Ενίσταται το Υπ. Δικαιοσύνης στην έκδοση καταδικασθείσας, πράσινο από Δικαστήριο-Απέρριψε τη θέση περί πρόωρης αποφυλάκισης
14:20 - 31 Ιανουαρίου 2025
Την ώρα που η κατάσταση σε σχέση με τον υπερπληθυσμό στις Κεντρικές Φυλακές έχει κτυπήσει κόκκινο, με την CPT μάλιστα να προβαίνει σε υποδείξεις, το Υπουργείο Δικαιοσύνης ζητούσε την ανάκληση της απόφασης για έκδοση Ιταλίδας στην χώρα της, προκειμένου να εκτίσει το υπόλοιπο της ποινής της, υποστηρίζοντας πως μειώνεται κατά τέσσερα χρόνια, ωστόσο η διαφορά ήταν τελικά ένα χρόνο, με το Δικαστήριο να απορρίπτει το αίτημα και να ανάβει το πράσινο φως για να προχωρήσει η διαδικασία.
Πρόκειται για κρατούμενη που καταδικάστηκε κατόπιν δική της παραδοχής για υπόθεση ναρκωτικών, με το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λάρνακας να της επιβάλλει, τον Φεβρουάριο του 2024, ποινή φυλάκισης δέκα ετών, ωστόσο σε αυτή συμπεριλαμβάνεται και ο χρόνος που τελούσε υπό κράτηση, από τον Σεπτέμβριο του 2023.
Τον Ιούνιο του 2024, εκδόθηκε πιστοποιητικό δυνάμει του άρθρου 4 της Απόφασης του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2008, διά του οποίου η καταδικασθείσα θα εξέτιε το υπόλοιπο της ποινής της στη χώρα καταγωγής της που είναι η Ιταλία. Το εν λόγω πιστοποιητικό, σύμφωνα με επιστολή του Υπουργείου Δικαιοσύνης, διαβιβάστηκε στην Κεντρική Αρχή της Ιταλίας μαζί με αντίγραφο της καταδικαστικής απόφασης, η οποία στη συνέχεια ενημερώθηκε πως η αρμόδια αρχή προχώρησε σε αναπροσαρμογή του ύψους της ποινής, από δέκα σε έξι χρόνια. Ως εκ τούτου, η ημερομηνία αποφυλάκισης της καταδικασθείσας, θα είναι στις 6/9/2029 αντί στις 22/9/2030 που ήταν με βάση τη νομοθεσία της Κύπρου.
Η απόφαση του Εφετείου της Ιταλίας σε σχέση με την ποινή, κατέστη αμετάκλητη, με την Κυπριακή Δημοκρατία να μην αποδέχεται την αναπροσαρμογή της ποινής και ως εκ τούτου ζήτησε την ανάκληση της απόφασης για έκδοση της κρατούμενης, με το ζήτημα να τίθεται ενώπιον Δικαστηρίου.
Ο δικηγόρος της Δημοκρατίας, Α. Αντωνίου, μεταφέροντας τη θέση του Υπουργείου Δικαιοσύνης, αφού το ζήτημα δεν εμπίπτει στις εξουσίες του Γενικού Εισαγγελέα να αποφασίσει ως προς το αν θα εγκρίνει ή όχι την ανάκληση του πιστοποιητικού έκδοσης, έθεσε ότι ενδείκνυται η ανάκληση του. Όπως ανέφερε, η μείωση της ποινής φυλάκισης από 10 σε 6 χρόνια είναι από μόνη της λόγος για να κριθεί ότι δεν είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης να προχωρήσει η διαδικασία μεταφοράς της καταδικασθείσας στην Ιταλία για να εκτίσει την ποινή της. Περαιτέρω όμως, ο κ. Αντωνίου ανέφερε ότι αν και οποιοσδήποτε Ευρωπαίος πολίτης μπορεί να υποβάλει αίτηση στο Συμβούλιο Αποφυλάκισης Επ΄ Αδεία, θα πρέπει όμως να δείξει ένα τόπο διαμονής κάτι το οποίο, για την καταδικασθείσα, αποτελεί κώλυμα στην υποβολή τέτοιου αιτήματος. Η θέση αυτή του κ. Αντωνίου εκφράστηκε σε απάντηση ερωτήματος του Δικαστηρίου ως προς το δικαίωμα της καταδικασθείσας, σε κάποιο χρονικό σημείο, να υποβάλει αίτημα στο Συμβούλιο για να αποφυλακιστεί, με αποτέλεσμα η αναπροσαρμογή της ποινής που έγινε από τις αρχές της Ιταλίας να μην είναι τελικά τέτοιας χρονικής διαφοράς που θα αποτελούσε κώλυμα για μεταφορά της στην χώρα καταγωγής της προς έκτιση της ποινής της.
Στην αντίπερα όχθη, ο δικηγόρος της κρατούμενης, Αλέξανδρος Κληρίδης, ανέφερε ότι το Δικαστήριο δεν θα πρέπει να ανακαλέσει το εκδοθέν πιστοποιητικό, αφού δεν υπάρχει αδικαιολόγητη πρόωρη απόλυση, δεδομένου ότι, σύμφωνα και με την επιστολή του Υπουργείου Δικαιοσύνης, η καταδικασθείσα αντί να αποφυλακιστεί στις 22/9/2030 αν παραμείνει στην Κύπρο, θα αποφυλακιστεί στις 6/9/2029 αν μεταφερθεί στην Ιταλία, με τη διαφορά ουσιαστικά να είναι στον ένα χρόνο. Τόνισε δε ο κ. Κληρίδης, ότι βασικό κριτήριο στην μη ανάκληση του πιστοποιητικού θα πρέπει να αποτελέσει το στοιχείο ότι θα μεταφερθεί στη χώρα καταγωγής της όπου βρίσκεται και η οικογένεια της κάτι που θα την βοηθήσει στην επανένταξη της.
Αξιολογώντας τα όσα τέθηκαν ενώπιον του, το Δικαστήριο υπέδειξε πως αυτό που λαμβάνεται υπόψη στα στα πλαίσια της απόφασης για έκδοση ενός κατάδικου, είναι η εξυπηρέτηση του σκοπού της κοινωνικής επανένταξης, στη βάση των οικογενειακών, γλωσσικών, κοινωνικών ή και οικονομικών δεσμών του με το εν λόγω κράτος.
Στην συγκεκριμένη περίπτωση, όπως αναφέρεται στην απόφαση, «είναι δεδομένο και δεν υπάρχει αντίθετος λόγος, ότι η μεταφορά της καταδικασθείσας στη χώρα καταγωγής της που είναι η Ιταλία, όπου βρίσκεται και η οικογένεια της, αναμφίβολα θα βοηθήσει στην επανένταξη της», ενώ πρόσθεσε πως «η καταδικασθείσα με την μεταφορά της σε σωφρονιστικό ίδρυμα της χώρας της, θα μιλά την μητρική της γλώσσα, θα μπορεί να δέχεται επισκέψεις από συγγενικά της πρόσωπα και θα βρίσκεται γενικότερα σε οικείο περιβάλλον». Επιπρόσθετα, υπέδειξε πως θα μπορεί να ακολουθήσει τους εκεί κανόνες που θα την βοηθήσουν στην ομαλή επανένταξη της στο κοινωνικό σύνολο της χώρας από όπου κατάγεται.
Σε ότι αφορά το ζήτημα που απασχόλησε το Υπουργείο Δικαιοσύνης, που ήταν η μείωση της ποινής της, το Δικαστήριο ανέφερε πως στην ουσία δεν πρόκειται για τέσσερα χρόνια, αφού με βάση το πότε θα αποφυλακιστεί στην Ιταλία σε σύγκριση με την Κύπρο, η διαφορά είναι στον ένα χρόνο.
«Μία πρώτη παρατήρηση ενδεχομένως να οδηγούσε σε συμφωνία με τη θέση την οποία εξέφρασε η Δημοκρατία αφού η διαφορά στην ποινή είναι 4 ολόκληρα χρόνια. Το στοιχείο αυτό έχει τη σημασία του έχοντας κατά νουν τη φύση των αδικημάτων που καταδικάστηκε, τη συχνότητα διάπραξης τους και τα τραγικά αποτελέσματα που επιφέρουν στην κοινωνία. Η επιστολή όμως του Υπουργείου Δικαιοσύνης ημερομηνίας 5/12/2024 καταγράφει, μετά προφανώς από ανταλλαγή αλληλογραφίας με τις αρχές της Ιταλίας, ότι η διαφορά μεταξύ της ημερομηνίας της αποφυλάκισης της καταδικασθείσας στην Κύπρο είναι στις 22/9/2030 ενώ στην Ιταλία θα είναι στις 6/9/2029. Δηλαδή η διαφορά της ημερομηνίας αποφυλάκισης της καταδικασθείσας μεταξύ κράτους έκδοσης και κράτους εκτέλεσης είναι στον ένα χρόνο. Η χρονική αυτή διάρκεια δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να εκληφθεί ως πρόωρη αποφυλάκιση και που ενδεχομένως να μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για ανάκληση του εκδοθέντος πιστοποιητικού».
Περαιτέρω, το Δικαστήριο στην απόφαση του, υπέδειξε πως δεν πρέπει να παραβλέπεται ότι σκοπός της απόφασης για έκδοση ενός κρατούμενου, είναι η επανένταξη του καταδικασθέντος, κάτι που διευκολύνεται με τη μεταφορά του στη χώρα καταγωγής του και που αποτελεί το βασικό κριτήριο για την εν λόγω μεταφορά. Εξού και το Δικαστήριο παρέπεμψε στην έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Συμβούλιο, όπου τονίζεται, μεταξύ άλλων, ακριβώς η σημασία της κοινωνικής αναμόρφωσης ως πρωταγωνιστική αρχή.
Με βάση τα πιο πάνω, το Δικαστήριο κατέληξε πως δεν δικαιολογείται η ανάκληση του πιστοποιητικού για μεταφορά της κρατούμενης στην Ιταλία προς έκτιση της ποινής φυλάκισης της.