«Ήμουν 13 χρονών.... Είπαν μας να πηαίνεται θκυό θκυό μπροστά να σας παίζουμε, έτρεξα τζαι γλύτωσα»

Το 1974 ήταν μόλις 13 ετών. Κατά τη δεύτερη εισβολή του Αττίλα συνελήφθη μαζί με τα παιδιά της αδελφής του και οδηγήθηκαν όλοι από τους Τούρκους στο εκτελεστικό απόσπασμα. Τους είπαν να πηγαίνουν δύο δύο μπροστά για να τους πυροβολούν. Ήταν παιδί και προσπαθούσε να αντιληφθεί τι συμβαίνει. Άλλωστε, αν και 13 χρονών, αναγκάστηκε να ζήσει τις πιο σκληρές στιγμές που μπορεί να ζήσει κανείς στη ζωή του. Άκουγε τα ανίψια του να κλαίνε, έβλεπε τους άλλους να αγκαλιάζονται και να φωνάζουν από φόβο. Ξαφνικά άρχισαν να πέφτουν πυροβολισμοί. Και τότε, η διαίσθηση του, του έλεγε να τρέξει. Και άρχισε να τρέχει, να τρέχει όσο πιο μακριά μπορούσε. Χωρίς να μπορεί να δει πίσω του τι συνέβαινε. Άκουγε μόνο πυροβολισμούς. Συνέχισε όμως να τρέχει, καταφέρνοντας έτσι να γλιτώσει από τα χέρια των τούρκων.

Ο 63χρονος σήμερα Άλκης Πιερίδης, γεννήθηκε κοντά στις καταγάλανες παραλίες της Αμμοχώστου, με την ιστορία του, να συγκαταλέγεται στις τραγικότερες της σύγχρονης ιστορίας της Κύπρου. Μιας ιστορίας γεμάτης πόνο και θλίψη. Δάκρυα, σκοτωμούς και αγνοούμενους, με την υπογραφή του βάρβαρου κατακτητή.

Όσα τραγικά έζησε, τα διηγήθηκε στο πλαίσιο της δράσης της Επικεφαλής για θέματα Αγνοουμένων, Άννας Αριστοτέλους, το Γραφείο της οποίας τίμησε την περασμένη Τετάρτη, οικογένειες αγνοούμενων και πεσόντων της Αμμοχώστου, ανάμεσα στους οποίους και την αδελφή του, Χρυστάλλα Κυριάκου, η οποία μέχρι σήμερα περιμένει καρτερικά να μάθει για την τύχη των τριών παιδιών της. Τις τρίχρονες Μαρία και Κίκα και τον πεντάχρονο Ανδρέα.

Τον υιοθέτησε η αδελφή του

Ο κ. Πιερίδης, από μικρός ένιωθε πάντα πρόσφυγας, αφού οι γονείς του έφυγαν νωρίς από τη ζωή. Πρώτα η μητέρα του και λίγο αργότερα ο πατέρας του. Μετά το χαμό του πατέρα του, έμεινε για λίγο στην νονά του και μετά μια γυναίκα ήθελε να τον υιοθετήσει και να τον πάρει μαζί της στην Αγγλία, αλλά η αδελφή του, Χρυστάλλα, δεν δέχθηκε και τον κράτησε μαζί της.

«Η αδελφή μου με υιοθέτησε και μέναμε στην Κάτω Δερύνεια. Με τη δεύτερη εισβολή πλησίασαν οι Τούρκοι. Αποφασίσαμε ότι έπρεπε να φύγουμε, όπως και ο περισσότερος κόσμος. Μαζεύτηκαν τα πεθερικά της αδελφής μου και κάποιοι γείτονες. Ήμασταν 17 άτομα και μπήκαμε σε ένα μικρό βαν.

Πήγαμε στο Λιοπέτρι και το βράδυ διανυκτερεύσαμε σε ένα δίπατο σπίτι, αλλά μετά έπρεπε να φύγουμε και πήγαμε στην Ξυλότυμπου. Μείναμε το βράδυ κάτω από αποκαλάμες σε κάτι χωράφια και την επόμενη μέρα ακούσαμε από το ράδιο ότι έπρεπε να πάμε στην τεχνική σχολή της Αμμοχώστου. Εγώ ήμουν 13 ετών τότε, δεν συμμετείχα στις αποφάσεις της οικογένειας. Ήμασταν αρκετά άτομα, εγώ η αδελφή μου τα παιδιά της και άλλα τρία με τέσσερα παιδιά. Αποφασίσαμε λοιπόν να πάμε στο σπίτι της αδελφής μου για να πάρουμε κάποια πράγματα. Φτάσαμε στο βενζινάδικο της Δερύνειας και εκεί είχε στρατιώτες, οι οποίοι μας σταμάτησαν και μας ρώτησαν που πηγαίνουμε. Τους είπαμε ότι πάμε στην Κάτω Δερύνεια. Για μένα αυτό ήταν εγκληματικό, διότι έστειλαν πολλούς στη σύλληψη. Ήταν αδιανόητο οι πολίτες να πηγαίνουν μπροστά από την πρώτη γραμμή.

Μας συνέλαβαν στο συνεργατικό της Κάτω Δερύνειας. Θυμάμαι ήρθε ένας Τουρκοκύπριος με ένα αυτοκίνητο πράσινο και μας ρώτησε που πηγαίνουμε. Μας οδήγησε στο στρίψιμο του αγίου Μέμνωνα και εκεί είχε περίπου 200 πολίτες. Μας ρώτησε που πηγαίναμε και τους είπαμε πηγαίναμε σπίτι μας. Πήγαμε και μείναμε εκεί δύο με τρεις νύχτες. Δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε το πρόβλημα που διατρέχαμε, ούτε να φανταστούμε τι θα προέκυπτε. Μείναμε μια νύχτα τζαι την επόμενη μέρα ήρθαν κάποιοι Τούρκοι στρατιώτες, έβγαλαν μας έξω και πήραν τα ρολόγια από τους μεγάλους ανθρώπους. Τότε επενέβησαν κάποιοι άλλοι και τους σταμάτησαν.

Η πιο τραγική μέρα όμως ήταν επόμενη, δηλαδή στις 19 Αυγούστου. Τότε ήρθε ένα αυτοκίνητο sport convertible και είπαν στις κοπέλες να μείνουν στο σπίτι και οι υπόλοιποι να τους ακολουθήσουμε. Μας μετέφεραν σε ένα σπίτι καμιά διακοσαριά μέτρα πιο πάνω και σε κάποια φάση όπλισαν τα όπλα τους. Μιλούσαν τούρκικα και μας είπαν θα σας πάρουμε στα περβόλια να σας σκοτώσουμε.

Σε κάποια στιγμή, ο πεθερός της αδελφής μου τους είπε «καλά εν να σκοτώσετε ηλικιωμένους τζαι μωρά»; Μας πήραν τελικά σε ένα περβόλι περιφραγμένο, τζαι εβάλαν μας σε ένα ξέφωτο, διότι ήταν γεμάτο πορτοκαλιές τζαι λεμονιές η περιοχή.

Εγώ έμεινα πίσω, οι άλλοι άρχισαν να κλαίνε, να φωνάζουν. Είπαν μας να πηαίνεται θκυό θκυό μπροστά να σας παίζουμε. Οι πρώτες ήταν η Σωτήρα η αδελφή του γαμπρού μου τζαι μια γειτόνισσα τους, η Χριστίνα Λιασή. Εξεκινήσαν να πυροβολούν. Με τους πρώτους πυροβολισμούς ήταν και ο χώρος τέτοιος που με βοήθησε και η τύχη δεν ξέρω, έτρεξα και γλύτωσα.

Οι υπόλοιποι αγκαλιάστηκαν. Τα μωρά τα κρατούσαν, αγκαλιασμένα με τη γιαγιά τους, έκλαιγαν, σε έτσι στιγμές δεν μπορείς να ξέρεις πώς αντιδρά ο κάθε άνθρωπος. Αν έσιεις οποιαδήποτε ελπίδα θα την κυνηγήσεις. Είχα την επιλογή να τρέξω και έτσι έκαμα.

Σε κάποια στιγμή έκαμα να σταματήσω, έσκυψα κάτω από τα δεντρά, αλλά επειδή το χωράφι ήταν πιο ψηλό δεν μπορούσα να δώ. Έμπηκα στο πρώτο σπίτι που ήβρα στη Δερύνεια τζαι είσιε δύο στρατιώτες που με παραλάβαν και με πήραν να δώσω κατάθεση στο σημερινό κτίριο της Αναγέννησης Δερύνειας».

«Ποιος μπορεί να ξεχάσει;»

Κάπως έτσι, γλύτωσε από τις σφαίρες των κατακτητών, που δεν δίσταζαν να εκτελέσουν γυναικόπαιδα και ηλικιωμένους. Μέχρι σήμερα, τα παιδιά της αδελφής του και τα πεθερικά της είναι ακόμη αγνοούμενοι, αφού δεν κατέστη δυνατός ο εντοπισμός τους από τις έρευνες της Επιτροπής Αγνοουμένων. Ο κ. Άλκης, αδυνατεί να ξεχάσει και ποιος μπορεί να τον αδικήσει; Ποιος θα ξεχνούσε στη θέση του;

«Είναι πράγματα που δεν μπορείς να ξεχάσεις. Είναι μια πληγή που όσο την σκαλίζεις ή όταν έρχεται ο Αύγουστος, αιμορραγεί πάλε. Τίποτα δεν ξεπερνιέται, αλλά το να σε βάλουν στο εκτελεστικό και να πυροβολούν, τι χειρότερο μπορεί να υπάρχει;

Δεν νομίζω κάποιοι άνθρωποι από τους αγνοούμενους μας να είναι ζωντανοί. Επειδή έζησα τζίνες τις ώρες, είδα ότι ήταν αποφασισμένοι. Αν ήταν σε μια πόλη τώρα, που υπήρχαν οικογένειες, να σας πως ότι κάποιος μπορούσε να τους έκρυβε, αλλά τώρα σε ένα ερημικό χώρο, δεν πιστεύω ότι υπάρχει ελπίδα.

Για μένα το πιο τραγικό πρόσωπο της εισβολής πιστεύω ότι είναι ο γαμπρός μου. Ένας άνθρωπος με δέκα αγνοούμενους. Ο πατέρας του, η μητέρα του, ο αδελφός του, η αδελφή του, τα τρία μωρά του και τα τρία μωρά της αδελφής του. Είναι απίστευτο πράμα. Είναι ένας άνθρωπος που κλείστηκε στον εαυτό του και δεν εμφανίζεται. Να βγει να πει τι; Η αδελφή μου είναι διαφορετικός άνθρωπος».

Ο άνθρωπος που τους έστησε στο εκτελεστικό απόσπασμα

Σήμερα ζει στο Αρμενοχώρι της επαρχίας Λεμεσού, με τη δική του οικογένεια, ωστόσο, κλήθηκε σε κάποιες περιπτώσεις για να συνδράμει με τη γνώση του στις έρευνες της Διερευνητικής Επιτροπής για τους Αγνοούμενους. Εκεί έμαθε τόσο για τον Τουρκοκύπριο που τους συνέλαβε τότε, αλλά και για τον Τουρκοκύπριο που τους έστησε στο εκτελεστικό απόσπασμα.

«Πήγα δύο φορές με την Επιτροπή Αγνοουμένων στην Αμμόχωστο. Δεν ήξεραν ότι ήταν στην κλειστή περιοχή και επήραν με στην περιοχή των περβολιών Πέρτσιενας.

Σε μια παλιά μου συνέντευξη είπα ότι εκείνοι που σκότωσαν μωρά έσιει Θεό εν να πληρώσουν. Τζίνη τη μέρα είσιε ένα μεγάλο άνθρωπο της Επιτροπής και με βομβάρδιζε με ερωτήσεις. Ήμουν ψυχολογικά φορτισμένος. Όταν με ρώτησε ποιος σας εσύλλαβε τζαι είπα του ένας με ένα αυτοκίνητο πράσινο, είπε μου εν ο τάδε. Διότι έκαμε παρέα με Τουρκοκύπριους και ήταν λία τα αυτοκίνητα.

Ερώτησε με αν εθυμούμουν τζίνους που μας επυροβολήσαν, είπα του ήταν ένας κορμαλιάς που εμίλαν άπταιστα ελληνικά. Εξεχώριζε στην ομιλία του το «Σ». Είπε μου εν ο τάδε, ήταν λιμενεργάτης τζαι επέθανε το 1976 με καρκίνο. Τα εγκληματα σίγουρα τιμωρούνται.

Την τελευταία φορά που πήγαμε με την Επιτροπή Αγνοουμένων, ήταν και δύο κοπέλες Τουρκοκύπριες που έκαναν τη μετάφραση του αξιωματικού του στρατού τζαι μας πήραν σε ένα χώρο με δεξαμενή τζαι μια συκαμιά τεράστια, σε κάτι περβόλια Δερυνιωτών. Είπα τους ότι δεν ήταν τζίνη τζαι επήραν μας πιο κάτω, αλλά δεν βρήκαμε κάτι. Ήταν η τελευταία φορά που επήγα».

Η απουσία το κράτους και η ελπίδα της επιστροφής

Ο κ. Πιερίδης, όπως και πολλοί πρόσφυγες, δεν κρύβει την ενόχλησή του για τη διαχρονική αδιαφορία του κράτους και την έλλειψη στήριξης, είτε αυτή είναι ψυχολογική, είτε έμπρακτη. Παρότι έζησε τραγικές στιγμές, δεν ζητά ευνοϊκή μεταχείριση, αλλά τουλάχιστον ίση με τους υπόλοιπους πολίτες του κράτους.

«Έχουμε ένα σπίτι που παλεύκουμε να το διατηρήσουμε, ένα σπίτι που ήταν χαλαμάντουρο. Δουλεύκουμε, φορολογούμαστε κανονικά, δεν έχουμε καμία εύνοια, ούτε την θέλουμε. Θέλουμε να είναι το κράτος δίκαιο. Ότι δικαιούται ο κάθε πολίτης να το έχουμε κι εμείς. Δεν έχουμε κάτι το ξεχωριστό, ούτε θέλουμε να μας βοηθήσουν να βρούμε μια δουλειά. Ιδίως ο γαμπρός μου (σύζυγος της αδελφής του Χρυστάλλας) που έχει τόσα προβλήματα υγείας, έπρεπε αυτός ο άνθρωπος να είναι στην κορυφή της λίστας για τη στήριξη από το κράτος.

Δεν είχαμε καμία ψυχολογική βοήθεια και δυστυχώς ο κόσμος είναι παρεξηγημένος στην Κύπρο. Ανήκω στην τελευταία γενιά των θυμάτων. Οι πιο νεαροί ότι τους πεις νομίζουν ότι είναι παραμύθια. Ακούμε στις περιοχές μας τους πολέμους και ξέρουμε τι είναι να κρατάς το μωρό σου στην αγκαλιά σου πεθαμένο ή να πέφτουν οι ρουκέτες βροχή.

Η ελπίδα μας για επιστροφή όμως δεν σβήνει, αλλά ρεαλιστικά μιλώντας είναι πολύ δύσκολο. Είναι όπως την Κωνσταντινούπολη. Κι εκείνοι πιστεύουν ότι θα γυρίσουν. Με ποιο τρόπο όμως; Αν δεν θέλουν οι μεγάλοι και όταν δεν μπορείς να τα βάλεις με τον Τούρκο, θα μείνουν τα πράματα όπως είναι και μη χειρότερα».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Δειτε Επισης

Ποινή με αναστολή στην αδελφή του δολοφόνου του Αγγελή για απειλητικά sms για φόνο-Λήφθηκε υπόψη η πρόκληση
Στην τελική ευθεία για τη νέα κάρτα φιλάθλου-Βάζουν δικλείδα ασφαλείας για την πλαστογράφηση
Η ψήφος της συμπολίτευσης για τις τράπεζες και το αιώνιο πρόβλημα με το κενό επικοινωνίας
Χαμογελούν πολύτεκνοι και τρίτεκνοι με τις αλλαγές στο επίδομα τοκετού-Ζητούν δημογραφική πολιτική
Συνεχίζεται το μπάχαλο με ΤΑΚΑΤΑ-Ενημερώνουν το κοινό για αλλαγές αερόσακων, με ραντεβού δύο μήνες μετά
Εισηγήσεις Λοττίδου μετά από παράπονα για την κυπριακή υπηκοότητα
Ο πόλεμος των τουρκικών συμμοριών στην Ελλάδα–Ζουν πολυτελώς, πυροβολούν για πλάκα
Κάθειρξη 14 ετών σε Ουκρανή για εσχάτη προδοσία-Είχε γράψει επιστολή στον Ρώσο πρεσβευτή στον ΟΗΕ
Ανακοίνωση του Τμήματος Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών για κινδύνους από φωτοβολταϊκά σετ
Επιστρέφει στη Συρία η ακτιβίστρια Γιούσρα Μαρντινί-«Ποτέ δεν πίστευα ότι θα μπορούσα να πάω στην χώρα μου»