Η άτυπη πενταμερής και οι ανησυχίες της ΔΗΠΑ για το Κυπριακό
06:00 - 16 Μαρτίου 2025

Η επικείμενη άτυπη πενταμερής της Γενεύης αποτελεί ορόσημο στις προσπάθειες της πλευράς μας για αναθέρμανση του Κυπριακού, προσδοκώντας στη δημιουργία συνθηκών, που θα οδηγήσουν σε επιστροφή σε ουσιαστικές συνομιλίες το συντομότερο δυνατό.
Η Δημοκρατική Παράταξη στήριξε και στηρίζει τους χειρισμούς του Προέδρου της Δημοκρατίας στο Κυπριακό. Πέραν των ουσιαστικών και στοχευμένων πρωτοβουλιών του, ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης πέτυχε να στρέψει την προσοχή και το ενδιαφέρον του διεθνούς παράγοντα στη χώρα μας, δια μέσου μιας εξωστρεφούς εξωτερικής πολιτικής.
Είναι γενικά παραδεκτό ότι το πιο κρίσιμο και καθοριστικό σημείο, που αποτελεί «κλειδί» για τις όποιες ουσιαστικές εξελίξεις στο Κυπριακό, είναι η στρατηγική στόχευση και επιδίωξη της Τουρκίας.
Η περίοδος μετά το Crans Montana, κατέδειξε τη μεθοδευμένη στροφή της Άγκυρας προς τη συνομοσπονδία, αποκηρύσσοντας το συμφωνημένο πλαίσιο λύσης της ΔΔΟ και εισάγοντας τον καινοφανή όρο «κυριαρχική ισότητα». Ταυτόχρονα, η Άγκυρα ασκεί μεγάλη πίεση στην πλευρά μας, προσπαθώντας να επιβάλει αλλαγή του συμφωνημένου πλαισίου λύσης, μέσω της δημόσιας και προσχηματικής απαίτησης για λύση στη βάση των δυο κρατών, που στην πραγματικότητα αποβλέπει στην συνομοσπονδία.
Η νέα αυτή θέση κρίνουμε ότι επιδιώκει τη διεθνή αναγνώριση μιας ανεξάρτητης οντότητας, της ούτω καλούμενης «ΤΔΒΚ», που στην πραγματικότητα θα είναι προσαρτημένη στην Τουρκία, την ίδια ώρα που επιδιώκει να διατηρήσει δέσμια την Κυπριακή Δημοκρατία, την οποία ταυτίζει εδαφικά με τις ελεύθερες περιοχές, στις συνθήκες Ζυρίχης-Λονδίνου και φυσικά επιβαρυμένη με τη Συνθήκη Εγγυήσεων. Πραγματικός στόχος της Άγκυρας μελλοντικά είναι αφενός να ασκεί πλήρη και ακώλυτη κυριαρχία στα εδάφη που είναι σήμερα κατεχόμενα και αφετέρου, μέσω μίας συνομοσπονδιακής δομής, να ελέγχει ταυτόχρονα ολόκληρο το νησί, δηλαδή “αφέντης στον βορρά και συνέταιρος στον νότο”, όπως επιγραμματικά το συνόψισε ο αείμνηστος Τάσσος Παπαδόπουλος.
Την ίδια ώρα, μετά λύπης, διαπιστώνουμε μια ανησυχητική αναφορά στα τελευταία δύο Ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας ΟΗΕ, περί ανάγκης επίδειξης ευελιξίας και συμβιβασμού για την εξεύρεση κοινού εδάφους, παρά την αναφορά περί λύσης ΔΔΟ. Με πολύ απλά λόγια, το Συμβούλιο Ασφαλείας καλεί τις δύο πλευρές να συμβιβαστούν στη βάση επί της οποίας θα διεξαχθούν απευθείας διαπραγματεύσεις, που δυνατό να ερμηνευθεί ότι η ΔΔΟ δεν συνθέτει την έννοια του «κοινού εδάφους» των επικείμενων συζητήσεων, κάτι που θα συνιστούσε, για τη δική μας πλευρά, μια επικίνδυνη μετατόπιση του ΟΗΕ.
Ένας τέτοιος συμβιβασμός, εκ των πραγμάτων, συνεπάγεται με μετακίνηση της ελληνοκυπριακής πλευράς από την ΔΔΟ και της τουρκικής πλευράς από τα δύο κράτη, χωρίς βεβαίως να προσδιορίζεται το «σημείο συνάντησης», το οποίο με βάση την αρχή των ίσων αποστάσεων δεν μπορεί να είναι άλλο από τη συνομοσπονδία. Υπενθυμίζω, δε, ότι για ένα τέτοιο συμβιβασμό μάς είχε νωρίτερα προϊδεάσει και στην έκθεσή του ο ίδιος ο Αντόνιο Γκουτέρες, ζητώντας από τις δύο πλευρές «να γεφυρώσουν το χάσμα μεταξύ των θέσεων τους».
Θα πρέπει λοιπόν να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί και σταθεροί στις θέσεις μας, διότι εδώ που φτάσαμε στο Κυπριακό, δεν χωρεί περαιτέρω διάβρωση των παραμέτρων της λύσης. Θα επαναλάβω ότι εμείς, ως Ελληνοκύπριοι, δεν έχουμε την πολυτέλεια να αποστασιοποιηθούμε από το μοναδικό συμφωνημένο πλαίσιο λύσης του Κυπριακού, τη λύση Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα, όπως προνοείται στα Ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, καθώς και τις αποφάσεις των θεσμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η λύση του Κυπριακού, πρέπει να οδηγεί σε απαλλαγή από την κατοχή, από “εγγυητές” και από στρατεύματα κατοχής και να οδηγήσει σε ένα σύγχρονο κανονικό κράτος.
Ένας δεύτερος και εξίσου κρίσιμος παράγοντας καθορισμού των εξελίξεων στο Κυπριακό, θα είναι η πολιτική που θα υιοθετήσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες έναντι της Τουρκίας και η αμερικανική πολιτική στην ευρύτερη περιοχή. Τυχόν μείωση της αμερικανικής παρουσίας και ενδιαφέροντος για την ευρύτερη περιοχή μας, πιθανόν να δημιουργήσει κενά τα οποία θα επιδιώξει να εκμεταλλευτεί η Τουρκία για να εδραιώσει την ηγεμονική παρουσία της στην περιοχή, με ότι αυτό συνεπάγεται για την Κύπρο και το Κυπριακό.
Με την εκλογή Τράμπ, η αμερικανική εξωτερική πολιτική αποκτά απροκάλυπτα συναλλακτικό χαρακτήρα. Εισερχόμαστε σε μία εποχή όπου το διεθνές δίκαιο υποχωρεί ως παράγοντας διαμόρφωσης της εξωτερικής πολιτικής, όπως αποδεικνύουν και οι ειρηνευτικές πρωτοβουλίες του Αμερικανού Προέδρου σε σχέση με την Ουκρανία και τη Γάζα. Ο Πρόεδρος Τράμπ προσεγγίζει τις διεθνείς σχέσεις ως μία συνεχή οικονομική διαπραγμάτευση, στην οποία ο ισχυρός πλεονεκτεί και θα πρέπει να αποκομίσει κέρδος, ανεξάρτητα από το τι επιβάλλει το διεθνές δίκαιο.
Αυτός ο τρόπος θεώρησης του κόσμου είναι πολύ επικίνδυνος για χώρες όπως η Κύπρος, η οποία αντιμετωπίζει πρόβλημα με ένα κατά πολύ ισχυρότερο γείτονα. Θα πρέπει λοιπόν να σκεφθούμε και συναλλακτικά. Και πιθανόν το μόνο που μπορεί να ενδιαφέρει την νέα αμερικανική Κυβέρνηση, είναι η στρατηγική διέξοδος που προσφέρει η Κύπρος στο Ισραήλ το οποίο είναι περικυκλωμένο από μη φιλικές προς αυτό γειτονικές χώρες, και το οποίο προφανώς αποτελεί την πρώτη προτεραιότητα του Προέδρου Τράμπ στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής.
Η επερχόμενη Πενταμερής της Γενεύης θα είναι η κορυφαία πράξη της τελευταίας επταετούς περιόδου για το Κυπριακό, που χαρακτηρίστηκε από μεγάλη και επιβλαβή στασιμότητα. Θα πρέπει να διασφαλισθεί ότι η μελλοντική λύση θα πρέπει να είναι σύμφωνη με το ενωσιακό κεκτημένο αφ’ ενός και τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών αφ’ ετέρου. Η εμπειρία του σχεδίου Ανάν και η τότε στάση της Ε.Ε. αποδεικνύει ότι τα όρια του ενωσιακού κεκτημένου είναι ρευστά και ότι επηρεάζονται από πολιτικές σκοπιμότητες. Διαφορετικό θα είναι άλλωστε το περιεχόμενο του “κεκτημένου”, σε περίπτωση που συμφωνήσει σε παρεκκλίσεις και εξαιρέσεις ο άμεσα ενδιαφερόμενος, που είναι η Κύπρος.
Κάτι αντίστοιχο ισχύει και με τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών. Η τελευταία έκθεση του Γ.Γ. ΟΗΕ και τα δυο τελευταία ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας, κείμενα που προέρχονται από τον ίδιο τον ΟΗΕ, ουσιαστικά προσπαθούν να υποβαθμίσουν ή ακόμη και να παρακάμψουν τη συμφωνημένη βάση λύσης, αφού θεωρητικώς την ενσωματώνουν, αλλά πρακτικώς καλούν τα μέρη να την παρακάμψουν χάριν ενός “συμβιβασμού”.
Ενόψει των συναντήσεων στη Γενεύη, η πλευρά μας θα πρέπει να καταστρώσει μια ολοκληρωμένη στρατηγική διαπραγματεύσεων. Προς τον σκοπό αυτό απαιτείται να υπάρχει συγκεκριμένη στόχευση. Θα πρέπει εκ των προτέρων να έχουμε αποφασίσει τι ακριβώς μπορούμε να αποδεχθούμε και τι ακριβώς πρέπει να απορρίψουμε και για ποιους ακριβώς λόγους. Με αυτό τον τρόπο, θα μεταφέρουμε τα σωστά μηνύματα σε όλους τους εμπλεκόμενους και στη διεθνή κοινότητα γενικότερα. Την ίδια ώρα θα θωρακίσουμε τη μέχρι τώρα θέση μας για σθεναρή επιμονή στη συμφωνημένη βάση λύσης, αποφεύγοντας την ισομερή κατανομή των ευθυνών μεταξύ των πλευρών, σε περίπτωση νέας αποτυχίας, εκθέτοντας παράλληλα την αδιαλλαξία και μαξιμαλισμό της Άγκυρας.
Εν κατακλείδι, τονίζω ότι στο Κυπριακό, η Δημοκρατική Παράταξη αποτελεί φωνή υπεύθυνης πατριωτικής πολιτικής, που αντιμετωπίζει το πρόβλημα στη βάση αρχών και με διεκδικητικό ρεαλισμό. Επιδιώκουμε τη διαμόρφωση ενός ασφαλούς, δημοκρατικού και πρωτίστως λειτουργικού οικοδομήματος, για όλους τους Κύπριους. Ένα Κανονικό κράτος, όπου αφέντης και κυρίαρχος θα είναι ο κυπριακός λαός. Η ΔΗΠΑ ουδέποτε θα συζητήσει ούτε θα συμβιβαστεί με ιδέες είτε για δυο κράτη ή για συνομοσπονδία.
*Άρθρο του κ. Μάριου Καρογιάν, Προέδρου της ΔΗΠΑ
