Ζητούσε άσυλο επικαλούμενος απειλές γιατί δεν ήθελε να γίνει αρχιερέας ειδωλολατρικής θρησκείας-Κρίθηκε αναξιόπιστο
06:00 - 03 Δεκεμβρίου 2024
Έκλεισε η πόρτα και από το Εφετείο στην πλευρά Νιγηριανού που επιδίωκε την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου να απορρίψει το αίτηση του για παροχή διεθνούς προστασίας, η οποία σε πρώτη φάση επικυρώθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο, που έκρινε τον αιτητή αναξιόπιστο.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τον βασικό ισχυρισμό του Νιγηριανού ότι εγκατέλειψε τη χώρα, διότι αρνήθηκε - ως χριστιανός που είναι - να αναλάβει στην κοινότητά του το ρόλο του θανόντος πατέρα του ως αρχιερέα ειδωλολατρικής θρησκείας, με αποτέλεσμα να απειλείται η ζωή του από μέλη της κοινότητάς του.
Ωστόσο, ο ισχυρισμός του έπεσε στο κενό και ο αιτητής κρίθηκε αναξιόπιστος από το Δικαστήριο, αφού δεν ήταν σε θέση να περιγράψει επαρκώς τον αρχιερατικό ρόλο του πατέρα του, ούτε τον φερόμενο φορέα δίωξης ή και τις πράξεις δίωξης τις οποίες κατ' ισχυρισμό υπέστη. Κατά το πρωτόδικο Δικαστήριο, δεν προέκυπτε οποιοδήποτε βιωματικό στοιχείο που να τεκμηριώνει τον ισχυρισμό του, ούτε ήταν ευλογοφανής η απόφασή του να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, αντί να εγκατασταθεί σε άλλο τμήμα αυτής, στη βάση εξ ακοής απειλών που φέρεται να δέχθηκε.
Μετά από έρευνα την οποία το ίδιο το πρωτόδικο Δικαστήριο διεξήγαγε, κατέληξε ότι βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών για τη χώρα καταγωγής, ως αυτές οι πληροφορίες παρατίθονταν σε έκθεση του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο (ΟΕΕΑ) του 2017, δεν θεωρείται προσβολή των θείων το να αρνηθεί κάποιος τον πατροπαράδοτο ρόλο του αρχιερέα, ενώ στα αξιοσημείωτα είναι πως ο δε διάδοχος, συνήθως προετοιμάζεται από νεαρή ηλικία.
Επιπρόσθετα, από την έρευνα του ίδιου του πρωτόδικου Δικαστηρίου, διαπίστωσε ότι στον τελευταίο τόπο διαμονής του αιτητή, δεν υφίστατο αδιάκριτη βία, ώστε να δικαιολογείται η παροχή διεθνούς προστασίας σε αυτόν.
Μεταξύ άλλων στην απόφαση του το πρωτόδικο Δικαστήριο, αναφέρει πως «τα δεδομένα ασφαλείας του τελευταίου τόπου διαμονής του αιτητή, όπως προκύπτουν από επικαιροποιημένες διεθνείς πηγές, κατά το διάστημα 24/04/2022-24/04/2023, η ACLED κατέγραψε συνολικά 158 περιστατικά ασφαλείας (57 μάχες, 84 περιπτώσεις βίας κατά πολιτών, 17 εξεγέρσεις, και 28 διαδηλώσεις) στην πολιτεία Anambra με αποτέλεσμα 223 θανάτους. Τα στοιχεία αυτά βρίσκονται σε πτωτική τάση σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο. Κατά την απογραφή πληθυσμού του 2006, ο πληθυσμός της πολιτείας Anambra ανερχόταν στα 4.177.828, βάσει του οποίου υπολογίζεται ότι το 2016, ο πληθυσμός ανερχόταν σε 5.527.809, ενώ βάσει υπολογισμών για το έτος 2022, ο πληθυσμός ανέρχεται σε 5.953.500 κατοίκους. Καθίσταται συνεπώς κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή από περιστατικά ασφαλείας (223 θάνατοι) δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε η κατάσταση στην εν λόγω περιοχή να μπορεί να χαρακτηριστεί ως γενικευμένη κατάσταση αδιάκριτης βίας».
Με βάση τα πιώ πάνω, το Δικαστήριο υπέδειξε πως δεν προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο διαμονής του αιτητή, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή.
Προσφεύγοντας στο Εφετείο επί της πρωτόδικης απόφασης, η υπεράσπιση του Νιγηριανού, υποστήριξε πως η αναλογία περιστατικών ανά μήνα αναλογεί σε δεκατρία περιστατικά, ενώ η αναλογία θανάτων ένεκα αυτών των περιστατικών ανέρχεται στους δεκαοκτώ θανάτους ανά μήνα. Συνεπώς, ήταν η θέση της, πως σε περίπτωση επιστροφής του αιτητή πίσω στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει εύλογη πιθανότητα να υποστεί σοβαρή βλάβη.
Ωστόσο, το Εφετείο υπέδειξε πως δεν διενεργεί έλεγχο ορθότητας και ουσίας και ως εκ τούτου, δεν υποκαθιστά την κρίση της Υπηρεσίας Ασύλου ή του πρωτόδικου Δικαστηρίου με τη δική του, ενώ περαιτέρω σημείωσε πως η πρωτόδικη κρίση ήταν αφενός, επαρκώς αιτιολογημένη και αφετέρου, εύλογη, υπό την έννοια ότι η αναλογία θανάτων λόγω βίας σε σχέση με τον πληθυσμό του τελευταίου τόπου διαμονής του αιτητή στη χώρα καταγωγής του, όντως δεν φαίνεται να δικαιολογεί την ανάγκη παροχής διεθνούς προστασίας.
«Ο μοναδικός λόγος έφεσης εστιάζει αποκλειστικά στα δεδομένα που προκύπτουν από την πηγή πληροφόρησης στην οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο βάσισε την εφεσιβαλλόμενη κρίση του, χωρίς να αμφισβητεί την ορθότητα αυτών των δεδομένων, παρά μόνο το εύλογο της πρωτόδικης κρίσης (το οποίο επικυρώνουμε) στη βάση αυτών των δεδομένων. Συνάγεται ότι οι λοιπές θεματικά αναφορές στο περίγραμμα του Εφεσείοντα είναι αλυσιτελείς και, ως τέτοιες, ανεπίδεκτες εφετειακής εξέτασης», ανέφερε καταληκτικά το Εφετείο, το οποίο απέρριψε την έφεση.