Στις ελληνικές καλένδες το πρόβλημα της βίας στα γήπεδα-Έμεινε στα... αποδυτήρια της Βουλής το θέμα
07:03 - 11 Φεβρουαρίου 2024
Ο περασμένος Ιανουάριος, υπήρξε ένας μήνας πυκνός σε γεγονότα και εξελίξεις σε σχέση με τη βία στα γήπεδα. Ένας αγώνας διακόπηκε, άλλος ένας δεν ξεκίνησε ποτέ, το θέμα των κροτίδων, ανάγκασε τους ποδοσφαιριστές να προειδοποιήσουν με αποχή από τους αγωνιστικούς χώρους, ενώ η ΚΟΠ έλαβε απόφαση για απαγόρευση μετακίνησης φιλάθλων στα εκτός έδρας παιχνίδια των ομάδων. Την ίδια ώρα το Υπουργείο Δικαιοσύνης ετοίμασε Νομοσχέδιο για αντιμετώπιση του προβλήματος, ενώ και η Αστυνομία, για ακόμα μια φορά, βρέθηκε στο μάτι του Κυκλώνα για τους χειρισμούς της. Επιπλέον η Βουλή άνοιξε το Κουτί της Πανδώρας και επιχείρησε να εξεύρει λύσεις στο πρόβλημα.
Η εξέλιξη της συζήτησης της προπερασμένης Τετάρτης στη Βουλή, είναι μια μικρογραφία των όσων δεινών ταλαιπωρούν το κυπριακό ποδόσφαιρο. Τα σωματεία νίπτουν τας χείρας τους και ρίχνουν την ευθύνη στην Αστυνομία, η Αστυνομία καρφώνει τα σωματεία και τους παράγοντες, η ΚΟΠ διεκδικεί το αλάθητο και την απόλυτη αλήθεια, το Υπουργείο Δικαιοσύνης προσεγγίζει τα δεδομένα με ένα διαφορετικό μάτι, ενώ οι βουλευτές, αναλαμβάνουν ρόλο δικαστή και «δικάζουν» όλους τους υπόλοιπους. Από τη συζήτηση βέβαια είναι απόντες οι πλέον αρμόδιοι ή υπαίτιοι ή υπεύθυνοι (σ.σ. ο καθένας χρησιμοποιεί το επίθετο που τον εκφράζει καλύτερα), οι ίδιοι οι σύνδεσμοι των οργανωμένων, οι οποίοι έχουν και πρόσωπο και ονοματεπώνυμο και άποψη, η οποία ποτέ δεν τους ζητήθηκε.
Άλλωστε, δεν πάει πολύς καιρός, από τότε που η ίδια επιτροπή συζητούσε πρόταση Νόμου βουλευτή, που επεδίωκε να φέρει αλλαγές στον Νόμο για τη βία στα γήπεδα, που η Βουλή απέδειξε ότι ξέρει και τα ονόματά τους και τα τηλέφωνα τους, αφού προσκλήθηκαν και συμμετείχαν στη συζήτηση.
Κάποιος που παρακολούθησε τη συζήτηση της προπερασμένης Τετάρτης στην επιτροπή Νομικών ή άκουσε τις βαρύγδουπες δηλώσεις των εμπλεκομένων, θα αντιλαμβανόταν πως ένα τόσο σοβαρό ζήτημα, που η Κυβέρνηση ενέσκηψε πάνω του και έφερε άρον άρον το Νομοσχέδιο για τη βία στα γήπεδα στη Βουλή, έστω και με καθυστέρηση δέκα μηνών, από τότε δηλαδή που ανακοινώθηκαν από την τέως υπουργό Δικαιοσύνης, θα έμπαινε σε προτεραιότητα και σύσσωμη η πολιτεία θα έβρισκε άμεσα λύσεις, ώστε να σταματήσουν τα ημίμετρα της ΚΟΠ με την απαγόρευση μετακίνησης φιλοξενούμενων οπαδών.
Και σε αυτό το πλαίσιο, θα ανέμενε κανείς, ότι η συζήτηση στη Βουλή θα συνεχιζόταν, μέχρι να βρεθεί μια λύση ή στο χειρότερο σενάριο, το Υπουργείο Δικαιοσύνης, μετά το «άκυρο», αν όχι όλων, σχεδόν όλων των εμπλεκομένων, θα επανερχόταν.
Αντιθέτως, το θέμα απουσίαζε από την ατζέντα της Βουλής, ενώ απουσιάζει και αυτή την εβδομάδα. Και η προϊστορία λέει ότι θα απουσιάζει για αρκετό καιρό ακόμα. Μετά από τη συζήτηση της περασμένης Τετάρτης, όπου όλοι έβγαλαν τα απωθημένα τους, υπερασπίστηκαν τα συμφέροντα τους, το θέμα μπήκε - ξανά - στον πάγο.
Όπως έγινε τον περασμένο Μάρτιο, όταν η υπουργός Δικαιοσύνης εξήγγειλε το Νομοσχέδιο, το οποίο όμως παρέμεινε στα συρτάρια για έντεκα μήνες, όταν έγινε με τη δεύτερη εξαγγελία των ίδιων μέτρων τον περασμένο Δεκέμβριο, όπως έγινε και στα τέλη Ιανουαρίου, μετά τα τελευταία έκτροπα στα γήπεδα. Η Βουλή θα συνεχίσει να ασχολείται με άλλα θέματα, μέχρι το Υπουργείο Δικαιοσύνης να επανέλθει επί του νομοσχεδίου. Ενός Νομοσχεδίου που αξίζει να σημειωθεί, πως έτσι κι αλλιώς, δεν περιλαμβάνει το ένα από τα δύο νέα μέτρα που ανακοινώθηκαν από την Κυβέρνηση. Δεν περιλαμβάνει, δηλαδή, το μέτρο για την εποπτεία των Συνδέσμων Φιλάθλων στα Σωματεία.
Το συμπέρασμα που εξάγεται πλέον, είναι πως πέραν από τις αστοχίες και την αδυναμία της Αστυνομίας, σε επιχειρησιακά ζητήματα που αναδεικνύονται κατά καιρούς, δεν φαίνεται να υπάρχει βούληση από όλους τους εμπλεκόμενους, ώστε να λυθεί το θέμα μια κι έξω. Και η λύση δεν μπορεί να είναι μέτρα που εφαρμόστηκαν και αποτυγχάνουν κατ΄ επανάληψη στην Ελλάδα, αλλά μέτρα που θα βασίζονται στη λογική, θα λαμβάνουν υπόψη τη νοοτροπία των οπαδών, θα τιμωρούν τους πραγματικούς ενόχους και όχι όλο το φίλαθλο κοινό και θα λάμβαναν υπόψη την αναβάθμιση του προϊόντος και όχι την υποτίμηση του (σ.σ. κάμερες, αρίθμηση θέσεων, αψίδες κτλ). Αυτό θα μπορούσε να συμβεί, μόνο αν η πολιτεία για παράδειγμα, επένδυε στα γήπεδα και τις εγκαταστάσεις. Επένδυε στο ανθρώπινο δυναμικό για αλλαγή του καθεστώτος των stewards και την εκπαίδευση της Αστυνομίας. Επένδυε σε εξοπλισμό και μέσα, που θα έκαναν τη δουλειά της πιο εύκολη.
Πριν λίγες ημέρες, οδηγήθηκαν ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, τέσσερις οπαδοί, οι οποίοι φέρονται ως κάποιοι εκ των κουκουλοφόρων που εισήλθαν στον αγωνιστικό χώρο του Σταδίου Άλφαμέγα πριν από το Απόλλων-ΑΕΛ.
Η υπόθεση πήρε αναβολή, αφού η Αστυνομία δεν παρέδωσε έγκαιρα το μαρτυρικό υλικό, κάτι που έγινε για πρώτη φορά αλλά προκύπτει σε ουκ ολίγες ακροαματικές διαδικασίες. Η υπόθεση πήρε ημερομηνία εκδίκασης στις 13 Μαΐου 2024 (!) δηλαδή σε τρεις μήνες από σήμερα. Όταν δηλαδή το ποδοσφαιρικό πρωτάθλημα θα έχει τελειώσει, όταν τα πνεύματα θα έχουν ηρεμήσει, όταν η βία στα γήπεδα δεν θα βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας, οι τέσσερις θα οδηγηθούν στο Δικαστήριο. Και κανείς δεν γνωρίζει μετά από πόσες αναβολές και καθυστερήσεις, η εν λόγω υπόθεση θα τελεσιδικήσει. Και τότε, όταν το Δικαστήριο θα εκδώσει την απόφαση του, ενδεχομένως να λάβει ως μετριαστικό παράγοντα, το διάστημα που μεσολάβησε από την τέλεση των αδικημάτων. Και κάπως έτσι, αντιλαμβάνεται κανείς, πως οι ποινές, όποιες κι αν είναι, δεν μπορούν να λειτουργήσουν παραδειγματικά και για τους υπόλοιπους 200–300 νέους Παγκύπρια που ζουν στο περιθώριο και βλέπουν το ποδόσφαιρο ως ευκαιρία για να ξεσπάσουν και να εξωτερικευόσουν το μίσος και τη βία που τους κυριεύει.