To σκεπτικό της απόφασης του Συμβουλίου που απέρριψε προδικαστική ένσταση του Ελεγκτή-Φάρος η υπόθεση Ρίκκου
11:28 - 05 Ιουνίου 2024
Με φάρο την απόφαση του τέως Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, Ρίκκου Ερωτοκρίτου, κατά την οποία αποφασίστηκε πως ο τέως Γενικός Εισαγγελέας Κώστας Κληρίδης νομιμοποιείτο να καταχωρήσει αίτηση για παύση του για ανάρμοστη συμπεριφορά, το Συμβούλιου του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου απέρριψε την προδικαστική ένσταση της πλευράς του Γενικού Ελεγκτή, που αφορούσε το ίδιο ζήτημα, κρίνοντας και πάλι πως ο Γενικός Εισαγγελέας έχει το δικαίωμα να καταχωρήσει τέτοιου είδους αίτηση εναντίον του Οδυσσέα Μιχαηλίδη. Και μάλιστα, όπως ανέφερε το Δικαστήριο, η μη εξασφάλιση, εκ των προτέρων, της έγκρισης ή της θέσης του Προέδρου της Δημοκρατίας για την παρούσα αίτηση δεν την επηρεάζει.
Η επιχειρηματολογία των συνήγορων των δύο πλευρών επί του ζητήματος, του Τζο Τριανταφυλλίδη εκ μέρους της νομικής ομάδας που αντιπροσωπεύει τον Γενικό Ελεγκτή και του Γιώργου Βαλιαντή εκ μέρους των νομικών συμβούλων του Γενικού Εισαγγελέα, ήταν εκτεταμένη και είχε ως κύριο άξονα, αφενός, τον θεσμικό ρόλο του Γενικού Εισαγγελέα, όπως αυτός αναδύεται μέσα από τις σχετικές συνταγματικές διατάξεις και, αφετέρου, προηγούμενες αποφάσεις του Συμβουλίου επί του επίδικου ζητήματος.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ΟΣΑ ΕΓΙΝΑΝ ΣΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ
Εκ διαμέτρου αντίθετες θέσεις
Πυρήνας της εισήγησης του κ. Τριανταφυλλίδη ήταν η θέση ότι η αναγνώριση αυθύπαρκτου δικαιώματος έναρξης και προώθησης διαδικασίας αυτής της μορφής στο Γενικό Εισαγγελέα για απόλυση άλλου, μη υφιστάμενού του, ανεξάρτητου Αξιωματούχου, όχι μόνο δεν συνάδει με την αυτοτέλεια των δύο αυτών ανεξάρτητων, ισόβαθμων θεσμών της Δημοκρατίας, αλλά συνιστά πλήγμα στη συνταγματικώς διασφαλισμένη ανεξαρτησία του Γενικού Ελεγκτή και δημιουργεί κινδύνους άσκησης επιρροής και εν δυνάμει επαπειλής, ικανούς να εμποδίσουν την ανεξάρτητη άσκηση των καθηκόντων του.
Τόνισε, ολοκληρώνοντας, ότι ο Γενικός Εισαγγελέας, ως ο νομικός σύμβουλος του Προέδρου της Δημοκρατίας, έχει δικαίωμα να συμβουλεύει τον τελευταίο και δεν έχει αυθύπαρκτο δικαίωμα να λαμβάνει αποφάσεις προς προώθηση διαδικασιών στην απουσία οδηγιών του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο οποίος «είναι ο μόνος που νομιμοποιείται, ως το διορίζου όργανο, να δώσει οδηγίες για εκκίνηση τέτοιας διαδικασίας εκπροσωπούμενος από τον Γενικό Εισαγγελέα ή, διαφωνούντος του τελευταίου, μέσω άλλων ιδιωτών δικηγόρων».
Εκ διαμέτρου αντίθετες ήταν οι προσεγγίσεις της πλευράς του Γενικού Εισαγγελέα, όπως αυτές αναπτύχθηκαν από τον κ. Βαλιαντή, ο οποίος εισηγήθηκε ότι το υπό συζήτηση θέμα είναι απλό στη βάση και έχει ήδη αποφασισθεί στις υποθέσεις Ερωτοκρίτου, Τρύφωνος και Λοή. Έθεσε, πιο αναλυτικά, ότι η νομιμοποίηση του Γενικού Εισαγγελέα προς υποβολή της επίδικης αίτησης, δεν εξαρτάται από την έγκριση και/ή συναίνεση και/ή συγκατάθεση του Προέδρου της Δημοκρατίας. Ο Γενικός Εισαγγελέας, ως ο κατ ́ εξοχήν αρμόδιος για την προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος και της νομιμότητας, κρίθηκε, κατά τρόπο οριστικό και δεσμευτικό, εισηγήθηκε ο συνήγορος του Εισαγγελέα, από τις υπό αναφορά αποφάσεις, ότι έχει δικαίωμα προσφυγής στο Συμβούλιο στη βάση του Άρθρου 153.8.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ:
- Το «κατηγορητήριο» κατά Ελεγκτή από Εισαγγελέα και πώς απαντά επιστρέφοντας τα πυρά ο Οδυσσέας (Μέρος Β)
- Το «κατηγορητήριο» κατά Ελεγκτή από Εισαγγελέα και πώς απαντά επιστρέφοντας τα πυρά ο Οδυσσέας (Μέρος Α)
«Ευθυγραμμιζόμαστε με τον Εισαγγελέα»
Το Συμβούλιο, όπως ανέφερε στην απόφαση του, εξέτασε με ιδιαίτερη προσοχή τις ενδελεχείς εισηγήσεις των συνηγόρων των δύο πλευρών, λέγοντας πως «το ερώτημα που τίθεται ενώπιόν μας δεν αφορά στο ποιος, γενικά, νομιμοποιείται στην καταχώρηση αιτήσεων ως η παρούσα, ούτε θα μας απασχολήσει εξαντλητική παράθεση καταλόγου προσώπων που τυχόν έχουν τέτοιο δικαίωμα. Η κρίση μας θα περιορισθεί στο ζητούμενο και μόνο: Κατά πόσο δηλαδή ο Γενικός Εισαγγελέας, αιτητής στην ενώπιόν μας περίπτωση, νομιμοποιείται να προβεί σε διάβημα στη βάση του 'Αρθρου 153.8 του Συντάγματος».
Όπως ανέφερε στην απόφαση του, η οποία ήταν ομόφωνη, «ευθυγραμμιζόμαστε με τα όσα η πλευρά του Γενικού Εισαγγελέα προέβαλε, έχοντας ως πυξίδα τα λεχθέντα στις αποφάσεις Ερωτοκρίτου, Τρύφωνος και Λοή, η οποία υιοθέτησε ουσιαστικά το σκεπτικό της Τρύφωνος».
Το Συμβούλιο διαφώνησε με την θέση του κ. Τριανταφυλλίδη, λέγοντας πως το θέμα της νομιμοποίησης της καταχώρησης της αίτησης από τον Γενικό Εισαγγελέα, απαντήθηκε ευθέως στην υπόθεση Ρίκκου Ερωτοκρίτου, στην οποία επίσης δεν είχε συνυπογράψει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
«Μια από τις άλλες θέσεις που προέβαλε ο Καθ' ου η αίτηση στην αγόρευση του είναι ότι ο Αιτητής δεν διαβουλεύθηκε με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ούτε και έθεσε ενώπιον του Συμβουλίου τις απόψεις του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο οποίος και διόρισε το Βοηθό Γενικού Εισαγγελέα, πριν καταχωρίσει την παρούσα αίτηση, παραβιάζοντας έτσι, κατά κάποιο τρόπο, τη δημοκρατική αρχή. Δεν συμφωνούμε με αυτή τη θέση και επαναλαμβάνουμε τα όσα είπαμε σε ενδιάμεση απόφαση μας, σύμφωνα με τα οποία ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, ως ο κατεξοχήν αρμόδιος για την προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος και της νομιμότητας, έχει έννομο συμφέρον και δικαιούται να καταχωρίσει αίτηση για απόλυση, λόγω ανάρμοστης συμπεριφοράς, του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέως.»
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Ή αυτοί ή εκείνος... Η απόφαση επί της προσφυγής θα γράψει το τέλος της ιστορίας
Ο κ. Τριανταφυλλίδης, κάλεσε το Συμβούλιο όπως - σε περίπτωση που απορρίψει τη θέση του ότι η απόφαση Ερωτοκρίτου δεν επιλύει το υπό συζήτηση θέμα και πως αυτή στηρίζεται στα δικά της δεδομένα - αποστεί, κρίνοντας ότι είναι πασιφανώς εσφαλμένη, στη βάση ότι το 'Αρθρο 113.2 του Συντάγματος - επί του οποίου, ως η θέση του, εδράζεται η αίτηση - παρέχει στο Γενικό Εισαγγελέα δικαιώματα και ευρύτερες εξουσίες σε σχέση και μόνο με διαδικασίες ποινικής φύσης και όχι οποιασδήποτε άλλης μορφής και άλλης μορφής και ιδίως παύσης θεσμικού αξιωματούχου.
Επί τούτου, το Συμβούλιο αναφέρει πως «ως η νομολογία μας επιτάσσει, η εισήγηση για απόκλιση θα πρέπει να θεμελιώνεται επί συγκεκριμένων λόγων, οι οποίοι και να καταδεικνύουν το έκδηλα λανθασμένο προηγούμενης νομολογίας», ενώ πρόσθεσε πως «δεν βρισκόμαστε ενώπιον τέτοιας περίπτωσης πραγμάτων. Οι αναφορές της πλευράς του Καθ' ου αίτηση περί εσφαλμένης αντίληψης του Συμβουλίου, στην υπόθεση Ερωτοκρίτου, της εμβέλειας των εξουσιών του Γενικού Εισαγγελέα, όπως αυτές οριοθετούνται στο 'Αρθρο 113.2 του Συντάγματος, συνιστούν μια αποσπασματική αντίκριση του δικαστικού λόγου, αποσυναρτημένη από τη συνολική εικόνα των τοποθετήσεων του Συμβουλίου σε αναφορά με το θεσμικό ρόλο και την όλη υπόσταση της θέσης του Γενικού Εισαγγελέα».
Περαιτέρω, το Συμβούλιο έκρινε πως τόσο στην υπόθεση Ερωτοκρίτου όσο και στην Τρύφωνος, αλλά και, διαχρονικά, στη νομολογία των δικαστηρίων, «υποδεικνύεται το ύψιστο του πολιτειακού αξιώματος με το οποίο ενδύεται ο θεσμός του Γενικού Εισαγγελέα και ο κεντρικός ρόλος που του αποδίδεται ως προασπιστή της νομιμότητας και του δημοσίου συμφέροντος, όπως και στην αίτηση προβάλλεται, με αναφορά όχι μόνο στο Άρθρο 13.2, αλλά, γενικότερα, στο όλο συνταγματικό πλαίσιο».
Είναι ζήτημα, ανέφερε το Συμβούλιο, το οποίο δεν έχει να κάμει μόνο με τις ποινικές πτυχές που καλύπτει το 'Αρθρο 113.2 του Συντάγματος, αλλά και με τις ευρύτερες αρμοδιότητες και δικαιώματά του, που ο συντακτικός νομοθέτης θέσπισε, περιβάλλοντας τον υπό αναφορά θεσμό με ανάλογο, ύψιστο, κύρος, σεβασμό, εμπιστοσύνη και πλήρη θεσμική ανεξαρτησία και αυτοτέλεια.
«Τα πιο πάνω, επιμαρτυρούν το όλο θεσμικό πλαίσιο του ρόλου του κατά συνταγματική Γενικού Εισαγγελέα, υποστυλώνοντας, ευθυγράμμιση, την ορθότητα της προσέγγισης του Συμβουλίου στις προηγούμενες αποφάσεις Ερωτοκρίτου, Τρύφωνος και Λοή, τόσο ως προς την προάσπιση της νομιμότητας και του δημοσίου συμφέροντος από το Γενικό Εισαγγελέα, όσο και ως προς τη δυνατότητά του προς εισαγωγή αίτησης, χωρίς την ανάγκη προηγούμενης οδηγίας ή συγκατάθεσης από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Είναι κάτω από αυτό το πρίσμα που αναγνωρίσθηκε το δικαίωμα του Γενικού Εισαγγελέα για υποβολή αιτήσεων αυτής της μορφής. Χωρίς να υπεισέρχεται στην όλη εικόνα ζήτημα συγκριτικής αποτίμησης της υπόστασης και του όλου ρόλου του κάθε κρατικού αξιωματούχου».
Καταληκτικά, η απόφαση υπογραμμίζει πως «σε κάθε περίπτωση, επαφίεται, κατά συνταγματική επιταγή, στο Συμβούλιο η τελική κρίση ως προς τη συνδρομή των αναγκαίων προϋποθέσεων προς κατάδειξη ανάρμοστης συμπεριφοράς και η αποκλειστική αρμοδιότητα να αποφασίζει επί παντός θέματος αναφερομένου εις την απόλυση κρατικού αξιωματούχου».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Γ. Εισαγγελέας: Δεν θα κληθεί από την πλευρά μας ως μάρτυρας ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας
Στο μεταξύ, μετά την εξέλιξη αυτή και δεδομένου πως το Συμβούλιο έστειλε μηνύματα πως θέλει να ολοκληρωθεί άμεσα η εξέταση της αίτησης, καλώντας τις δύο πλευρές να συνεργαστούν, οι δικηγόροι του Γενικού Ελεγκτή, ανέτρεψαν τα δεδομένα, αποσύροντας την δεύτερη ένσταση που ήταν επί της ουσίας και αφορούσε το μεγαλύτερο μέρος των προδικαστικών ζητημάτων που έθεσαν. Ο δικηγόρος Τζο Τριανταφυλλίδης, ενημέρωσε σχετικά το Συμβούλιο και ως εκ τούτου ακολούθησε προγραμματισμός της διαδικασίας, όπου την επόμενη εβδομάδα αναμένεται να αρχίσει κανονικά η ακρόαση, με πρώτο μάρτυρα τον Γενικό Εισαγγελέα.