«Οφθαλμοφανής η αύξηση της εγκληματικότητας-Χάθηκε η εμπιστοσύνη στις Αρχές, φταίει το σύστημα»
Πέτρος Πετρή 07:05 - 09 Ιουλίου 2023
Τους τελευταίους μήνες, οι βομβιστικές επιθέσεις, οι βίαιες πράξεις, τα μαχαιρώματα και οι άγριες συμπλοκές, φαίνεται να βρίσκονται στα φόρτε τους, αφού καθημερινώς καταγράφονται διάφορες υποθέσεις, γεγονός που επιβεβαιώνει και την έξαρση του εγκλήματος, ενώ την ίδια ώρα, φαίνεται να συνεχίζεται και να διογκώνεται το φαινόμενο της διακίνησης των ναρκωτικών.
Οι ουσιαστικοί λόγοι που ωθούν ειδικότερα τους νέους σε ακραίες πράξεις, φαίνεται να είναι πάντως οι εξαρτησιογόνες ουσίες, κάτι που ανέφερε στον REPORTER, η εγκληματολόγος, Δήμητρα Τσίτση. «Είναι οφθαλμοφανής η αύξηση της εγκληματικότητας η οποία υπάρχει και θεωρώ ότι μια από τις βασικότερες αιτίες, είναι οι εξαρτησιογόνες ουσίες, οι οποίες αυξήθηκαν σε τρομερά μεγάλο βαθμό. Τα ναρκωτικά, το αλκοόλ και ο τζόγος, συνήθως βρίσκονται πίσω από εγκληματικές ενέργειες. Επιπρόσθετα, είναι και η έλλειψη ποινών. Αντιλαμβάνομαι ότι υπάρχουν περιπτώσεις που δεν μπορούν να κατηγορηθούν με πολύ μεγάλη ποινή, αλλά πρέπει και ο κόσμος σε κάποια φάση να παραδειγματιστεί. Δηλαδή, δεν μπορούμε να νιώθουμε ότι θα συμβεί κάτι και απλά δεν θα υπάρχει κάποια ποινή. Επιβάλλεται να γίνεται άμεση εκδίκαση ιδιαίτερα σε κάποιες ποινές και δυστυχώς, είναι κάτι που γίνεται σε πολύ λίγες περιπτώσεις».
Σημαντικό ωστόσο, είναι το γεγονός που έθιξε η εγκληματολόγος, ότι ο κόσμος πλέον δεν έχει εμπιστοσύνη στις Αρχές. «Εξού και γίνονται πολλές αυτοδικίες, με αποτέλεσμα οι πολίτες να παίρνουν τον νόμο στα χέρια τους. Από την άλλη όμως, οι ίδιοι οι πολίτες, θεωρούν ότι δεν έχουν άλλη επιλογή, αφού έχει χαθεί η εμπιστοσύνη στις Αρχές και στο σύστημα, στο οποίο κυριαρχεί. Δηλαδή, πηγαίνοντας μια βόλτα στην πόλη και ρωτήσουμε τον κόσμο γιατί θα ενεργήσει αυτοβούλως, θα σου απαντήσει τι μπορεί να κάνει άλλο; Είναι κάτι που βρίσκω λάθος σίγουρα, γιατί δεν μπορούν να σκεφτούν ότι ίσως αύριο, να βρίσκονται στη φυλακή. Για την έλλειψη εμπιστοσύνης όμως, αναμφισβήτητα, φταίει το ίδιο το σύστημα, καθώς προκάλεσε αυτή την κατάσταση».
Μάλιστα, η κα. Τσίτση, έφερε ως παράδειγμα την πρόσφατη απόπειρα φόνου ηλικιωμένου με κυνηγετικό όπλο, όταν πυροβόλησε ένα άλλο ηλικιωμένο που μπήκε στην αυλή του για να τον κλέψει. «Δυστυχώς, ο ίδιος ο νόμος, προστατεύει τον θύτη, παρά το θύμα. Ασφαλώς και υπάρχουν οι νόμοι και είναι απόλυτα σεβαστοί, ωστόσο, πρέπει και οι ίδιες οι Αρχές να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών. Πώς μπορεί ο πολίτης να πιστέψει το σύστημα, όταν βλέπει την ίδια ώρα, ότι το σύστημα υπερασπίζεται τον θύτη και όχι το θύμα;».
Την ίδια ώρα, προβληματισμό προκαλεί το γεγονός, ότι αρκετά σημεία σε διάφορες πόλεις, είναι γνωστά μέχρι και στις Αρχές για τις καταχρήσεις που γίνονται, ωστόσο, δεν υπάρχει καμία παρέμβαση της Αστυνομίας. «Καλώς ή κακώς ζούμε σε μια κοινωνία, που γνωρίζουμε σε ποια σημεία των πόλεων μας, γίνονται καταχρήσεις. Γιατί να μην υπάρχει αστυνόμευση αυτών των σημείων, για να αντιμετωπιστεί η εγκληματικότητα; Σίγουρα όμως, δεν ευθύνεται η ίδια η Αστυνομία, αλλά το ίδιο το σύστημα φέρει ευθύνη».
Ταυτόχρονα, η είσοδος ανηλίκων σε διάφορους χώρους όπου υπάρχει κατανάλωση αλκοόλ, αποτελεί άλλο ένα μελανό σημείο, που οδηγεί στην αύξηση της παραβατικότητας. «Παλαιότερα, ακούγαμε ότι 25χρονος εμπλέκεται με ναρκωτικά και λέγαμε ότι είναι σε πάρα πολύ μικρή ηλικία. Πλέον, ακούμε ότι εμπλέκονται 13χρονοι σε ναρκωτικά. Υπήρχε και ένας σεβασμός παλαιότερα, ωστόσο σήμερα έχουν αλλάξει τα δεδομένα. Σήμερα, ένας μικρός που κάνει ναρκωτικά, παρασύρεται και εύκολα στο έγκλημα. Μέχρι και οι κανόνες στα κλαμπ έχουν αλλάξει, αφού όταν ήμασταν νεαρότεροι, για να μπούμε σε αυτά χρειαζόταν ταυτότητα ότι είσαι άνω των 22. Πλέον όμως, θα δεις 15χρονα μέσα σε αυτά τα κλαμπ, να πίνουν αλκοόλ και τσιγάρο, μέχρι και ναρκωτικά».
Πάντως, ανέκαθεν φαίνεται να επικρατούσε αυτό το φαινόμενο με την εμπλοκή νέων στην εγκληματικότητα, αλλά, σύμφωνα με την κ. Τσίτση, «τώρα ξεκίνησαν να φαίνονται λόγω των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης, καθώς έχει το δικαίωμα ο καθένας να εκφράζεται με οποιοδήποτε τρόπο πλέον στο διαδίκτυο. Ο κάθε άνθρωπος γίνεται δικαστής σήμερα, πίσω από μια οθόνη. Επιπρόσθετα, η αύξηση των εξαρτησιογόνων ουσιών επίσης στα σχολεία, έχει αυτό το αποτέλεσμα με τη νεανική παραβατικότητα».
Μάλιστα, η εγκληματολόγος, στάθηκε και στην οπαδική βία, η οποία είναι ένα προβληματικό φαινόμενο, που πάλι και βλέπουμε την εμπλοκή ανήλικων και παιδιών. «Όταν έγινε ο σάλος με την οπαδική βία και βλέπαμε κάθε Σαββατοκύριακο επεισόδια με την Αστυνομία, ποια ήταν τα μέτρα που λήφθηκαν; Έβαλαν μέτρα για νάρκοτεστ και αλκοτεστ στα γήπεδα, αλλά την ίδια ώρα, ξέχασαν τα υπόλοιπα σημεία που επιβάλλεται να ελέγχονται εκείνη την ώρα που διεξάγονται αγώνες. Άρα, όλων η προσοχή βρίσκεται στραμμένη σε ένα γήπεδο και απλά οι υπόλοιποι μπορούν να κάνουν ότι θέλουν που δεν βρίσκονται εκεί τη συγκεκριμένη στιγμή, με διάφορες καταχρήσεις. Έπρεπε να προσληφθούν ειδικοί αστυνομικοί για αντιμετώπιση της οπαδικής βίας».
Καταλήγοντας, η κα. Τσίτση, στάθηκε και στο πρόβλημα με το μεταναστευτικό, καθώς αρκετοί είναι και οι μετανάστες που προκαλούν τα επεισόδια βίας. «Η Κύπρος φημίζεται ως ένας φιλόξενος λαός. Όταν όμως ένα ποτήρι ξεχειλίσει γίνονται ζημιές. Κάτι που ισχύει με το μεταναστευτικό σήμερα. Όταν έρχονται άνθρωποι από εμπόλεμες καταστάσεις και έμαθαν να προστατεύουν τον εαυτό τους με μαχαίρια, πώς μπορούν τότε να ενσωματωθούν σε μια χώρα όπως είναι η Κύπρος; Άρα, όταν κυκλοφορούν ανάμεσα μας αυτοί οι άνθρωποι με μαχαίρια, τότε σαφώς υπάρχει και αύξηση της εγκληματικότητας. Σίγουρα, δεν λέμε ότι δεν εμπλέκονται και Κύπριοι σε επεισόδια εγκληματικότητας, αλλά είναι ένα κομμάτι το οποίο πρέπει να διορθωθεί αυτό με τους μετανάστες και απλά να φιλοξενούμε όσους μπορούμε και όσους έχει την ικανότητα το ίδιο το κράτος να υποδεχθεί».
Για να μειωθούν όλα αυτά τα φαινόμενα, όπως υπογράμμισε η εγκληματολόγος, «χρειάζονται ριζικές αλλαγές σε διάφορους τομείς. Επίσης, αφού γνωρίζουμε ότι είναι υποστελεχωμένη η Αστυνομία, ας γίνει πρόσληψη αστυνομικών για να πραγματοποιούνται περισσότερες περιπολίες σε χώρους που συχνάζουν νέοι και όχι όταν χρειαστεί μόνο και όταν υπάρξει κάποια καταγγελία».