Οι ήρωες που συγκλόνισαν με τον αγώνα που έδωσαν στη φωτιά της Ρόδου-«Οργή, απογοήτευση και απελπισία»
16:10 - 29 Ιουλίου 2023
Μόλις πληροφορήθηκε ότι φωτιά καίει στο νησί της Ρόδου, ένας 24χρονος με καταγωγή από το ελληνικό νησί έφυγε από το Αμβούργο και επέστρεψε στην Ελλάδα, για να ριχτεί στη «μάχη» της κατάσβεσης. Από την ώρα που έμαθε ότι στο νησί του έχει εκδηλωθεί μεγάλη πυρκαγιά, και η κατάσταση είναι αρκετά δύσκολη για τα μέσα πυρόσβεσης, δεν μπορούσε να ησυχάσει και πήρε την απόφαση να γυρίσει άρον-άρον για να βάλει κι αυτός το λιθαράκι του στην προσπάθεια να σωθεί το νησί μαζί με εκατοντάδες άλλους εθελοντές που συμμετείχαν.
«Είμαι ηλεκτρολόγος μηχανικός εργάζομαι στο Αμβούργο στη Γερμανία σε μία κατασκευαστική εταιρεία εδώ και έναν χρόνο και από τη δεύτερη μέρα της φωτιάς ήρθα πίσω αφού πήρα άδεια από το αφεντικό μου στη Γερμανία», δήλωσε ο 24χρονος Κώστας Ράπτης. Όπως λέει, έχει συμμετάσχει και σε άλλες φωτιές ως εθελοντής και προσθέτει: «Δεν μπορούσα να κλείσω μάτι. Το μυαλό μου βρίσκεται στη Ρόδο, και που είμαι εδώ δεν αποδίδω στη δουλειά... είπα στο αφεντικό μου που είναι Έλληνας και τον παρακάλεσα να μου δώσει άδεια.
«Πήγα σε όλα τα μέτωπα: Απόλλωνα, Βάτι, Γεννάδι. Φόρτωνα πολλά πράγματα από το Λύκειο της Κρεμαστής και τα πήγαινα στο μέτωπο της φωτιάς, στον Ερυθρό Σταυρό. Άφηνα το αμάξι και στη συνέχεια μαζί με άλλους μπαίναμε στα αυτοκίνητα πάνω σε καρότσες και με βυτία και μάνικες πηγαίναμε στη φωτιά» συνέχισε.
Μιλώντας για την εμπειρία του στο μέτωπο της φωτιάς είπε: «Αυτό το πράγμα δεν το είδα ποτέ ξανά από παιδιά της Ρόδου, οι προηγούμενες γενιές μάς κατηγορούσαν ότι είμαστε παιδιά των social και των tablet αλλά δώσαμε το παράδειγμα τελικά με αυτόν τον τρόπο. Ήταν πολύ επικίνδυνο, μπαίναμε στα μέτωπα και υπήρχαν και μερικές φορές που μας περικύκλωσε η φωτιά, βάζαμε φωνή να παρατήσουμε τη μάνικα και να σηκωθούμε να φύγουμε και όντως φεύγαμε. Υπήρχαν δύσκολες ώρες πραγματικά, όμως σε καμία περίπτωση δεν το μετάνιωσα».
Ο κ. Ράπτης λέει πως όταν σβήσει η φωτιά τότε θα φύγει ενώ μεταφέρει και το ενδιαφέρον που δείχνουν οι γνωστοί του από τη Γερμανία για το πώς πάει η φωτιά στη Ρόδο.
«Έτσι, ήρθα και παλεύω με τις φλόγες. Ειλικρινά, δε θα μπορούσα να μην έρθω. Μπορεί να λείπω αλλά τον πονάω τον τόπο μου. Πολλά παιδιά συμμετείχαν για πρώτη φορά στη φωτιά και δεν είχαν ούτε εμπειρία, ούτε γνώσεις για το πώς μπορούν να αντιμετωπίσουν ένα τέτοιο μέτωπο. Ήταν αυθόρμητο αλλά ακόμα κι έτσι μπορέσαμε να σώσουμε μεγάλο μέρος της Ρόδου. Οι κάτοικοι των χωριών μάς ευχαριστούσαν συνέχεια, από την πρώτη στιγμή ήταν μαζί μας. Υπήρχαν φορές που καθόμουν μόνος μου σε μία γωνιά μαυρισμένος και ερχόταν ένα παιδί με μία μητέρα και μου έδιναν φαγητό και νερό. Αυτό μου έδινε κουράγιο να σταθώ και πάλι στα πόδια μου».
Από την πλευρά του ο Θάνος Ζέλκας ανέφερε πως, «ενα τεράστιο κύμα αγάπης και αφοσίωσης το κέρδος που προέκυψε μέσα από αυτή την ανείπωτη τραγωδία»
«Ο εθελοντισμός ήταν πάντα μέσα μου. Στο άκουσμα του ξεσπάσματος της μεγάλης πυρκαγιάς θεώρησα καθήκον μου, όπως άλλωστε ο περισσότερος κόσμος, να κάνω ότι μπορώ για τον τόπο μου. Το πρώτο πράγμα που διαπίστωσα ήταν η έλλειψη γρήγορης, άμεσης και υπεύθυνης ενημέρωσης. Οπότε γνωρίζοντας αρκετά το χώρο της ενημέρωσης αποφάσισα να δημιουργήσω μία ροή ενημέρωσης στο προφίλ μου στο Facebook και να ανεβάζω πολύ σύντομα διασταυρωμένα νέα από τις πυρκαγιές» είπε.
Και συνέχισε: «Αυτή η ροή τελικά έγινε σημείο αναφοράς για να συντονιστούν πολλοί άνθρωποι που ήθελαν να προσφέρουν. Προσπαθώντας να κρατάω τη ροή ενεργή, στην αρχή πήγα στα σημεία συγκέντρωσης των επισκεπτών και ρωτούσα ποιες ήταν οι ανάγκες. Μαζί με γνωστούς και φίλους προσπαθήσαμε αυτές τις ανάγκες να τις καλύψουμε όσο το δυνατόν πιο άμεσα. Αυτό ήταν το πρώτο σκέλος. Με την ίδια ομάδα αποφασίσαμε να πάμε και στα κέντρα επιχειρήσεων και να βοηθήσουμε με όποιον τρόπο γίνεται», δηλώνει στη «Ροδιακή» ο Θάνος Ζέλκας από το Παραδείσι, εθελοντής κι εκείνος, για το πώς αποφάσισε να πάει στο μέτωπο της φωτιάς.
Πολύ σύντομα, όπως λέει, εντάχθηκε στους εθελοντές και ο παραγωγός Μανώλης Χατζηθεοδοσίου με μια υδροφόρα, μία αντλία και μία μάνικα 130 μέτρα. «Με αυτή την ομάδα γυρίσαμε όλες τις περιοχές για να βοηθήσουμε στην κατάσβεση δευτερογενών εστιών προκειμένου να προλάβουμε τις αναζωπυρώσεις. Παράλληλα καλύψαμε ανάγκες άλλων ομάδων στη δημιουργία αντιπυρικών ζωνών, μεταφέραμε φαγητό και φάρμακα προσφορά από όλο τον κόσμο που απλόχερα μας έδινε. Σε αυτή την ομάδα, που έχουμε γίνει σχεδόν οικογένεια, έχω και τον άτυπο ρόλο του ρεπόρτερ και του φωτογράφου. Όσο είμαστε στα αυτοκίνητα παρακολουθώ τα γεγονότα μέσω Διαδικτύου και προσωπικών επαφών και ενημερώνω τη ροή των ειδήσεων» αναφέρει.
Μιλώντας για τα συναισθήματά του όλες αυτές τις μέρες από το μέτωπο της φωτιάς τονίζει ότι είναι ανάμεικτα: «Εκ πρώτης έχω μία τεράστια θλίψη για όλη αυτή την καταστροφή που έχει γίνει στον τόπο μας. Ένας πόνος που έχει στοιχειώσει τον ύπνο μου. Ειδικά το Βάτι που το αγαπώ ιδιαίτερα, μου κόστισε αρκετά όταν το είδα να καίγεται. Ακόμα και τις ώρες ξεκούρασης προσπαθώ να βοηθήσω με οποιονδήποτε τρόπο γιατί νιώθω ότι δεν είναι αρκετό ποτέ αυτό που κάνουμε. Η οργή για την ολιγωρία των ταγών μας είναι επίσης μεγάλη. Τέλος νιώθω μια τεράστια αγωνία για το μέλλον του νησιού μας. Η καταστροφή είναι τόσο μεγάλη που πιστεύω ότι θα χρειαστούν πολλά χρόνια για να επανέλθουμε» λέει.
Και προσθέτει: «Σχετικά με το τι φταίει, τα έχω επισημάνει και στα γραπτά μου. Έλλειψη σχεδίου και οράματος, ολιγωρία, αδράνεια. Οι φωτιές ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Είναι απαράδεκτο η Ρόδος να μην έχει τα τελευταία συστήματα τεχνολογίας και πρόληψης. Είναι απαράδεκτο τόσα νέα παιδιά με γνώσεις και όρεξη να μένουν παροπλισμένα επειδή δεν εντάσσονται σε κομματικές φατρίες και φράξιες. Αν δεν μπορούν αυτοί που κυβερνούν ή απλά δεν έχουν τη φαντασία να σχεδιάσουν, μπορούν να δώσουν στη νέα γενιά την ευκαιρία να δημιουργήσει».
Μιλώντας για τους εθελοντές υπογραμμίζει ότι είναι η πρώτη φορά που συναντά τέτοιο κύμα αλληλεγγύης και όπως επισημαίνει είναι συγκλονιστική η διάθεση για προσφορά όλων των εθελοντών.
«Είδα παιδιά να τρέχουν σε όλα τα πόστα, είδα γιαγιάδες να ανοίγουν τα σπίτια τους για να φιλοξενήσουν ξένο κόσμο, πήρα τηλέφωνα από γνωστούς και αγνώστους που εκλιπαρούσαν να μας δώσουν ό,τι χρειαζόμασταν, είδα γυναίκες να μαγειρεύουν ποσότητες για να ταΐσουν τους ξένους, τους εθελοντές και τους πυροσβέστες. Ένα τεράστιο κύμα αγάπης και αφοσίωσης που είναι σίγουρα το τεράστιο κέρδος που προέκυψε μέσα από αυτή την ανείπωτη τραγωδία
Εύχομαι όλοι αυτοί οι άνθρωποι να μείνουν ενωμένοι και να κατορθώσουμε όλοι μας να ανοικοδομήσουμε το νησί και να μην αφήσουμε κανέναν να καταπατήσει τα δάση μας. Η Ρόδος είναι το στολίδι της Μεσογείου και αυτό το οφείλει στο περιβάλλον της. Γι’ αυτό παλέψαμε και γι’ αυτό θα συνεχίσουμε να παλεύουμε» καταλήγει ο κ. Ζέλκας.
Νίκος Χατζησάββας: «Αγκαλιαζόμασταν και λέγαμε ο ένας στον άλλον ευχαριστώ και δίναμε κουράγιο». Ένας από τους εθελοντές ήταν και ο Νίκος Χατζησάββας 34 ετών από το Παραδείσι που επιχείρησε μαζί με πολλούς άλλους σε Απόλλωνα, Προφήτη Ηλία, Βάτι και Γεννάδι. «Ήμασταν μία ομάδα από Παραδείσι με μία υδροφόρα και προσπαθούσαμε να σβήσουμε ό,τι μικρό μπορούσαμε. Μεταφέραμε τρόφιμα, φάρμακα, νερά και βοηθούσαμε όπου μπορούσαμε. Οι συνθήκες σε κάποιες περιοχές ήταν πολύ δύσκολες καθώς είχε πολύ καπνό, υπήρχαν πολλές μικρές εστίες και γενικά βλέπαμε πολλούς να έχουν πρόβλημα στα μάτια τους, τους οποίους προσπαθούσαμε να βοηθήσουμε. Παιδιά από διάφορα χωριά γίναμε ένα. Οι εθελοντές ήταν από 16 ετών μέχρι και 60 ετών. Αγκαλιαζόμασταν και λέγαμε ο ένας στον άλλον ευχαριστώ και δίναμε κουράγιο», διηγείται στη «Ροδιακή».
Περιγράφοντας το τι έζησε όλες αυτές τις μέρες αναφέρει: «Στιγμές κούρασης υπήρξαν πολλές επειδή ήταν πολλές οι ώρες για κάποια παιδιά. Πολλοί κουράστηκαν αλλά να τα παρατήσουμε... όχι. Εμείς πηγαίναμε για λίγο στη δουλειά μας, μετά φεύγαμε και πηγαίναμε σε όποιο μέτωπο μπορούσαμε. Μείναμε και 16 και 12 ώρες στο μέτωπο της φωτιάς και κάναμε ό,τι μπορούσαμε. Κατά διαστήματα ξεκουραζόμασταν λίγο, πίναμε λίγο νερό για να συνεχίσουμε. Στην άτυπη ομάδα μας είμαστε περίπου 10 άτομα ενώ στην αρχή ήμασταν 5».
Στην ερώτηση για τα συναισθήματά του όλο αυτό το διάστημα απαντά ως εξής: «Νιώθω μεγάλη θλίψη για το νησί μας, απογοήτευση γιατί μείναμε μόνοι μας. Αν δεν υπήρχαν οι εθελοντές ίσως η ζημιά να ήταν μεγαλύτερη, δεν υπήρχε καλός συντονισμός. Οι εθελοντές πρέπει να συνεχίσουν να είναι ενωμένοι ώστε να μην αφήσουν να ξανασυμβεί στο νησί μας κάτι τέτοιο. Οι ανάγκες είναι μεγάλες και πρέπει να συνεχίσει η δράση των εθελοντών και ειδικά να βοηθήσουν ώστε να δημιουργηθούν και πάλι τα δάση μας».
Αργύρης Ρούφας: «Από θαύμα δεν καήκαμε». Συγκλονιστικά είναι και τα όσα δήλωσε ο 34χρονος Αργύρης Ρούφας από τον Αρχάγγελο που από την πρώτη στιγμή στο άκουσμα της πυρκαγιάς έτρεξε μαζί με τον αδελφό του να βοηθήσει. Τραυματισμένος σήμερα, ευτυχώς όχι σοβαρά, με ένα έγκαυμα στο πόδι αναρρώνει στο σπίτι του μετά από αρκετές μέρες και ώρες στο μέτωπο όλης της Ρόδου, μέλος μίας ομάδας περίπου 50 ατόμων από το χωριό του που αψηφώντας τα πάντα ρίχτηκαν στα μέτωπα της φωτιάς.
«Ήμασταν μία ομάδα 50 ατόμων από τον Αρχάγγελο του με 10 αυτοκίνητα που τις πρώτες μέρες πήγαμε στ’ Απόλλωνα, εκεί από όπου ξεκίνησε η φωτιά. Μείναμε πολλές ώρες όλο το βράδυ στο βουνό, είχαμε νερό και κάναμε ανεφοδιασμό στα πυροσβεστικά. Επίσης στα Μάσσαρι που υπήρχε μεγάλο πρόβλημα, μείναμε εκεί, όλη τη μέρα κουβαλούσαμε τις μάνικες και μετά πήγαμε στα Λάερμα. Εκεί μείναμε μέχρι τις 5 το πρωί και σβήναμε τα... καντηλάκια και βοηθούσαμε με τις αναζωπυρώσεις. Ήμασταν και μέρα και νύχτα γιατί είχαμε δύο αυτοκίνητα που είχαν και μάνικα και λειτουργούσαν και ως πυροσβεστικά. Προχτές στη Μαλώνα κατεβαίναμε μέσα σε γκρεμούς και μας έλεγαν δεν είναι καλά στα μυαλά τους οι Αρχαγγελίτες. Από θαύμα δεν καήκαμε» δήλωσε.
Και πρόσθεσε: «Οι περιοχές ήταν δύσβατες. Χρησιμοποιήσαμε τις μάνικες και κατεβαίναμε κάτω ενώ οι πυροσβέστες ήταν πάνω... ειδικά οι Αρχαγγελίτες τους είδα και τους θαύμασα. Πήγαιναν σε περιοχές που οι πυροσβέστες έλεγαν «φύγετε θα καείτε» και εκείνοι πήγαιναν και δεν τους ένοιαζε. Υπήρχε μεγάλο πρόβλημα συντονισμού. Πάθαμε σοκ όταν είδαμε ότι από την πρώτη μέρα δεν υπήρχε οργάνωση. Δεν ξέραμε πού πάμε, τι κάνουμε. Μετά πήραμε την κατάσταση στα χέρια μας... επικοινωνούσαμε στο fb και συντονιζόμασταν».
Μιλώντας για τον πανικό των πρώτων ωρών είπε: «Όλοι μας αφήσαμε τις δουλειές μας, κλείσαμε τα μαγαζιά μας και ήμασταν εκεί. Είμαι απογοητευμένος γιατί από την πρώτη μέρα που πήγαμε να βοηθήσουμε καταλάβαμε ότι δεν υπάρχει κρατικός μηχανισμός, ούτε δήμος, ούτε περιφέρεια. Ήμασταν πραγματικά μόνοι μας. Ήταν τρομακτικό. Προσπαθούσαμε μόνοι μας να γίνουμε πυροσβέστες και να καθοδηγήσουμε τους υπόλοιπους και τους Ρουμάνους που βοηθούσαν. Όλα ήταν στον αυτόματο... Έφεραν 10 πούλμαν με τουρίστες και δεν υπήρχε κάποιος να τους βοηθήσει, εκτός από εμάς. Με το αγροτικό μετέφερα 50 ξαπλώστρες από την παραλία για να κοιμηθούν οι άνθρωποι το βράδυ...».
Φώτης Χαλάντας: «Όταν δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα και βλέπαμε να ανάβει πάλι η φωτιά εκεί που τη σβήσαμε, λέγαμε τι κάνουμε;». Φεύγοντας από το χωριό του, την Ψίνθο, ο 30χρονος Φώτης Χαλάντας, πηγαίνοντας στ’ Απόλλωνα όταν ξέσπασε η φωτιά για να βοηθήσει διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε προετοιμασία και συντονισμός, παρότι εκεί υπήρχαν πολλοί εθελοντές.
Μάλιστα συνάντησε τρεις τουρίστριες που έκαναν διακοπές στη Ρόδο, εθελόντριες νοσηλεύτριες και οι οποίες βοήθησαν κι εκείνες καθώς επίσης και ο γιατρός Γιώργος Καζούλης, ενώ στην προσπάθεια κατάσβεσης συμμετείχε και ο παππάς των Απολλώνων που ήταν συνέχεια εκεί.
«Τώρα καταλάβαμε πόσο σοβαρή ήταν η φωτιά. Στην αρχή δεν το είχαμε λάβει υπόψη γι΄αυτό και δε φοβόμασταν και μάλιστα πήγαμε και σε περιοχές που δεν επιχειρούσαν οι πυροσβέστες. Τους έβλεπα πρώτους που πήγαιναν και ακολουθούσαμε εμείς να τους βοηθήσουμε. Κοιταζόμασταν με τα μάτια, όταν τελειώναμε κλαίγαμε, όταν δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα και βλέπαμε να ανάβει πάλι η φωτιά εκεί που τη σβήσαμε, λέγαμε τι κάνουμε;» δήλωσε στη «Ροδιακή».
Διονυσία Πατούνα: «Η μυρωδιά του καμένου είναι αφόρητη, γυρνούσαμε πίσω και μας έκαιγε ο λαιμός μας, δεν το έχω ξαναζήσει αυτό». Η Διονυσία Πατούνα με την παρέα της ξεκίνησε να βοηθάει μερικές μέρες μετά την έναρξη της φωτιάς, φτάνοντας στο σημείο να έχει πάει σε όλα τα μέτωπα. «Με την παρέα μου ξεκινήσαμε να πηγαίνουμε από την Παρασκευή το απόγευμα. Δεν είχαμε εκτιμήσει τη φωτιά... πιστεύαμε ότι τις πρώτες μέρες θα σβήσει αλλά εκείνη τη μέρα αντιληφθήκαμε ότι δεν είχαμε αποτέλεσμα.
Την Παρασκευή πήγαμε να ρίξουμε φαγητό στα ζώα κοντά στ’ Απόλλωνα, αγοράσαμε τροφές δοχεία και πήγαμε αφήνοντάς τα εκεί. Και ενώ φτιάξαμε ταΐστρες και ποτίστρες και τα αφήσαμε εκεί την επόμενη μέρα διαπιστώσαμε ότι ήταν οι περιοχές που καίγονταν. Απόγνωση... Έχουμε πάει παντού. Γεννάδι, Βάτι, Προφύλια, Λάερμα, Μαλώνα. Ήμασταν Απόλλωνα, Προφήτη Ηλία για να σβήσουμε τα καντηλάκια και πηγαίναμε σε μέρη που πέρασε η φωτιά για να σβήνουμε ό,τι μπορούσαμε. Εκπαιδευμένοι δεν ήμασταν αλλά αυτοβούλως θελήσαμε να βοηθήσουμε. Όλα ήταν αυθόρμητα. Ήμασταν πάνω από ένα κινητό και τρέχαμε. Αυτές τις μέρες διανύσαμε άπειρα χιλιόμετρα αλλά δεν υπήρχε συντονισμός», δηλώνει από την πλευρά της και προσθέτει:
«Νιώθω οργή, απογοήτευση και απελπισία σήμερα γιατί ακόμα δεν έχουμε συνειδητοποιήσει τι έχει γίνει. Έχουμε κουραστεί... και αν έχουμε κουραστεί εμείς δεν μπορώ να αντιληφθώ τι περνούν οι άνθρωποι που έχουν να κοιμηθούν μέρες. Η μυρωδιά του καμένου είναι αφόρητη... γυρνούσαμε και μας έκαιγε ο λαιμός μας. Δεν το έχω ξαναζήσει αυτό. Η εμπειρία είναι τρομακτική... σε πιάνει απελπισία. Πατάς στα καμένα και αυτά ξαναφουντώνουν. Γυρνάς πίσω και βλέπεις το μέρος που έσβησες να ξανακαίει...
Μάλιστα καταλήγει λέγοντας ότι σύμφωνα με την προσωπική της άποψη τη φωτιά, ως στοιχείο της φύσης κάθε φορά την υποτιμούμε. Κι αν υπήρχε ένα απλό πρωτόκολλο διαχείρισης, αυτή η καταστροφή δεν θα είχε γίνει. Όπως υπογραμμίζει, η αίσθηση του να μην μπορείς να κάνεις τίποτα είναι εφιαλτική...
Μιχάλης Πλίγκος: «Γίναμε φίλοι με ανθρώπους που δε γνωρίζαμε». Στα 35 του χρόνια και ο Μιχάλης Πλίγκος από την Ψίνθο μόλις άκουσε ότι εκδηλώθηκε φωτιά στη Ρόδο έσπευσε να βοηθήσει χωρίς να σκεφτεί τίποτα. «Εμείς ξεκινήσαμε δειλά - δειλά κάποια παιδιά, και μάλιστα την πρώτη μέρα που πήγαμε δεν ήμασταν τόσο οργανωμένοι και δεν ξέραμε τι θα συναντήσουμε ενώ από τη δεύτερη μέρα και μετά και με τη βοήθεια κάποιων ανθρώπων ενισχυθήκαμε, και φτιάξαμε ένα μικρό πυροσβεστικό».
«Οι άνθρωποι των Απολλώνων μας βοήθησαν πολύ, πήγαμε το βράδυ εκείνο από τους πρώτους εγώ μαζί με άλλα τρία άτομα με το αυτοκίνητο και αφήσαμε νερά. Εννέα μέρες ξενύχτι... όλοι μας ήμασταν μία πολύ δυνατή ομάδα, η οποία μέρα με τη μέρα γινόταν όλο και πιο οργανωμένη και όλο και καλύτερη. Έντονος ήταν ο εθελοντισμός και από όλα τα χωριά, γίναμε φίλοι με ανθρώπους που δε γνωρίζαμε και ήρθαμε κοντά και συνεχίζουμε να μιλάμε ακόμη για τη φωτιά» υπογράμμισε.
Αναφερόμενος στις δυσκολίες που συνάντησε, δήλωσε: «Πιστεύω ότι δεν υπήρχε συντονισμός και οργάνωση από τους υπεύθυνους, και επίσης δεν υπήρχε καμία αντιπυρική ζώνη», ενώ αναφέρθηκε στις νοσηλεύτριες που βοήθησαν στα Απόλλωνα και έκανε ειδική μνεία στον γιατρό Γιώργο Καζούλη, που ακύρωσε όλα τα ραντεβού του όλες τις μέρες αυτές και προσέφερε όπως είπε τη βοήθειά του όπου χρειάστηκε.
«Έκανε ράμματα επί τόπου σε εθελοντή που τραυματίστηκε, και μάλιστα βρέθηκε την κατάλληλη στιγμή και αντιμετώπισε τρία περιστατικά», είπε τονίζοντας ότι βοηθούσαν ακόμα και γυναίκες αλλά και άτομα κάθε ηλικίας.
Πηγή: rodiaki