Αυξημένοι παραμένουν οι κίνδυνοι στον χρηματοπιστωτικό τομέα λένε επόπτες ΕΕ
20:42 - 30 Απριλίου 2024
Αυξημένοι παραμένουν οι κίνδυνοι για το χρηματοπιστωτικό σύστημα της ΕΕ, σε ένα πλαίσιο επιβράδυνσης της ανάπτυξης, αβέβαιου περιβάλλοντος επιτοκίων και συνεχιζόμενων γεωπολιτικών εντάσεων, σύμφωνα με κοινή ανακοίνωση των τριών Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών, της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (ΕΑΤ), της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) και της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (ΕΑΑΕΣ).
Στην ανακοίνωση τους σχετικά με τους κινδύνους και τα τρωτά σημεία του χρηματοπιστωτικού συστήματος της ΕΕ, οι τρεις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές αναφέρουν ότι τους τελευταίους μήνες, οι χρηματοπιστωτικές αγορές σημείωσαν ισχυρές επιδόσεις εν αναμονή των πιθανών μειώσεων των επιτοκίων το 2024 τόσο στην ΕΕ όσο και στις ΗΠΑ, παρά τη σημαντική αβεβαιότητα που τις περιβάλλει.
«Οι ισχυρές αυτές επιδόσεις συνεπάγονται αυξημένους κινδύνους διορθώσεων της αγοράς που συνδέονται με απροσδόκητα γεγονότα», προσθέτουν.
Αναφέρουν, επίσης ,ότι ο πιστωτικός κίνδυνος αναμένεται να συνεχίσει να αυξάνεται καθώς αυξάνονται οι ανάγκες αναχρηματοδότησης, ιδίως για χρέος υψηλής απόδοσης και ακίνητα.
«Ενώ η ποιότητα του ενεργητικού παρέμεινε ισχυρή στον τραπεζικό τομέα, αναμένεται να επιδεινωθεί καθώς η οικονομική ανάπτυξη επιβραδύνεται περαιτέρω. Η επιβράδυνση της αγοράς ακινήτων θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει σε απομειώσεις στις τράπεζες», υπογραμμίζουν.
Επιπλέον, οι τρεις εποπτικές αρχές αναφέρουν ότι ο ασφαλιστικός τομέας διατήρησε σταθερή κεφαλαιοποίηση το 2023, με δείκτες φερεγγυότητας πολύ πάνω από το 200%.
Προσθέτουν ότι τα επαγγελματικά συνταξιοδοτικά συστήματα καθορισμένων παροχών βελτίωσαν τη χρηματοοικονομική τους θέση, ενώ αν και οι θέσεις ρευστότητας των ασφαλιστών μειώθηκαν ελαφρώς, παραμένουν ισχυρές.
Αναφέρουν, ωστόσο, ότι οι προκλήσεις που απορρέουν από την υποτονική ανάπτυξη και την πιθανή ανατιμολόγηση των ασφαλίστρων κινδύνου εξακολουθούν να υφίστανται.
Στον τραπεζικό τομέα, όπως αναφέρουν, οι κεφαλαιακές θέσεις και ρευστότητας είναι σταθερές με δείκτη CET1 15,8% και δείκτη κάλυψης ρευστότητας άνω του 160% εν μέσω υψηλής κερδοφορίας το 2023.
Ωστόσο, σημειώνουν πως «οι προοπτικές είναι πιο δύσκολες, καθώς οι τράπεζες αντιμετωπίζουν την ανατιμολόγηση των υποχρεώσεων και των περιουσιακών στοιχείων με προοπτικές χαμηλότερων εσόδων από τόκους, βραδύτερης αύξησης των δανείων, υψηλού κόστους και του δύσκολου μακροοικονομικού περιβάλλοντος».
Αναφέρουν, επίσης, ότι οι επιδόσεις και οι ροές στα αμοιβαία κεφάλαια υπήρξαν ευμετάβλητες καθώς το περιβάλλον των επιτοκίων διαφοροποιήθηκε.
Ενώ τα αμοιβαία κεφάλαια διαχειρίστηκαν τη μετάβαση σε υψηλότερα επιτόκια, εξακολουθούν να υπάρχουν ανησυχίες σχετικά με την αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων των αμοιβαίων κεφαλαίων που σχετίζονται με τα ακίνητα και οι κίνδυνοι ρευστότητας σε αυτά τα αμοιβαία κεφάλαια θα μπορούσαν να έχουν ευρύτερες δευτερογενείς επιπτώσεις, υπογραμμίζουν.
Οι τρεις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές αναφέρουν ότι η αυξημένη γεωπολιτική αστάθεια και η αυξημένη εξάρτηση από ψηφιακές λύσεις αυξάνουν το διακύβευμα που συνδέεται με την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο.
Ο αριθμός των επιθέσεων και των απειλών στον κυβερνοχώρο αυξάνεται, και ενώ ο αντίκτυπος αυτών των επιθέσεων είναι μέχρι στιγμής περιορισμένος, οι ασφαλιστικές απαιτήσεις που σχετίζονται με τον κυβερνοχώρο συνεχίζουν να αυξάνονται και ο κλάδος των (αντ)ασφαλίσεων ενισχύει περαιτέρω τις τεχνικές τιμολόγησης και τους μηχανισμούς μεταφοράς κινδύνου, προσθέτουν.
Σημειώνουν, τέλος, ότι στον τραπεζικό τομέα, τα ευρήματα από τις δοκιμές ανθεκτικότητας στον κυβερνοχώρο που βρίσκονται σε εξέλιξη «θα είναι σημαντικά».
Πηγή: KYΠΕ