Η αποξένωση, ο στιγματισμός και το «χτικιό»-Η ιστορία πίσω από το κρυφό κοιμητήριο των φυματικών (pics)
Άννη Χαραλάμπους 14:04 - 26 Ιανουαρίου 2025
Μια ιστορία ξεχασμένη από τους πολλούς, που όμως αποτέλεσε ορόσημο σε ό,τι αφορά την ιατρική ιστορία της Κύπρου, ήταν οι φυματικοί, οι οποίοι δεν υπέφεραν μόνο από το «χτικιό» αλλά ασθενούσαν και από την αποξένωση και το στιγματισμό που τους επέβαλε η κοινωνία της Κύπρου του 1940, η οποία δεν ήταν έτοιμη να δεχθεί και να αγκαλιάσει αυτά τα περιστατικά.
Το νεκροταφείο των φυματικών, χτισμένο βαθιά μέσα στο δάσος για να μένει κρυφό από το πλήθος, για πολλά χρόνια βρισκόταν παραμελημένο και ξεχασμένο, μαζί του και οι ιστορίες των προσώπων που θάφτηκαν εκεί. Για να βρει κάποιος το κοιμητήριο, πρέπει να ξέρει που βρίσκεται αφού από το δρόμο, δεν φαίνεται ούτε ίχνος από αυτό, μονάχα μια ταμπέλα που τοποθετήθηκε πολύ αργότερα μετά από πρωτοβουλία της Λέσχης Lions, πολλά χρόνια αργότερα. Εκατό σκαλάκια που τοποθετήθηκαν επίσης αργότερα, σε οδηγούν βαθιά μέσα στο δάσος, και εκεί βρίσκεται το μικρό πέτρινο κοιμητήριο των φυματικών. Εντός, βρίσκονται έξι μαρμάρινοι σταυροί, ένας εκ των οποίων έχει καταστραφεί με αποτέλεσμα να μη διαφαίνεται τίποτα από το όνομα και τα στοιχεία του θανόντα. Κι ενώ οι μαρμάρινοι σταυροί είναι μόνο έξι, κάποτε υπήρχαν και αρκετοί ξύλινοι οι οποίοι με την πάροδο των χρόνων καταστράφηκαν, αφήνοντας πίσω τους ένα μεγάλο ερωτηματικό.
Κανείς δεν γνωρίζει πραγματικά πόσοι θάφτηκαν σε εκείνο το κοιμητήριο, κάποιοι κάνουν λόγο για τριάντα και άλλοι για πενήντα. Είναι πλέον αδύνατον να εξακριβωθεί, αφού όσοι έζησαν εκείνη την περίοδο έχουν πεθάνει και τα στοιχεία των ασθενών δεν υπάρχουν πουθενά καταγεγραμμένα, κάτι το οποίο αποτελεί μυστήριο που δεν θα λυθεί ποτέ.
Το νοσοκομείο των φυματικών και η Κυπριακή κοινωνία του 1940
Είναι γνωστό ότι στην Κύπρο του 1940, οι κάτοικοί δεν ήταν έτοιμοι να δεχθούν τους ασθενείς με φυματίωση, αφού επικρατούσε φόβος και ταμπού, με αποτέλεσμα οι ασθενείς να επιβάλλονται σε αποξένωση και στιγματισμό τόσο προς τους ίδιους, όσο και προς τις οικογένειές τους.
Η ιστορία ξεκινά λίγο πριν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο όπου, σύμφωνα με το βιβλίο του Λάκη Αναστασιάδη «Κυπρίων ιατρών έργα: Η ιατρική στην Κύπρο 1950-2015», είχε4 αρχίσει ένας συστηματικός αγώνας καταπολέμησης της φυματίωσης. Η ανέγερση του Jubilee Sanatorium, όπως είχε ονομαστεί αρχικά, στην Κυπερούντα άρχισε το 1938 και ήταν έτοιμο να δεχθεί τους πρώτους του ασθενείς το 1940. Όπως αναφέρεται στο βιβλίο, αποτέλεσε σταθμό στα ιατρικά χρόνια της Κύπρου και το σχέδιο του Σανατορίου ήταν εμπνευσμένο από παρόμοια σανατόρια στη Γερμανία και τη Φινλανδία.
Οι ασθενείς του Σανατορίου τύγχαναν δωρεάν ιατρικής περίθαλψης, κάτι το οποίο καταγράφεται στην επίσημη εφημερίδα της αποικιακής κυβέρνησης ημερομηνίας 4 Σεπτεμβρίου 1940, όπου αναφέρεται πως «ο ασθενείς των Σανατορίων Αθαλάσσας και Κυοπερούντας, οι οποίοι κατείχαν πιστοποιητικό του Μουχτάρη δικαιούνται και θα δικαιούνται περίθαλψης δωρεάν…Ουδέν τέλος θα καταβάλλεται για ακτινοσκοπική εξέταση».
Παρ’ όλα αυτά η κοινωνία φοβόταν το «χτικιό» κάτι το οποίο τους έκανε να αντιδρούν προς τους ασθενείς και προς την ανέγερση του νοσοκομείου στην Κυπερούντα. Στο βιβλίο του κοινοτάρχη Κυπερούντας Γιώργου Παναγιώτου που εκδόθηκε το 2013 και το οποίο περιείχε μαρτυρίες από την τότε εποχή, αναφέρεται συγκεκριμένα ότι, «τόσος ήταν ο φόβος των κατοίκων για την επικίνδυνα μεταδοτική ασθένεια, που όταν οι γυναίκες περνούσαν από το δρόμο του Σανατορίου, κάθονταν πάνω στα γαϊδούρια τους με την πλάτη γυρισμένη σ’ αυτό, κρατώντας τα ρουθούνια τους με τις μαντήλες τους». Για την ταφή των φυματικών ασθενών επιλέγηκε ειδικός χώρος στην περιοχή Ασπρόκρεμμος, μεταξύ Καρβουνά και Αμιάντου, σύμφωνα με το βιβλίο.
Σημειώνεται ότι, την τοποθεσία του γνώριζε περιορισμένος αριθμός ατόμων, ένας πάτερ, δύο κηπουροί, ο διευθυντής της κλινικής και ένας νοσηλευτής, ακριβός για τις αντιδράσεις που ήδη υπήρχαν από τους κατοίκους.
Έξι μαρμάρινοι σταυροί και ένα αίσιο τέλος
Μπαίνοντας στο κοιμητήριο έκπληξη προκαλείτο το γεγονός ότι υπάρχουν μονάχα έξι μαρμάρινοι σταυροί, ενώ προτού γίνει ο καθαρισμός του κοιμητηρίου υπήρχε και αριθμός ξύλινων σταυρών τους οποίους έφτιαχνε πρόχειρα ο πάτερ κατά την ταφή. Οι ξύλινοι σταυροί καταστράφηκαν με την πάροδο των χρόνων έτσι, κατά την ανακαίνιση που έγινε το 2017, πετάχτηκαν. Κι ενώ γνωρίζουμε μόνο τα όνομα των πέντε εκ των έξι μαρμάρινων σταυρών, αποτελεί μυστήριο ο αριθμός των νεκρών που θάφτηκαν εκεί, αφού δεν έχει εντοπιστεί κάποιο αρχείο να τα καταγράφει.
Ταυτόχρονα, μαρτυρίες θέλουν το συνολικό αριθμό των ατόμων που θάφτηκαν στο κοιμητήριο να ανέρχεται στους τριάντα, ενώ άλλοι θεωρούν πως ήταν πολύ περισσότεροι, ίσως πενήντα.
Ανάμεσα στους σταυρούς, εντύπωση προκαλεί αυτός του μικρότερου ασθενή του σανατορίου. «Τίτος, 12/10/1944-14/08/1947». Σχεδόν τριών ετών ο Τίτος φαίνεται να ήταν ο μικρότερος ασθενής του Σανατορίου, που απεβίωσε από φυματίωση, ενώ μαρτυρίες θέλουν τους γονείς του να τον άφησαν στο Σανατόριο και να ζήτησαν να θαφτεί με ψευδώνυμο και χωρίς επίθετο, γιατί οι γονείς του δεν ήθελαν να γράφει στο σταυρό το αληθινό όνομα του και να στιγματιστούν, κάτι το οποίο ανέφεραν άνθρωποι που εργάζονταν στο Σανατόριο τότε, στην εκπομπή «24 Ώρες».
Ένας άλλος σταυρός γράφει «Θεοδώρα Ιεροδιακόνου, θανούσα 08/03/1948-08/08/1948, ετών 22». Μαρτυρίες πάλι από πρόσωπα που εργάζονταν στο Σανατόριο, διηγούνται την τραγική ιστορία μιας νεαρής κοπέλας η οποία από την πρώτη στιγμή που μπήκε στο Σανατόριο μέχρι τη στιγμή που πέθανε, δεν μίλησε ποτέ ξανά».
Στους άλλους σταυρούς αναγράφονται «Σώζος Σωκράτους θανών 12/08/1955, ετών 29», «Χριστίνα Σ. Κούτη θανούσα 18/08/1948, ετών 4», «Ανδρέας Ι. Καρακούλας, θανών 17/05/1948, ετών 27» και από τον σπασμένο μαρμάρινο σταυρό διαφαίνεται μονάχα η ηλικία «ετών 70». Δυστυχώς, για τους πιο πάνω δεν ακούστηκε ποτέ η ιστορία τους όπως και των υπολοίπων που θάφτηκαν εκεί.
Μέσα στο κοιμητήριο σε κάποια σημεία υπάρχει τοποθετημένος αριθμός από μεγάλες πέτρες, οι οποίες πολύ πιθανόν να χρησιμοποιήθηκαν κατά την ταφή για να φαίνεται ότι σε εκείνο το σημείο είχε θαφτεί κάποιος.
Μιλώντας σχετικά ο βουλευτής του ΑΚΕΛ Κώστας Κώστα κατά την επίσκεψή μας στο κοιμητήριο ανέφερε ότι, «είναι λυπηρό να ξέρεις ότι οι άνθρωποι που θάφτηκαν εδώ πέρασαν τις τελευταίες τους ώρες υποφέροντας, ότι ήταν μόνοι τους και πως λάμβαναν αυτού του είδους την αντιμετώπιση από την κοινωνία. Είναι τραγικό».
Όπως ανέφερε ο κ. Κώστα, «άκουσα για την ύπαρξη αυτού του μυστικού κοιμητηρίου το καλοκαίρι του 2019, σε ένα διαφημιστικό της εκπομπής «24 ‘Ώρες» και ήθελα να βρω που βρισκόταν αυτό το κοιμητήριο. Όταν βρέθηκα στη Κυπερούντα μερικούς μήνες μετά, έψαξα στη περιοχή γύρω από το Σανατόριο αλλά δεν το βρήκα. Ήθελα απλά να δω τούτον το τόπο με αυτή τη φοβερή ιστορία».
Μια μέρα συνέχισε, «βρέθηκα τυχαία στο σημείο φεύγοντας από τον Καρβουνά και ανεβαίνοντας προς το Τρόοδος. Σταμάτησα για να πιώ νερό και είδα μια πινακίδα, η οποία θεώρησα ότι αναφέρεται ίσως σε ένα από τα πολλά μονοπάτια της φύσης που υπάρχουν εδώ. Διαβάζοντας την, συνειδητοποίησα με έκπληξη, ότι αναφερόταν στο κοιμητήριο και στην εκστρατεία καθαρισμού του που έγινε πριν λίγα χρόνια. Αμέσως κατέβηκα κάτω και προσπάθησα να βρω το μονοπάτι. Ήταν πολύ κατηφορικό, οδηγούσε μέσα στο δάσος, σε μια χαράδρα και αφού περπάτησα για λίγο, είδα από μακριά να αχνοφαίνεται κάτι».
Μέσα στους πετρόχτιστους τοίχους, πρόσθεσε, «έξι πέτρινοι σταυροί μόνο αφού ο ιερέας έφτιαχνε πρόχειρους ξύλινους σταυρούς, οι οποίοι καταστράφηκαν με τη πάροδο των χρόνων και το μόνο που σκέφτεσαι όταν βρεθείς εκεί, είναι γιατί αυτοί οι άνθρωποι, που βασανίστηκαν όσο ζούσαν, έπρεπε να είχαν αυτό το τέλος. Ένας τόπος, μια τραγική ιστορία, άγνωστη σε όλο σχεδόν τον κόσμο, ενώ η ζωή και η τότε κοινωνία τους αδίκησαν τόσο και τους είχαν πετάξει κυριολεκτικά».
Σε δήλωσή του ο Υγιεινολόγος, Επιδημιολόγος Δρ. Μιχάλης Βωνιάτης, ο οποίος διατέλεσε Διευθυντής του εν λόγω νοσοκομείο από το 1977 μέχρι το 1980, ανέφερε ότι, το κοιμητήριο είχε χτιστεί το 1943 επί Αγγλοκρατίας με το ποσό των 100 λιρών και έχει μέγεθος περίπου 100 τετραγωνικά μέτρα. Το κοιμητήριο τότε είχε χτιστεί επειδή οι συγγενείς, δεν ήθελαν να πάρουν τους νεκρούς να τους θάψουν στα χωριά τους επειδή ήταν φυματικοί. Υπήρχε πολλή ταμπού και προκατάληψη τον τότε καιρό έτσι, αναγκαστικά έπρεπε να θαφτούν αλλού».
Στο εν λόγο κοιμητήριο, εξήγησε, «υπάρχουν μόνο έξι σταυροί όμως, έχουν θαφτεί σίγουρα τριάντα άτομα, αν όχι και παραπάνω. Αυτά τα έχω ακούσει από παλιούς νοσοκόμους που δούλευαν τότε στο Σανατόριο, οι οποίοι δεν ζουν πια».
«Το κοιμητήριο είχε παραμεληθεί από το 1960 και έκτοτε, δεν είχε θαφτεί ξανά κάποιος εκεί. Εγώ έμαθα για την ύπαρξή του το 1980, όταν με είχε πάει εκεί ένας παλιός νοσηλευτής για να μου το δείξει πριν φύγω από τη θέση του Διευθυντή του νοσοκομείου στην Κυπερούντα. Με πήγε λοιπόν ο μακαριστός Ανδρέας Μόρδης, γιατί ήθελε να μου το δείξει», ανέφερε ο Δρ. Βωνιάτης προσθέτοντας παράλληλα πως, «από τότε που το επισκέφθηκα για πρώτη φορά, είχα βάλει στο μυαλό μου το ότι έπρεπε να το αναδείξουμε λόγω του ότι είναι ιστορικής σημασίας και έπρεπε να μάθει ο κόσμος για αυτούς τους ανθρώπους», τόνισε.
Σύμφωνα με τον κ. Βωνιάτη, το 2017 είχε γίνει ανακαίνιση και ευπρεπισμός του κοιμητηρίου του Σανατορίου, ενώ δημιουργήθηκε και το πέτρινο μονοπάτι με τα εκατό σκαλάκια που οδηγούν στο σημείο που βρίσκεται το κοιμητήριο με χορηγία της Λέσχης LIONS, σε συνεργασία με το Τμήμα Δασών, το Φιλοδασικό Σύνδεσμο Κύπρου και το Κοινοτικό Συμβούλιο Αμιάντου.
Τέλος, ως ένδειξη σεβασμού και θύμησης προς τα άτομα που είχαν ως τελευταία τους κατοικία το κοιμητήριο των φυματικών, με πρωτοβουλία του βουλευτή Κώστα Κώστα, του Δρ. Βωνιάτη και του Μαρίνου Λεμέσιου, τελείται μνημόσυνο στο κοιμητήριο κάθε χρόνο στις 24 Μαρτίου που είναι η Παγκόσμια Ημέρα κατά της Φυματίωσης, με μόνη εξαίρεση την περσινή χρονιά όπου δεν πραγματοποιήθηκε. Το μνημόσυνο και τρισάγιο τελέστηκαν για πρώτη φορά 73 χρόνια μετά στις 24 Μαρτίου του 2021 στο χώρο του κοιμητηρίου.