Η μεγάλη μάχη για Στέφανο κι Αννίτα-Πώς και γιατί οι Ευρωεκλογές καθορίζουν την επόμενή τους μέρα
Μιχάλης Πολυδώρου 06:00 - 12 Φεβρουαρίου 2024
Περίπου 120 ημέρες, δηλαδή τέσσερις γεμάτους μήνες, για να τρέξουν την προεκλογική τους εκστρατεία, ενόψει των Ευρωεκλογών, έχουν τα κόμματα. Το γεγονός ότι για πρώτη φορά θα διεξαχθούν παράλληλα δύο εκλογικές αναμετρήσεις, αυτές για την Τοπική Αυτοδιοίκηση και οι Ευρωεκλογές, προκαλεί ειδικές συνθήκες στα κόμματα, που καλούνται να τρέξουν έχοντας δύο καρπούζια στην ίδια μασχάλη.
Είναι λογικό, ωστόσο, και αναμένεται να διαφανεί και στην πορεία της προεκλογικής περιόδου που εισερχόμαστε δειλά δειλά, ότι το βάρος των κεντρικών κομματικών μηχανισμών θα πέσει στις Ευρωεκλογές. Εκεί θα αναμετρηθούν αμιγώς τα κόμματα, εκεί θα δοθεί η μάχη για τα ποσοστά, στη βάση εκείνων των αποτελεσμάτων, θα γίνει η σούμα στο τέλος και θα κριθούν οι κομματικές ηγεσίες για τις πολιτικές και τις αποφάσεις τους.
Και μπορεί διαχρονικά οι Ευρωεκλογές, να ήταν από τις πιο πολιτικά χαλαρές εκλογικές διαδικασίες, ωστόσο στην προκειμένη, το διακύβευμα είναι τεράστιο, Με τα πλείστα κόμματα, να αναζητούν ακόμα τον βηματισμό τους, μετά από τις νέα πραγματικότητα που έφεραν οι Προεδρικές και άλλα να ψάχνουν από πού θα πιαστούν για να δημιουργήσουν νέα δυναμική, μετά από το κάζο των Προεδρικών, με δεδομένη και την αμφισβήτηση από την κοινωνία, οι Ευρωεκλογές, το διακύβευμα των Ευρωεκλογών, μεγιστοποιείται.
Άλλωστε, τα πρώτα σημάδια από τις δημοσκοπήσεις των τελευταίων εβδομάδων, προετοιμάζουν για τέτοιες ανατροπές, που δύσκολα δεν θα συνοδευτούν κι από ένα ντόμινο εξελίξεων μετεκλογικά. Από τη μάχη της πρωτιάς, με ιδιαίτερα χαμηλά ποσοστά για τα δύο κόμματα, που τους δημιουργεί και τον φόβο της δεύτερης έδρας, μέχρι την ιστορική αλλαγή σκυτάλης στην τρίτη θέση, με την διαφαινόμενη μάχη μεταξύ ΔΗΚΟ και ΕΛΑΜ, μέχρι και το στοίχημα των αξιοπρεπών ποσοστών, των μικρότερων κομμάτων, είναι ξεκάθαρο, ότι οι κομματικοί μηχανισμοί βρίσκονται υπ΄ ατμόν και όσο πλησιάζουν οι εκλογές, τόσο θα αυξάνεται και η πίεση.
Ειδικά σε ότι αφορά τα δύο μεγάλα κόμματα, είναι ξεκάθαρο μέσα κι από τις δημοσκοπήσεις, ότι θα δοθεί μια πραγματική μάχη. Αμφότερα, έχοντας ολοκληρώσει τις διαδικασίες για τα ψηφοδέλτια τους, ρίχνονται σε αυτή τη μάχη με στόχο τη συσπείρωση. Είναι γεγονός, πάντως πως ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ ξεκινούν από διαφορετικές αφετηρίες.
Στο ΑΚΕΛ, η όλη προσπάθεια σύνθεσης του ψηφοδελτίου, έγινε στη βάση των όσων προβλέπονται από το Καταστατικό του κόμματος και χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία. Ο στόχος τέθηκε ήδη από τον Γενικό Γραμματέα και δεν είναι άλλος από την πρωτιά. Ο Στέφανος Στεφάνου, επιχειρεί να φέρει μια σειρά από αλλαγές που θα εκσυγχρονίσουν τον τρόπο λειτουργίας του κόμματος, σε όλα τα επίπεδα, και αν και βρίσκει διάφορα προσκόμματα σε αυτή του την προσπάθεια, προς το παρόν δείχνει να τα προσπερνά. Άλλωστε, πέρασε πάνω από τον πήχη στο πρώτο crash test που κλήθηκε να δώσει, των Προεδρικών και συνεπώς, νιώθει έτοιμος να δώσει κι αυτή τη μάχη.
Το διακύβευμα βέβαια, δεν είναι μόνο η πρωτιά, που στη βάση και της κατάστασης που επικρατεί στον Δημοκρατικό Συναγερμό, δεν μοιάζει με άπιαστο στόχο, αλλά και τα ισχυρά ποσοστά. Αυτό θα επιτρέψει στο κόμμα, να μην αγχωθεί για τη δεύτερη έδρα και ταυτόχρονα θα διατηρήσει και θα του δώσει και νέα δυναμική, ενόψει των Βουλευτικών του 2026. Αυτό που προκαλεί μια ανησυχία στο παραδοσιακό κόμμα της αριστεράς, είναι η δημιουργία νέων σχηματισμών, κάποιων που είδαμε, όπως το Βολτ και άλλων που βρίσκονται ακόμα σε φάση οργάνωσης που αναπόφευκτα, ενδεχομένως να προκαλέσουν διαρροή ψηφοφόρων. Σε αυτό το πλαίσιο, πρώτον συμπεριλήφθηκαν στο ψηφοδέλτιο των Ευρωεκλογών πρόσωπα που ανήκουν στον ευρύτερο χώρο της αριστεράς και της κεντροαριστεράς και δεύτερον, επιχειρούν ανοίγματα και σε πολιτικό επίπεδο προς τις υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις, κυρίως μέσω των εκλογών της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Ειδικά για τις εκλογές της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, αναμφίβολα το ΑΚΕΛ, πέτυχε περισσότερες συνεργασίες, από όσες αρχικά μπορούσε να εκτιμήσει κάποιος ότι θα γίνονταν και μάλιστα σε μεγάλους δήμους, όπως του Στροβόλου, της Λάρνακας, της Λεμεσού και της Πάφου. Μάλιστα αν καταφέρει να εκλέξει και κάποιους εξ αυτών, θα ερμηνευθεί ως επιτυχία της παρούσας ηγεσίας, που επέλεξε να βγάλει μπροστά, φρέσκα πρόσωπα, όχι απαραίτητα από τον χώρο της αριστεράς, κυρίως τεχνοκράτες, επαναλαμβάνοντας το εγχείρημα των Προεδρικών με Μαυρογιάννη.
Στην αντίπερα όχθη, στον Δημοκρατικό Συναγερμό, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Αν και είναι άδικο, διότι η Αννίτα Δημητρίου, δεν έχει κλείσει ακόμα, ούτε μήνα ως πρόεδρος του κόμματος, οι επικείμενες εκλογές, αποτελούν σημείο καμπής και για την ίδια και για το κόμμα. Κι αυτό διότι, αναλόγως του αποτελέσματος, θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό και η επόμενη ημέρα.
Ένα θετικό αποτέλεσμα, με πρωτιά ουσιαστικά θα στείλει το μήνυμα σε όσους την περιμένουν στην γωνία, ή σκόπευαν να την αμφισβητήσουν, να κάνουν ένα βήμα πίσω. Ένα αρνητικό αποτέλεσμα, με απώλεια της πρωτιάς και χαμηλά ποσοστά, η εκτίμηση που υπάρχει, είναι ότι θα επιτείνει, την αμφισβήτηση, τη μουρμούρα και την εσωστρέφεια και θα επιτρέψει σε διάφορους, να επανέλθουν δριμύτεροι, στον εμφύλιο που υποθάλπει και ανά διαστήματα αναζωπυρώνεται.
Το δεδομένο είναι πως το κόμμα θα πάει με ένα ψηφοδέλτιο, αρκετά δυνατό, με ισχυρές προσωπικότητες. Η γενική εικόνα που στέλνει η νέα ηγεσία, είναι πως μπορεί μεν η ίδια να αποτελείται από νέα και φρέσκα πρόσωπα, σε μια προσπάθεια να φέρει την ανανέωση στο κόμμα, ωστόσο ως προς τις επιλογές της, προτιμά τον σίγουρο δρόμο των δοκιμασμένων στελεχών.
Το στοίχημα για τις επόμενες 120 ημέρες για την Πινδάρου, είναι από τη μια να αποφύγει μια νέα αναζωπύρωση των παθών, έτσι ώστε να δημιουργηθούν νέες εστίες έντασης μεταξύ νέων και παλαιών στελεχών και από την άλλη να φτάσει στη βάση του κόμματος, η οποία κι από τις δημοσκοπήσεις, φένεται πλήρως «ξενερωμένη» με την υπάρχουσα κατάσταση και να την πείσει έτσι ώστε να πετύχει τα απαραίτητα ποσοστά συσπείρωσης, αφενός για την πρωτιά και αφετέρου για να μην μπει σε περιπέτειες αμφισβήτησης της δεύτερης έδρας του κόμματος.