Τα 14+1 μέτωπα, τα συμπεράσματα και πώς το Συμβούλιο οδήγησε στην παύση τον Οδυσσέα Μιχαηλίδη

Σε μία και μοναδική ενότητα από τις δεκαπέντε, τάχθηκε υπέρ του Οδυσσέα Μιχαηλίδη το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο κατά την απόφασή του για παύση του από Γενικός Ελεγκτής, σε αντίθεση με τα άλλα δεκατέσσερα κεφάλαια, κατά τα οποία το Συμβούλιο κατακεραύνωσε τον Γενικό Ελεγκτή, με μια απόφαση που κρίνεται καταπέλτης. Μία απόφαση, η οποία μπορεί να χαρακτηριστεί ως σταθμός στην ιστορία της Κυπριακής Δημοκρατίας, αφού για πρώτη φορά στα χρονικά ζητείται και πετυχαίνεται η παύση κρατικού αξιωματούχου από την Εισαγγελία, καθώς η συγκεκριμένη αίτηση δεν είχε τα ίδια χαρακτηριστικά με αυτή του Ρίκκου Ερωτοκρίτου που η αίτηση για παύση του καταχωρήθηκε από τον προϊστάμενό του.

Μέσα σε 209 σελίδες, το Συμβούλιο αναλύει τις αναφορές των γεγονότων που από το 2020 μέχρι σήμερα, συνέβαλαν στην απόδειξη ανάρμοστης συμπεριφοράς και την δικαίωση του Γενικού Εισαγγελέα, Γιώργου Σαββίδη σε μία μάχη που κράτησε τέσσερα χρόνια και έληξε με τον παύση του Οδυσσέα Μιχαηλίδη, ο οποίος, αμέσως μετά την ανακοίνωση της απόφασης εξαπέλυσε μία κατά μέτωπο επίθεση, τονίζοντας πως «νίκησε το σύστημα».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Σκληρή και χειρότερη από Ρίκκου η απόφαση για Οδυσσέα-«Παρασυρόμενος από τις Σειρήνες της δημοφιλίας, σύγχυσε τα όρια»

1.Αναφορές εναντίον Γενικού Εισαγγελέα και Υπουργείου Άμυνας:

Στην συγκεκριμένη ενότητα, το κύριο στοιχείο που ανέδειξε στα συμπεράσματά του το Συμβούλιο, ήταν το γεγονός ότι ενώ ο Γενικός Ελεγκτής κατέθεσε ότι ουδέποτε κατηγόρησε τον Γενικό Εισαγγελέα για συγκάλυψη οποιουδήποτε ποινικούς αδικήματος, ούτε και αμφισβήτησε το ανέλεγκτο συνταγματικό δικαίωμά του για να αποφασίζει σε σχέση με οποιαδήποτε ποινική δίωξη, ωστόσο σε εκ των υστέρων τοποθετήσεις του, δεν διαφοροποιούν το ζήτημα.

Όπως σημείωσε το Συμβούλιο «δηλώσεις, τη σημασία και τη σοβαρότητα των οποίων γνώριζε ο Γενικός Ελεγκτής, ένα ιδιαίτερα ευφυές άτομο, άριστος γνώστης της ελληνικής γλώσσας, ως τούτο καταδείχθηκε ξεκάθαρα, τόσο μέσα από τα κείμενα των επιστολών του που κατατέθηκαν ενώπιόν μας ως τεκμήρια, όσο και από την προφορική χρήση του λόγου στη μακράν αντεξέτασή του».

2.Αναφορές εναντίον Γενικού Εισαγγελέα και Υπουργείου Οικονομικών

«Στην προκειμένη περίπτωση, όπως και σε όλο το φάσμα των ενώπιον του Συμβουλίου περιπτώσεων, δεν είναι η έκφραση διαφορετικής γνώμης ή η αντίθετη αντίληψη ως προς τη νομική διάσταση ενός θέματος. Είναι ο τρόπος και το ύφος που εκφράζεται η όποια διαφωνία και οι προεκτάσεις που δίδονται», ανέφερε χαρακτηριστικά το Συμβούλιο.

Τόνισε σε αυτό το κεφάλαιο, το όλο ζήτημα συνιστά απλώς και μόνο διαφορετική άποψη μεταξύ του Γενικού Εισαγγελέα και του ιδίου σε σχέση με δύο δημόσιες συμβάσεις.

3.Αναφορές εναντίον Γενικού Εισαγγελέα και Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα σε σχέση με το θέμα των πολιτογραφήσεων.

Η συγκεκριμένη ενότητα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί από τις πιο σημαντικές, καθώς ήταν μία από τις κύριες αφορμές της κόντρας των δύο θεσμών. Σε αυτό το κεφάλαιο, το Συμβούλιο ανέφερε πως με δεδομένο το αδιαμφισβήτητο ιστορικό, παρέμειναν μετέωρες οι καταγγελίες που εκτόξευσε ο Γενικός Ελεγκτής, τόσο εις βάρος του Γενικού Εισαγγελέα - αμφισβητώντας ακόμη και γνωματεύσεις του - όσο και εις βάρος της Εκτελεστικής Εξουσίας γενικότερα, κατηγορώντας για παρακώλυση του έργου του και εξυπηρέτηση αλλότριων σκοπών και σύσταση Ερευνητικής Επιτροπής με στόχευση την αποφυγή του δικού του ελέγχου «… τον οποίο ήθελαν πάσι θυσία να αποφύγουν».

«Όλα τα πιο πάνω κατ΄ επίκληση ενός πρόδηλα αβάσιμου ισχυρισμού περί παρεμπόδισης ελέγχου από την Υπηρεσία του και μιας αδικαιολόγητης εμμονής για δημοσίευση ενδιάμεσης έκθεσης, αδιαφορώντας για τυχόν επιπτώσεις στο έργο της Ερευνητικής Επιτροπής, όπως ο καθ΄ ύλην αρμόδιος Γενικός Εισαγγελέας γνωμάτευε και τον πληροφορούσε».

Επιπρόσθετα, το Συμβούλιο υπέδειξε πως, παρά το ότι δεν καταδείχθηκε κανένας κίνδυνος ως προς το ανεξάρτητο της Ελεγκτικής Υπηρεσίας ή γενικότερα από την όποια καθυστέρηση παροχής των φακέλων στην Ελεγκτική Υπηρεσία και δημοσιοποίηση, σε κατοπινό στάδιο, της δικής της έκθεσης.

4.Αναφορές εναντίον Πανεπιστημίου Κύπρου, του Πρύτανη Δρα Χριστοφίδη και της θυγατέρας του και του Δρα Χρ. Πισσαρίδη.

Στην συγκεκριμένη ενότητα, εξετάστηκαν και τα τρία σημεία. Το πρώτο αφορούσε την διαβίβαση καταγγελίας από τον Γενικό Ελεγκτή στον Γενικό Εισαγγελέα για κατάχρηση εξουσίας και η απόφαση του δεύτερου να μην προχωρήσει σε ποινική διερεύνηση. Εδώ, παρόλες τις διαβεβαιώσει του Εισαγγελέα ότι το θέμα έχει κλείσει, ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης επέμεινε στην αναφορά του για κατάχρηση της εξουσίας και μάλιστα προχώρησε και σε δημόσια τοποθέτηση σε τηλεοπτική εκπομπή.

Για το θέμα του, Δρα Χρ Πισσαρίδη, η προσέγγιση του Γενικού Ελεγκτή, σύμφωνα με την απόφαση του Συμβουλίου, ήταν ότι απαγορευόταν η απασχόλησή του ως συνταξιούχου. Το Συμβούλιο έκανε αναφορά σε επαναλαμβανόμενες, αχρείαστα, δημόσιες τοποθετήσεις του Γενικού Ελεγκτή και δημόσια αντιπαράθεση που προκλήθηκε, με όλες τις προβλεπτές συνέπειες για ένα ακαδημαϊκό ίδρυμα του επιπέδου του Πανεπιστημίου Κύπρου.

Σε ό,τι αφορά τις αναφορές εναντίον της θυγατέρας του Πρύτανη, το Συμβούλιο ανέφερε χαρακτηριστικά πως το όλο ζήτημα είχε ως αποτέλεσμα να δίδεται τροφή για ανυπόστατα σχόλια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και να εκτίθεται, ως «παράλληλη απώλεια» των αντιπαραθέσεων με τον Πρύτανη/πατέρα, ένα άλλο πρόσωπο, μια επιστήμονας, η κόρη του.

5.Προηγούμενη στάση και τοποθετήσεις του Γενικού Ελεγκτή ως προς τις γνωματεύσεις του τέως Γενικού Εισαγγελέα Κώστα Κληρίδη – η μεταβολή της στάσης αυτής και η σχέση του Γενικού Ελεγκτή με τον τέως Γενικό Εισαγγελέα.

Σε αυτό το κεφάλαιο, καθοριστικό ρόλο για τα συμπεράσματα του Συμβουλίου διαδραμάτισε η αναφορά του Γενικού Ελεγκτή στις φιλικές σχέσεις με αμοιβαίο σεβασμό που διατηρούσε με τον τότε Γενικό Εισαγγελέα, Κώστα Κληρίδη, καθώς όπως είχε αναφέρει χαρακτηριστικά «… ουδέποτε ήταν αιτία υπόσκαψης της ανεξαρτησίας των Υπηρεσιών τους». Έθεσε παράλληλα ότι οι νυν επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας έδωσαν λαβή στη δημιουργία διαδοχικών ρήξεων με την Ελεγκτική Υπηρεσία και ότι ο ίδιος ήταν αποδέκτης προσβολών και υποτίμησης με δημόσιες δηλώσεις και επιστολές από τη Νομική Υπηρεσία.

«Η διάσταση που επιχείρησε να θέσει ενώπιον του Συμβούλιου η πλευρά του Γενικού Ελεγκτή ως προς τη σημασία των γεγονότων που καλύπτουν την παρούσα ενότητα δεν μας βρίσκει σύμφωνους», ανέφερε το Συμβούλιο, εξηγώντας ότι σε αυτή την περίπτωση δεν παρέχεται περιθώριο βάσιμου ισχυρισμού εκ μέρους του περί έκφρασης απλώς διαφωνίας ή διαφορετικής προσέγγισης επί νομικών ζητημάτων. Αφορούν, σε κάθε περίπτωση, όπως υποδείχθηκε, τον τρόπο αντίδρασης και τα κίνητρα, ιδίως, που απέδιδε στον Γενικό Εισαγγελέα, αμφισβητώντας τις προθέσεις του και, κατ΄ ουσίαν, τον συνταγματικό του ρόλο ως σύμβουλου του κράτους και/ή ως δημόσιου κατήγορου.

6.Προσφυγή Γενικού Ελεγκτή για τίτλους Αξιωματούχων

Η θέση του Γενικού Ελεγκτή ότι είχε το δικαίωμα να προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο προκειμένου να κριθεί ως εξ υπαρχής άκυρη η έκδοση εγκυκλίου από τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών, σύμφωνα με την οποία, η ορθή διατύπωση του τίτλου ανεξάρτητων αξιωματούχων που προβλέπονται από το Σύνταγμα ήταν «Βοηθός Γενικός» αντί «Βοηθός Γενικού» βρέθηκε στο επίκεντρο της συγκεκριμένη ενότητα.

Το Συμβούλιο διευκρίνισε στα συμπεράσματά του ότι χωρίς αντίκρουση θέσεις της πλευράς του Γενικού Εισαγγελέα περί μη ενημέρωσης του κοινού και έλλειψης ειλικρίνειας και διαφάνειας ως προς τη μη χρέωση τελικά οποιουδήποτε ποσού για δικηγορικά έξοδα και της μη συμμόρφωσης του Γενικού Ελεγκτή με τη διαδικασία που έπρεπε να ακολουθήσει τόσο ως προς την έγκριση σχετικών κονδυλίων, όσο και ως προς τη δωρεάν που δέχθηκε η Υπηρεσία του από τη μη καταβολή δικηγορικών εξόδων.

Παράλληλα σε αυτή την ενότητα, το Συμβούλιο έκανε αναφορά και σε αντιφατική συμπεριφορά του Γενικού Ελεγκτή κατά τον έλεγχο της Επιτρόπου Διοικήσεως.

7.Χειρισμός καταγγελιών κατά Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα στην Αρχή κατά της Διαφθοράς για κατάχρηση εξουσίας.

8.Συμπεριφορά Γενικού Ελεγκτή κατά τη διάρκεια των ερευνών της Ανεξάρτητης Αρχής κατά της Διαφθοράς

9.Δηλώσεις Γενικού Ελεγκτή μετά την έκδοση του Πορίσματος της Αρχής κατά της Διαφθοράς.

Σε αυτή την ενότητα το Συμβούλιο εξέτασε και τα τρία αυτά σημείο, διαπιστώνοντας ουσιαστικά ότι ο Γενικός Ελεγκτής, όπως καταγράφει η απόφαση, ενεργώντας σαν φορέας και εκφραστής της απόλυτης αλήθειας, χωρίς κανένα σεβασμό στα συνταγματικά και νόμιμα δικαιώματα του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, αλλά ούτε και της θεσμικής αρμοδιότητας της Αρχής κατά της Διαφθοράς, δεν περιορίστηκε, ως όφειλε, στο ρόλο του διαβιβαστή της καταγγελίας στην Αρχή.

Έντονα σε αυτό το κεφάλαιο το Συμβούλιο τόνισε πως ο Ελεγκτής παραβιάζοντας, σε όλα τα στάδια, τα εκ του νόμου δικαιώματα του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, επεφύλαξε για τον εαυτό του τον ρόλο του τελικού κριτή, επιμένοντας, φορτικά και με κατ΄ επανάληψη δηλώσεις και ανακοινώσεις, στη θέση για «ξεκάθαρη» σύγκρουση συμφέροντος, εμμένοντας στο «… ενδεχόμενο κατάχρησης εξουσίας που απλώς δεν ήταν δυνατόν να στοιχειοθετηθεί» λόγω «… μη ύπαρξης επαρκούς μαρτυρίας» και αμφισβητώντας, ευθέως, το, συνταγματικά, ανέλεγκτο αναστολής ποινικής δίωξης, με αποκορύφωμα την ανακοίνωση της Υπηρεσίας του «… πριν προλάβει να στεγνώσει το μελάνι της πένας του δικαστή, ο Βοηθός Γενικού Εισαγγελέα ανέστειλε την ποινική δίωξη των άλλων πέντε, ενεργώντας αντίθετα από τη βούληση του Δικαστηρίου να εκδικάσει την υπόθεση.». «Προς τούτο - και σε κάθε περίπτωση - αποδίδοντας στο Βοηθό Γενικού Εισαγγελέα υστερόβουλα και ύποπτα κίνητρα» ανέφερε χαρακτηριστικά στην απόφασή του το Συμβούλιο

«Προκαλεί εντύπωση το παράδοξο του γεγονότος να διαβιβάζεται μια ανώνυμη καταγγελία από την Ελεγκτική Υπηρεσία, αυτούσια, όπως με λεπτομέρεια τέθηκε ενώπιόν της και, ως τέτοια, να εξετάζεται από την αρμόδια αρχή. Ακολούθως, δε, μετά την έκδοση του Πορίσματος, να επανέρχεται ο διαβιβαστής της καταγγελίας, Γενικός Ελεγκτής και επικαλούμενος γνώση γεγονότων και λεπτομερειών, που δεν ήταν ενώπιον της Αρχής κατά της Διαφθοράς, αλλά ούτε και ενώπιόν του μέσω της ανώνυμης καταγγελίας, να αμφισβητεί, ουσιαστικά, το τελικό Πόρισμα αθωότητας του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα και να μεταφέρει στο κοινό μια εντελώς διαφορετική εικόνα. Πολύ δε περισσότερο λαμβανομένου υπόψη ότι ο Καθ΄ ου η αίτηση είχε κάθε ευκαιρία να θέσει τα στοιχεία που ισχυρίζεται ότι κατείχε ενώπιον της Αρχής κατά της Διαφθοράς σε προηγούμενο στάδιο ή όταν ο ίδιος κλήθηκε να παρουσιαστεί ενώπιόν της», ήταν το τελικό συμπέρασμα στην συγκεκριμένη ενότητα της απόφασης του Συμβουλίου.

10.Συμπεριφορά Γενικού Ελεγκτή σε σχέση με την ιστοσελίδα «Ομάδα Στήριξης Γενικού Ελεγκτή» στο Facebook.

Παρά την επιμονή του Γενικού Ελεγκτή πως ουδεμία σχέση έχει ούτε με τον ίδιο, ούτε με την Ελεγκτική Υπηρεσία η «Ομάδα Στήριξης Γενικού Ελεγκτής» στο Facebook, εντούτοις δεν κατάφερε να πείσει το Συμβούλιο.

Συγκεκριμένα, στα συμπεράσματά του, αναφέρει πως «ως ζήτημα θεσμικού σεβασμού και ευθύνης, αλλά και αναμενόμενης προσωπικής ευαισθησίας, ιδίως με δεδομένο τον απειλητικό και αισχρό χαρακτήρα των αναρτήσεων, ο Γενικός Ελεγκτής θα έπρεπε να προβληματιστεί για τους κινδύνους που ελλόχευαν και τον εξευτελισμό που υφίσταντο οι επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας από ιστοσελίδα που έφερε το όνομα και τη φωτογραφία του και το ελάχιστο που όφειλε να πράξει ήταν το διαφορετικό ύφος απάντησης προς τον Βοηθό Γενικού Εισαγγελέα. Τέτοιας που να δείχνει κατανόηση των προεκτάσεων που αυτής της μορφής δημοσιεύματα επέφεραν στην εικόνα του σημαντικού για τη λειτουργία του Κράτους Θεσμού της Νομικής Υπηρεσίας και στο πρόσωπο των επικεφαλής της».

Αντί τούτου, όπως επισημαίνει το Συμβούλιο, η απάντηση του επικεντρώθηκε στο ενδεχόμενο να εκλαμβανόταν η όποια προσπάθειά του ως παρέμβαση και χειραγώγηση αναρτήσεων ή παρέμβαση στο δικαίωμα ελεύθερης έκφρασης των πολιτών. Η πιο πάνω προσέγγιση του Γενικού Ελεγκτή δεν συνιστούσε τίποτε άλλο από μια εύσχημη προσπάθεια παράκαμψης της ουσίας του ζητήματος που προέκυπτε. Όπως με σαφήνεια του ανέφερε ο Βοηθός Γενικού Εισαγγελέα, δεν του ζητήθηκε να παρέμβει με οποιοδήποτε τρόπο στο δικαίωμα ελεύθερης έκφρασης τρίτων.

«Η εξύβριση και η εκστόμιση ανεπίτρεπτων βωμολοχιών δεν εμπίπτει στο πεδίο της ελευθερίας της έκφρασης, το ζητούμενο εν προκειμένω ήταν αυτό το οποίο θα έπρεπε να αποτελούσε αυτονόητη ενέργεια ενός κρατικού αξιωματούχου με συναίσθηση του βάρους της θέσης του και της ευθύνης του έναντι των άλλων Θεσμών και των αξιών που υπηρετούν: Η άμεση δηλαδή παρέμβασή του ούτως ώστε να αφαιρείτο, αν μη τι άλλο, η φωτογραφία του, από μια ιστοσελίδα με περιεχόμενο αυτής της μορφής, αλλά και, ακόμη, η αυστηρή υπόδειξή του ότι ένας αξιωματούχος δεν χρειάζεται οποιαδήποτε ομάδα στήριξης, πόσο μάλλον τέτοιου επιπέδου, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι το έργο του θα επιτελείται χωρίς εμπόδια και προς το κοινό συμφέρον».

Πάνω σε όλα αυτά το Συμβούλιο έφερε ως παράδειγμα τις αναφορές που έγιναν στη συγκεκριμένη ομάδα για την σύζυγο του ιδιοκτήτη της εφημερίδας «Ο Φιλελεύθερος», τονίζοντας πως δεν έλαβε την ίδια μορφή, ούτε και ενείχε τον ίδιο βαθμό ευαισθησίας και περιορίστηκε σε μια ουδέτερη αναφορά, αλλά καταδίκασε, ορθά και ως όφειλε, ανεπιφύλακτα τις ύβρεις εναντίον της κυρίας Παττίχη.

11.Συμπεριφορά Γενικού Ελεγκτή στο Μέσο Κοινωνικής Δικτύωσης «Χ» (πρώην «Twitter»).

Υπερέβησαν τα όρια της ενημέρωσης οι αναρτήσεις του Γενικού Εισαγγελέα στο «Χ», ήταν το συμπέρασμα του Συμβουλίου σε αυτή την ενότητα, επιβεβαιώνοντας παράλληλα την ανάγκης ενημέρωσης του κοινού για το έργο της Ελεγκτικής Υπηρεσίας.

«Η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης από τον Γενικό Ελεγκτή δεν ήταν λελογισμένη και συνετή. Χαρακτηρίζεται από αχρείαστες προεκτάσεις, σχόλια και θλιβερές αντιπαραθέσεις, ανεπίτρεπτους χαρακτηρισμούς, ειρωνείες, χλευασμούς και υπονοούμενα για ύποπτα κίνητρα και εξωθεσμικές συμπεριφορές ελεγχόμενων από την Υπηρεσία του, αλλά και άλλων προσώπων» σημείωσε.

12.Νομική γνωμάτευση Γενικού Ελεγκτή για κυριότητα Κοινόκτητης Ιδιοκτησίας σε Κοινόκτητες Οικοδομές

«Στην προκειμένη περίπτωση το όλο ζήτημα και η ουσία του επικεντρώνεται στο αναντίλεκτο γεγονός της αποστολής επιστολών του Γενικού Ελεγκτή προς το πιο πάνω Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, στις οποίες εξέφραζε – κατά τρόπον απόλυτο και αμφισβητώντας το νόμιμο των ενεργειών του Τμήματος - νομική άποψη στη βάση του περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας Νόμου» ανέφερε το Συμβούλιο στη συγκεκριμένη ενότητα.

13.Έλεγχος Αστυνομίας για Ανείσπρακτες Εξώδικες Καταγγελίες.

Αυτή ήταν και η μία και μοναδική ενότητα στην οποία το Συμβούλιο δεν εντόπισε κάτι μεμπτό εναντίον του Γενικού Ελεγκτή.

Το θέμα αφορούσε τα έσοδα από εξωδικαστικές καταγγελίες τα οποία εισπράττονται και καταλήγουν στα ταμεία της Δημοκρατίας και στο γεγονός ότι ακυρώθηκαν πρόστιμα σε γνωστά και επώνυμα πρόσωπα.

«Δεν εντοπίζουμε κάτι το μεμπτό στη βάση των πιο πάνω. Προέκυψε από το σύνολο των ενώπιόν μας δεδομένων ότι οι επίμαχες λέξεις περί «ανησυχιών» και «ευνοϊκής μεταχείρισης», αφορούσαν στον κίνδυνο αποκάλυψης προσωπικών δεδομένων», ανέφερε το Συμβούλιο.

14.Πολλαπλές συντάξεις και παράλληλη καταβολή σύνταξης και μισθού

«Ο Γενικός Ελεγκτής ενημέρωνε τους πολίτες ότι η νομική προσέγγιση του νυν Γενικού Εισαγγελέα ως προς το υπό συζήτηση θέμα των συντάξεων, ταυτιζόταν με σχετικές νομικές συμβουλές που η Νομική Υπηρεσία παρείχε σε προηγούμενα χρόνια, το 2014 και το 2017, όταν επικεφαλής της ήταν ο κ. Κώστας Κληρίδης. Απέφυγε να το πράξει, στοχοποιώντας και εκθέτοντας τον νυν Γενικό Εισαγγελέα και τον Θεσμό που υπηρετεί», ανέφερε στο συμπέρασμά του το Συμβούλιο στην ενότητα τον πολλαπλών συντάξεων.

Στις πλείστες των περιπτώσεων, όπως σημειώνει τα όσα λάμβαναν χώραν αποτέλεσαν αντικείμενο εκτεταμένων δημοσιευμάτων στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, με όλες τις προβλεπτές συνέπειες που αυτό ενείχε στην αξιοπιστία και στο κύρος των Θεσμών.

15.Απαράδεκτη παραποίηση γεγονότων και παραπληροφόρηση.

Η καταγγελία στον INTOSAI, η Επιστολή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Καταβολή πολλαπλών συντάξεων, οι τίτλοι αξιωματούχων, το ζήτημα του Επιτρόπου Εθελοντισμού και η Πειθαρχική δίωξη λειτουργού της Ελεγκτικής Υπηρεσίας βρέθηκαν στο επίκεντρο της ενότητας αυτής της απόφασης του Συμβουλίου.

«Δεν θα απασχολούσε το Συμβούλιο μια μεμονωμένη περίπτωση μεταφοράς πληροφοριών στο κοινό κατά τρόπο λανθασμένο ή αποσπασματικό. Διαπιστώσαμε σε σωρεία παρεμβάσεων του Γενικού Ελεγκτή διά δημοσίων δηλώσεων, ανακοινώσεων και, γενικότερα, χρήσης των μέσων μαζικής ενημέρωσης, μια συνεχή τάση παραποίησης με διάφορους τρόπους των γεγονότων, προς τον σκοπό μεταφοράς στους πολίτες μιας εντελώς διαφορετικής εικόνας από αυτή που στην πραγματικότητα υφίσταται. Προς την κατεύθυνση αυτή, το ύφος, η χρήση συγκεκριμένων λέξεων, η προβολή μέρους των γεγονότων και η αποσιώπηση άλλων, ήταν συνήθης πρακτική».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Δειτε Επισης

Έλεγαν έκαναν έρευνες αλλά ήταν νεκρή στην ίδια της την πολυκατοικία-Εκτεθειμένο το ΤΑΕ Λεμεσού, σωρεία ερωτημάτων
Αλλαγές στη συνεργασία EUROPOL με ιδιώτες και επεξεργασία προσωπικών δεδομένων
Έργα κατά τις προσεχείς ημέρες, τα οποία θα επηρεάσουν την τροχαία κίνηση
Σοβαρός τραυματισμός 84χρονου-Συγκρούστηκε με όχημα, εγκατέλειψε τη σκηνή ο δεύτερος οδηγός
Διεύρυνση περιπτώσεων μεταφοράς κατάδικου σε άλλη χώρα για να εκτίσει ποινή
Πληρώνονται υπερωρίες μέχρι και τον Αύγουστο 2024 οι Αστυνομικοί ύψους €2,8 εκ.
Νεκρή στην πολυκατοικία όπου διέμενε εντοπίστηκε η 59χρονη που είχε δηλωθεί ελλείπουσα στη Λεμεσό
Χάθηκαν τα ίχνη της 13χρονης Κωνσταντίνας από την οικία της στη Λευκωσία (pic)
Στη Νομική Υπηρεσία ο φάκελος για τον ανήλικο που έστελνε email για βόμβες στα αεροδρόμια της Ελλάδας
Κολλημένες στην Εισαγγελία εννέα υποθέσεις για το σκάνδαλο Αββακούμ, σε εξέλιξη άλλες έξι