Βιασμός μεταξύ συζύγων–Συζυγικό καθήκον
10:13 - 07 Ιουλίου 2024
Με αφορμή πρόσφατη καταγγελία συζύγου εναντίον του συζύγου της για το αδίκημα του βιασμού, παρατίθεται το νομικό πλαίσιο.
Ο ποινικός κώδικας, Κεφ.154 προνοεί στο άρθρο 144 ότι «Όποιος έρχεται σε παράνομη συνουσία διά κολπικής, πρωκτικής ή στοματικής διείσδυσης του πέους στο σώμα άλλου προσώπου, χωρίς τη συναίνεσή του ή με συναίνεση η οποία δόθηκε υπό το κράτος βίας, απειλής ή φόβου είναι ένοχος κακουργήματος που καλείται βιασμός και υπόκειται στην ποινή φυλάκισης διά βίου».
Σύμφωνα με το άρθρο 5 του περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμος του 2000 (119(I)/2000) ορίζεται ότι «Παρά τις διατάξεις οποιουδήποτε νόμου, τα αδικήματα του βιασμού, σύμφωνα με τα άρθρα 144 και 145 του Ποινικού Κώδικα, και της απόπειρας βιασμού, σύμφωνα με το άρθρο 146 του ίδιου Κώδικα, δύναται να θεωρηθεί ότι έχουν διαπραχθεί από σύζυγο εναντίον συζύγου, αν, με βάση τα γεγονότα της υπόθεσης, θα στοιχειοθετούνταν τα αδικήματα αυτά, σε περίπτωση που ο δράστης και το θύμα δεν ήταν συζευγμένοι, και τιμωρούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του Ποινικού Κώδικα.»
Στην προκειμένη υπόθεση, έχουμε μια ειδική νομική σχέση μεταξύ του θύματος και ύποπτου θύτη. Είναι σύζυγοι, δηλαδή παντρεμένοι είτε με θρησκευτικό είτε με πολιτικό γάμο. Από αυτή την σχέση εκπορεύονται δικαιώματα και υποχρεώσεις νομικής φύσεως. Π.χ. Οι σύζυγοι έχουν την υποχρέωση να συνεισφέρουν από κοινού, ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του, για την αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας. Οι σύζυγοι αποφασίζουν από κοινού για κάθε θέμα του συζυγικού βίου συμπεριλαμβανομένου και θέματα των παιδιών.
Επίσης προκύπτουν δικαιώματα και υποχρεώσεις όσον αφορά τα περιουσιακά στοιχεία και την κληρονομική διαδοχή καθώς και την καταβολή διατροφής σε περίπτωση χωρισμού. Σύμφωνα με την νομολογία (ενδεικτικά Σ.Α.Χ. ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφ. 71/2020, ημερ. 28.1.2021) «ο βιασμός αποτελεί τη χειρότερη μορφή εξευτελισμού ενός ανθρώπου, που όχι μόνο στρέφεται κατά των ηθών αλλά προσβάλλει και, ενίοτε, συνθλίβει την προσωπικότητα και τον ψυχισμό του θύματος». Υπάρχουν όμως και χώρες π.χ. Αίγυπτος όπου δεν υφίσταται βιασμός μεταξύ συζύγων. Οι φράσεις κλειδιά στο δικό μας άρθρο 144 είναι «παράνομη συνουσία» και «χωρίς τη συναίνεση».
Πάμε στην πρώτη φράση. Εφόσον υπάρχει συνουσία αυτή κατατάσσεται όπως προφανώς υπονοείται στο εν λόγω άρθρο, σε μία από τις δύο κατηγορίες, είτε αυτή είναι νόμιμη, είτε παράνομη. Νόμιμη συνουσία έχουμε Π.χ. όταν αυτή γίνεται μεταξύ συναινουντων ενηλίκων προσώπων. Παράνομη συνουσία έχουμε αντίθετα όταν το θύμα δεν έχει φτάσει στην νόμιμη ηλικία συναίνεσης σε σεξουαλική επαφή. 2 / 2 Πάμε στην δεύτερη φράση. Κατατάσσεται σε δύο κατηγορίες και πάλι.
Στην πρώτη κατηγορία δεν υπάρχει συναίνεση, που αυτό συνήθως εκφράζεται από το θύμα είτε λεκτικά είτε με συμπεριφορά, για παράδειγμα η άρνηση με ένα απλό κούνημα του κεφαλιού μη συγκατάνευσης, είτε συνήθως με την λέξη «όχι». Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που το θύμα αδυνατεί για κάποιο λόγο να δώσει την συναίνεση του Π.χ. είναι υπό την επήρεια αλκοόλ ή ναρκωτικών ουσιών, ή κοιμάται ή είναι αναίσθητο ή είναι μειωμένης νοητικής αντίληψης, κλπ. Στην δεύτερη κατηγορία υπάρχει «φαινομενικά» συναίνεση αλλά στην πραγματικότητα δεν υπάρχει. Δηλαδή η συναίνεση του θύματος δίνεται υπό το κράτος βίας, απειλής ή φόβου, που οδηγούν κάθε φορά σε κάμψη της αντίδρασης. Δεν υπάρχει συναίνεση η οποία μπορεί να υπάρξει μόνο με την ελεύθερη θέληση του θύματος ειδικότερα όταν αυτό εξέφρασε την αντίθεση του και τη σαφή πρόθεση του για το αντίθετο. Όταν λέμε «συναίνεση» (consent) είναι κάτι διαφορετικό από την «ικανότητα της συναίνεσης» (capacity to consent).
Τέλος πάμε στο επονομαζόμενο «Συζυγικό καθήκον» το οποίο είναι η σεξουαλική επαφή μεταξύ συζύγων (νοούμενη από τους ιδίους ως αμοιβαία υποχρέωσή τους). Το ούτω καλούμενο «συζυγικό καθήκον» δεν υφίσταται στον νομικό κόσμο. Τελεία. Το «Όχι» στην σεξουαλική συνεύρεση σημαίνει «Όχι», είτε προ είτε κατά την διάρκεια της πράξης καθώς το επίκεντρο των σεξουαλικών αδικημάτων είναι η σεξουαλική αυτονομία. Το «Όχι» δεν είναι συγκαλυμμένο «Ναι» είτε υπάρχει γάμος μεταξύ των εμπλεκομένων είτε όχι. Αν δεν υπάρχει το «Όχι» δεν σημαίνει πάντοτε ότι υπάρχει το «Ναι». Καταληκτικό σχόλιο: α) ένα πρόσωπο έχει το δικαίωμα να αποφασίζει από μόνο του και ελεύθερα, να εμπλακεί σε μία αμοιβαία σεξουαλική δραστηριότητα και να επιλέγει ελεύθερα το άλλο πρόσωπο με το οποίο και αυτό επίσης επιθυμεί να προβεί σε τέτοια πράξη, ιδίου τύπου και έντασης και, β) το ίδιο πρόσωπο έχει το δικαίωμα να μην εμπλέκεται σε σεξουαλική δραστηριότητα.
*Δημήτρης Απαισιώτης, Δικηγόρος