Τα εκατομμύρια για πάταξη της διαφθοράς, το ξεδόντιασμα των ανεξάρτητων Αρχών και ο λαβύρινθος της... Δικαιοσύνης
06:00 - 01 Απριλίου 2024
Δεν μπορεί να αμφισβητήσει κανείς, πως τα τελευταία χρόνια, έγιναν μια σειρά από βήματα, έτσι ώστε τα φαινόμενα διαφθοράς, που ευδοκιμούσαν τουλάχιστον τις δύο τελευταίες δεκαετίες στην Κύπρο, να παταχθούν και να πέσει φως σε υποθέσεις συγκάλυψης με την εμπλοκή και κρατικών αξιωματούχων ή άλλων λειτουργών του δημοσίου. Ήταν κοινή παραδοχή, ολόκληρου του πολιτικού συστήματος, ότι τα τελευταία χρόνια, τα φαινόμενα διαφθοράς, άκμασαν, ενώ με την ενίσχυση των ΜΜΕ και την εδραίωση των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης, το φως της δημοσιότητας βλέπουν περισσότερες υποθέσεις.
Αν και τα κόμματα, ως συνήθως, φροντίζουν να διαχωρίζουν τη διαφθορά των άλλων από τις υποθέσεις που άγγιξαν τα ίδια, είναι γεγονός - και για αυτό μιλούν και τα γεγονότα -, ότι στελέχη όλων των κομμάτων πέρασαν το κατώφλι των Κεντρικών Φυλακών, μετά την καταδίκη τους από τα Δικαστήρια. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, αυτό που εντοπίστηκε ως κενό, είναι η διαδικασία από την αποκάλυψη ενός σκανδάλου μέχρι την καταδίκη που βέβαια για να επιτευχθεί πρέπει αφενός να οδηγηθεί η υπόθεση ενώπιον Δικαστηρίου και αφετέρου να υπάρχει επαρκές μαρτυρικό υλικό.
Σε αυτό το πλαίσιο, το πολιτικό σύστημα, χρειάστηκε ή καλύτερα αναγκάστηκε να λάβει μέτρα, μεταξύ των οποίων ήταν και η λειτουργία νέων Αρχών, όπως η Αρχή κατά της Διαφθοράς αλλά και η Επιτροπή Προστασίας του Αθλητισμού, οι οποίες ανέλαβαν το δύσκολο κομμάτι της διερεύνησης. Σήμερα εκ των υστέρων κι αφού υπάρχουν τα πρώτα απτά αποτελέσματα από τις εν λόγω έρευνες, προκύπτουν μια σειρά από συμπεράσματα.
Το ζητούμενο, πώς λειτουργούν οι Αρχές
Το πιο βασικό, είναι πως οι εν λόγω επιτροπές λειτουργούν. Αυτό όμως είναι ικανοποιητικό ή το ζητούμενο είναι πώς λειτουργούν και αν λειτουργούν όπως πρέπει και για το σκοπό που θεσπίστηκαν; Όπως προκύπτει από τα δεδομένα, οι επιτροπές λειτουργούν αδύναμες και ξεδοντιασμένες. Κι αυτό διότι, τους αφαιρέθηκε το πιο ισχυρό όπλο που θα μπορούσαν να έχουν στη φαρέτρα τους, που δεν είναι άλλο από τις ανακριτικές εξουσίες. Τι σημαίνει όμως στην πράξη αυτό; Σημαίνει πως ακόμα και την καλύτερη έρευνα να διεξάγει η Αρχή κατά της Διαφθοράς, για παράδειγμα, και να καταλήξει σε ένα ασφαλές συμπέρασμα, ότι σε μια υπόθεση υπήρξε διαφθορά, δεν μπορεί να προχωρήσει με την καταχώρηση της ενώπιον Δικαστηρίου. Αντιθέτως, θα πρέπει να καταλήξει στον Γενικό Εισαγγελέα, ο οποίος έχει το δικαίωμα είτε να προχωρήσει είτε όχι, κάνοντας την δική του ανάγνωση και λαμβάνοντας τη δική του απόφαση, ενώ υπάρχουν περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα με τις έρευνες της Επιτροπής Αθλητισμού, που επαναλαμβάνονται από την Αστυνομία, η οποία παραμένει η μόνη Αρχή με ανακριτικές εξουσίες. Αυτό συμβαίνει και με την Ανεξάρτητη Αρχή Ισχυρισμών και Παραπόνων κατά της Αστυνομίας, ή τις ερευνητικές επιτροπές ή τους ανεξάρτητους ποινικούς ανακριτές, οι έρευνες των οποίων καταλήγουν στην Νομική Υπηρεσία ή και στην Αστυνομία, τους οποίους όμως οι καταγγέλλοντες δεν επέλεξαν για να προβούν στις καταγγελίες τους.
Αυτό σημαίνει πως ένας μάρτυρας ή ένας ελεγχόμενος για διαφθορά, θα πρέπει, αφού καταθέσει ενώπιον της Αρχής, να ξανακαταθέσει και ενώπιον της Αστυνομίας σε μεταγενέστερο στάδιο και ακολούθως να αποφασιστεί, από τη Νομική Υπηρεσία, στη βάση της έρευνας της Αστυνομίας, εάν η υπόθεση θα οδηγηθεί ενώπιον Δικαστηρίου, στο οποίο θα πρέπει να ξακανακαταθέσει ο μάρτυρας. Μάλιστα, η όλη διαδικασία μπορεί να πάρει και χρόνια, αφού από την κατάθεση στους ερευνώντες λειτουργούς μιας Αρχής, μέχρι η υπόθεση να φτάσει στα Δικαστήρια, αν φτάσει, μεσολαβεί η μελέτη του πορίσματος από την Νομική Υπηρεσία, η οποία αφού λάβει την απόφαση για περαιτέρω διερεύνηση από την Αστυνομία, διαβιβάζει τον φάκελο. Ακολούθως, η Αστυνομία, με τους γνωστούς ρυθμούς που την χαρακτηρίζουν, καλείται να ξανακαλέσει τους μάρτυρες, να λάβει καταθέσεις, να διεξάγει ανακρίσεις και ακολούθως να ετοιμάσει τον φάκελο της υπόθεσης, της οποίας η τύχη κρίνεται και πάλι από τη Νομική Υπηρεσία. Και σε πολλές περιπτώσεις μπορεί η διαδικασία να μην ολοκληρωθεί σε αυτό το στάδιο, αφού μπορεί να κριθεί πως υπολείπεται ανακριτικό έργο και ως εκ τούτου η Νομική Υπηρεσία να επιστρέψει τον φάκελο στην Αστυνομία για επιπρόσθετες ενέργειες, τις οποίες αφού ολοκληρώσει, επιστρέφει τον φάκελο στον Γενικό Εισαγγελέα, προκειμένου να τον ξαναμελετήσει και να αποφασίσει.
Όλη αυτή η διαδικασία, με παραδείγματα πλέον, διαφάνηκε πως είναι στρεβλή, αφού ακόμα κι αν ένας μάρτυρας είναι έτοιμος να καταθέσει στοιχεία και να λειτουργήσει θετικά για την έκβαση μιας υπόθεσης, ενώπιον της Αρχής, ενίοτε λόγω έλλειψης εμπιστοσύνης στην Αστυνομία ή ακόμα και λόγω παρεμβάσεων που δέχεται, ή ακόμη και απειλές ή αντίποινα, κάνει πίσω και τελικά οι υποθέσεις πέφτουν στο κενό. Αυτό δεν είναι ένα υποθετικό σενάριο, αλλά υπάρχουν σχετικά παραδείγματα από τις έρευνες που διεξήχθησαν κατά καιρούς, είτε από μια Αρχή είτε από ανεξάρτητους ανακριτές, με τα αποτελέσματα των οποίων δεν συμφωνεί πάντα η Νομική Υπηρεσία.
Άλλωστε, μέχρι σήμερα, αν και υπήρξαν πολλές έρευνες, αρκετές εκ των οποίων διαφάνηκε πως εντόπιζαν τη διάπραξη ποινικών αδικημάτων, δεν προχώρησαν και σε κάποια στιγμή της διερεύνησης κατέρρευσαν, αφήνοντας στο απυρόβλητο πρόσωπα που διέπραξαν ποινικά αδικήματα και θα έπρεπε να είναι φυλακή.
Πληρώνει εκατομμύρια ευρώ ο φορολογούμενος
Πέραν από το αρνητικό πρόσημο και την έλλειψη εμπιστοσύνης που δημιουργούν αυτές οι έρευνες, προκύπτει και κάτι άλλο, που έχει να κάνει με το κόστος των ερευνών. Υπολογίζεται ότι μέχρι σήμερα, έχουν δαπανηθεί εκατομμύρια για τη λειτουργία των Αρχών και Επιτροπών για διερεύνηση υποθέσεων διαφθοράς και διαπλοκής, όπως επίσης και για την αμοιβή των ερευνώντων λειτουργών ή ποινικών ανακριτών. Ειδικότερα, σε ότι αφορά την Αρχή κατά της Διαφθοράς, η φύση των ερευνών, επιβάλλει τη συνεργασία με εξειδικευμένους ερευνητές, προερχόμενους από το εξωτερικό, έτσι ώστε να διασφαλίζεται και το αδιάβλητο των ερευνών, ενώ μεγάλα είναι τα ποσά που καταβάλλονται και σε άλλους ερευνητές ή στην Επιτροπή Αθλητισμού, με τις ουκ ολίγες έρευνες που διεξάγονται κατά καιρούς.
Αυτό μεταφράζεται σε αρκετές εκατοντάδες ευρώ, που βγαίνουν από την τσέπη των πολιτών. Των πολιτών που αναμένουν, ότι αυτές οι έρευνες τουλάχιστον θα έχουν αποτέλεσμα και θα οδηγήσουν ενώπιον τους Δικαιοσύνης, όσους συμμετέχουν στα φαινόμενα διαφθοράς, προκειμένου κάποτε, όπως πολλές φορές ειπώθηκε από αξιωματούχους, να καθαρίσει ο στάβλος του Αυγεία. Αντ΄ αυτού, χωρίς η ευθύνη να βαραίνει κάποιον αποκλειστικά, ο τρόπος με τον οποίο δομήθηκε ο Νόμος που περιβάλλει τη λειτουργία των συγκεκριμένων Αρχών, δημιουργεί πολλά επίπεδα φιλτραρίσματος των υποθέσεων και συνεπώς, δίνει ευκαιρίες στους ενόχους, να ξεφεύγουν από τη τσιμπίδα του ελέγχου. Εξάλλου, διαβάζοντας κανείς όλες αυτές τις υποθέσεις που διερεύνησε η Επιτροπή Αθλητισμού, διαπιστώνει πως ο αριθμός αυτών που οδηγήθηκαν στα Δικαστήρια, είναι μηδαμινός.
Με απλά λόγια, ορθά δημιουργήθηκαν και υπάρχουν οι ανεξάρτητες Αρχές που διερευνούν υποθέσεις διαφθοράς, ορθά διορίζονται ξένοι ερευνητές που διασφαλίζουν το αδιάβλητο των ερευνών, ορθά διορίζονται ανεξάρτητοι ποινικοί ανακριτές για να διερευνήσουν ιδιάζουσες καταγγελίες, αλλά όλα αυτά πάνε χαμένα, από τη στιγμή που ο τελικός λόγος για να οδηγηθούν ενώπιον Δικαστηρίου ή να επανεξεταστούν, ορίζεται από τρίτους, οι οποίοι επίσης αφιερώνουν εκατοντάδες εργατοώρες, που επίσης μεταφράζονται σε χρήμα εις βάρος των κρατικών ταμείων και των πολιτών. Και μάλιστα, ο παράγοντας χρόνος, που στη διερεύνηση υποθέσεων διαφθοράς, είναι ο νούμερο ένας, λειτουργεί κατασταλτικά στην όλη προσπάθεια, αφού μεταξύ των ερευνών, μεσολαβεί αρκετός χρόνος.
Το τι και πώς μπορεί να αλλάξει αυτή η κατάσταση, θα πρέπει να απασχολήσει, τόσο την Κυβέρνηση, η οποία δηλώνει ιδιαίτερα ευαίσθητη και αποφασισμένη να πατάξει τη διαφθορά, όσο και τη Βουλή, η οποία έχει και τις δικές της ευθύνες, στην επιχείρηση ξεδοντιάσματος των Αρχών, αφού αυτή ψήφισε τον Νόμο που βρίσκεται σε ισχύ σήμερα.