Ποια σφαίρα θα αναγκάσει το κράτος να προστατέψει τη δημόσια ασφάλεια;
06:00 - 18 Ιανουαρίου 2024
«Η διασφάλιση και της ίδιας της ασφάλειας, αλλά και του αισθήματος της ασφάλειας της κοινωνίας των πολιτών είναι μια από τις ύψιστες προτεραιότητες της πολιτείας», δήλωσε ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος, Κωνσταντίνος Λετυμπιώτης, λίγες ώρες μετά την απόπειρα φόνου, που έλαβε χώρα σε μια από τις πιο πολυσύχναστες λεωφόρους της πρωτεύουσας, σε ώρα απογευματινής αιχμής.
Ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος έχει, βεβαίως, δίκαιο. Θα έπρεπε η διασφάλιση της ασφάλειας του αισθήματος ασφάλειας της κοινωνίας να είναι ύψιστη προτεραιότητα για την πολιτεία. Αλλά, μέχρι στιγμής, η Κυβέρνηση αποτυγχάνει να μας πείσει πως είναι. Στον σχεδόν ένα χρόνο διακυβέρνησής της, είδαμε ίσως τα χειρότερα επεισόδια που έλαβαν χώρα μέσα σε δρόμους στη σύγχρονη κυπριακή ιστορία, είδαμε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να αναφωνεί πως ντρέπεται για την κατάντια, είδαμε συσκέψεις επί συσκέψεων και δεν είδαμε να γίνεται τίποτα το ουσιαστικό προς την κατεύθυνση της βελτίωσης της κατάστασης.
Αντιθέτως, το τελευταίο διάστημα, η διάχυτη εντύπωση είναι πως το οργανωμένο έγκλημα και οι χούλιγκανς πήραν κεφάλι και τίποτα και κανένας δεν μπορεί να τους σταματήσει. Πρόκειται, φυσικά, για δύο διαφορετικές καταστάσεις, καθώς η μία έχει και κοινωνικό υπόβαθρο, ενώ η άλλη κινείται καθαρά στη σφαίρα της εγκληματικότητας. Όποια και αν είναι η αφετηρία, όμως, και όποιες και αν είναι οι προσεγγίσεις που πρέπει να υπάρξουν, αυτή τη στιγμή το κράτος δεν είναι σε θέση να εμπνεύσει στους πολίτες το αίσθημα της ασφάλειας, αφού δεν είναι σε θέση να διασφαλίσει τη δημόσια τάξη.
Μπορεί να παρήλθε εδώ και χρόνια η εποχή που στην Κύπρο αφήναμε τις πόρτες των σπιτιών ξεκλείδωτες, όμως δεν μπορεί να θεωρείται φυσιολογική εξέλιξη να κινδυνεύουν οι πολίτες να πληγούν από αδέσποτη σφαίρα πρωί πρωί στον παραλιακό της Λεμεσού ή στη μέση του απογεύματος στη Λεωφόρο Λάρνακος. Τα όποια ξεκαθαρίσματα δεν πρέπει και δεν μπορεί να επηρεάζουν την καθημερινότητα των ανθρώπων που ουδεμία σχέση έχουν με τις δραστηριότητες αυτού του κόσμου, επειδή βρέθηκαν στον λάθος τόπο, την λάθος ώρα (αιχμής). Και φυσικά δεν μπορεί το κράτος να εξαρτάται από τα όποια υπαρκτά ή ανύπαρκτα ένστικτα μπορεί να έχουν άνθρωποι που προβαίνουν σε σοβαρές εγκληματικές ενέργειες, να μην εμπλέξουν ή να προστατέψουν παιδιά ή αθώους περαστικούς.
Είναι δουλειά του κράτους να δημιουργεί συνθήκες ασφαλείας. Και όσο το κράτος και κυρίως η Αστυνομία, που έχει την πρώτη και κύρια ευθύνη, αφήνει το οργανωμένο έγκλημα να δρα, χωρίς να μπορεί να σπάσει τον κύκλο των επιθέσεων και των αντιποίνων, αφού δεν καταφέρνει να εξιχνιάσει υποθέσεις και να οδηγήσει τους υπεύθυνους ενώπιον της Δικαιοσύνης, οι βόμβες, οι εμπρησμοί και οι σφαίρες θα πληθαίνουν, αφού θα επιβάλλουν τη δική τους «τάξη» εκεί που δεν διασφαλίζεται η δημόσια τάξη.
Στην ίδια διαπίστωση κατέληξε, άλλωστε, και ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, ο οποίος συμφώνησε, στον απόηχο της δεύτερης επίθεσης κατά δημόσιου κατηγόρου μέσα σε λίγες ημέρες, πως όταν δεν υπάρχει εξιχνίαση εγκλημάτων, σαφώς και οι δράστες ενθαρρύνονται. Και είναι ξεκάθαρο πως το τελευταίο διάστημα έχουμε πολλούς ενθαρρυμένους δράστες και λίγες εξιχνιάσεις εγκλημάτων. Αυτό που δεν είχαμε, μέχρι στιγμής, και αναμένουμε είναι διορθωτικές ενέργειες από πλευράς Κυβέρνησης, ώστε να αποκατασταθεί το κύρος της Αστυνομίας (το οποίο είναι ήδη βαθιά πληγωμένο από τα επεισόδια σε Χλώρακα και Λεμεσό) αλλά κυρίως να βελτιωθεί η επιχειρησιακή της ικανότητα, ώστε να είναι σε θέση να εξιχνιάζει υποθέσεις και -στο μέτρο του δυνατού και του ρεαλιστικού- να αποτρέπει την εγκληματική δραστηριότητα.
Όταν η Αστυνομία δεν κάνει τη δουλειά της σε ένα κράτος, δημιουργείται ένα κενό ασφάλειας, το οποίο μπορεί να καταληφθεί από τον οποιονδήποτε. Και το να παίρνει ο οποιοσδήποτε τον νόμο στα χέρια του είναι ένα εφιαλτικό σενάριο για κάθε Δημοκρατία. Το ζήτημα είναι πάρα πολύ σοβαρό και ο νέος Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης έδειξε από την πρώτη στιγμή να το αντιλαμβάνεται και να το αναγνωρίζει, σε αντίθεση με κάποιους εκ των προκατόχων του τα προηγούμενα χρόνια, καθώς και άλλους εκπροσώπους των Αρχών, που ήταν καλύτεροι στο να εντοπίζουν ελαφρυντικά και δικαιολογίες.
Όλοι έχουν το δικαίωμα να περπατούν στον δρόμο χωρίς να ανησυχούν ότι θα τους πλήξει μια σφαίρα. Όλοι έχουν το δικαίωμα να πάρουν τα παιδιά τους στο γήπεδο, χωρίς να ανησυχούν ότι θα προσγειωθεί ένα αντικείμενο στο κεφάλι τους. Όλοι έχουν το δικαίωμα να κοιμούνται ήσυχα τη νύχτα, χωρίς να ανησυχούν ότι θα βρουν το αυτοκίνητό τους καμένο, επειδή κάποιος αποφάσισε να καταστρέψει το αυτοκίνητο του γείτονα. Όλοι έχουν το δικαίωμα να κάνουν αναπόσπαστα τη δουλειά τους, χωρίς να ανησυχούν πως οποιοσδήποτε ενοχληθεί θα θέσει τη ζωή τους ή τα περιουσιακά τους στοιχεία σε κίνδυνο. Αυτά τα πράγματα είναι βασικά και αυτονόητα σε ένα κράτος δικαίου, αλλά δυστυχώς, μέρα με την μέρα, καθίστανται όλο και λιγότερο αυτονόητα στην Κύπρο.
Πότε, επιτέλους, θα δράσει αποτελεσματικά το κράτος; Όταν η σφαίρα θα πλήξει τον διερχόμενο οδηγό που ήταν σταματημένος στα φώτα; Τον λουόμενο που χαλάρωνε στην παραλία; Τον θαμώνα της καφετέριας που έπινε ανέμελος τον καφέ του; Τότε θα είναι πολύ αργά, επειδή αυτή η σφαίρα θα έχει ήδη σκοτώσει και τα τελευταία ψήγματα του αισθήματος δημόσιας ασφάλειας που μας έχουν απομείνει.