Σύγκρουση Άρθρων για αποτυπώματα και DNA εξετάζει για πρώτη φορά το Ανώτατο-Στο επίκεντρο το Ενωσιακό Δίκαιο

Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αναμένεται η απόφαση του Ανωτάτου σε σχέση με αίτημα για ακύρωση διατάγματος που αφορούσε λήψη αποτυπωμάτων και άλλων γενικών δειγμάτων (DNA) από πρόσωπο που τελούσε υπό κράτηση, με την υπεράσπιση του αιτητή να εγείρει από τη μία θέμα αντισυνταγματικότητας και από την άλλη μη συμβατότητας του άρθρου 25, στην βάση του οποίου εκδόθηκε το επίδικο διάταγμα, με την Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Ως εκ τούτου, σε περίπτωση που το Ανωτάτο ακυρώσει το σχετικό διάταγμα, δίνοντας σε πρώτη φάση άδεια για καταχώρηση αίτησης για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, δημιουργείται προηγούμενο, όπως έγινε και στην περίπτωση με τα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα, τον Οκτώβριο του 2021. Απόφαση κατά την οποία κρίθηκε κατά πλειοψηφία παράνομη την αυθαίρετη κατακράτηση των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων από τους παροχείς, με το Ανώτατο να υποδεικνύει πως ο Νόμος 183(Ι)2007 αντιβαίνει των κανονισμών της Ευρωπαϊκής Σύμβασης και την εφαρμοστέα ενωσιακή νομολογία.

Στο ίδιο μήκος κύματος κυμαίνεται και η γραμμή της υπεράσπισης του αιτητή, που εκπροσωπείται από τον δικηγόρο Γιάννη Νεάρχου και το δικηγορικό του Ηλία Στεφάνου, για τον οποίο είχε εκδοθεί διάταγμα, καθώς είχε αρνηθεί να συναινέσει ώστε να ληφθούν από αυτόν παλαμικά αποτυπώματα και δείγμα γενετικού υλικού.

Θέση της υπεράσπισης του αιτητή, είναι πως τα παλαμικά αποτυπώματα και το γενετικό υλικό αποτελούν μέρος της προσωπικής ζωής ενός ατόμου και το δικαίωμα σε αυτά προστατεύεται από το Άρθρο 15 του Συντάγματος, το οποίο, όπως υποδείχθηκε, συγκρούεται με το άρθρο 25, στην βάση του οποίου εκδόθηκε το σχετικό διάταγμα, κατ' επίκληση αντισυνταγματικής νομοθετικής διάταξης.

Επιπρόσθετα, τέθηκε ζήτημα «μη συμβατότητας του άρθρου 25 με την Οδηγία (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της απόφασης-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου, αφού αυτό προνοεί γενική και χωρίς διάκριση εξουσία της Αστυνομίας για λήψη αποτυπωμάτων και γενετικού υλικού, από κάθε πρόσωπο το οποίο τελεί υπό κράτηση ή σε αστυνομική επιτήρηση για σκοπούς διερεύνησης οποιουδήποτε αδικήματος, άσχετα αν αυτό το αδίκημα σχετίζεται με την υπό διερεύνηση υπόθεση ή και αν η λήψη του υλικού αυτού είναι πραγματικά αναγκαία για σκοπούς διερεύνησης της υπό εξέτασης υπόθεσης».

Όπως υπέδειξε ο Γιάννης Νεάρχου, το Ενωσιακό Δίκαιο υπερισχύει του εθνικού δικαίου, δυνάμει του Άρθρου 1Α του Συντάγματος και ως εκ τούτου, κάλεσε το Ανώτατο να ακυρώσει το επίδικο διάταγμα.

Πράσινο για καταχώρηση αίτησης

Στην βάση των όσων κατατέθηκαν από την πλευρά του αιτητή προκειμένου να δοθεί άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari για ακύρωση του διατάγματος που εκδόθηκε τον Οκτώβριο του 2023 από το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου, το Ανώτατο, έκρινε πως υπάρχει συζητήσιμο ζήτημα ότι το άρθρο 25 παραβιάζει το Άρθρο 15 του Συντάγματος.

Επιπρόσθετα, με φάρο απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που εκδόθηκε το 2021, στην οποία παρέπεμψε η υπεράσπιση, το Ανώτατο κατέληξε πως υπάρχει επίσης συζητήσιμο ζήτημα, ότι το άρθρο 25 δεν είναι συμβατό με την Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

Σε σχέση με την αναγκαιότητα και της αρχής αναλογικότητας για την έκδοση του διατάγματος, για την οποία ο δικηγόρος του αιτητή, Γιάννης Νεάρχου, ανέφερε μεταξύ άλλων πως με βάση την μαρτυρία δεν προέκυπτε καμιά σύνδεση των ανευρεθέντων τεκμηρίων με τον ύποπτο ώστε να συγκριθούν τα αποτυπώματα ή το γενετικό του υλικό, το Ανώτατο έκρινε πως «εγείρεται και σε αυτή τη βάση συζητήσιμο ζήτημα ώστε να χορηγηθεί και για αυτό το λόγο άδεια» για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari.

Θέμα για παραπομπή στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο

Ενόψει της έγερσης ζητήματος αντισυνταγματικότητας και ενδεχομένου παραπομπής του στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, διατάχθηκε η επίδοση της αίτησης στο Γενικό Εισαγγελέα, ώστε να κατατεθεί και τη θέση του, αλλά και να αποτελέσει μέρος της διαδικασίας.

Ωστόσο, ήταν η θέση και των δύο πλευρών, πως δεν είναι το παρόν στάδιο για παραπομπή του ζητήματος αντισυνταγματικότητας του άρθρου 25 στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, με την πλευρά του Γενικού Εισαγγελέα, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον δικηγόρο της Δημοκρατίας, Λούκα Κάρνα, να επιφυλάσσεται ως προς το κατά πόσο υπάρχει δυνατότητα ή και υποχρέωση παραπομπής στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο ζητήματος συμβατότητας νομοθεσίας με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κατά πόσο το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία να αποφανθεί επί τέτοιου ζητήματος.

Ήταν η θέση του εκπροσώπου του Εισαγγελέα, πως στην περίπτωση που παραπεμφθεί ζήτημα στο στάδιο αυτό το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, «δεν θα αποφασίσει ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως ή συζητήσιμο ζήτημα αντισυνταγματικότητας του άρθρου 25, αλλά ότι το άρθρο είναι ή δεν είναι αντισυνταγματικό. Και στην περίπτωση που η απόφαση του είναι ότι είναι αντισυνταγματικό, η με κλήση αίτηση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari θα έχει προδιαγεγραμμένο αποτέλεσμα και το επίδικο διάταγμα θα πρέπει, άνευ εταίρου, να ακυρωθεί, εφόσον θα έχει ήδη τελεσίδικα αποφασιστεί ότι το άρθρο 25 είναι αντισυνταγματικό και επομένως το διάταγμα είχε εκδοθεί δυνάμει αντισυνταγματικής νομοθετικής διάταξης».

Περαιτέρω, όπως αναφέρθηκε, στην περίπτωση που για οποιοδήποτε άλλο λόγο από αυτούς για τους οποίους ήθελε να χορηγηθεί η άδεια για ακύρωση του διατάγματος, θα προκύψει ότι το ζήτημα της αντισυνταγματικότητας του άρθρου 25 παραπέμφθηκε στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, ενώ δεν ήταν ουσιώδες για τη διάγνωση της υπόθεσης η οποία εκκρεμούσε ενώπιον του Δικαστηρίου, όπως προϋποθέτει το Άρθρο 144.4 του Συντάγματος. 

Από την πλευρά του το Ανώτατο στην απόφαση του, υπέδειξε πως το δικαστήριο που παραπέμπει ζήτημα αντισυνταγματικότητας νόμου στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, «όχι μόνο δεν κωλύεται, αλλά θα πρέπει, προτού παραπέμψει, να ικανοποιηθεί ότι το ζήτημα αντισυνταγματικότητας που εγείρεται είναι συζητήσιμο, ώστε να δικαιολογείται και η παραπομπή. Δεν παραπέμπονται ενώπιον του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου αβάσιμες και επιπόλαιες εισηγήσεις περί αντισυνταγματικότητας». 

Περαιτέρω, συμφώνησε με τη θέση τόσο του Εισαγγελέα όσο και της πλευράς του αιτητή, πως δεν είναι το στάδιο αυτό κατάλληλο για παραπομπή ζητήματος αντισυνταγματικότητας του άρθρου 25 στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο.

Δειτε Επισης

Οι απειλές του 50χρονου Σαουδάραβα-Όσα ύποπτα έλεγε χρόνια πριν αιματοκυλήσει τη χριστουγεννιάτικη αγορά
ΒΙΝΤΕΟ: Φρικτό περιστατικό στη Νέα Υόρκη-Άνδρας έβαλε φωτιά σε γυναίκα στο μετρό
Περιορισμένη ορατότητα στον αυτοκινητόδρομο λόγω έντονων βροχοπτώσεων-Συστήνεται προσοχή
Θέλουν την παρέμβαση ΥΠΕΞ και ΗΕ για λύση μετά τα επεισόδια στη Δερύνεια οι αγροτικές οργανώσεις
Έσπασε το σίδερο του κρεβατιού και πήδηξε από το παράθυρο ο δραπέτης-Ζήτησε έκθεση γεγονότων ο Αρναούτης
Έκτακτη συνεδρία Ολομέλειας της Βουλής για τις συναλλαγές μεγάλων ποσών
Τοπικές βροχές και μεμονωμένες καταιγίδες στο μενού του καιρού-Πότε τίθεται σε ισχύ η κίτρινη προειδοποίηση
Η διπλωματική αντεπίθεση του Αλ Τζολάνι-Το σχέδιο του για να τοποθετήσει τη χώρα του στο κέντρο των εξελίξεων
Επιμένει ο Σταυριανός, άσκησε έφεση επί της... τελεσίδικης απόφασης της Ολομέλειας-Ανύπαρκτη διαδικασία
Μυστήριο με άγνωστη φυλή που ζει στον Αμαζόνιο-Φωτογραφίες φέρνουν στο φως στοιχεία για τη ζωή τους