Ο παλιός τηλεβόας και τα τρία έψιλον της ψυχής μας
14:38 - 01 Απριλίου 2024
Ο τηλεβόας είναι παλιός, πολύ παλιός. Και όμως με κάποιο τρόπο που μόνο η μαγεία της Ιστορίας γνωρίζει, ο ήχος του φτάνει στο σήμερα. Ήχος δυνατός, φωνή στεντόρεια μέσα στον χρόνο.
Γιατί μαζί με τον τηλεβόα, δεκαετίες πριν, οι Έλληνες της Κύπρου κρατούσαν τις φλόγες της ελευθεριάς σαν λαμπάδες. Και είναι τον δικό της ήχο που κουβαλά μέσα στον χρόνο. Η πανώρια κόρη είναι βασίλισσα αιώνια στην ελληνική ψυχή. Για αυτήν έπαιρναν τις ανηφοριές και γι’ αυτήν έβγαιναν τα σκαλοπάτια προς την αθανασία. Ύμνος σ’ εκείνην είναι ο ύμνος του έθνους.
Η Ελευθερία, η Ένωση, η ΕΟΚΑ. Τα πιο βαθιά χαραγμένα έψιλον στην Ελληνική ψυχή μας.
Κοιτώντας τον τηλεβόα, πίσω από τη βιτρίνα του μουσείου, ο νους ταξιδεύει σε εποχές που δεν ζήσαμε. Μα είναι βίωμα, από αυτά που κληροδοτούνται από γενιά σε γενιά. Ποιος να τον κρατούσε άραγε και ποιοι να ακολουθούσαν; Θα ήταν αυτοί που έλειπαν από τα θρανία, γιατί έγραφαν την ορθογραφία τους στους τοίχους και βρίσκονταν στα οδοφράγματα. Αυτοί που το αποφάσισαν για να ξεσκλαβωθούμε και ο καθένας με τον δικό του τρόπο συνέβαλε στον ωραίο Αγώνα. Γιατί η ΕΟΚΑ δεν ανθούσε μόνο στα βουνά. Απλωνόταν μέσα από κάθε σπίτι, από κάθε σχολείο. Στα σοκάκια των χωριών και στις πλατείες των πόλεων, στον δρόμο της τιμής. Μα πάνω από όλα, η ΕΟΚΑ αναπτυσσόταν μέσα στις καρδιές.
Όλα τα κομμάτια του Αγώνα, τα φανερά και τα κρυφά, ήταν μεταξύ τους συνδεδεμένα. Με ένα τρόπο επιχειρησιακό και στρατηγικό αλλά και με μια κλωστή αόρατη, από αυτήν που δημιουργούν οι κοινές ιδέες. Για παράδειγμα, η περιβόητη εξέγερση της Σεβέρειου, δεν έγινε για να τα βάλουν μαθητές οπλισμένοι με πέτρες να με ένα τακτικό, εκπαιδευμένο αποικιακό στρατό. Είχε ως στόχο να προκαλέσει ένταση στην πρωτεύουσα, ώστε να εξαναγκάσει τους Άγγλους να μετακινήσουν δυνάμεις από τις περιοχές δράσης των ανταρτών και να τις μεταφέρουν στη Λευκωσία. Τα παιδιά και οι έφηβοι, οι μπροστάρηδες των διαδηλώσεων, ήταν αναπόσπαστο κομμάτι του Αγώνα. Αυτοί που κρατούσαν τους τηλεβόες που ηχούν μέχρι σήμερα μηνύματα ελευθερίας.
Στον ήχο της λευτεριάς υφαίνονταν οι γαλανόλευκες σημαίες. Στον ήχο της λευτεριάς γράφονταν τα συνθήματα στους τοίχους. Στον ήχο της λευτεριάς μικρά παιδιά επάνω στα ποδήλατα μετέφεραν μηνύματα και γυναίκες χτυπούσαν τις καμπάνες για να προειδοποιήσουν τους αντάρτες.
Τα γρανάζια του Αγώνα ήταν μικρά και ήταν μεγάλα. Ήταν στα βουνά και ήταν στο σπίτι. Ήταν όπου υπήρχε ο πόθος. Ο καθένας με τον δικό του ρόλο, μια ανθρώπινη ψηφίδα στο οικοδόμημα της Ένωσης. Οι ήρωες που ήπιαν των αθανάτων το κρασί, οι αντάρτες και οι επιχειρησιακοί, είχαν στη διάθεσή τους ένα τεράστιο υποστηρικτικό μηχανισμό, που κάλυπτε κάθε γωνιά της μικρής μας πατρίδας. Είχαν την Κύπρο ενωμένη σε μια γροθιά. Μικρά παιδιά και ηλικιωμένους, εργαζόμενους και οικογενειάρχες, αστούς και αγρότες. Ο Αγώνας ήταν παντού, η λαχτάρα ήταν παντού.
Η ΕΟΚΑ είναι ο φάρος μας, η δική μας ιερή παρακαταθήκη. Η πυξίδα που δείχνει πάντα προς την ελευθερία. Και ο ήχος της λευτεριάς -το κάλεσμά της- είναι καθαρός σαν κρύσταλλο μέσα στον χρόνο.