Απόφαση σταθμός από Ανώτατο, ταφόπλακα στον τρόπο άρσης τηλεπικοινωνιακών δεδομένων-Αντισυνταγματική η μέθοδος

Φρένο στον τρόπο που η Αστυνομία και κατ΄ επέκταση η Νομική Υπηρεσία, ως νομικός σύμβουλος του κράτους, αποφάσισαν να εκδίδουν διατάγματα τηλεπικοινωνιακών δεδομένων υπόπτων σε ποινικές υποθέσεις, βάζει νέα απόφαση του Ανωτάτου, που χαρακτηρίζεται σταθμός και καθοριστικής σημασίας. Και αυτό διότι, για πρώτη φορά κρίθηκε κατά πόσο το Δικαστήριο έχει την δικαιοδοσία ή νομιμοποιείται να εκδώσει διάταγμα αποκάλυψης τηλεπικοινωνιακών δεδομένων με συνδυασμό το άρθρο 4 του Νόμου 183(Ι)/2007, που κηρύχθηκε από την Ολομέλεια του Ανώτατου ως αντισυνταγματικός, μαζί με τα άρθρα 100(1) και 101 του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου 112(Ι)/2004.

Υπενθυμίζεται ότι το 2021, το Ανώτατο κατά πλειοψηφία αποφάσισε πως τα άρθρα του Νόμου για την κατακράτηση και συνεπώς η αποκάλυψη τηλεπικοινωνιακών δεδομένων, αντιβαίνουν της Ευρωπαϊκής Σύμβασης αλλά και της απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, αφού περιλαμβάνουν πρόνοιες για γενική και χωρίς διάκριση διατήρηση τηλεπικοινωνιακών δεδομένων, με την έννοια ότι προβλέπεται η διατήρηση όλων των δεδομένων κινήσεως και των δεδομένων θέσεως όλων των συνδρομητών και των εγγεγραμμένων χρηστών που αφορούν τα μέσα ηλεκτρονικής επικοινωνίας, με σκοπό την διερεύνηση σοβαρών ποινικών αδικημάτων.

Μετά την σχετική απόφαση, που έβαλε μπλόκο σε Αστυνομία και Εισαγγελία, είχε αναφερθεί πως θα υπάρξει τροποποίηση της Νομοθεσίας, ωστόσο τέσσερα χρόνια μετά δεν έγιναν οποιεσδήποτε ενέργειες, ενώ ως διέξοδος, δόθηκαν οδηγίες όπως «οι αιτήσεις για την έκδοση διαταγμάτων πρόσβασης σε τηλεπικοινωνιακά δεδομένα, βασίζονται στο άρθρο 4(1)(2)(3)(4) του Νόμου 183(I)/2004, στα άρθρα 99, 100 και 101 του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου 112(Ι)/2004, στα άρθρα 5,6 και 9 της Οδηγίας 2002/58/ΕΚ και στο διάταγμα του Επιτρόπου Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων ημερ. 28/12/2007 (Κ.Δ.Π 607/2007)». 

Εντούτοις, με απόφασή του το Ανώτατο, ημερομηνίας 9 Μαΐου 2025, βάζει μπλόκο στις Αρχές, αφού έκρινε πως με βάση την απόφαση Χατζηϊωάννου, ο τρόπος που ενεργούν είναι παράνομος, δεδομένου πως ο Νόμος κρίθηκε αντισυνταγματικός, ενώ επανέφερε τα όσα είχαν τεθεί ενώπιον του Ανωτάτου, το 2021, από τον Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα, Σάββα Αγγελίδη, τα οποία επαναλήφθηκαν και στην προκειμένη περίπτωση, ωστόσο όπως υπέδειξε, είχε διαφωνήσει με τις θέσεις του η πλειοψηφία της Ολομέλειας, η απόφαση της οποίας, όπως τόνισε, είναι δεσμευτική.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Αυτές είναι οι οδηγίες για εξασφάλιση διαταγμάτων τηλεπικοινωνιακών δεδομένων

Αφορμή τα τηλεπικοινωνιακά Σήφη στην δολοφονία Ανδρονίκου

Αφορμή για την εξέταση του τρόπου με τον οποίον η Αστυνομία και κατ΄ επέκταση η Νομική Υπηρεσία εξασφαλίζουν τηλεπικοινωνιακά δεδομένα υπόπτων σε ποινικές υποθέσεις, αποτέλεσε το διάταγμα που εκδόθηκε στα πλαίσια της υπόθεσης της δολοφονίας του Δημήτρη Ανδρονίκου, για την οποία πλέον κατηγορούνται ο Ιωσήφ Ιωσήφ άλλως Σήφης και ο Χαμούντ Χαλίλ γνωστός ως Σπύρος, με την υπεράσπιση του πρώτου να προσφεύγει στο Ανώτατο.

Το διάταγμα για τα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα του Σήφη, είχε εκδοθεί στις 20 Μαΐου 2024 από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, με τους δικηγόρους του, Βίκτωρα Ακάμα και Μαρίνο Καούλλα για Αντώνη Δημητρίου, να προσφεύγουν στο Ανώτατο, τον Νοέμβριο του 2024, ζητώντας άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού διατάγματος certiorari για ακύρωση των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων, αφού κατά τη θέση τους, αυτά εξασφαλίστηκαν με διάταγμα στο οποίο έγινε επίκληση σε άρθρα του Νόμου που κρίθηκε αντισυνταγματικός, παραπέμποντας στην υπόθεση Χατζηιωάννου.

Πρόκειται για την υπόθεση, όπου τον Οκτώβριο του 2021, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε κατά πλειοψηφία πως ο Νόμος περί Διατήρησης Τηλεπικοινωνιακών Δεδομένων με σκοπό τη διερεύνηση σοβαρών ποινικών αδικημάτων του 2007, είναι αντισυνταγματικός και ότι οι συνδρομητικές τηλεφωνικών εταιρειών (πάροχοι τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών) δεν μπορούν γενικά και αδιάκριτα να κατακρατούν τηλεπικοινωνιακά δεδομένα χρηστών, ενώ έκρινε πως η κατακράτηση από τους παροχείς αντιβαίνει των κανονισμών της Ευρωπαϊκής Σύμβασης.

Ο Δικαστής του Ανωτάτου, Ιωάννης Ιωαννίδης, έκρινε πως υπάρχει υπόθεση και συζητήσιμο θέμα και ως εκ τούτου, άναψε το πράσινο φως για καταχώρηση σχετικής αίτησης.

Από την πλευρά τους οι δικηγόροι Βίκτωρας Ακάμας και Μαρίνος Καούλλας, είχαν υποδείξει κατά την ακροαματική διαδικασία, πως το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα κατέγραψε πως το διάταγμα βασίζεται σε άρθρα που δεν κρίθηκαν αντισυνταγματικά, τονίζοντας πως ήταν υποχρεωμένο να λάβει υπόψη την δεσμευτική απόφαση Χατζηιωάννου, ωστόσο λειτούργησε εκτός ορίων.

«Με την παρ. (Δ) της Έκθεσης, ο αιτητής παραπονείται πως το κατώτερο Δικαστήριο εσφαλμένα στηρίχθηκε «στα άρθρα 100(1) και 101 του Ν. 112(Ι)/2004, και άρθρα 5, 6 και 9 της Οδηγίας 2002/58/ΕΚ και της ΚΔΠ 607/2007, άρθρα τα οποία είναι εντελώς άσχετα ή/και αντιφατικά ή/και ανεφάρμοστα στην υπό εξέταση αίτηση ή/και εν σχέση με το αιτούμενο διάταγμα ή/και σε σχέση με τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου. Το κατώτερο Δικαστήριο γνώριζε την απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας του Ανώτατου Δικαστηρίου, στην Αναφορικά με την Αίτηση του Χατζηϊωάννου και Άλλων, Πολ. Αίτ. 97/18 κ.ά., ημ. 27.10.21, για την οποία σημείωσε πως «η παρούσα αίτηση δεν βασίζεται στα άρθρα 3, 6, 7, 8, 9, 10 και 13 του Νόμου 183(Ι)/2007 που κρίθηκαν στην απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας του Ανώτατου Δικαστηρίου στις Αιτήσεις 97/2018 κ.α. ημερ. 27/10/21, ως ασύμβατα με την Οδηγία 2002/58/ΕΚ και την εφαρμοστέα ενωσιακή νομολογία, αλλά βασίζεται στο άρθρο 4 του Ν.183(Ι)/2007 ...».

Μετά την απόφαση Χατζηιωάννου, ακολούθησαν αποφάσεις στις οποίες παρέπεμψαν Ακάμας και Καούλλας, στις οποίες ωστόσο στο επίκεντρο ήταν μόνο τα άρθρα του Νόμου για τα τηλεπικοινωνιακά. Πρόκειται για δύο αποφάσεις της Δικαστού Σωκράτους, το 2022, όπου έκρινε πως η απόφαση της Ολομέλειας ήταν δεσμευτική και «καταλυτικής σημασίας για την κρινόμενη περίπτωση», ενώ πάνω στην ίδια βάση εκδόθηκε και η απόφαση του Δικαστή Σάντη, το 2023, ο οποίος μεταξύ άλλων, είχε κρίνει πως το πρωτόδικο Δικαστήριο απέτυχε να εντοπίσει ότι τα δεδομένα για τα οποία ζητείτο η έκδοση του διατάγματος μέσω του Άρθρου 4 του Ν.183(Ι)/2007, αντιστοιχούν στα άρθρα 6 - 11 του Ν.183(Ι)/2007, τα οποία κρίθηκαν ότι είναι αντίθετα με τις πρόνοιες του Συντάγματος και του Ενωσιακού Δικαίου.

Επίκληση στην απόφαση της μειοψηφίας από Εισαγγελέα

Από την πλευρά του ο εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα, Λουκάς Κάρνος, έφερε ένσταση στην ακύρωση του σχετικού διατάγματος, υποστηρίζοντας μεταξύ άλλων, πως το εκδοθέν διάταγμα πρόσβασης σε τηλεπικοινωνιακά δεδομένα είναι νομότυπο, έγκυρο και δεόντως αιτιολογημένο.

«Το Νομολογιακό προηγούμενο της πλειοψηφούσας απόφασης της Ολομέλειας του Ανώτατου Δικαστηρίου που εκδόθηκε στην υπόθεση, αναφορικά με την Αίτηση του Χατζηϊωάννου και Άλλων, Πολ. Αίτ. 97/18 κ.ά., ημ. 27.10.21 ουδόλως επηρεάζει την νομιμότητα και/ή εγκυρότητα έκδοσης του προσβαλλόμενου διατάγματος. Θεωρώ ακόμη πως το Άρθρο 4 του Ν.183(Ι)/2007 και γενικότερα, οι πρόνοιες που υπάρχουν στο εν λόγω Νομοθέτημα και ρυθμίζουν το ζήτημα της πρόσβασης σε τηλεπικοινωνιακά δεδομένα, ουδέποτε έχουν κριθεί ως αντιβαίνουσες και/ ή αντίθετες με την ενωσιακή Νομοθεσία και/ή Νομολογία. Τουναντίον, μέσα από το σκεπτικό, των διιστάμενων αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Χατζηϊωάννου, όπως επίσης και παλαιότερη Νομολογία του ιδίου Δικαστηρίου, αναγνωρίζεται με σαφήνεια ότι, σε σχέση με το ζήτημα της πρόσβασης τηλεπικοινωνιακά δεδομένα, προβλέπονται στο Ν.183(Ι)/2007 επαρκείς και/ή αυστηρές ασφαλιστικές δικλείδες ή εγγυήσεις που αποσκοπούν και διασφαλίζουν την αναλογική και αποτελεσματική προστασία του προσωπικού χαρακτήρα των δεδομένων από ενδεχόμενους κινδύνους κατάχρησης και/ή αυθαιρεσίας και/ή παρανομίας».

Έκλεισε το παραθυράκι το Ανώτατο

Αναφορικά με την θέση που διατύπωσε η πλευρά του Γενικού Εισαγγελέα, ότι δηλαδή στην δεσμευτική απόφαση της πλειοψηφίας στην υπόθεση Χατζηιωάννου, το άρθρο 4, του Ν.183(Ι)/2007, ουδέποτε είχε κριθεί ότι αντιβαίνει προς την Ενωσιακή Νομοθεσία, το Ανώτατο αφού κατέγραψε αναλυτικά τα όσα προνοούνται, υπέδειξε πως το άρθρο 4 δεν καθορίζει και δεν προσδιορίζει τα δεδομένα, ενώ πρόσθεσε πως ούτε επιβάλλει υποχρέωση στον παροχέα υπηρεσιών να διατηρεί δεδομένα, αλλά αυτή η υποχρέωση επιβάλλεται από τα άρθρα 3, 6, 7, 8, 9, 10 και 13 του Νόμου.

«Ως ελέχθη, η απόφαση στη Χατζηϊωάννου, ήταν ότι τα άρθρα 3, 6, 7, 8, 9, 10 και 13 του Ν.183(Ι)/2007 αντιβαίνουν στην Οδηγία 2002/58/ΕΚ και την εφαρμοστέα ενωσιακή νομολογία. Εν προκειμένω, το κατώτερο Δικαστήριο για να εκδώσει το συγκεκριμένο διάταγμα πρόσβασης, σημείωσε, ως ελέχθη, ότι η Αίτηση δεν βασιζόταν στα πιο πάνω άρθρα, αλλά στο άρθρο 4 του Νόμου 183(Ι)/2007. Το άρθρο 4 όμως καθορίζει απλώς τη διαδικασία που θα πρέπει να ακολουθείται για να εξασφαλίζεται ένα διάταγμα πρόσβασης σε δεδομένα. Ουδέποτε οι αιτητές στην υπόθεση Χατζηϊωάννου, είχαν αμφισβητήσει τη διαδικασία έκδοσης διατάγματος πρόσβασης. Αλλού είχαν εστιάσει τις θέσεις και επιχειρήματα τους».

Μάλιστα, ο Δικαστής Ιωαννίδης, υπογραμμίζει στην απόφαση του, πως στην υπόθεση Χατζηιωάννου στο επίκεντρο βρέθηκε το ερώτημα κατά πόσο οι πρόνοιες του περί Διατήρησης Τηλεπικοινωνιακών Δεδομένων με σκοπό τη διερεύνηση σοβαρών ποινικών αδικημάτων Νόμου του 2007, Ν.183(Ι)/2007, αναφορικά με τη διατήρηση δεδομένων κίνησης και θέσης και συναφών δεδομένων για την αναγνώριση του συνδρομητή ή/και του χρήστη («τα δεδομένα»), αντιβαίνουν στην εφαρμοστέα ενωσιακή νομοθεσία και νομολογία.

Περαιτέρω, το Ανώτατο υπογράμμισε στην απόφαση του πως κατά πλειοψηφία η Ολομέλεια είχε καταλήξει πως «... σε σχέση με το θέμα της διατήρησης των δεδομένων δυνάμει του Νόμου, απουσιάζουν οι απαιτούμενοι ρητώς περιορισμοί με την έννοια της στόχευσης συγκεκριμένων ομάδων ατόμων ή τοποθεσιών κ.ο.κ., όπως υποδεικνύεται στη Tele2 Sverige. Μη υπαρχόντων τέτοιων περιορισμών, ο Νόμος έχει καθολική εφαρμογή σε όλους τους συνδρομητές και εγγεγραμμένους χρήστες των αδιακρίτως, σε όλη την επικράτεια της Κυπριακής Δημοκρατίας, ως έχει μέσων ηλεκτρονικής επικοινωνίας αναφερθεί».

Παράλληλα, το Ανώτατο παρέπεμψε και στην απόφαση που εξέδωσε ο Λιάτσος, Δ. (ως ήταν τότε), ο οποίος συμφώνησε με την κατάληξη της πλειοψηφίας, καταγράφονται πως: «Στα πλαίσια των πιο πάνω αποφάσεων, το ΔΕΕ κατέληξε ότι πρόσβαση στα υπό αναφορά δεδομένα μπορεί να παρασχεθεί στις περιπτώσεις και μόνο όπου αυτά έχουν διατηρηθεί από τους παρόχους κατά τρόπο σύμφωνο με το Αρθρο 15, παράγραφος 1 της Οδηγίας (σκέψεις 29 Procuratuur, 167 Quatrature). Συνεπώς, όποιες διασφαλίσεις παρέχονται προκειμένου να καταστεί δυνατή πρόσβαση στα δεδομένα, δεν αφαιρούν από την αναγκαιότητα θεσμοθέτησης, ξεχωριστού, ασφαλούς, πλαισίου προϋποθέσεων διατήρησής τους, συννόμου με την Οδηγία. Καθότι η ίδια η διατήρηση, αφ' εαυτής, συνιστά, ως ήδη λέχθηκε, σοβαρή επέμβαση στα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα που κατοχυρώνονται από τα ́Αρθρα 7 και 8 του Χάρτη.»

Εν κατακλείδι, ο Δικαστής Ιωαννίδης ανέφερε πως η πλειοψηφία έκρινε πως τα υπό αμφισβήτηση άρθρα του Νόμου, αντιβαίνουν προς την Οδηγία 2002/58/ΕΚ και την εφαρμοστέα Ενωσιακή Νομολογία, ενώ θέλησε να σημειώσει πως οι θέσεις της πλευράς του Εισαγγελέα που παρουσιάστηκαν για αυτή την υπόθεση, είχαν διατυπωθεί και ενώπιον της Ολομέλειας, με τις οποίες συμφώνησε η μειοψηφία και όχι η πλειοψηφία που έκρινε πως ο Νόμος είναι αντισυνταγματικός.

«Με τον προσήκοντα σεβασμό, οι θέσεις του ευπαίδευτου δικηγόρου που εκπροσώπησε τον Γενικό Εισαγγελέα, είναι θέσεις που είχαν προβληθεί και στην υπόθεση Χατζηϊωάννου, από τον Έντιμο Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα, με τις οποίες όμως είχαν συμφωνήσει οι Δικαστές που εξέδωσαν την απόφαση της μειοψηφίας. [...] Η προσέγγιση των αδελφών Δικαστών, μετά την έκδοση της δεσμευτικής απόφασης στην υπόθεση Χατζηϊώννου, στις αποφάσεις οι οποίες μνημονεύονται στην απόφαση που εξέδωσα στις 28.11.2024, όταν χορηγούσα την άδεια, με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο. Το πιο κάτω απόσπασμα από τις αποφάσεις στις Πολ. Αιτ. Αρ. 228/2021 και 231/2021, ημερ. 26.1.2022 (ανωτέρω), ισχύει και εδώ: «Το εκδοθέν δε διάταγμα δεν αφήνει καμιά αμφιβολία πως δυνάμει αυτού επιτρέπετο η λήψη τηλεπικοινωνιακών δεδομένων δυνάμει του Ν. 183(Ι)/07 επιτρέποντας την πρόσβαση στα δεδομένα, ως αυτά ορίζονται στον περί Διατήρησης Τηλεπικοινωνιακών Δεδομένων στα άρθρα 6, 7, 8, 9, 10 και 11 του Νόμου».

Καταληκτικά, το Ανώτατο, κρατώντας σημαία την απόφαση Χατζηϊωάννου, η οποία όπως επανέλαβε είναι δεσμευτική, προχώρησε στην έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, με το οποίο ακυρώνεται το διάταγμα τηλεπικοινωνιακών δεδομένων που εκδόθηκε για τον κατηγορούμενο Ιωσήφ Ιωσήφ άλλως Σήφης.

Ενόψει της πιο πάνω απόφασης, σε ό,τι αφορά την υπόθεση Σήφη-Σπύρου, πλέον αποκλείονται και τα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα, ενώ έχουν ήδη αποκλειστεί και περιοριστεί και άλλες μαρτυρίες που ήταν εξ ακοής και πλέον η δίκη μπαίνει στο τελικό στάδιο, αφού απομένει μόνο ένας μάρτυρας, που όπως ανέφερε ο εκπρόσωπος της Εισαγγελίας, είναι δευτερεύουσας σημασίας.

Παράλληλα, η πιο πάνω απόφαση προκαλεί παρενέργειες σε Αστυνομία και Εισαγγελία, αφού αναμένεται αφενός να επηρεαστεί ο τρόπος που ενεργούν για άρση τηλεπικοινωνιακών δεδομένων και αφετέρου, ενδεχομένως να έχει προεκτάσεις σε υποθέσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη ενώπιον Δικαστηρίων.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: H απόφαση βόμβα που απενεργοποιεί τηλεπικοινωνιακά υπόπτων-Στον αέρα υποθέσεις

**Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευματικής Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη ιδιοποίηση του παρόντος. Ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και η Ειδική Διάταξη περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας ορίζει: «Τα ΜΕ και οι Δημοσιογράφοι σέβονται και εφαρμόζουν το εκάστοτε ισχύον Δίκαιο και τις συμβάσεις που αφορούν στην προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας. Σε περίπτωση δημοσίευσης ή μετάδοσης ή ανάρτησης μη πρωτογενούς περιεχομένου, ακόμα και επεξεργασμένου εν όλω ή εν μέρει, θα πρέπει να εξασφαλίζονται όλα τα δικαιώματα/άδεια από το ΜΕ και/ή τον κάτοχο των πνευματικών δικαιωμάτων. Σε περίπτωση αναδημοσίευσης από άλλη πηγή, όπου αυτό επιτρέπεται, τα ΜΕ και οι Δημοσιογράφοι υποχρεούνται να λαμβάνουν τα δέοντα μέτρα ώστε αυτό να γίνεται με σεβασμό προς την αρχική πηγή και με αναφορά στην προέλευση.»

Δειτε Επισης

Σοβαρό τροχαίο στη Λεμεσό-Όχημα συγκρούστηκε με μοτοσικλέτα
Ν. Υπηρεσία για καταδίκη Ουγγαρέζων: Πρώτη υπόθεση που κρίθηκε με βάση άρθρο 303Α του Ποινικά Κώδικα
Δεκαπεντάχρονος απουσιάζει από την οικία του στη Λάρνακα (pic)
Αυτόν αναζητεί η Αστυνομία για τη ληστεία σε περίπτερο στη Λεμεσό (pic)
Ένταλμα σύλληψης για κατηγορούμενο σε ιδιωτική ποινική για απάτη-Κατηγορείται πως απέσπασε €560.000 σε κρυπτονομίσματα
Τραγικός θάνατος για 85χρονο στη Σιά-Καταπλακώθηκε από τρακτέρ
Με πολιτική διάσταση η καταδικαστική απόφαση των Ουγγαρέζων για σφετερισμό-«Απαράδεκτη και κατακριτέα η εκμετάλλευση περιουσιών»
Ρίχνει τους τόνους ο Αρχηγός μετά την απαίτηση του Προέδρου, αλλά δείχνει τον Σαββίδη ως άρχοντα των διώξεων
Απόφαση σταθμός από Ανώτατο, ταφόπλακα στον τρόπο άρσης τηλεπικοινωνιακών δεδομένων-Αντισυνταγματική η μέθοδος
Ποινές φυλάκισης 2,5 ετών και 15 μηνών αντίστοιχα στις δυο Ουγγαρέζες για σφετερισμό Ε/Κ περιουσίων στα κατεχόμενα