση στην απουσία μαρτυρίας που να αποδεικνύει πως υπήρχε δόλος πίσω από την συγκάλυψη της δολοφονίας του Θανάση Νικολάου, η Νομική Υπηρεσία βάζει ταφόπλακα στην υπόθεση, ρίχνοντας το βάρος στην οικογένεια του 26χρονου εθνοφρουρού για να αποφασίσει τα επόμενα της βήματα, τα οποία εκ των πραγμάτων, είναι συγκεκριμένα, χωρίς να υπάρχουν περισσότερες επιλογές.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Νέο όχι Εισαγγελίας για ποινικές διώξεις για την δολοφονία Θανάση, επιμένει στις θέσεις της-Πώς απάντα στην οικογένεια
Η απόφαση του Γενικού Εισαγγελέα να μην προχωρήσει σε ποινικές διώξεις, απορρίπτοντας την ίδια ώρα το αίτημα του δικηγόρου της οικογένειας για διορισμό ανεξάρτητων ποινικών κατηγόρων, με σκοπό την προετοιμασία και καταχώρηση ποινικών διώξεων στο Κακουργιοδικείο, δεν αφήνει άλλη επιλογή από την καταχώρηση ιδιωτικών ποινικών διώξεων ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου. Και αυτό διότι, για να καταχωρηθεί μια υπόθεση στο Κακουργιοδικείο, το οποίο μπορεί να επιβάλει ποινές πέραν των πέντε ετών, θα πρέπει να τύχει χειρισμού από τον Γενικό Εισαγγελέα. Ως εκ τούτου, με βάση τις αποφάσεις της Νομικής Υπηρεσίας, οι οποίες δεν διαφοροποιούνται από αυτές που λήφθηκαν μετά το πόρισμα Μάτσα-Αλεξόπουλου, που επίσης έδειξαν εγκληματική ενέργεια πίσω από τον θάνατο του Θανάση, η οικογένεια αναμένεται να προχωρήσει στην καταχώρηση ιδιωτικών ποινικών, ενώ στο κάδρο υπάρχει και το ενδεχόμενο νέας προσφυγής στο ΕΔΑΔ, δεδομένου πως για δεύτερη φορά ο Γενικός Εισαγγελέας βάζει φρένο στο να οδηγηθεί η υπόθεση ενώπιον Δικαστηρίου. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί πως ο Γενικός Εισαγγελέας, έχει την εξουσία να αναστείλει ακόμα και τις ιδιωτικές ποινικές, αν και μετά το πόρισμα Μάτσα-Αλεξόπουλου είχε δηλώσει πως δεν προτίθεται να μπει εμπόδιο.
Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας δεν προτίθεται να προχωρήσει στην καταχώρηση ποινικής δίωξης για οποιοδήποτε αδίκημα, είτε μέσω των Λειτουργών της Νομικής Υπηρεσίας είτε μέσω διορισμού ιδιωτών Δικηγόρων. Διευκρινίζεται ότι η ανάθεση εκπροσώπησης του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας σε ιδιώτες Δικηγόρους προϋποθέτει την πλήρη συμφωνία του για την άσκηση ποινικής δίωξης και την ύπαρξη ειδικών λόγων, βάσει των οποίων ο ίδιος κρίνει σκόπιμο να εκπροσωπηθεί από ιδιώτες, κάτι που, όπως αναφέρουμε πιο πάνω, δεν ισχύει στην παρούσα περίπτωση.
Μεταξύ άλλων ο Γενικός Εισαγγελέας στην απάντηση του προς τον δικηγόρο της οικογένειας, Νίκο Κλήρίδη, την οποία γνωστοποιεί ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας, αναφέρει πως ναι μεν αναγνωρίζει ότι υπήρξαν λανθασμένοι χειρισμοί και παραλείψεις, κατά τον ουσιώδη χρόνο, ωστόσο υποστηρίζει πως δεν προκύπτει μαρτυρία που να δείχνει πως πίσω από τα εγκληματικά λάθη, υπήρχε δόλος και σκοπιμότητα.
Σε καμία περίπτωση δεν παραγνωρίζουμε τις παραλείψεις που έλαβαν χώρα τον τότε ουσιώδη χρόνο, παραλείψεις που μεταξύ άλλων οδήγησαν σε καταδίκη της Κυπριακής Δημοκρατίας από το ΕΔΑΔ αλλά και σε μη αποτελεσματική διερεύνηση που άφησε πολλά ενδεχόμενα ανοικτά ή χωρίς να δοθούν απαντήσεις και/ή αποκλεισμό διαφόρων σεναρίων με βάση τα διάφορα τεκμήρια που εντοπίστηκαν. Δεν διαφωνούμε με πολλές από τις διαπιστώσεις των ποινικών ανακριτών επί αυτών των θεμάτων, πλην όμως, τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος της εσκεμμένης παραμέλησης καθήκοντος, άρθρο 134 του Ποινικού Κώδικα, είναι τέτοια που δεν υπάρχει ικανοποιητική μαρτυρία για στοιχειοθέτηση του αδικήματος.
Συνεπώς, εμμέσως πλην σαφώς, αυτό που αναφέρεται, είναι πως δεν πρόκειται για συγκάλυψη ενός εγκλήματος αλλά για καθαρή ανικανότητα και αχαμπαροσύνη από όλους τους εμπλεκόμενους που συμμετείχαν στην διερεύνηση, η οποία όμως θα παραμείνει ατιμώρητη, ανεξαρτήτως πως εξαιτίας των πρωταγωνιστών, πέραν του ότι καταδικάστηκε η Κύπρος από το ΕΔΑΔ, παρέμεινε ένας θάνατος στο σκοτάδι για 20 ολόκληρα χρόνια. Δηλαδή, ακόμη και δόλος να μην υπήρχε, κάτι που αμφισβητεί έντονα η οικογένεια και είναι κατηγορηματική ως προς την συγκάλυψη του θανάτου του Θανάση, η Νομική Υπηρεσία αποφάσισε να κλείσει οριστικά αυτό το κεφάλαιο, χωρίς να τιμωρηθεί οποιοσδήποτε εμπλεκόμενος που απέτυχε να εκτελέσει το καθήκον του, δίνοντας έτσι με αυτό τον τρόπο λανθασμένα μηνύματα στους επόμενους που ενδέχεται να επιδείξουν την ίδια ανικανότητα στην διερεύνηση παρόμοιων υποθέσεων. Βέβαια, αυτό που αποτελεί ένα επιπρόσθετο άλλοθι για την Νομική Υπηρεσία είναι πως οι εμπλεκόμενοι αστυνομικοί και ο ιατροδικαστής, πλέον έχουν αφυπηρετήσει.
Μάλιστα, πηγαίνοντας ένα βήμα παρακάτω, η Νομική Υπηρεσία επικαλείται το πόρισμα Παππά-Αθανασίου, το οποίο κατά την ίδια, επιβεβαιώνει τη θέση της ότι δεν υπήρξε οποιαδήποτε σκοπιμότητα ούτε από πλευράς του ιατροδικαστή Πανίκου Σταυριανού για την συγκάλυψη του εγκλήματος και κατ΄ επέκταση των δραστών, συνεπώς, όπως ισχυρίζεται ο Γενικός Εισαγγελέας, δεν μπορεί να καταστεί ως συνεργός, αφού δεν υπάρχει μαρτυρία προς αυτή την κατεύθυνση. Παραπέμπει, δε, στην τελευταία παράγραφο του πορίσματος που αναφέρει πως: «Για σκοπούς πληρότητας να αναφέρουμε ότι, μας απασχόλησε σοβαρά το ενδεχόμενο, η εξέλιξη ουσιαστικών γεγονότων που περιβάλλουν την υπόθεση και το μέγεθος των πράξεων ή παραλείψεων συγκεκριμένων προσώπων, συμπεριλαμβανομένου και του κ. Σταυριανού, πιθανόν, να εμπεριέχουν το στοιχείο της πρόθεσης να υποβοηθήσουν κάποιους με σκοπό να τους παράσχουν τη δυνατότητα να αποφύγουν την τιμωρία, με αποτέλεσμα την διάπραξη του αδικήματος της Συνέργειας (μετά την διάπραξη του εγκλήματος). Ωστόσο, δεν εντοπίζουμε τέτοια μαρτυρία ή στοιχεία τέτοιας μορφής και έντασης, ικανά να καταδείξουν αυτό το ενδεχόμενο».
Συνεπώς, με βάση το πιο πάνω και ιδιαίτερα της αναφοράς πως δεν υπάρχει μαρτυρία, η Νομική Υπηρεσία αναφέρει στην οικογένεια, πως η κατάληξη αυτή του πορίσματος, επιβεβαιώνει την αιτιολόγηση της απόφασης της.
Αυτή η αναφορά στο πόρισμα των κκ. Παπά και Αθανασίου, λαμβάνει ιδιαίτερη σημασία εφόσον τα αποδιδόμενα στον κ. Σταυριανό αδικήματα, στηρίζονται αποκλειστικά στη παραδοχή ότι η αιτία θανάτου οφείλεται σε εγκληματική ενέργεια και κατά συνέπεια, η εισήγησή περί τέλεσης αδικημάτων ψευδορκίας, έκδοσης πλαστού πιστοποιητικού και άλλων συναφών αδικημάτων, προκύπτει, έχοντας ως δεδομένο και μη αμφισβητούμενο γεγονός, αφενός την ύπαρξη εγκληματικής πράξης και, αφετέρου, ότι ο ιατροδικαστής είχε γνώση περί αυτής. Ως εκ τούτου, διερωτόμαστε πώς κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το σύνολο του μαρτυρικού υλικού αποκαλύπτει σοβαρό ενδεχόμενο διάπραξης, μεταξύ άλλων, των αδικημάτων (2), (4), (5) στη σελίδα 140 του πορίσματος τους αφού και οι ίδιοι αναφέρουν ότι δεν υπάρχει μαρτυρία πρόθεσης και/ή γνώσης ως συνεργός.
Από εκεί και πέρα, η Νομική Υπηρεσία υποστηρίζει πως το δεύτερο πόρισμα, του Παππά και Αθανασίου, δεν ανέδειξε επί της ουσίας νέα δεδομένα ικανά να ανατρέψουν το νομικό σκεπτικό της απόφασής του που έλαβε μετά το πόρισμα Μάτσα-Αλεξόπουλου, ούτε προκύπτει από τα δύο πορίσματα οποιαδήποτε μαρτυρία που να εμπλέκει οποιοδήποτε πρόσωπο στην δολοφονία του Θανάση.
Κάπως έτσι, η Νομική Υπηρεσία επιβεβαίωσε για άλλη μία φορά την Ανδριάνα Νικολάου, που δεν πίστεψε ούτε για μία στιγμή πως υπήρχε περίπτωση να δικαιωθεί η ψυχή του παιδιού της με οποιαδήποτε ενέργεια προερχόμενη από την Εισαγγελία. Από την Εισαγγελία που για είκοσι χρόνια την αμφισβητούσε, την αγνοούσε, την πολεμούσε. Που στεκόταν απέναντι της στις αίθουσες Δικαστηρίου, που μέχρι και την τελευταία στιγμή θεωρούσε ότι ο Θανάσης διέπραξε αυτοχειρία και ήθελε να μείνει η αιτία θανάτου του ανοιχτή, παρά την περί του αντιθέτου επιστημονική μαρτυρία.
Η μητέρα του Θανάση δεν είχε καμία εμπιστοσύνη πως αυτή τη φορά τα πράγματα θα είναι διαφορετικά. Και, ασχέτως αν κρίνεται ορθό ή λανθασμένο από τον καθένα το σκεπτικό και η αιτιολόγηση που παρατίθεται από τον Σάββα Αγγελίδη εκ μέρους της Νομικής Υπηρεσίας, όλοι γνωρίζουν πως εκείνη είχε απόλυτο δίκαιο. Δύο δεκαετίες μετά, τίποτε δεν άλλαξε και το κράτος δεν κρίνει ότι πρέπει να τιμωρήσει κανέναν ούτε για τον θάνατο του παιδιού της, ούτε για την ντροπιαστική διαχείριση που έγινε και που επέτρεψε στους δολοφόνους του να κυκλοφορούν ελεύθεροι, χωρίς καμία συνέπεια για τις πράξεις τους. Πάλι μόνη της πρέπει να αναζητήσει Δικαιοσύνη η κ. Ανδριάνα. Το κράτος παραλείπει για άλλη μία φορά το καθήκον...