Χαμηλοί τόνοι μετά την καταδίκη της ΚΔ για την δολοφονία Καλοψιδιώτη-Πυρά από πρώην Υπαρχηγό Αστυνομίας
06:00 - 22 Φεβρουαρίου 2025

Σιγήν ιχθύος από όλα τα μέτωπα, επικρατεί σε σχέση με την απόφαση του Δικαστηρίου που καταδίκασε την Κυπριακή Δημοκρατία σε αποζημιώσεις, αναφορικά με τα όσα προηγήθηκαν την δολοφονίας του Φάνου Καλοψιδιώτη που διαπράχθηκε τον Ιούνιο του 2016, με την Αστυνομία να του στέλνει ακόμη και μετά θάνατον επιστολή, πως δεν προκύπτουν απειλές εναντίον του.
Πρόκειται για απόφαση που εκδόθηκε τον Αύγουστο του 2024, για την οποία η Νομική Υπηρεσία μέχρι σήμερα δεν εξέδωσε ανακοίνωση όπως σε άλλες περιπτώσεις, παρά το γεγονός της σημαντικότητας της, αν λάβει κανείς υπόψη πως καταδικάστηκε η Κυπριακή Δημοκρατία σε αποζημιώσεις ύψους 60 χιλιάδων ευρώ συν τόκους, για τους χειρισμούς και τις παραλήψεις της Αστυνομίας αναφορικά με τα όσα προηγήθηκαν του φόνου, αλλά αποκαλύφθηκαν μετά το τετραπλό φονικό της Αγίας Νάπας.
Αρμόδια πηγή από την Εισαγγελία, κληθείσα να τοποθετηθεί για την υπόθεση, ανέφερε πως η θέση της Νομικής Υπηρεσίας ενώπιον Δικαστηρίου ήταν πως «δεν παραβίασε την θετική υποχρέωση της προστασίας της ζωής». Θέση την οποία απέρριψε το Δικαστήριο, αφού λαμβάνοντας τα όσα προηγήθηκαν, έκρινε πως το κράτος είχε υποχρέωση να προστατεύσει το θύμα, ως πολίτης της Κυπριακής Δημοκρατίας, ενώ υπέδειξε πως υπήρχε κίνδυνος, αλλά η Αστυνομία δεν προέβη στα δέοντα βήματα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΟ: Καταδικάστηκε το κράτος για την δολοφονία Καλοψιδιώτη, τους χειρισμούς και τις παραλείψεις της Αστυνομίας
Οι παραλήψεις και οι χειρισμοί της Αστυνομίας, δεν ήταν κάτι άγνωστο, ωστόσο επιβεβαιώθηκαν με την απόφαση του Δικαστηρίου (σ.σ θα ακολουθήσουν αναλυτικά ρεπορτάζ με την απόφαση), έπειτα από την οποία, δεδομένου πως ο υπουργός Δικαιοσύνης ανέφερε σε διάφορες περιπτώσεις πως θα πρέπει να υπάρχει συμμόρφωση με τις δικαστικές αποφάσεις, θα ανέμενε κανείς πως θα υπήρχε αντίδραση, σε σχέση με τις ευθύνες που πιθανόν να προκύπτουν.
Αρχικά για τους χειρισμούς της Αστυνομίας υπήρξε κατσάδα από την Ιντερπόλ, η οποία είχε αποστείλει πληροφορίες και λεπτομέρειες για σχεδιαζόμενους φόνους από Σέρβους εκτελεστές που έφθασαν στην Κύπρο, με τους πρώτους στόχους να ήταν ο Αλέξης Μαυρομιχάλης, Ιωσήφ Ιωσήφ άλλως «Σήφης» και Χρίστο Δημητρίου άλλως «Τσιάκκας». Ωστόσο, εναντίον των τελευταίων δύο είχε σημειωθεί η απόπειρα έξω από καφετέρια στη Λευκωσία, για την οποία υπήρξε καταδίκη από Κακουργιοδικείο
Οι πληροφορίες και όλα όσα μετέφερε η Ιντερπόλ στην Κυπριακή Αστυνομία, με ονόματα και διευθύνσεις που προέκυψαν από παρακολουθήσεις τηλεφώνων, είχαν τιναχθεί στον αέρα, αφού πέραν του ότι διέρρευσαν στον υπόκοσμο με αποτέλεσμα να υπάρχει αλλαγή σχεδίου με τους στόχους, αστυνομικός τηλεφώνησε κατά λάθος στον ένα από τους Σέρβους εκτελεστές.
Ενόψει των ανωτέρω, μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι η Ιντερπόλ Λευκωσίας και εθνικές αστυνομικές υπηρεσίες της Κύπρου έκαναν σημαντικά λάθη που μαζί με το προφανές σφάλμα του Αστυνομικού της Ιντερπολ Λευκωσίας που τηλεφώνησε στον επικεφαλή των Σέρβων εκτελεστών τίναξε στον αέρα μια έρευνα για την οποία δούλεψε σημαντικός αριθμός αστυνομικών και πρακτόρων τόσο στη Σερβία όσο και σε άλλες χώρες. Παρακαλούμε να μας αποστείλετε το συντομότερο δυνατόν μια έκθεση των αρμόδιων αρχών σχετικά με τη λήψη μέτρων σε αυτήν την περίπτωση με τις κατάλληλες διευκρινίσεις και παρατηρήσεις σχετικά με όλες τις πληροφορίες που υποβλήθηκαν ενώπιον σας μέχρι στιγμής, συμπεριλαμβανομένων και των πληροφοριών αυτού του μηνύματος.
Μετά τα όσα αποκαλύφθηκαν, ο τέως Γενικός Εισαγγελέας είχε διορίσει ανεξάρτητους ποινικούς ανακριτές, ενώ είχε ανοιχθεί εκ νέου υπόθεση, με πρόσωπα - ανάμεσα στους οποίους και οι εκτελεστές που εκδόθηκαν στην Κύπρο - να οδηγούνται ενώπιον Δικαστηρίου, ωστόσο στην συνέχεια η υπόθεση αναστάλθηκε και απελάθηκαν.
Περαιτέρω, ο Γενικός Εισαγγελέας αποφάσισε την ποινική δίωξη του πρώην Υπαρχηγού Αστυνομίας, Ανδρέα Κυριάκου, σε σχέση με την διαρροή μελέτης για την διαφθορά, ενώ αναφορικά με τους λανθασμένους χειρισμούς, αποφασίστηκαν πειθαρχικές διώξεις, οι οποίες άγνωστο πού τελικά κατέληξαν ή αν έχουν ανασταλεί και για ποιο λόγο. Συγκεκριμένα, η ανακοίνωση του τέως Γενικού Εισαγγελέα, Κώστα Κληρίδη, αναφερόταν στον τότε Βοηθό Αρχηγό Επιχειρήσεων, ένα Ανώτερο Υπαστυνόμο και ένα υπαστυνόμο, οι οποίοι είχαν εμπλοκή στην διαχείριση των πληροφοριών.
«Τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τη μελέτη του μαρτυρικού υλικού είναι ότι αν και είχαν ληφθεί συγκεκριμένες και σημαντικές πληροφορίες από τις σερβικές αρχές, εντούτοις αυτές δεν προσεγγίστηκαν με τη δέουσα σοβαρότητα και δεν διερευνήθηκαν επαρκώς, επιμελώς, ή καθόλου. Παρατηρούνται, συναφώς, παραλείψεις και/ή εσφαλμένοι χειρισμοί. Δεν διαπιστώνεται η ύπαρξη μαρτυρίας που να καταδεικνύει ότι οι πιο πάνω πράξεις και/ή παραλείψεις έγιναν εσκεμμένα, ούτως ώστε να στοιχειοθετούνται ποινικά αδικήματα, πλην όμως συγκεκριμένες πράξεις ή παραλείψεις των προαναφερθέντων αξιωματικών, δυνατόν να συνιστούν πειθαρχικά αδικήματα. Εναπόκειται στον Αρχηγό Αστυνομίας να επιληφθεί».
Σχετικά με τον αστυνομικό που αντί στην Interpol Σερβίας τηλεφώνησε στους Σέρβους εκτελεστές κατά λάθος, ο Εισαγγελέας είχε αναφέρει πως δεν διαπιστώνεται η διάπραξη ποινικού αδικήματος, ενώ σε ό,τι αφορά τέσσερα μέλη της Αστυνομίας που διατηρούσαν στενές φιλικές σχέσεις με εγκληματικά στοιχεία, η Νομική Υπηρεσία είχε αναφέρει πως υπάρχουν σημαντικά κενά για στοιχειοθέτηση της υπόθεσης. Επίσης, άγνωστο πού κατέληξαν ή εάν κατέληξαν οι πειθαρχικές για τα εν λόγω πρόσωπα.
Πυρά από πρώην Υπαρχηγό
Η μοναδική τοποθέτηση για την απόφαση του Δικαστηρίου, ήρθε από τον πρώην Υπαρχηγό Αστυνομίας, Ανδρέα Κυριάκου, ο οποίος με ανακοίνωση του αναφέρει πως «μία δικαστική απόφαση που καταλήγει μετά από μαρτυρία στο γεγονός ότι η πολιτεία και κατ' επέκταση η Αστυνομία ενώ είχε τη σχετική ενημέρωση δεν μπόρεσε να προστατεύσει ένα πολίτη, υποδηλώνει ότι αυτοί που χειρίστηκαν την πληροφορία, ενδεχομένως από λάθη, παραλήψεις ή και εσκεμμένες ενέργειες, δεν έκαναν σωστά τη δουλειά τους».
Σημειώνεται πως η ποινική δίωξη σε βάρος του Ανδρέα Κυριάκου, στον οποίο καταλογίστηκε η διαρροή μελέτης για την διαφθορά, αναστάλθηκε, πριν ξεκινήσει επί της ουσίας, ενώ είχε δημιουργηθεί θέμα ενώπιον Δικαστηρίου, σε σχέση με το πόρισμα των ανεξάρτητων ποινικών ανακριτών, που δεν παραδινόταν στην υπεράσπιση του.
Περαιτέρω αναφέρει πως «το γεγονός της μη δημοσιοποίησης αυτής της δικαστικής απόφασης, προφανώς έχει τον ίδιο σκοπό με την μη παρουσίαση του πορίσματος των ποινικών ανακριτών που διερεύνησαν τους χειρισμούς που έγιναν εν σχέση με την πληροφορία που λήφθηκε από την Interpol Βελιγραδίου για την κάθοδο Σέρβων εκτελεστών. Να θυμίσω την άρνηση της Νομικής Υπηρεσίας να παραδώσει το πόρισμα, ακόμη και μετά από απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Κάποιος εύλογα μπορεί να υποθέσει ότι όλη αυτή η συσκότιση, δεν έχει άλλο σκοπό από το να προστατεύσει αυτούς που είχαν πραγματικά την ευθύνη για τον χειρισμό της πληροφορίας».
Παράλληλα, ο κ. Κυριάκου στην ανακοίνωση του αναφέρει πως «το να βρίσκουν εξιλαστήρια θύματα για αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης, όπως π.χ. να διώκουν τον Υπαρχηγό της Αστυνομίας, στήνοντας υπόθεση χωρίς μαρτυρία, για να προστατεύσουν κάποιους άλλους, είναι για κάποιους προσφιλής μέθοδος. Θα επαναλάβω για ακόμη μια φορά ότι η δίωξη μου, καμία σχέση δεν είχε όσον αφορά τον χειρισμό της πληροφορίας που λήφθηκε από την Interpol και αυτό φαίνεται από το γελοίο κατηγορητήριο που το υπέγραφε δυστυχώς ο ίδιος ο Γενικός Εισαγγελέας. Επιμένω στο γελοίο και προκαλώ οποιονδήποτε νομικό να μου πει αν έχει ξαναδεί κατηγορητήριο που να αναφέρει ότι ο τρόπος της κατ΄ ισχυρισμό διαρροής της μελέτης (μη διαβαθμισμένη) είναι άγνωστος στην Κατηγορούσα Αρχή και ότι η μελέτη δόθηκε σε ΑΓΝΩΣΤΟ πρόσωπο προς τη Κατηγορούσα Αρχή με σκοπό να τη δώσει σε τρίτο πρόσωπο. Εννοείται ότι στο μαρτυρικό υλικό δεν υπάρχει καμία κατάθεση που να λέει κάτι τέτοιο ή να γίνεται αναφορά στις άλλες κατηγορίες για διαρροή διαβαθμισμένων εγγράφων, με ΑΓΝΩΣΤΟ τρόπο, σε πρόσωπο μη εξουσιοδοτημένο ΑΓΝΩΣΤΟ στη Κατηγορούσα Αρχή!».
Καταληκτικά, σημειώνει πως τα πιο πάνω τα αναφέρει, ώστε «να καταλάβει ο κόσμος γιατί η δική δεν άρχισε ποτέ και μεθοδεύτηκε η αναστολή της υπόθεσης, προφανώς για να μην εκτεθούν κάποιοι», ενώ προσθέτει πως «όταν κάποιοι συγκαλύπτουν ενδεχόμενη διάπραξη ποινικών αδικημάτων, προφανώς και οι ίδιοι είναι συνένοχοι».
