Οι διαδοχικές εκρήξεις βίας, το μυστήριο συναίσθημα και οι απαντήσεις στα γιατί
06:00 - 12 Ιουνίου 2023
Ολοένα και περισσότερα είναι τα περιστατικά βίας που λαμβάνουν χώρα το τελευταίο διάστημα στο νησί μας και μάλιστα σε διάφορους χώρους, με τις επεισοδιακές διαμάχες να διαδραματίζονται είτε σε γήπεδα, είτε σε σχολεία, είτε έξω από νυχτερινά κέντρα, είτε ακόμη και σε πολυσύχναστους ή και άγνωστους δρόμους, μεταξύ ατόμων, στις πλείστες των περιπτώσεων, διαφορετικών εθνικοτήτων.
Το κύριο ερώτημα ωστόσο που εγείρεται πίσω από όλες αυτές τις διαδοχικές εκρήξεις βίας, είναι ο λόγος ο οποίος ωθεί τα εμπλεκόμενα πρόσωπα να έρθουν σε ρήξη, με αποτέλεσμα να μεταφράζονται αυτές οι ενέργειες, σε ρατσιστικές επιθέσεις, που εν έτη 2023 δεν χωράνε σε μια κοινωνία, που δίνει τον δικό της αγώνα για να μεταλαμπαδεύσει στις νεότερες γενεές την αποδοχή και την αλληλεγγύη προς τον συνάνθρωπο μας, μακριά από ακρότητες και ρατσιστικές ενέργειες.
Ως εκ τούτου, οι βίαιες πράξεις που σημειώθηκαν το προηγούμενο διάστημα, είναι κάτι που προβληματίζει έντονα την κοινωνία, κάτι, που έρχεται να επιβεβαιώσει και σε δηλώσεις του στον REPORTER ο κοινωνιολόγος και καθηγητής του Πανεπιστημίου Frederick, Δρ. Ανδρέας Παναγιώτου, ο οποίος σημείωσε πως χρήζει ιδιαίτερης ανάλυσης το γεγονός ότι βλέπουμε πολλαπλά περιστατικά βίας και ιδιαίτερα το τελευταίο διάστημα που υπάρχει έκρηξη επεισοδίων. «Αν κρίνουμε από το γεγονός ότι στα πλείστα περιστατικά βίας, οι περισσότεροι εμπλεκόμενοι είναι νέοι, σημαίνει ότι ανάμεσα στη νεολαία υπάρχει ένα κτίσιμο μιας ενέργειας, που πρέπει να απελευθερωθεί με κάποιο τρόπο και γι’ αυτό βγαίνει χαοτικά προς τα έξω και με ρατσιστικό μάλιστα, τρόπο. Σίγουρα, κάτι συμβαίνει στον συναισθηματικό κόσμο αυτών των ατόμων και δεν έχει έκφραση, αφού κάτι τους λείπει. Σε αυτή τη γενιά, δηλαδή μετά την εφηβεία μέχρι την ενηλικίωση της κοινωνίας, υπάρχει ένα θέμα προσανατολισμού».
Την ίδια ώρα, αυτή η μερίδα ατόμων, φαίνεται να εστιάζει κυρίως σε ξένους και σε ανθρώπους που θεωρούν ότι δεν πρέπει να βρίσκονται στην Κύπρο και στο δικό τους περιβάλλον, αλλά κάπου άλλου. «Βλέπουμε ουσιαστικά αυτή τη μερίδα ατόμων, να βγάζει κυρίως ένα ρατσισμό, που πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι αυτή η μερίδα δεν είναι πλειοψηφία στην κοινωνία, αλλά είναι μειοψηφία. Υπάρχουν αυτοί που είναι υπέρ για παράδειγμα των ξένων, αλλά και μια μερίδα που θεωρεί ότι είναι εις βάρος τους οι ξένοι. Ταυτόχρονα, υπάρχει και μια μερίδα ατόμων, η οποία φορτίζεται και θέλει να εκτονωθεί συμβολικά ή πραγματικά με βία, έχοντας την ιδεολογία ότι βρίσκεται σε κίνδυνο. Ο εθνικισμός ουσιαστικά, είναι μια ιδεολογία που προσπαθεί να δέσει μαζί μια ομάδα ατόμων, προβάλλοντας ένα εχθρό. Άρα από τη στιγμή που έχουμε τη μετάβαση μιας νεολαίας από την εφηβεία στην ενηλικίωση, διανύοντας μια ρευστή περίοδο, μια ομάδα ατόμων ανήκει κάπου και έχει ουσιαστικά αυτό το αίσθημα για να εκτονωθεί κάπου με βία ενάντια στον άλλο, που θεωρείται εχθρός».
Μάλιστα, αυτή η εκτόνωση της βίας, εξηγεί ο Δρ. Παναγιώτου, «γίνεται με τέτοιο τρόπο, που είναι εκτός ελέγχου, με την έννοια του ότι οι δράστες γίνονται αιχμάλωτοι των ίδιων των ιδεολογικών τους απόψεων. Ουσιαστικά, οι ίδιοι πρέπει να συλλογιστούν τι κυκλοφορά μέσα στον εγκέφαλό τους και τι κάνει ο εγκέφαλος μετά με το σώμα τους».
Ερωτηθείς εάν αυτές οι εκρήξεις βίας προέρχονται από το σχολείο ή από την οικογένεια, ο Δρ. Παναγιώτου, ανέφερε συγκεκριμένα ότι, «από το σχολείο, δεν θεωρώ ότι αναγεννούνται αυτά τα συναισθήματα και προάγει αυτές τις ενέργειες, όπως και η οικογένεια, δεν είναι απαραίτητο ότι θα μεταλαμπαδεύσει στο παιδί της τέτοιες ενέργειες. Ωστόσο, αυτά τα φαινόμενα, τα προάγει ο κοινωνικός κύκλος του κάθε ατόμου. Δηλαδή, πιο απλοϊκά, στην Κύπρο υπάρχουν τρεις φυλές. Οι κεντρώοι, οι δεξιοί και οι αριστεροί. Η αριστερά δεν είναι επιρρεπείς σε αυτά τα φαινόμενα, στο κέντρο υπάρχουν και οι δυο τάσεις, ενώ από τη δεξιά πλευρά υπάρχουν περισσότερο αυτές οι τάσεις. Και στις τρεις φυλές ωστόσο, υπάρχει η αναπαραγωγή μέσα από τα γήπεδα, μέσα από μορφές κοινωνικοποίησης που επεκτείνονται».
Έτσι λοιπόν, μέσα σε αυτό το πλαίσιο, ένα κομμάτι της κοινωνίας στη φάση της μετάβασης από την εφηβεία στην ενηλικίωση, φαίνεται να ενστερνίζεται αυτές τις απόψεις. Μάλιστα, ο Δρ. Παναγιώτου, ανέφερε ότι, «αυτό το κομμάτι της κοινωνίας, άρχισε να χάνει τον έλεγχο της επιτρεπτής βίας και πρέπει να επεξηγήσουμε τι σημαίνει επιτρεπτή βία, δηλαδή, με το να πάει στο γήπεδο και να φωνάζει. Από εκεί και πέρα, όταν αρχίσεις να χρησιμοποιείς φυσική βία, τότε κάπου υπάρχει σοβαρό πρόβλημα. Δεν θα έλεγα ότι έχει ολόκληρη η κοινωνία πρόβλημα, αλλά μια μερίδα της κοινωνίας, φαίνεται οπωσδήποτε να ξεφεύγει. Δεν είναι φαινόμενα που τα βλέπουμε πρώτη φορά όμως και αυτό είναι δεδομένο και πρέπει να πούμε πως φαινόμενα βίας υπάρχουν παντού και όχι μόνο στον τόπο μας».
Το μόνο βέβαιο ωστόσο, σύμφωνα με τον κοινωνιολόγο, είναι ότι πίσω από αυτές τις επιθετικές και βίαιες ενέργειες, δεν υπάρχει λογική, αλλά αντιθέτως, υπάρχει ένας πόνος που αναπαράγεται και προβάλλεται για να δημιουργήσει ένα εχθρό και κάποιο τρόπο για να εκτονωθεί.
Αυτό που χρειάζεται η κοινωνία, πρόσθεσε ο Δρ. Παναγιώτου, «είναι να αποκτήσει αυτοσυνείδηση και να εμποδίσει αυτές τις πράξεις ενέργειας να συμβαίνουν. Εάν μια μερίδα ατόμων πράττει μορφές βίας, τότε πρέπει να εφαρμοστεί σίγουρα ο Νόμος. Επίσης, εάν η κοινωνία ολόκληρη αποδείξει μια έντονη απαρέσκεια ότι αυτό το πράγμα δεν επιτρέπεται στον τόπο μας, τότε σιγά-σιγά θα εξαλειφθούν αυτά τα φαινόμενα. Πρέπει να μας κινητοποιήσει ωστόσο το γεγονός ότι μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα είχαμε τόσα περιστατικά βίας».
Άλλωστε, οι αριθμοί των ρατσιστικών επεισοδίων τα τελευταία χρόνια, κατέληξε ο Δρ. Παναγιώτου, «φαίνεται να αποδεικνύουν και του λόγου το αληθές, ότι υπάρχει μια ρατσιστική καλλιέργεια, πάλι από ένα χώρο που υπάρχει έντονα το συναίσθημα της ξενοφοβίας και της μη αποδοχής των μεταναστών. Είναι συναισθήματα που καλλιεργούνται σε διάφορα στρώματα κοινωνίας, που νιώθουν ότι απειλούνται. Δηλαδή μπορεί να είναι άτομα που νιώθουν ότι δεν βρίσκουν τη δουλειά που θα ήθελαν και νιώθουν ότι είναι υποτιμημένοι. Έτσι, έχοντας αυτές τις αντιλήψεις, πυροδοτείτε μια έκρηξη βίας, που ελπίζουμε να βρεθούν σύντομα, οι τρόποι αντιμετώπισης και εξάλειψής της».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: