«Γεννήθηκα στις 20 Ιουλίου 1974, δεν ξέρω πώς είναι να έχεις μάνα… Δεν πήραμε καμία βοήθεια»
Φοινιώ Σάββα 14:12 - 31 Μαΐου 2024
«Γεννήθηκα στις 20 Ιουλίου 1974. Στις δεκαπέντε ημέρες μετά την εισβολή χάθηκαν ο πατέρας μου, η μητέρα μου και ο αδελφός μου που ήταν έξι ετών. Δεν γνώρισα κανένα. Δεν ξέρω τους γονείς μου, ούτε τη μυρωδιά τους ξέρω, ούτε πώς να έχεις μάνα ξέρω. Ξέρω πως με μεγάλωσε μία γιαγιά και ένας παππούς, που ήταν ήρωες για μένα και άξιοι και δεν πήραμε καμία βοήθεια σαν παιδιά αγνοουμένων. Γι’ αυτό το λόγο είμαστε όλοι εδώ, για τον ίδιο σκοπό. Θέλω να γνωρίζετε ότι εμείς είμαστε αυτοί που πληρώσαμε το τίμημα της εισβολής, τα παιδιά των αγνοουμένων».
Αυτή ήταν η περιγραφή της κας. Αναστασίας Ευσταθίου Στυλλή, ένα από τα πολλά θύματα της τραγικής εισβολής των Τούρκων το 1974, κατά τη δημοσιογραφική διάσκεψη της Ομάδας Πρωτοβουλίας Συζύγων-Τέκνων Αγνοουμένων της Εισβολής. Μία περιγραφή που δείχνει ότι εκείνα τα παιδιά, που μεγάλωσαν χωρίς τους γονείς τους, εκείνες οι σύζυγοι, που περίμεναν καρτερικά και κάποιες ακόμη περιμένουν να μάθουν τι απέγινε ο δικός τους άνδρας, όπως οι ίδιοι μαρτυρούν, για πενήντα χρόνια ήταν ξεχασμένοι από την Κυπριακή Κυβέρνηση.
«Θέλω να δώσω ένα μήνυμα σε όσους πολιτικούς το ακούσουν. Είμαστε ξεχασμένοι εδώ και πενήντα χρόνια. Εμείς στην οικογένειά μου, δυστυχώς, έχουμε έντεκα συγγενείς αγνοούμενους πρώτου βαθμού. Το μόνο πράγμα που θα το κρατήσουμε μέχρι να πεθάνουμε είναι εκείνο που μας έλεγαν οι πολιτικοί, ότι το τσεκούδι που έπιανε η μάμα μας ήταν αρκετό», ήταν η περιγραφή μίας άλλης παρευρισκόμενης, που με πόνο ψυχής θέλησε να στείλει το δικό της μήνυμα προς όλους.
Η ίδρυση της Ομάδας Πρωτοβουλίας
Η Ομάδα Πρωτοβουλίας Συζύγων-Τέκνων Αγνοουμένων της Τουρκικής Εισβολής του 1974 ξεκίνησε τις δράσεις της τον περασμένο Φεβρουάριο και μέσα από τη δημοσιογραφική διάσκεψη που πραγματοποιήθηκε το πρωί της Παρασκευής στη Δημοσιογραφική Εστία, θέλησε να γνωστοποιήσει την ύπαρξή της και να στείλει το μήνυμα ότι πρέπει να αλλάξει η κατάσταση, όσον αφορά στον τρόπο που αντιμετωπίζει η Πολιτεία τους συγγενείς αγνοουμένων, πριν να είναι πολύ αργά.
Η διάσκεψη ξεκίνησε με ανάγνωση ενός αποσπάσματος από την ποιητική συλλογή του Πέτρου Πετρίδη «Επιστροφή», από τον Γιώργο Γιατρού, μέλος της Ομάδας Πρωτοβουλίας.
«Ήταν τα γενέθλιά του
Και τούρτα δεν υπήρχε στο τραπέζι
Τι να μετρούσαμε άραγε;
Τα χρόνια της ζωής του
ή τα χρόνια που αγνοείται η τύχη του;».
Παίρνοντας το λόγο το μέλος της επιτροπής της Ομάδας Πρωτοβουλίας, Δέσποινα Γεωργίου, ξεκίνησε με ένα γράμμα προς τον αγνοούμενο πατέρα.
«Λένε πως είσαι ήρωας. Εμένα ποιος με ρώτησε; Εγώ θα προτιμούσα να είσαι ο ήρωας της παιδικής μου καρδιάς, όπως ο κάθε πατέρας για το παιδί του. Μου λείπει ο μπαμπάς μου, μου λείπει να με παίρνει από το χέρι και να με οδηγεί, χωρίς να προπορεύεται, να μου μαθαίνει Μαθηματικά, να μου τραγουδά και εγώ να γελάω. Μου λείπει η θαλπωρή τις νύχτες της παιδικής μου ηλικίας. Μα αντέχω, αντέχω παπά του, τα καταφέρνω καλά. Τρέχω για να προλάβω αγγέλους, να ξεφύγω από τέρατα και να σβήσω φωτιές και σταματάω, να πάρω ανάσες που κόβονται για να κλείσω πληγές».
Στη συνέχεια, υπέδειξε πως όλοι ξέρουμε τον αριθμό 1,619, που είναι ο αριθμός των αγνοούμενων, που για δεκαετίες έγινε σύμβολο του κυπριακού λαού και έθεσε ένα ερώτημα. «Μήπως, ξέρετε πόσα είναι τα παιδιά των αγνοουμένων μας;».
Όπως εξήγησε η κα. Γρηγορίου, αυτό ήταν και η αφορμή για να γνωριστούν μεταξύ τους τα παιδιά των αγνοουμένων, πενήντα χρόνια μετά, αφού όπως τόνισε «το κράτος δεν ήξερε να μας πει πόσοι είμαστε, γεγονός που αποδεικνύει πόσο έμπρακτα ήταν δίπλα μας, όλα αυτά τα χρόνια».
Η Δέσποινα Γρηγορίου θέλησε να αναφερθεί στα προσωπικά τους βιώματα, ως παιδιά αγνοουμένων και τόνισε πως είναι μία τραυματική πραγματικότητα, αφού πέρασαν χρόνια αβεβαιότητας, σχετικά με την τύχη των δικών τους σε μία συνεχιζόμενη ακροβασία, μεταξύ απόγνωσης και ελπίδας, βυθισμένοι σε ένα μακροχρόνιο πένθος, θυσία στο βωμό της κυπριακής κοινωνίας. Όπως ανέφερε, πενήντα χρόνια μετά, είναι σε θέση να διαχειριστούν το πένθος τόσων χρόνων, για να ακουστεί και η δική τους φωνή.
«Ο αγνοούμενος δεν είναι απώλεια, είναι απουσία. Απουσία από τις ζωές, τις χαρές τις λύπες, από το τραπέζι μας. Άνθρωποι που δεν είχαν την ευκαιρία να δουν τα παιδιά τους να μεγαλώνουν και κάποιοι από αυτούς δεν είχαν ούτε την τύχη να τα γνωρίσουν. Άταφοι νεκροί, που παραπαίουν ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο, ακόμα και μετά τις ταυτοποιήσεις τους».
Η κα. Γρηγορίου επεσήμανε πως το τίμημα που πλήρωσαν τα παιδιά αγνοουμένων ήταν βαρύ, αφού από τη μία, η σχέση με τον αγνοούμενο γονιό, ο οποίος απών σωματικά, αλλά παρόν συναισθηματικά και από την άλλη η σχέση με τον επιβιώσαντα γονέα, που πάλευε για να ανταπεξέλθει με την απουσία και τον αγώνα επιβίωσης. «Ήταν λες και χάσαμε και τους δύο μας γονείς. Οι οικογένειες μας μέχρι σήμερα, πενήντα χρόνια μετά, συνεχίζουν να υποφέρουν».
Το μήνυμα προς όλα τα παιδιά των αγνοουμένων
Παίρνοντας το λόγο, η Γεωργία Παύλου, επίσης μέλος της Επιτροπής της Ομάδας Πρωτοβουλίας και κόρη του αστυνομικού, Παναγιώτη Παύλου, που προήχθη πρόσφατα στο βαθμό του λοχία, μετά από αρκετές κρούσεις της οικογένειας σε Αστυνομία και Υπουργείο Δικαιοσύνης, χωρίς ανταπόκριση, ανέφερε πως η ανάγκη για ανεύρεση και του τελευταίου αγνοούμενου, μέσα από ουσιαστική προσπάθεια και άσκηση πιέσεων όπου απαιτείται, καθώς και η αποκατάσταση της αλήθειας, η άρση της αδικίας και η ουσιαστική στήριξη των συζύγων και των παιδιών των αγνοουμένων, πολλοί εκ των οποίων βρίσκονται σε προχωρημένη ηλικία και αδυνατούν να βιοποριστούν με επάρκεια, ώθησαν την ομάδα στη δημιουργία του σωματείου «Σύνδεσμος Συζύγων-Τέκνων Αγνοουμένων οι 1,619», στις 4 Φεβρουαρίου 2024.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Δικαιώθηκε ο αστυνομικός Παναγιώτης Παύλου που έπεσε στην εισβολή-Προήχθη σε λοχίας
Όπως τόνισε η κα. Παύλου, «το κράτος μέχρι σήμερα, δεν σεβάστηκε το δικαίωμά μας για τακτική ενημέρωση, την ανάγκη μας για ψυχολογική υποστήριξη, την ανάγκη για οικονομική και διοικητική υποστήριξη, θέματα τα οποία θίγονται έντονα και εμπεριστατωμένα και στην έκθεση της Διεθνούς Επιτροπής Ερυθρού Σταυρού και της ΔΕΑ, μετά από έρευνα και συνεντεύξεις με συγγενείς αγνοουμένων».
Η Γεωργία Παύλου, συνεχίζοντας, επεσήμανε ότι κάποιες μανάδες και παιδιά αγνοουμένων αποτάθηκαν κατά καιρούς για βοήθεια σε επίσημους κρατικούς φορείς και μεμονωμένα, μικρός αριθμός στηρίχθηκε ελάχιστα, χωρίς οργανωμένο πλάνο, που να καλύπτονται οι ουσιαστικές ανάγκες του συνόλου σε βάθος χρόνου.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ: Ξεσπά οικογένεια ήρωα αστυνομικού που σκοτώθηκε το 1974-«Δεν ανεχόμαστε τον εμπαιγμό και την αδιαφορία»
«Πολλοί από αυτούς λοιδορήθηκαν και δέχτηκαν προσβολές. Μανάδες με μικρά παιδιά στην αγκαλιά χτύπησαν πόρτες που δεν άνοιξαν ποτέ. Ακόμα και σήμερα, πολύς κόσμος, κόμματα και οργανωμένα σύνολα, πιστεύουν ότι οι μανάδες μας κι εμείς στηριχθήκαμε και στηριζόμαστε ποικιλοτρόπως. Οικονομικά, κοινωνικά, συναισθηματικά. Ουδέν αναληθέστερο».
Καταλήγοντας, η κα. Παύλου τόνισε πως αυτό που ζητούν από το κράτος είναι η αναγνώριση και η έμπρακτη στήριξή του, έστω και με καθυστέρηση πενήντα ετών. «Παρά τις ταυτοποιήσεις που γίνονται κατά καιρούς, να θυμάστε ότι τα οστά που ενταφιάζονται, ούτε να μας μιλήσουν μπορούν, ούτε να μας αγκαλιάσουν. Ύστερα από πενήντα χρόνια, βρήκαμε τη δύναμη που χρειάζεται για να μιλήσουμε. Για να διεκδικήσουμε τα ελάχιστα για τις μανάδες μας, αλλά και για εμάς, ξεχασμένοι από την Πολιτεία και από όσους είχαν την υποχρέωση καθηκόντως να εμπλέκονται θετικά στη ζωή μας όλα αυτά τα χρόνια, αλλά ήταν προκλητικά απόντες».
Επάγγελμα πατέρα: Αγνοούμενος
Στη δική της τοποθέτηση, το μέλος της Ομάδας Πρωτοβουλίας, Ντίνα Αγαπίου, ξεκίνησε αναφέροντας πως ο παπάς τους είναι μία φωτογραφία και η μόνη κληρονομία τους είναι αυτή η φωτογραφία. Έθεσε και μία σειρά από ερωτήματα. «Πώς είναι η φωνή του; Πώς είναι η μυρωδιά του; Πώς είναι η ματιά του; Πώς είναι η αγκαλιά του; Ο παπάς μας είναι αγνοούμενος. Τι σημαίνει η λέξη; Τι σημαίνει αγνοούμενος;».
Η κα. Αγαπίου εξήγησε πως μεγάλωσαν με αυτές τις αναπάντητες ερωτήσεις και με αυτό το στίγμα, ότι είναι η σύζυγος του αγνοούμενου, το παιδί του αγνοούμενου. Υπέδειξε πως εκτός από άστεγοι και νηστικοί, ήταν και απροστάτευτοι, αφού μεγάλωσαν σε μία ακρωτηριασμένη οικογένεια, χωρίς δεκανίκια. «Είμαστε για πενήντα χρόνια στον αναπνευστήρα, χωρίς οξυγόνο. Η μάνα και τα παιδιά της, μόνοι τους χωρίς καμία στήριξη από κανένα. Μία γυναίκα μόνη της με τα μωρά της, κάποιοι από μας ήταν ακόμη έμβρυα, ήταν αγέννητοι. Μας καταδίκασαν χωρίς να μας ρωτήσουν. Οι στερήσεις που βιώσαμε ήταν εκτός από σωματικές και ψυχικές. Πώς θα γιατρέψεις την ψυχή; Με ποιο φάρμακο;».
Η κα. Αγαπίου επεσήμανε ότι οι μονάδες προσπαθούσαν απεγνωσμένα να εισπνεύσουν οξυγόνο για να μπορέσουν αναθρέψουν τα παιδιά τους και ανέφερε πως ο αγώνας ήταν άνισος, επειδή έστω και αν πέρασαν πενήντα χρόνια, η ψυχή τους είναι ακόμη γεμάτη πληγές που αιμορραγούν.
«Την ώρα που οι συμμαθητές μας απολάμβαναν την αγκαλιά των γονιών τους, εμείς ήμασταν στα συλλαλητήρια με τη φωτογραφία του παπά μας αγκαλιά. Μόνο αυτό. Τα συλλαλητήρια. Μόνο τα συλλαλητήρια. Και στο σπίτι, να βλέπουμε τη μάμα μας να κλαίει. Μόνο να κλαίει».
Αναφερόμενη στη στήριξη της Πολιτείας, η Ντίνα Αγαπίου επεσήμανε ότι δεν είχαν βοήθεια από κανένα και όταν έγιναν 18 χρόνων τους πέταξαν, τους ξέχασαν, έπρεπε να δουλέψουν. «Πού λόγος για σπουδές; Εδώ δεν είχαμε να φάμε. Ποιος θα πλήρωνε τα δίδακτρα; Καμία βοήθεια. Έπρεπε να δουλέψουμε. Που να εργοδοτηθούμε; Δεν όφειλε η Πολιτεία να μας εξασφαλίσει τις σπουδές μας; Δεν όφειλε η Πολιτεία να μας εργοδοτήσει; Καμία βοήθεια. Ήρθε η ώρα να παντρευτούμε. Ποιος θα μας παραδώσει στην εκκλησία; Ποιος θα μας βοηθήσει να ανοίξουμε το σπιτικό μας; Καμία βοήθεια».
Συνεχίζοντας, τόνισε πως ο παπάς τους πολέμησε για την πατρίδα, χάθηκε, δεν χάρηκε την οικογένειά του και η οικογένεια στερήθηκε τα πάντα για την πατρίδα. «Πού είναι η πατρίδα για αυτούς που άφησαν πίσω τους οι πατεράδες; Πού είναι η πατρίδα για μα; Ποια είναι η προστασία σε αυτούς που άφησαν πίσω; Καμία απάντηση».
Η Ντίνα Αγαπίου πρόσθεσε πως ποτέ κανένας δεν τους ρώτησε αν είχαν να φάνε, αν είχαν να ντυθούν, αν είχαν ανάγκη από ψυχολογική στήριξη. «Ποτέ κανένας δεν ρώτησε τις μανάδες, για τις ανάγκες της οικογένειας. Δεν ήμασταν οικογένεια, ήμασταν ζωντανοί νεκροί.
Οι συναντήσεις με τους αρμόδιους
Η Κουλά Θεοδώρου, επίσης μέλος της Ομάδας Πρωτοβουλίας, στη δική της τοποθέτηση, θέλησε να αναφερθεί στις συναντήσεις που είχαν με τους αρμόδιους φορείς. Όπως τόνισε, η πρώτη επαφή ήταν με τον πρόεδρο της Επιτροπής Προσφύγων της Βουλής, Νίκο Κέττηρο και στη συνέχεια, είχαν συνάντηση με αντιπροσωπεία του ΔΗΚΟ, στην παρουσία και του προέδρου του κόμματος, Νικόλα Παπαδόπουλου και με αντιπροσωπεία του ΕΛΑΜ και ομάδα της ΔΗΠΑ. Επίσης, είχαν συνάντηση και με τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου, κ.κ. Γεώργιο στο γραφείο του.
Η κα. Θεοδώρου επεσήμανε πως σημαντική ήταν και η συνάντηση που είχαν με την Επίτροπο για Ανθρωπιστικά Θέματα κα. Άννα Αριστοτέλους, που τους αγκάλιασε και τους άκουσε με μεγάλη προσοχή και υποσχέθηκε την έρευνα για δημιουργία καταλόγου με τα παιδιά των αγνοουμένων.
Όπως τόνισε, σημαντική ήταν και η συνάντηση που είχαν με την Πρόεδρο της Βουλής, Αννίτα Δημητρίου, η οποία ανέλαβε δράση με βάση τα όσα συζήτησαν οι δύο πλευρές.