BINTEO: Το συγκινητικό ποίημα του Εφραίμ για τον Θανάση έξω από τη Νομική Υπηρεσία
10:37 - 13 Ιουλίου 2023
Συγκίνηση προκάλεσε στη διαμαρτυρία που πραγματοποιήθηκε έξω από τη Νομική Υπηρεσία για τον Θανάση Νικολάου, το ποίημα το οποίο απήγγειλε ο νεαρός, Εφραίμ Χρήστου.
Μάλιστα, πριν την απαγγελία του ποιήματος, ο Εφραίμ Χρήστου τόνισε μεταξύ άλλων ότι, «εάν μετά από τόσες χιλιάδες κόσμο έξω από τη Νομική Υπηρεσία, αυτοί παραμείνουν στις θέσεις τους, τότε δεν μιλάμε για θεσμό, μιλάμε για εμπαιγμό».
Μέσα από το συγκλονιστικό ποίημα που έγραψε ο νεαρός, κάνει μια σύντομη περίληψη των όσων βίωσε η οικογένεια του Θανάση Νικολάου μέχρι σήμερα και το μαρτύριο της μάνας, Aνδριάνας Νικολάου, απέναντι στους θεσμούς του κράτους.
Διαβάστε παρακάτω αυτούσιο το ποίημα του:
Μια μάνα αδικαίωτη!
Εν παίρνω άλλην πομονή
Το στόμαν μόνον του αννεί
Τζι’ οι λέξεις δραπετεύκουν
Στο σύστημαν το άπονον
Φκάλλουν πολύν παράπονον
Ψηλά πετούν τζιαι φεύκουν
Που δεν ιβρίσκουν νεπαμόν
Φτάνουσιν εις τον ουρανόν
Τζιειπάνω τζιει που πάσιν
Έχουσιν φτερωτούς τροχούς
Να μαρτυρήσει ένοχους
Γυρεύκουν τον Θανάση
Ήτουν έναν καλόν παιδί
Ετέλειωσεν τζιαι τη σπουδή
Τζι’ έτσι επαρακάλεν
Στον τόπο του για να στραφεί
Μα πως συντόμως θα ταφεί
Ποιός του το παραλάλεν …
Μες τον στρατό νομοταγής
Εις τον Θεόν του ευλαβής
Ήσυχος προκομμένος
Θα κάμω την αναφορά
Επείραζεν τους προφορά
Τζι’ ήτουν αποκλεισμένος
Ήβραν τον έτσι ήσυχο
Τζι’ εκάμαν τον για δύστυχο
Με κάστια μηάλα
Άφταν στα πόθκια του χαρτί
Τζι’ εφέγγαν του μεσανυχτί
Κάγκουραν τον εφκάλαν
Έκαμνασιν τα αίσχιστα
Μα ‘χαν τα μάθκια τους κλειστά
Οι πάνω εκαλύφκαν
Τζι’ άμαν ελάλεν τίποτες
Τζιαι με ψευκιές ανείπωτες
Σε τζιείνον τα ερίφκαν
Μες τη μονάδαν ειδικά
Μπλεμένοι στα ναρκωτικά
Τροφή που ‘ν του θανάτου
Πάνω στο μέσον τους πατούν
Κάμαν το θάλαμον στρατού
Κόλασην του πλασμάτου
Σαν ‘ννα σκαφκεν το χώμαν του
Που άνοιξεν το στόμαν του
Τζι ‘ είπεν θα καταγγείλει
Ότι στην εθνική φρουρά
Έσιει πολλή διαφθορά
Το μήνυμα να στείλει
Εθώρεν πως εν θα κοπεί
Τζι’ είπεν τους ότι θα το πει
Με άδειαν που φκήκεν
Μα εν επρόλαβεν ξανά
Πιλέ μου για να πει μανά
Τζιαι μες τον Άδη μπήκε
Την άλλην μέραν ν’ άλλασσα
Που ‘βραν τον εις τη Άλασσα
Μπρούμουττα τελειωμένον
Με άμμον εις το στόμαν του
Μαρτυρικόν σώμαν του
Στον φράκτη σκοτωμένο
Τη μάναν θλίψη την κραεί
Που την επιάν που το πρωί
Ότι απουσιάζει
Το ένστικτόν εμίλαν της
Νώθει την κατρατζιύλαν
Γι’ αυτόν τζι’ εν ησυχάζει
Ανατρισιάζω να το πω
Η μάνα έβαλεν σκοπό
Ζωή ν’ αφιερώσει
Τζιείνος που το ετόλμησεν
Παιδίν της δολοφόνησεν
Πως πρέπει να πιερώσει
Ανάγιωσεν τον γιόκκαν της
Τωρά πτώμαν εδώκαν της
“Λυπούμαστεν κυρία”
Βάρος πολύν εσήκωσεν
Το στόμα τους ξεστόμισεν
Δήθεν “αυτοχειρία”
Τα λόγια εν τζι’ αρέσαν της
Μα έξερεν το μέσα της
Τζι’ εφάκκαν πας τα στήθκια
Πως ότι κάποιοι κρύφκουνται
Τζιαι πού θεσμούς καλύφκουνται
Που δεν λέν την αλήθκεια
Εφκάλλαν της πως εν πελλή
Μα την αλήθκεια τους λαλεί
Σπλάγχνο της εσκοτώσαν
Τζιαι μες τα δικαστήρια
Κάμνουν της κολαστήρια
Πόνον της εν ενώσαν
Βρίσκει ιατροδικαστές
Που εν καλοί εξεταστές
Ελλάδαν τζι’ Αυστραλία
Λαλούν της πως εδέραν τον
Τζιαι εις τον φράκτη φέραν το
Μοιάζει δολοφονία
Σσιέπασε να σσιεπάσουμε
Πέρκιμον τζιαι ξηάσουμεν
Το έγκλημαν που γίνην
Όμως η μάνα μάσιεται
Τζι’ έτω που ξησσιεπάζεται
Κρυφόν πιον εν θα μείνει
Απού το ευρωπαϊκόν
Που εν για τούτα ειδικόν
Φτάν’ η δικαιοσύνη
Τζιαι ξαναεξετάζεται
Νεκρός εκταφιάζεται
Ετσ’ όπως θέλει τζιείνη
Έναν οστόν τεκμήριον
Θα λύσει το μυστήριον
Διά τη μαρτυρίαν
Τρώσιν τζιαι δεν χορταίνουσιν
Μα όμως ψεύτες φκαίνουσιν
Ένεν αυτοχειρία
Τζι’ ο τζιύρης εις τον πόνον το
Για του παιθκιού τον φόνον του
Μ’ έναν πλακάτ στο σιέρι
Πώς του τον εσκοτώσασιν
Τζι’ ούτε τον λόγον δώκασιν
Κανένας εν ηξέρει
Φακέλη που χαθήκασιν
Τζιαι εξαφανιστήκασι
Πολλές οι ερωτήσεις
Μια μάνα αδικαίωτη
Γρόνια φωνάζει το γιατί
Τζι’ εν παίρνει απαντήσεις
Τωρά αποφασίσασιν
Ότι εκαταλήξασιν
Πώς φόνος εν που γίνη
Μα ‘ν πράμαν ανιστόρητον
Το τέρας ατιμώρητον
Που έφταιξε να μείνει
Τα λόγια μου εν καυστικά
Μα γράφω αναγκαστικά
Εγίνηκεν γελοία
Μοιάζει κάλπικον νόμισμα
Που έφκαλεν το πόρισμα
Τούτ’ η εισαγγελία
Εν βάσανον που πλάστηκεν
Τζιαι η ζωή μοιράστηκεν
Σε τζιείνην την ημέρα
Τότες χαρά εν τζιαι θωρούν
Για να φυσήσει καρτερούν
Του δίκαιου αέρα