Η πολυκερματισμένη Συρία, η διπλωματική δραστηριότητα και το αβέβαιο αύριο
06:00 - 16 Δεκεμβρίου 2024
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, μιλώντας με τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Αντόνιο Κόστα, λίγες ημέρες πριν από τη Σύνοδο, τόνισε για άλλη μία φορά την ανάγκη η ΕΕ να διαδραματίσει ενεργό ρόλο στην επόμενη μέρα της Συρίας, καθώς, λόγω της γεωγραφικής εγγύτητας, οι εξελίξεις στην χώρα επηρεάζουν άμεσα κρίσιμους τομείς για την Ένωση, όπως το μεταναστευτικό, την ασφάλεια και την περιφερειακή σταθερότητα. Αυτό είναι κάτι που αναγνωρίζεται, γι’ αυτό και το Συμβούλιο θα υιοθετήσει σχετικά Συμπεράσματα. Το πρόβλημα είναι πως κανείς ακόμη δεν ξέρει ποια είναι η επόμενη ημέρα της Συρίας, ώστε να μπορεί να κάνει τους καλύτερους δυνατούς σχεδιασμούς.
Η διεθνής διπλωματία αντιλαμβάνεται ότι πρέπει να ενεργοποιηθεί. Η πτώση του καθεστώτος Άσαντ ήταν κάτι που περίμενε για περισσότερο από μία δεκαετία. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, παρά τα εικοσιτετράωρα που παρήλθαν, ο πλανήτης δεν ξέρει τι να περιμένει. Για την ακρίβεια, δεν ξέρει καν αν έχει τελειώσει αυτός ο πόλεμος ή αν τελικά μπήκε στη νέα του πράξη, με νέους πρωταγωνιστές στους κεντρικούς ρόλους.
Μια χώρα χωρίς ακριβώς τεράστια εμπειρία στη Δημοκρατία, έχει αυτή τη στιγμή στο τιμόνι της μια τρομοκρατική οργάνωση χωρίς ιδιαίτερη πολιτειακή εμπειρία. Το παιδί της Al Qaeda, η HTS, θα κληθεί να κολλήσει τα σπασμένα κομμάτια, να βρει λύσεις σε χιλιάδες προβλήματα και να αποκαταστήσει την σταθερότητα στη χώρα. Οι πιθανότητες να τα καταφέρει όλα φαίνονται εκ πρώτης όψεως χαμηλές, παρά τις υποσχέσεις που δίνει και την αποφασιστικότητα που επιδεικνύει, καθώς και την ρητορική μετακίνηση προς την μετριοπάθεια.
Η διπλωματική δραστηριότητα είναι πολύ έντονη, ενώ όλοι προσπαθούν να κολυμπήσουν στα αχαρτογράφητα συριακά νερά. Συναντήσεις, τηλεφωνήματα και σύνοδοι συνθέτουν ένα πλέγμα ταυτόχρονων δράσεων, οι οποίες ισορροπούν ανάμεσα σε αντικρουόμενα συμφέροντα. Μάλιστα και η Κύπρος, ως γειτονική χώρα, ενδιαφέρεται πολύ για την επόμενη ημέρα της Συρίας και συμμετέχει στην διπλωματική δραστηριότητα, τόσο μέσω των πολλών επαφών με άλλα κράτη της περιοχής, όσο και με την ευρωπαϊκή της ιδιότητα. Και έχει και η Λευκωσία κάθε λόγο να ανησυχεί.
«Κανένας δεν θα πεθυμήσει τον Μπασάρ αλ Άσαντ και περιμέναμε πολύ καιρό να δούμε τους Σύρους να πανηγυρίζουν την πτώση του. Όμως είναι σημαντικό να ισοζυγίσουμε τις προσδοκίες με την πραγματικότητα πως οι χώρες μετά από συγκρούσεις αντιμετωπίζουν σοβαρές προκλήσεις και ρίσκα», γράφει στο Modern Diplomacy ο αναπληρωτής καθηγητής πολιτικών επιστημών Ben Luongo. Όπως εξήγησε, η πτώση του Άσαντ αφήνει ένα κενό, το οποίο θα προσπαθήσουν να γεμίσουν αντικρουόμενα συμφέροντα, τα οποία απειλούν τις προοπτικές μιας σταθερής και δημοκρατικής Συρίας.
Το ερώτημα τι συμβαίνει στην μετά-Άσαντ Συρία δεν έχει ξεκάθαρες απαντήσεις, όμως είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι η πτώση τέτοιου είδους ηγετών σπανίως οδηγεί στη δημοκρατική σταθερότητα, επισημαίνει περαιτέρω, παραπέμποντας στο γεγονός πως, παρά τα δημοκρατικά όνειρα της Αραβικής Άνοιξης, γενικά απέτυχε να παράγει νέες, σταθερές δημοκρατίες, ενώ πολύ συχνά οι αλλαγές στην περιοχή βοηθούσαν στην ανάπτυξη ακραίων ομάδων.
Πέραν από αυτή τη γενική θεωρία, στην περίπτωση της Συρίας υπάρχουν και πιο ειδικοί παράγοντες που καθιστούν αβέβαιο το μέλλον. Όπως εξήγησε ο Luongo, η χώρα διαθέτει έναν περίπλοκο πληθυσμό, ο οποίος κατακερματίστηκε ακόμη περισσότερο με βάση το ποιον υποστήριζε ο καθένας στον εμφύλιο. «Οι αλλαγές στις δυναμικές εξουσίας, μπορεί να επιδεινώσουν την εχθρότητα και να απειλήσουν την προοπτική σταθερότητας», ανέφερε. Έφερε ως παράδειγμα τους αλαβίτες (από τους οποίους προέρχεται η οικογένεια Άσαντ), οι οποίοι είναι μειονότητα στη Συρία, αλλά είχαν περισσότερη δύναμη στον στρατό από την πλειοψηφία των σουνιτών. Δεν αποκλείεται τώρα, ενόσω οι ισλαμιστικές στρατιωτικές ομάδες αποκτούν περισσότερη δύναμη, να τους στοχοποιήσουν. Πίσω από τις διάφορες ομάδες του πληθυσμού τόσο καιρό βρίσκονταν και ξένες δυνάμεις, για παράδειγμα το Ιράν στήριζε τους σιίτες, οι ΗΠΑ τους Κούρδους, η Τουρκία τους σουνίτες κτλ. Όπως σημείωσε ο αναπληρωτής καθηγητής, αυτού του είδους οι διαιρέσεις μπορεί εύκολα να τύχουν εκμετάλλευσης από εξτρεμιστικές ομάδες, που ενδέχεται να επιχειρήσουν να κεφαλαιοποιήσουν την πτώση του Άσαντ. «Αυτό συνέβη το 2014, όταν η ISIS κέρδισε τον έλεγχο μεγάλου κομματιού της Συρίας και του Ιράκ, λόγω των πολιτικών και εθνικών διαφορών στις δύο χώρες», πρόσθεσε.
«Η πιο σκληρή δουλειά πρέπει να γίνει από τους ίδιους τους Σύρους. Και αυτό πρέπει να το θυμούνται οι δυτικές δυνάμεις», ανέφερε, θυμίζοντας πως υπήρξε μία σειρά από αποτυχίες κατόπιν δυτικής εμπλοκής, όπως στις περιπτώσεις του Ιράκ και του Αφγανιστάν. «Μόνο οι Σύροι γνωρίζουν αρκετά καλά τα πολιτικά τους, ώστε να ξαναχτίσουν τη χώρα τους», κατέληξε.
Οι Σύροι λένε ότι μπορούν και ότι θέλουν. Το ερώτημα αν, με αυτά τα δεδομένα, θα τα καταφέρουν και κυρίως αν θα τα καταφέρουν σωστά, συνεχίζει να αιωρείται.