Η μάχη της πρωτιάς και οι διαφορετικές αφετηρίες του ΔΗΣΥ και του ΑΚΕΛ
06:57 - 06 Μαΐου 2024
Κατά την πρόσφατη συνάντησή του με δημοσιογράφους, ο ΓΓ του ΑΚΕΛ, Στέφανος Στεφάνου, δήλωσε πως ο στόχος του ΑΚΕΛ στις Ευρωεκλογές είναι «να διατηρήσουμε τους δύο ευρωβουλευτές στο Ευρωκοινοβούλιο». Για άλλη μία φορά ήταν προσεκτικός, να μην θέσει τον πήχη σε ύψος τέτοιο που να μην είναι σίγουρος ότι μπορεί να φτάσει. Το ΑΚΕΛ έχει μιλήσει μερικές φορές για πρωτιά τους τελευταίους μήνες, αλλά σε γενικές γραμμές αποφεύγει να την καθορίσει ως ξεκάθαρο στόχο, αντιλαμβανόμενο ότι ένα τέτοιο αποτέλεσμα δεν εξαρτάται αποκλειστικά από το ίδιο, αλλά και από τις επιδόσεις άλλων κομμάτων και δη του ΔΗΣΥ.
Η προϊστορία δεν είναι άλλωστε με το μέρος του ΑΚΕΛ. Αν και πάντοτε -με εξαίρεση την μεγάλη ψαλίδα το 2014- τα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών ήταν στενά, το νήμα έκοβε πάντα πρώτος ο ΔΗΣΥ, ο οποίος θεωρεί την ΕΕ δικό του γήπεδο. Ωστόσο, το κόμμα της Αριστεράς έδειξε ότι μπορεί να παίξει μπάλα και να στοχεύει ψηλά, ακόμη και αν δεν έρχεται πρώτο. Οι δημοσκοπήσεις, άλλωστε, δεν έχουν ξεκαθαρίσει ακόμη την εικόνα, καθώς είτε δίνουν την πρωτιά στον ΔΗΣΥ είτε στο ΑΚΕΛ, τα διαστήματα που καταγράφουν εμπίπτουν εντός του στατιστικού λάθους. Ως εκ τούτου, το κόμμα της Αριστεράς μπορεί να ελπίζει στην πρωτιά, χωρίς απαραιτήτως να το διατυμπανίζει, ως ένα πιθανό, ευπρόσδεκτο μπόνους μιας εξαιρετικής πορείας, υπό τα σημερινά δεδομένα. Αλλά προτιμά να μην έχει να διαχειριστεί την πιθανότητα της δεύτερης θέσης ως απώλεια, δεδομένου ότι ανέκαθεν αυτήν καταλάμβανε στις Ευρωεκλογές και αποτελεί διατήρηση της υφιστάμενης κατάστασης πραγμάτων, γι’ αυτό και αποφεύγει να προσδιορίσει την πρώτη θέση στην κατάταξη ως στόχο.
Το ΑΚΕΛ επενδύει σε άλλα μηνύματα σε αυτές τις εκλογές και όχι, απαραιτήτως, στην εμπέδωσή του ως πρώτη δύναμη του τόπου. Επιθυμεί, κυρίως, να επισφραγίσει μέσα από την κάλπη τη νέα πορεία που προσπαθεί να χαράξει. Στο πλαίσιο αυτής έχει προβεί σε ένα συνολικό rebranding, το οποίο περιλάμβανε από καταστατικές αλλαγές μέχρι αλλαγή λογοτύπου, με στόχο να κοιτάξει στο μέλλον. Αυτό σήμαινε ότι, σε κάποιο βαθμό, ενδεχομένως πιο περιορισμένο από ό,τι προβλεπόταν στους αρχικούς σχεδιασμούς, άφησε μερικά κομμάτια του παρελθόντος του πίσω, για χάρη ενός πιο σύγχρονου προφίλ. Αυτές οι αλλαγές δεν ήρθαν χωρίς αντιδράσεις, παρόλο που ουδέποτε αυτές οι αντιδράσεις δεν έφτασαν στον δημόσιο διάλογο. Ωστόσο είναι αρκετά ορατές μέσα από την αλλαγή ύφους και λόγου, την επένδυση στην παραγωγική αντιπολίτευση και την ελαφρώς λιγότερο συγκρουσιακή προσέγγιση στην καθημερινή πολιτική.
Ταυτόχρονα με αυτές τις αλλαγές, το ΑΚΕΛ πήρε και ένα πιο ευδιάκριτο ρίσκο, αντικαθιστώντας, ουσιαστικά, τον θεσμό των νέων δυνάμεων με την κοινωνική συμμαχία. Πρόκειται για ένα κράμα προσωπικοτήτων, με βασικότερη κοινή συνισταμένη τη συμμετοχή τους στο επιτελείο του Ανδρέα Μαυρογιάννη, οι οποίοι δεν είναι ΑΚΕΛικοί αλλά έχουν κοινές θέσεις και ανησυχίες με το ΑΚΕΛ σε σημαντικά θέματα, όπως για παράδειγμα στο Κυπριακό. Κάποιοι από αυτούς δεν είναι καν αριστεροί (όπως δεν ήταν ούτε και ο κ. Μαυρογιάννης), γεγονός που υποδηλοί πως το ΑΚΕΛ μπορεί να βρει κοινό έδαφος με άτομα που βρίσκονται δεξιότερα της θέσης του στον χάρτη. Στόχος του ανοίγματος είναι η εισροή νέου αίματος προς το κόμμα της Αριστεράς, τόσο σε επίπεδο υποψηφίων και δυνητικών υποψηφίων, όσο και στο επίπεδο ψηφοφόρων, οι οποίοι θεωρητικά θα καλύψουν απώλειες προηγούμενων χρόνων και αυτή θα είναι η πρώτη φορά που η θεωρία θα εξεταστεί στην κάλπη και θα φανεί αν η ιδέα αυτή άρχισε να αποδίδει.
Σε αντίθεση με το ΑΚΕΛ, που θα τεστάρει στις διπλές εκλογές τις νέες του ιδέες, ο ΔΗΣΥ θα δοκιμάσει κατά κύριο λόγο πόσο ανθεκτικό κόμμα είναι. Βυθισμένος στην εσωστρέφεια εδώ και πολύ καιρό και αντιμέτωπος με συνεχείς εστίες φωτιάς, που είτε είναι νέες, είτε πρόκειται για αναζωπυρώσεις του παρελθόντος, θέλει να αποδείξει πως έχει τις αντοχές και το βάθος να ξεπεράσει τα όποια εμπόδια, τις παρεξηγήσεις και τις πικρίες. Πως έχει μια βάση που του προσφέρει σταθερότητα ακόμη και μέσα στην τρικυμία.
Όσο το ΑΚΕΛ αποφεύγει να μιλά ανοιχτά για την πρωτιά, άλλο τόσο στον ΔΗΣΥ δεν χάνουν ευκαιρία να την αναφέρουν. Τόσο η πρόεδρος, Αννίτα Δημητρίου, όσο και άλλα στελέχη, επιχειρούν να στείλουν το μήνυμα πως η πρώτη είναι η φυσική θέση για την παράταξη, την οποία πρέπει να κατακτήσουν ξανά. Ορισμένες φορές, μάλιστα, η επιχειρηματολογία που αναπτύσσεται στις δημόσιες συζητήσεις είναι εξόχως εσωτερική και δεν φαίνεται να απευθύνεται στις πλατιές μάζες αλλά να στοχεύει απευθείας στον κομματικό πατριωτισμό.
Ο ΔΗΣΥ έχει σοβαρή ανάγκη να επιστρέψει στις νίκες, μετά την μεγάλη ήττα στις Προεδρικές Εκλογές και τον ιδιαίτερα τραυματικό για το κόμμα απόηχό τους. Για πολλούς στο εσωτερικό της παράταξης, άλλωστε, η πρωτιά στις Ευρωεκλογές δεν θα βοηθήσει απλώς το ίδιο το κόμμα και την εικόνα του, αλλά θα εμπεδώσει τη νέα ηγεσία, καθιστώντας πιο δύσκολη την αμφισβήτηση των επιλογών της, κάτι που φαίνεται να γίνεται με ευκολία σήμερα. Πολλά από τα αντάρτικα που εκδηλώθηκαν στον ΔΗΣΥ (που είναι βασικά το μοναδικό κόμμα που έχει αυτού του είδους τα φαινόμενα σε τέτοια έκταση) αλλά ακόμη και η μεταπήδηση του μέχρι πρότινος αντιπροέδρου Μάριου Πελεκάνου στο ΕΛΑΜ, εμπίπτουν σε αυτό το πλαίσιο της αμφισβήτησης της ηγεσίας και των χειρισμών και αποφάσεών της. Αν και αναμένεται να ληφθούν πειθαρχικά μέτρα, η πραγματική θωράκιση θεωρείται ότι θα προέλθει μέσα από την ενδυνάμωση τόσο της παράταξης, όσο και της ηγεσίας.
Ο ΔΗΣΥ, ως το μεγαλύτερο κόμμα του τόπου, με βάση τη δύναμη που καταγράφηκε στις Βουλευτικές Εκλογές, κανονικά δεν θα έπρεπε να ανησυχεί αν θα έρθει πρώτος σε μία εκλογική διαδικασία στην οποία κερδίζει την πρωτιά εδώ και είκοσι χρόνια ανελλιπώς. Η ανησυχία που εκπέμπει σχετίζεται κατά κύριο λόγο με την ανασφάλειά του σε ό,τι αφορά τη συσπείρωση του κόμματος. Οι αριθμοί που προκύπτουν μέχρι στιγμής από τις δημοσκοπήσεις δείχνουν μεν ότι ανεβαίνει αλλά αποτελεί στοίχημα πόσο θα ανεβεί. Εκτιμάται, ωστόσο, πως μια καλή συσπείρωση μπορεί να ξαναφέρει το κόμμα στην πρώτη θέση, όπως άλλωστε συνέβη στις πλείστες εκλογικές αναμετρήσεις των τελευταίων χρόνων.