Νομοθετική ανάσα για τις εργαζόμενες μητέρες-Θετικά τα μηνύματα αλλά οι ανισότητες παραμένουν
Άντρια Δημητρίου 06:56 - 11 Μαΐου 2025

Ένα σημαντικό βήμα υπέρ της προστασίας των εργαζόμενων μητέρων αποτελεί η έγκριση της πρότασης νόμου που υποβλήθηκε από τη βουλεύτρια του ΔΗΣΥ, Σάβια Ορφανίδου, για επέκταση του χρονικού διαστήματος κατά το οποίο μπορούν να διακόπτουν την εργασία τους για μία ώρα ημερησίως, για λόγους θηλασμού ή αυξημένης φροντίδας του παιδιού τους, από εννέα σε δώδεκα μήνες μετά τον τοκετό ή την έναρξη της άδειας μητρότητας, σε περιπτώσεις υιοθεσίας.
Τα μηνύματα από όλες τις κατευθύνσεις είναι θετικά, αν και η απόφαση αυτή αποτελεί μόνο ένα μικρό λιθαράκι μπροστά στις τεράστιες ανάγκες για την αναγνώριση των δικαιωμάτων των εργαζόμενων γυναικών, τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα. Οι ελλείψεις είναι πολλές και οι απαιτήσεις, εν έτει 2025, ιδιαίτερα αυξημένες.
Μέχρι σήμερα, η μισθολογική ανισότητα ανάμεσα σε γυναίκες και άνδρες παραμένει τεράστια. Παρόλες τις προσπάθειες που γίνονται, η Κύπρος έχει ακόμη δρόμο να διανύσει ώστε να ικανοποιήσει τις δεδομένες ανάγκες των εργαζόμενων γυναικών, σε μια κοινωνία όπου το στερεότυπο για τη γυναίκα και τη φροντίδα της οικογένειάς της παραμένει βαθιά ριζωμένο.
Μιλώντας στον REPORTER, η κεντρική οργανωτική γραμματέας της ΠΟΓΟ, Ελένη Ευαγόρου, χαρακτήρισε την πρόταση νόμου ως μία θετική εξέλιξη, σημειώνοντας παράλληλα πως «χρειάζονται μέτρα για τη στήριξη των νέων μητέρων σε γενικότερο πλαίσιο». Εξήγησε ότι οι νέες μητέρες και οι νέες οικογένειες, με τον ερχομό ενός παιδιού, αντιμετωπίζουν πολλά εμπόδια, από τα οποία απορρέουν το χάσμα και η ανισότητα των φύλων στο πεδίο της εργασίας. «Δεδομένου ότι και η άδεια μητρότητας στην Κύπρο θα μπορούσε να επεκταθεί περισσότερο, να υπενθυμίσουμε ότι ο ΠΟΥ κάνει λόγο για ελάχιστη άδεια έξι μηνών, αντιλαμβάνεστε ότι η άμεση επιστροφή μιας μητέρας στην εργασία είναι ένα σοβαρό ζήτημα», τόνισε.
Αναφέρθηκε σε διάφορα προβλήματα, όπως η έλλειψη δημόσιων δομών φροντίδας παιδιών και οι δυσκολίες πληρωμής των τροφείων, ακόμα και με τη νέα επιδότηση. Τόνισε ότι «γενικά οι γυναίκες είναι χαμηλόμισθες στην Κύπρο και αντιλαμβάνεστε ότι μία μητέρα με δύο ή τρία παιδιά, που θα πάνε στο νηπιαγωγείο και είναι χαμηλόμισθη, θα μείνει στο σπίτι για να τα προσέχει — με ό,τι συνεπάγεται αυτό για την προσωπική και οικογενειακή της ζωή αλλά και για την ψυχολογική της κατάσταση».
Κάνοντας αναφορά στο κοινωνικό στερεότυπο που θέλει τη γυναίκα επιφορτισμένη με τον ρόλο της φροντίδας των παιδιών, η κ. Ευαγόρου υπογράμμισε ότι στον εργασιακό χώρο αναμένεται από τη γυναίκα να λείπει περισσότερο όταν χρειαστεί να φροντίσει το παιδί ή όταν αυτό αρρωστήσει. «Θεωρούμε ότι η επέκταση του δικαιώματος και το γεγονός ότι νομοθετήθηκε είναι σημαντικό. Πρέπει να κινηθούμε προς αυτή την κατεύθυνση και για άλλες νομοθεσίες».
Παρόλο που, όπως είπε, το νομοθετικό πλαίσιο για την ισότητα των φύλων στην Κύπρο είναι επαρκές, το πρόβλημα έγκειται στην εφαρμογή του και στη γνώση των πολιτών. «Για παράδειγμα, το δικαίωμα στην ίση αμοιβή για ίσης αξίας εργασία. Το χάσμα αμοιβών ανέβηκε, σύμφωνα με τις τελευταίες μετρήσεις, φτάνοντας το 14%. Το κράτος πρέπει να φροντίσει για την ενημέρωση του κοινού και ταυτόχρονα να υπάρχουν και να λειτουργούν, το υπογραμμίζω, μηχανισμοί που θα ελέγχουν την εφαρμογή της νομοθεσίας».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Πράσινο Βουλής για επέκταση στους 12 μήνες του δικαιώματος διακοπής εργασίας από μητέρες
Έφερε ως παράδειγμα τη νομοθεσία για την έμφυλη βία, η οποία, παρά το ότι είναι επαρκής, δεν εφαρμόζεται όπως θα έπρεπε. «Είτε λόγω έλλειψης προϋπολογισμών, είτε λόγω έλλειψης ανθρώπινων πόρων, είτε λόγω έλλειψης πολιτικής βούλησης, είτε και τα τρία μαζί». Υπάρχουν, σημείωσε, ρυθμίσεις που θα μπορούσαν να θεσμοθετηθούν, όπως η προστασία των γυναικών που επιστρέφουν στην εργασία τους μετά την εγκυμοσύνη, ιδιαίτερα σε επαγγέλματα με βάρδιες. «Για παράδειγμα, να απαλλάσσονται από τις βάρδιες για ένα χρονικό διάστημα, ένα αίτημα της ΠΟΓΟ που θεωρούμε ότι πρέπει να υλοποιηθεί το επόμενο διάστημα».
Σημείωσε επίσης ότι υπάρχουν νομοθεσίες οι οποίες είναι «σφοδρά σεξιστικές», όπως το επίδομα μονογονέα που καταργείται όταν μία γυναίκα μονογονέας αποκτήσει συμβίωση. Το χαρακτήρισε εξοργιστικό. «Παρά το γεγονός ότι έχουμε συζητήσει το θέμα ενώπιον των βουλευτών της Επιτροπής Εργασίας, είναι κάτι που πρέπει να έρθει από την Κυβέρνηση μέσω του κρατικού προϋπολογισμού, γιατί οποιαδήποτε άλλη πρόταση νόμου και αν κατατεθεί και ψηφιστεί θα είναι αντισυνταγματική».
Διαφορά μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου τομέα
Ερωτηθείσα εάν υπάρχει διαφορά ανάμεσα στις γυναίκες που εργάζονται στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα, η κ. Ευαγόρου απάντησε πως πλέον το μισθολογικό χάσμα είναι αισθητά διαφορετικό, αφού στον ιδιωτικό φτάνει το 22%. «Για κάθε 1.000 ευρώ που λαμβάνει ένας άνδρας, μία γυναίκα παίρνει 780».
Επισήμανε ότι στον ιδιωτικό τομέα πολλά εξαρτώνται από τους διευθυντές και τους ιδιοκτήτες των εταιρειών. «Συχνά οι εργαζόμενοι δεν είναι οργανωμένοι επειδή δεν υπάρχουν συντεχνίες που να προασπίζονται τα δικαιώματά τους, κι έτσι υπάρχει το περιθώριο αυθαιρεσιών».
Οι γυναίκες στον ιδιωτικό τομέα, συνέχισε, «αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα, ειδικά όσον αφορά τη μονογονεϊκότητα. Είναι δύσκολη η ανέλιξή τους. Επιπλέον, ως κοινωνία, έχουμε την αντίληψη ότι οι γυναίκες πρέπει να αναλαμβάνουν όλες τις φροντίδες, οπότε δεν μπορούν να φτάσουν σε διευθυντικές θέσεις, γιατί ο χρόνος τους “ανήκει” στην οικογένεια».
Τέλος, αναφέρθηκε και στις γυναίκες από χαμηλά κοινωνικά στρώματα όπως φροντίστριες, καθαρίστριες κ.α που εργάζονται ανασφάλιστες και με εξαντλητικά ωράρια σε καταστήματα και εστιατόρια. «Υπάρχει νομοθεσία για την ορθοστασία που πέρασε πριν από περίπου ένα χρόνο, όμως δεν ξέρουμε αν εφαρμόζεται».
Όσον αφορά τον δημόσιο τομέα, είπε ότι τα πράγματα είναι κάπως καλύτερα, ωστόσο παραμένουν σοβαρά ζητήματα σεξισμού. «Υπήρξε συζήτηση ότι οι γυναίκες στον δημόσιο τομέα δεν φτάνουν στις ανώτερες βαθμίδες. Επίσης, αν σε ένα τμήμα σημειωθεί σεξουαλική παρενόχληση, ο τρόπος “επίλυσης” είναι να μετακινηθεί σε άλλο τμήμα, στιγματισμένη, η γυναίκα που την υπέστη».
Θετική και η ΣΕΚ με την έγκριση της πρότασης νόμου
Από πλευράς της, η γραμματέας του Τμήματος Εργαζομένων Γυναικών της ΣΕΚ, Δέσποινα Ησαΐα, σε δηλώσεις της στον REPORTER, ανέφερε πως η έγκριση της πρότασης νόμου αποτελεί σημαντική εξέλιξη, η οποία ουσιαστικά, όπως είπε, «δημιουργεί ένα επιπρόσθετο πλέγμα προστασίας για τις εργαζόμενες γυναίκες και, σε συνδυασμό με άλλες νομοθεσίες, θα δημιουργήσει όλες τις προοπτικές για τη συμφιλίωση εργασίας και οικογένειας».
Αναφερόμενη στο ζήτημα της γονικής άδειας, που παρέχει το δικαίωμα απουσίας από την εργασία είτε στη μητέρα είτε στον πατέρα για σκοπούς φροντίδας των παιδιών, εξήγησε πως η έγκριση της πρότασης νόμου από τη Βουλή αφορά πιο εξειδικευμένα τις μητέρες, αφού θηλάζουν για μεγάλο χρονικό διάστημα. «Η μία ώρα είναι ένα θετικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση», σημείωσε.
«Στηρίζουμε οποιονδήποτε εκσυγχρονισμό της νομοθεσίας που βοηθά τους εργαζόμενους γονείς. Δεν θα το εξειδικεύσω όσον αφορά τη γυναίκα, διότι η προσπάθειά μας είναι να δοθεί η δυνατότητα, σε μία ημικατεχόμενη πατρίδα στην οποία παρατηρείται σοβαρή δημογραφική αλλοίωση, να ενισχυθούν τα δικαιώματα των εργαζομένων γονέων. Με αυτό τον τρόπο δίνεται το δικαίωμα σε νέους ανθρώπους, που μπορεί να μην έχουν τη στήριξη των γονιών τους, να αισθάνονται ασφάλεια ώστε να φέρνουν στον κόσμο παιδιά», υπογράμμισε.
Επισημαίνοντας πως ελλείψεις πάντα υπάρχουν, η κ. Ησαΐα ανέφερε ότι το ζητούμενο είναι, στο μέτρο του δυνατού, να υιοθετούνται χρήσιμες πολιτικές που μπορούν να βοηθήσουν. «Για εμάς είναι σημαντικά αυτά τα μέτρα και, ακόμη κι αν ακούγεται ότι οι εργοδότες κάθε φορά που αναβαθμίζονται τα δικαιώματα των γυναικών εκφράζουν επιφυλάξεις για την πρόσληψή τους στην αγορά εργασίας, η απάντηση είναι ότι η ύπαρξή μας οφείλεται σε μία μάνα που μας έφερε στον κόσμο με θυσίες και ξενύχτια. Κάθε φορά που ένας εργοδότης σκέφτεται να στερήσει το δικαίωμα στην εργασία από μία γυναίκα που θα γίνει μητέρα, ας αναλογιστεί τις ευθύνες του και τη νοοτροπία του», τόνισε.
Καταλήγοντας και ερωτηθείσα για τις διαφορές των γυναικών στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα, ανέφερε πως το νομοθετικό πλαίσιο καλύπτει τις γυναίκες, επισημαίνοντας ότι «δεν στερείται τίποτα μία γυναίκα στον ιδιωτικό τομέα σε σχέση με τα δικαιώματά της, τα οποία μπορεί να αντλήσει μέσα από το νομοθετικό πλαίσιο».