Τα θεσμικά αντίβαρα, το δίκαιο της ανάγκης και η (δυσ)λειτουργία του κράτους
07:05 - 04 Ιουνίου 2023
Μια τεράστια και ενδεχομένως ιστορικής σημασίας συζήτηση ξεκίνησε την Τετάρτη η Επιτροπή Θεσμών της Βουλής, η οποία επιδιώκει να βελτιώσει τη λειτουργία του κράτους και την ποιότητα της Δημοκρατίας στον τόπο μας, με την αφαίρεση υπερεξουσιών από κρατικούς αξιωματούχους, την ομοιόμορφη αντιμετώπιση των θεσμών και την αύξηση της διαφάνειας. Στην ουσία, η Βουλή επιδιώκει να εισάγει θεσμικά αντίβαρα και μηχανισμούς ελέγχου, τα οποία αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν, είτε επειδή οι υφιστάμενες πρόνοιες είναι παρωχημένες, είτε επειδή έχουν καταργηθεί λόγω της εφαρμογής του δικαίου της ανάγκης.
Το ζήτημα είναι εξαιρετικά περίπλοκο, έχει πάρα πολλές διαστάσεις και χρειάζεται πολύ λεπτούς χειρισμούς, καθώς άπτεται του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας και της εφαρμογής του δικαίου της ανάγκης και, ως εκ τούτου, αγγίζει και το Κυπριακό πέραν από τη διάκριση των εξουσιών.
Για το θέμα είχαν την ευκαιρία να εκφράσουν και τις πρώτες τους σκέψεις και προβληματισμούς και οι εκπρόσωποι των νομικών σχολών των κυπριακών πανεπιστημίων, οι οποίοι φαίνεται να συμφωνούν με τους βουλευτές επί της αρχής, ότι χρειάζεται, δηλαδή, μια σοβαρή μεταρρύθμιση για να βελτιώσουμε το κράτος μας. Είναι, όμως, σαφές ότι χρειάζεται πολύ προσεκτική μελέτη, τόσο σε νομικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο, λόγω της διασύνδεσης με το Κυπριακό, καθώς θα πρέπει να εξευρεθεί η φόρμουλα για να μπορούν να γίνουν ευρείες συνταγματικές τροποποιήσεις, λαμβάνοντας υπόψη την ύπαρξη του δικαίου της ανάγκης, του δικοινοτικού χαρακτήρα του Συντάγματος (και κατά πόσον αυτός αποτελεί όντως θεσμικό αντίβαρο), του επιδιωκόμενου στόχου της λύσης του Κυπριακού, της σύγχρονης ευρωπαϊκής προσέγγισης στο θέμα της διάκρισης των εξουσιών και μίας σειράς από άλλα ζητήματα θεωρητικής και πρακτικής φύσης. Κι αυτές οι πρώτες σκέψεις που ακούστηκαν αποτελούν μόνο την κορυφή του παγόβουνου, καθώς οι βουλευτές καλούνται να κωδικοποιήσουν τις επιδιωκόμενες αλλαγές και να τις προωθήσουν στην ακαδημαϊκή κοινότητα για εις βάθος μελέτη. Μάλιστα, για το ζήτημα αναμένεται να πραγματοποιηθεί και εξειδικευμένο σεμινάριο.
Στις δικές τους εισαγωγικές τοποθετήσεις, οι δύο εισηγητές της συζήτησης για τα check and balances, ο βουλευτής του ΔΗΣΥ Δημήτρης Δημητρίου και η βουλεύτρια του ΑΚΕΛ Ειρήνη Χαραλαμπίδου, εστίασαν στην ανάγκη που προκύπτει για εισαγωγή αντιβάρων. Ο κ. Δημητρίου σημείωσε ότι τα διαχρονικά προβλήματα παρουσιάζονται λόγω έλλειψης μηχανισμών ελέγχου και ισορροπιών σε σχέση με θεσμούς. Θέλουμε να συζητήσουμε, είπε, κατά πόσον αυτή η διάκριση των εξουσιών και η απόλυτη εφαρμογή της βοηθά ή αν είναι ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης του Συντάγματος σήμερα, όπως επίσης και αν πρέπει να περιοριστούν οι θητείες των αξιωματούχων. Έφερε ως παράδειγμα το γεγονός πως όταν διορίστηκε ο Σάββας Αγγελίδης Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας ήταν 44 χρονών, άρα είχε την ευχέρεια να παραμείνει στη θέση του για 24 χρόνια και όταν διορίστηκε Γενικός Ελεγκτής ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης ήταν 49 ετών και μπορούσε να παραμείνει για 16 χρόνια, λέγοντας ότι αυτό δεν είναι υγιές και δεν βοηθά τη Δημοκρατία. Αναφέρθηκε, παράλληλα, σε αυτοκρατορικών διαστάσεων εξουσία που έχει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Η κ. Χαραλαμπίδου δήλωσε από πλευράς της ότι έχουμε μια δυσλειτουργική Δημοκρατία, λόγω του γεγονότος πως το Σύνταγμα σχεδιάστηκε για να ανταποκρίνεται στις ανάγκες δύο κοινοτήτων και η ύπαρξη των Τ/κ διατηρούσε κάποιες ισορροπίες, με αποτέλεσμα όταν έφυγαν οι εξουσίες να επικεντρωθούν σε συγκεκριμένα πρόσωπα. Ο εκάστοτε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, υποστήριξε, μπορεί να διορίζει τους πάντες χωρίς έλεγχο και από τη στιγμή που έχει ημετέρους στη Νομική Υπηρεσία, την Ελεγκτική Υπηρεσία και άλλα πόστα σημαίνει ελέγχει το κράτος, χωρίς να υπάρχει έλεγχος από εποπτικές αρχές. Αναφέρθηκε, επίσης, στον Γενικό Εισαγγελέα, λέγοντας ότι έχει το ανέλεγκτο βάσει Συντάγματος και λαμβάνει αποφάσεις, αναστέλλει υποθέσεις, χωρίς να γνωρίζουμε το γιατί. Πρόσθεσε πως οι κοινωνίες εκσυγχρονίζονται, δεν μπορούμε να παραμείνουμε σε ένα δυσλειτουργικό σύστημα.
Από την πλευρά του, ο βουλευτής της ΔΗΠΑ Μαρίνος Μουσιούττας ανέφερε πως χρειάζονται εκσυγχρονισμοί αλλά το θέμα θα πρέπει να ιδωθεί σφαιρικά. Τόνισε ότι οι βουλευτές θα πρέπει να θεσμοθετήσουν όριο θητειών και για τον εαυτό τους και να ξεκινήσουν από το σπίτι τους. Αυτό δεν είναι κάτι που πρέπει να ρυθμιστεί από τα κόμματα αλλά από την ίδια τη Βουλή, πρόσθεσε.
Η βουλεύτρια των Οικολόγων, Αλεξάνδρα Ατταλίδου, ανέφερε ότι πρέπει να υπάρχουν πραγματικά ανεξάρτητοι θεσμοί για να λειτουργήσει σωστά η Δημοκρατία και αυτή τη στιγμή η αντίληψη του κόσμου είναι πως κάποιοι κάνουν ό,τι θέλουν. Έθιξε, παράλληλα, το ζήτημα του διαχωρισμού των αρμοδιοτήτων του Γενικού Εισαγγελέα, φέρνοντας ως παράδειγμα την υπόθεση Θανάση Νικολάου, όπου εμπλέκονται αξιωματούχοι του κράτους και αποφασίζει ο σύμβουλος του κράτους. Επί του θέματος, η κ. Ατταλίδου έχει καταθέσει πρόταση νόμου, επιδιώκοντας τον περιορισμό των εξουσιών του. Η πρόταση, θέτει όριο στην αποκλειστικότητα που διατηρούν μέχρι σήμερα ο Γενικός και ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας να λειτουργούν ως ο νομικός σύμβουλός του κράτους, παρέχοντας τη δυνατότητα, σε περιπτώσεις υποθέσεων που ενδέχεται να υπάρχει σύγκρουση συμφέροντος, να εξαιρούνται από τον ρόλο αυτό. Επιπρόσθετα επιδιώκεται η έναρξη της συζήτησης, σε θεσμικό επίπεδο, για τον διαχωρισμό των αρμοδιοτήτων του νομικού συμβούλου και του δημόσιου κατήγορου, οι οποίες είναι εξουσίες που δεν υπόκεινται σε έλεγχο.
Ο βουλευτής του ΔΗΣΥ, Νίκος Γεωργίου, επεσήμανε πως αν σήμερα στέκει και λειτουργεί η Δημοκρατία είναι λόγω του δικαίου της ανάγκης. Επομένως το ζήτημα είναι πολύ σημαντικό και ευρύ, είπε και τόνισε ότι πρέπει να το εξισορροπήσουμε ώστε να μην δώσουμε άθελα μας όπλα στην άλλη πλευρά, γιατί η Κυπριακή Δημοκρατία δεν είναι μόνο δική μας.
Οι ακαδημαϊκοί από την πλευρά τους έθιξαν τα ζητήματα που άπτονται του Συντάγματος του 1960 αλλά και το γεγονός πως, ενώ το δίκαιο της ανάγκης έχει προσωρινό χαρακτήρα, εφαρμόζεται για δεκαετίες, δημιουργώντας δυσλειτουργίες. Επεσήμαναν ότι στην πραγματικότητα η Κύπρος λειτουργεί για πάρα πολλά χρόνια με ένα μοναδικό μοντέλο, το οποίο εμποδίζει τα αντίβαρα.
Μεταξύ άλλων, αναφέρθηκε ότι στο Σύνταγμα υπήρχε πρόνοια για μηχανισμό επίλυσης διαφορών, το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, ενώ το Ανώτατο Δικαστήριο δεν έχει την εξειδίκευση αυτή. Εάν υπάρξει μεγάλη επέμβαση στο Σύνταγμα, θεωρούν ότι θα εγερθούν ζητήματα για την εφαρμογή του δικαίου της ανάγκης, το οποίο ενώ είναι προσωρινό εφαρμόζεται εδώ και έξι δεκαετίες και τίθεται το ερώτημα εάν είμαστε δέσμιοί του. Αν και η προφανής λύση στο πρόβλημα είναι η λύση του Κυπριακού, που θα φέρει ένα επικαιροποιημένο Σύνταγμα, τίθεται ζήτημα ως προς το τι θα συμβεί μέχρι τότε και αν θα συνεχίσουν να υφίστανται αυτές οι δυσλειτουργίες.
Το ερώτημα είναι αν υπάρχει τρόπος να προχωρήσουμε σε ριζική αναθεώρηση του συντάγματος με άλυτο το Κυπριακό, δεδομένου ότι κάτι τέτοιο θα επηρεάσει την πορεία του. Σύμφωνα με τους νομικούς, υπάρχουν κάποια προηγούμενα, όπως για παράδειγμα στη Γερμανία που υπήρχαν προβλέψεις στο Σύνταγμα της Δυτικής Γερμανίας για το τι θα γινόταν όταν ξαναδημιουργείτο ενιαία Γερμανία, ενώ αντίστοιχες προβλέψεις υπάρχουν στο Σύνταγμα της Νοτίου Κορέας.
Οι ακαδημαϊκοί επεσήμαναν, ακόμη, ότι η διάχυση εξουσίας έχει να κάνει με την ποιότητα της Δημοκρατίας και στην Κύπρο είμαστε λίγο παρωχημένοι στο ζήτημα της διάκρισης εξουσιών, καθώς στους σύγχρονους ευρωπαϊκούς θεσμούς αντικαθίσταται με τη διάκριση λειτουργιών που εξυπηρετούν την ίδια εξουσία. Για παράδειγμα, εντός της ΕΕ δεν υπάρχει ξεκάθαρος διαχωρισμός εξουσιών, αλλά χρησιμοποιείται η ισορροπία μεταξύ των θεσμών.